Στις πολλές απορίες των ημερών θα πρέπει να προστεθεί και η απορία για την εκκωφαντική σιωπή της παρ’ ημίν «προοδευτικής» νομενκλατούρας για τα συμβαίνοντα στο καντόνι Αφρίν της επαρχίας Ροζάβα στην Β.Δ. Συρία. Οι συνήθως λαλίστατες φεισμπουκικές περσόνες που διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους στην ελάχιστη παραβίαση των ατομικών δικαιωμάτων –και καλά κάνουν– τηρούν, εν προκειμένω, μάλλον, αιδήμονα σιωπή. Η αλήθεια είναι πως με ελάχιστες εξαιρέσεις –όπως η εφημερίδα δρόμου Άπατρις– το μεγάλο μέρος της αντιεξουσιαστικής κοινότητας στην Ελλάδα, αλλά και της κυβερνώσας και μη Αριστεράς, «κρατάει χαμηλά» το θέμα της τουρκικής εισβολής στην Αφρίν.

Σε αντίθεση με τη στάση αυτή, ένα τμήμα της «antifa» κουλτούρας στη Δύση τοποθετήθηκε με καθαρό τρόπο ενάντια στον τουρκικό εθνικισμό αναδεικνύοντας, μάλιστα, το διακύβευμα της Αφρίν ως κάτι ευρύτερο μιας εθνικής σύγκρουσης μεταξύ Τουρκίας και Κούρδων. Δεν ήταν λίγοι αυτοί που μίλησαν για μια ακόμη προσπάθεια του εθνικισμού να συντρίψει μια λαϊκή αμεσοδημοκρατική αυτοδιοίκηση που στηρίχθηκε στη χειραφέτηση των γυναικών, στην κοινωνική οικολογία και στην κοινοτική παράδοση, παραπέμποντας μάλιστα στο ιστορικό υπόδειγμα του ισπανικού εμφυλίου και το «σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας». Βεβαίως και οι εκδηλώσεις αυτές πόρρω απέχουν από την έκταση που έλαβαν στο πρόσφατο παρελθόν τα διάφορα συμπονετικά «je suis» και οι εκστρατείες «me too» ενάντια στη σεξουαλική παρενόχληση, ή οι διαμαρτυρίες του γυναικείου κινήματος ενάντια στην εκλογή Τραμπ.

Είναι φανερό ότι, στη συνείδηση της Δυτικής προοδευτικότητας, η σφαγή της Αφρίν δεν έχει ανάλογη βαρύτητα με την παραβίαση των ατομικών δικαιωμάτων. Τα συλλογικά δικαιώματα μιας κουρδικής εθνότητας, το δικαίωμα των ανθρώπων αυτών να υπάρχουν, μοιάζει να είναι υποδεέστερο στην δικαιωματική ιεράρχιση-θέσμιση του Δυτικού ανθρώπου. Ίσως, βέβαια, είναι πιο εύκολο –άσε που είναι και political correct– να διαδηλώνει κανείς για τα δικαιώματα της LGBTQI κοινότητας ή γενικώς ενάντια στην «κακή» πατριαρχία, αφήνοντας στο απυρόβλητο τον πυρήνα της καπιταλιστικής μηχανικής, δηλαδή την κοινωνική θέσμιση που τον συνιστά-συγκροτεί στα μυαλά των ανθρώπων. Και στην Αφρίν αμφισβητήθηκε αυτό ακριβώς.

***

Όπως υποστηρίζει ο David Rolfe Graeber, καθηγητής ανθρωπολογίας στο διάσημο LSE, δραστήριο μέλος των Global Justice Movement και Occupy Wall Street, η Αφρίν «είναι ένας απομονωμένος θύλακας ειρήνης και ψυχικής υγείας μέσα στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας. Οι κάτοικοί της επωφελήθηκαν από την ειρήνη και τη σταθερότητά αυτή για να αναπτύξουν τις δημοκρατικές αρχές που αγκαλιάζονται σε όλες τις κουρδικές περιοχές της βόρειας Συρίας, γνωστές ως Ροζάβα. Οι τοπικές αποφάσεις μεταβιβάστηκαν σε συνελεύσεις γειτονιάς στις οποίες συμμετέχει ο καθένας, η αυστηρή ισότητα των φύλων είναι δεδομένη, ενώ τα δύο τρίτα των θέσεων δημόσιων υπηρεσιών καλύπτονται από γυναίκες».

Στην Κοινότητα της Αφρίν –με Κ κεφαλαίο–, όπως και σε όλη τη Ροζάβα, οι διακρίσεις φύλου και εθνικότητας εξαφανίστηκαν, δεν υπάρχει αστυνομία αλλά ούτε και η ανάγκη της, οι γυναίκες συμμετέχουν ισότιμα στην υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας και της ελευθερίας του τόπου τους μέσα από τις YPJ, δηλαδή τις Μονάδες Αυτοπροστασίας των Γυναικών, ενώ η παλλαϊκή άμυνα στηρίζεται στις YPG, δηλαδή τις Μονάδες Αυτοπροστασίας του Λαού. Η σημασία του «Αυτο-» προφανώς δεν είναι τυχαία και είναι ενδεικτική της σημασίας που η κοινότητα αποδίδει στην έννοια της «αυτονομίας».

Πρόκειται για μια ειλικρινή επανάσταση που συμβαίνει στο εδώ και τώρα της Ρόζαβα! Πρόκειται για ένα μοναδικό κοινωνικο-ιστορικό πείραμα που λειτουργεί. Ένα αντι-κρατικιστικό μοντέλο δημοκρατίας που συγκροτείται απο τα κάτω με αυτο-διοικούμενες δομές. Ένα κατόρθωμα «συνεργατικής αναρχίας». Μια αληθινή, ρεαλιστική, εναλλακτική λύση στο κυρίαρχο μοντέλο του έθνους-κράτους και του καπιταλισμού, που βαφτίζεται στα –ακόμη– ζωντανά νερά της τοπικής παράδοσης του Κοινοτισμού σ’ αυτή τη γωνία του πλανήτη.

H Ροζάβα αποτελείται από 3 αυτόνομα καντόνια, την Αφρίν, το Κομπάνι και την Τζαζίρα, με συνολικό πληθυσμό κοντά στα 2 εκατομμύρια. Η διακυβέρνηση υλοποιείται από 22 «υπουργούς» και 2 αναπληρωτές τους, που προέρχονται από διαφορετικές εθνοτικές καταγωγές, ενώ ένας από τους 3 πρέπει να είναι γυναίκα. Κάθε δρόμος έχει τη δική του λαϊκή συνέλευση που λύνει όλα τα προβλήματα σε τοπικό επίπεδο. Αν κάποιο πρόβλημα δεν μπορεί να επιλυθεί στο τοπικό επίπεδο, τότε μόνο, εξουσιοδοτείται ένα ανώτερο όργανο. Οι «Δήμοι» αυτοί είναι εντελώς αυτόνομοι, παίρνουν τις δικές τους αποφάσεις και έχουν πλήρη έλεγχο των δικών τους πηγών-πόρων. Οι τοπικές αυτές συλλογικότητες θέτουν τα αιτήματα τους στη ανώτερη διοίκηση ενώ η «αστυνομία» και ο στρατός υπάγονται σ’ αυτές. Στη Ροζάβα μπορεί να έχει κανείς κάποιο όπλο και να συμμετάσχει στην «αστυνομία» ύστερα απο εκπαίδευση 6 μηνών, οπότε εκ των πραγμάτων η αστυνομία –με την έννοια που την καταλαβαίνουμε στη Δύση– είναι άνευ νοήματος. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην εκπαίδευση των παιδιών, με έμφαση σε θέματα περμακουλτούρας (ανάπτυξη γεωργικών οικοσυστημάτων που προορίζονται να είναι βιώσιμα και αυτάρκη), γλωσσών (Κουρδικά, Αραβικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Συριακά και Τσετσένικα ), Ιστορίας και Φιλοσοφίας.

Η Ροζάβα έχει εκατοντάδες συνεταιρισμούς, καθώς μόνο στο καντόνι της Τζαζίρα λειτουργούν 500 τέτοιες οργανώσεις. Κάθε συνεταιρισμός συγκροτείται συνήθως από 250 μέλη, ενώ ο χαρακτήρας των πιο πολλών συνεταιρισμών είναι αγροτικός. Σε ένα «ανώτερο» επίπεδο, οι συνεταιρισμοί αυτοί συγκροτούν ένα δίκτυο που βοηθά στην αντιμετώπιση της ζήτησης. Ο στόχος είναι η απάντηση στις ανάγκες του καθενός, έτσι ώστε να μην υπάρχει η ανάγκη του χρήματος, δίχως βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η όλη προσπάθεια είναι αχρήματη ή ότι είναι ενάντια στο χρήμα. Η έμφαση όμως δίνεται στην αυτάρκεια και στην ενδυνάμωση όλων των ανθρώπων. Και αν όλο αυτό μοιάζει αρκετά σοσιαλιστικό-κολλεκτιβιστικό, από την άλλη, κανείς δεν είναι εξαναγκασμένος να ενταχθεί σε κάποιον συνεταιρισμό, ενώ επίσης κάποιοι συνεταιρισμοί μπορεί να ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Ένας αγρότης μπορεί επίσης να καλλιεργήσει τη γη του και να πουλήσει τα προϊόντα του σαν ιδιώτης. Οι άνθρωποι μπορούν επίσης να έχουν ατομική ιδιοκτησία ή ιδιωτικές επιχειρήσεις, μπορούν να πουλήσουν ή να αγοράσουν τις κατοικίες τους και μπορούν να κατοχυρώσουν τις συμφωνίες τους στα τοπικά δικαστήρια-λαϊκές συνελεύσεις. Αν κάποιος, για παράδειγμα, είναι κάτοχος γης και θέλει να χτίσει ένα σπίτι μπορεί απλά να πάει στην τοπική Λαϊκή Συνέλευση και να το συζητήσει με τους γείτονες του, μέσα σε ένα πλαίσιο αμοιβαίου σεβασμού. Και τέλος, στη Ροζάβα δεν υπάρχουν καθόλου, μα καθόλου, φόροι.

***

Ίσως όλο αυτό το υβριδικό, ας πούμε, μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης να μην εκπληρώνει τα αυστηρά ιδεολογικά κριτήρια του αντιεξουσιαστικού κινήματος ή της κομμουνιστικής αριστεράς, αλλά, όπως εύστοχα υποστηρίζει σε κείμενο της η Ελευθεριακή Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης, «δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε την έμπρακτη συνεισφορά της Ροζάβα στην μακρά πορεία χειραφέτησης των γυναικών, στον αγώνα ενάντια στην πατριαρχία, στην πολυφυλετική συνύπαρξη και τον διεθνισμό, στην προσπάθεια για την υλοποίηση των προταγμάτων της κοινωνικής οικολογίας, της άμεσης δημοκρατίας, του αντικρατικού φεντεραλισμού, καθώς και στην ανανέωση της σύγχρονης επαναστατικής απελευθερωτικής προοπτικής».

Και όλα αυτά η Αφρίν τα κάνει με ειλικρίνεια, μακριά από ιδεολογικοποιημένες (ψυχο)παθολογίες που παριστάνουν την επανάσταση, μακριά από ψευτοδικαιωματισμούς και διανοητικοποιημένες αναπληρώσεις των ταλαντούχων υποκριτών του καιρού μας.

Στην Αφρίν διεκδικήθηκε μια κοινωνία που να αποδέχεται το διαφορετικό όχι ως δικαίωμα, όχι ως μια κάποια νομική κατοχύρωση –που αναγκαστικά χρειάζεται από δίπλα και το κράτος-εγγυητή ή νταβατζή της– αλλά ως ένας άλλος τρόπος ανθρώπινης ολοκλήρωσης του μοναδικά διαφορετικού προσώπου του καθενός μας. Αυτό ακριβώς που δεν αντέχει ο φασισμός και ο φαρισαϊσμός…

* Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης είναι σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – ψυχοθεραπευτής

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!