του Σπύρου Κακουριώτη

Το Με δύναμη από την Κηφισιά υπήρξε το τελευταίο κοινό έργο των Δημήτρη Κεχαΐδη – Ελένης Χαβιαρά. Δραματουργός σχετικά ολιγογράφος ο Κεχαΐδης (1933-2005), έδωσε στο ελληνικό θέατρο (είτε μόνος είτε σε συνεργασία με τη σύντροφό του Ελένη Χαβιαρά) έργα που αποτυπώνουν με μεγάλη μαστοριά τα ελληνικά μικροαστικά στρώματα και τις συχνά ατελέσφορες προσπάθειές τους για κοινωνική ανέλιξη.

Το ότι τα έργα του εξακολουθούν να βρίσκουν τον δρόμο τους προς τη σκηνή κάνει πολλούς να τα θεωρούν «κλασικά», παραγνωρίζοντας ότι είναι στενά δεμένα με την εποχή τους, καθώς ζωντανεύουν φιγούρες από ένα ρευστό κοινωνικό στρώμα, το οποίο αλλάζει διαρκώς (όπως οι δυο κομπιναδόροι στο Τάβλι ή οι κομματάρχες του Δάφνες και πικροδάφνες). Αν συνεχίζουν να ασκούν έλξη, αυτό οφείλεται μάλλον στη μαστοριά της κατασκευής, στους περίτεχνα δομημένους χαρακτήρες, στην ευφυή χρήση της γλώσσας, στους ζωντανούς διαλόγους και όχι στην όποια «διαχρονικότητά» τους.

Έτσι, παρακολουθώντας το Με δύναμη από την Κηφισιά, έχει κανείς την αίσθηση ότι τα διαδραματιζόμενα αφορούν έναν κόσμο που σήμερα δεν υπάρχει. Δύο δεκαετίες μας χωρίζουν από την εποχή που το συγγραφικό δίδυμο θέλησε να καταβυθιστεί στον κόσμο των γυναικών της ανώτερης μεσαίας τάξης, κόσμο που όριζε η αμέριμνη κατανάλωση και η απόλυτη κενότητα. Μέσα σε αυτά τα χρόνια, η βιαιότητα της κρίσης διέλυσε τους κοινωνικούς όρους ύπαρξης αυτών των στρωμάτων, αναδεικνύοντας άλλα, με στενότερη κοινωνική βάση και διαφορετικά χαρακτηριστικά –εξίσου απεχθή ή κωμικά, όταν τα βλέπει κανείς καθισμένος αναπαυτικά στην πολυθρόνα του θεατή.

Το έργο έχει ως πρωταγωνίστριες τέσσερις γυναίκες, για πρώτη φορά στη δραματουργία τους. Αυτό, όμως, δεν το κάνει και «γυναικείο». Αντίθετα, σήμερα, εντυπωσιάζει ο σχεδόν μισογυνικός τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται: ταλανίζονται διαρκώς από το ανεκπλήρωτο του έρωτα, την αδυναμία πραγματικής επικοινωνίας με το άλλο φύλο, κάτι για το οποίο εμφανίζονται αποκλειστικά υπεύθυνες και καλούνται διαρκώς να θεραπεύσουν. Όσο για τους άνδρες, αποτελούν μια παρούσα απουσία, μόνιμο σημείο αναφοράς, πάντα προδομένοι ή παρεξηγημένοι.

Βρισκόμαστε, βέβαια, σε έναν περίκλειστο κόσμο ψευδούς συνείδησης, που τίποτε δεν εμφανίζεται για να τον ανατρέψει, ενώ μόνη διέξοδος είναι η ελπίδα για ένα διαρκώς αναβαλλόμενο ταξίδι στην Ταϋλάνδη –αλλά και αυτό έχει τόσο εργαλειακά χαρακτηριστικά, που μοιάζει σεναριακό τρυκ από παλιά ελληνική ταινία. Αν σε αυτό το σύμπαν υπάρχει κάποια ρωγμή, είναι η περισσότερο γαιώδης νεαρή Ηλέκτρα, η ειρωνική αποστασιοποίηση της οποίας εμφανίζει το ενδεχόμενο κάποιας εξόδου…

Στην εποχή που μεσουρανούσε η κουλτούρα του ΚΛΙΚ, οι γυναικείοι αυτοί χαρακτήρες θα μπορούσαν να εκληφθούν ως αντιπροσωπευτικοί, σήμερα όμως αυτό είναι μάλλον αδύνατον. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που ο Δημήτρης Καραντζάς, ένας από τους πιο ταλαντούχους νεότερους σκηνοθέτες της ελληνικής σκηνής, στην παράσταση που παρουσιάζει στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, επέλεξε μια γραμμή που φλερτάρει με το γκροτέσκο, αναδεικνύοντας τα σουρεαλιστικά στοιχεία του κειμένου. Όμως αυτή η αλλαγή τόνου συνορεύει επικίνδυνα με την υστερία, στερώντας από τις τέσσερις πρωταγωνίστριες το όποιο βάθος τούς προσέδιδαν οι συγγραφείς –μολονότι διαθέτει στιγμές υπαρξιακής καταβύθισης, όπως η εικόνα της νυχτερινής βουλιμίας στον κήπο, μια από τις καλύτερες της παράστασης.

Παρά την επιλογή αυτή (την οποία υπηρετεί εξαιρετικά η Άρτεμις Φλέσσα, δημιουργώντας ένα γκροτέσκο σκηνογραφικό σύνολο που παραπέμπει στη δεκαετία του 1970), ο Δημήτρης Καραντζάς, έχοντας στη διάθεσή του την Λυδία Φωτοπούλου σε μια εξαιρετική στιγμή, και τις πολύ καλές Έμιλυ Κολιανδρή, Γαλήνη Χατζηπασχάλη, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, διεκπεραιώνει άψογα τη σκηνοθεσία, δίνοντας μια παράσταση υψηλού επιπέδου.

Θέατρο του Νέου Κόσμου (Κεντρική Σκηνή), Τετάρτη, Παρασκευή – Κυριακή. Έως 1/4/2018

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!