Προϋπόθεση για να αποκτήσει προοπτική η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση

Της Γιάννας Γιαννουλοπούλου*

 

Από την Χιλή ως την Ιταλία τα κινήματα φοιτητών, εκπαιδευτικών, μαθητών και γονιών συγκροτούνται επί δύο αλληλεξαρτώμενων ζητημάτων: της διεκδίκησης της δημοκρατίας αφενός και της υπεράσπισης του δημόσιου χαρακτήρα (ή της άρσης της ιδιωτικοποίησης) της εκπαίδευσης αφετέρου. Στην Ιταλία, πιο συγκεκριμένα, ένα βασικό χαρακτηριστικό της μεταρρύθμισης που επιχειρεί ο Ρέντσι στη μέση εκπαίδευση, μεταρρύθμιση που προκάλεσε μεγάλες διαδηλώσεις τις προηγούμενες εβδομάδες, είναι η ενίσχυση των δικαιωμάτων των διευθυντών των σχολείων.

Στη Χιλή ένα πολύμορφο εκπαιδευτικό κίνημα που διαρκεί ήδη από το 2011 ζητά μια βαθιά μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, που είναι κληρονομιά της δικτατορίας του Πινοσέτ και ευνοεί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ζητά από την κυβέρνηση να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της και να προχωρήσει μια ήδη από τον Ιανουάριο ψηφισμένη (αλλά όχι ακόμη πραγματοποιημένη) μεταρρύθμιση για δωρεάν ανώτατη εκπαίδευση στους φτωχότερους πολίτες.

Η πολιτική που εφαρμόστηκε στα ελληνικά πανεπιστήμια την τελευταία πενταετία των μνημονίων –όντας βέβαια προετοιμασμένη τόσο υλικά, όσο και ιδεολογικά από τις προ-μνημονίου κυβερνήσεις– δεν είναι πρωτότυπη, στηριζόταν ακριβώς στους δύο άξονες που προαναφέρθηκαν: α) κατάργηση του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης και εκχώρηση ολόκληρων πεδίων της στους ιδιώτες και β) εξοβελισμός της δημοκρατίας και επιβολή ολιγαρχικής διοίκησης, μέσω των νόμων Διαμαντοπούλου – Αρβανιτόπουλου. Το ελαφρώς πρωτότυπο για την ελληνική περίπτωση είναι ότι η μνημονιακή πολιτική στην εκπαίδευση επενδύθηκε με τη ρητορική περί του αναχρονιστικού ελληνικού συστήματος έναντι των «σύγχρονων» ευρωπαϊκών και αμερικανικών συστημάτων, ρητορική που πολλές φορές στην ιστορία των ελληνικών εκπαιδευτικών θεσμών έχει χρησιμοποιηθεί και η διεξοδική ανάλυσή της ξεφεύγει από τα όρια αυτού του κειμένου.

Η αριστερή κυβέρνηση που αναδείχτηκε από τις κάλπες της 25ης Ιανουαρίου είχε δημοσίως δεσμευτεί ότι θα καταργήσει τους αντιδημοκρατικούς νόμους Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου. Και πράγματι, εδώ και μερικές εβδομάδες έχει δοθεί στη δημοσιότητα –και αναμένεται σύντομα να προχωρήσει και κοινοβουλευτικά– το νομοσχέδιο που θα «θεραπεύει» τις αντιδημοκρατικές στρεβλώσεις που ισχύουν σήμερα στα ελληνικά πανεπιστήμια.

Τα βασικά θετικά χαρακτηριστικά αυτού του νομοσχεδίου είναι:

α) η κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρύματος, του βασικού θεσμού ετεροδιοίκησης. Τα Συμβούλια Ιδρύματος στο μικρό χρονικό διάστημα που λειτούργησαν δεν κέρδισαν ούτε κατ’ ελάχιστο την αποδοχή της πανεπιστημιακής κοινότητας. Είτε πέρασαν απαρατήρητα, είτε διακρίθηκαν στην απόρριψη υποψηφίων για πρυτανικές και κοσμητορικές εκλογές, δικαίωμα που τους έδινε ο νόμος. Υποψήφιοι απορρίφθηκαν, επειδή δεν θεωρήθηκαν αρκούντως πειθήνιοι προς τη λογική των νόμων Διαμαντοπούλου- Αρβανιτόπουλου. Η απαξίωση των Συμβουλίων Ιδρύματος φαίνεται και από το γεγονός ότι οι υπερασπιστές του προηγούμενου καθεστώτος, που συγκρότησαν την κίνηση «Παιδεία 2015», δεν έδωσαν την έμφαση που αναμενόταν στην υποστήριξη των Συμβουλίων Ιδρύματος, αλλά σε άλλες πλευρές των νομοσχεδίων για την παιδεία.

β) η συμμετοχή όλων των συνιστωσών της πανεπιστημιακής κοινότητας (δηλαδή η επαναφορά της συμμετοχής των φοιτητών και των διοικητικών υπαλλήλων) στις εκλογές για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης του πανεπιστημίου.

γ) η κατάργηση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, συστήματος που δεν εξασφαλίζει το αδιάβλητο των εκλογών.

δ) η κατάργηση των διατάξεων που αφορούσαν την συγχώνευση των Οργανισμών Έρευνας και Ανάπτυξης των ΑΕΙ σε ένα ΝΠΙΔ.

ε) η επαναφορά των διαδικασιών εξέλιξης των διδασκόντων σε ακαδημαϊκά πλαίσια και η κατάργηση της υποχρεωτικής συμμετοχής καθηγητών από πανεπιστήμια του εξωτερικού στα εκλεκτορικά σώματα. Πράγματι, οι νόμοι Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου προέβλεπαν την υποχρεωτική συμμετοχή επιστημόνων της αλλοδαπής στις κρίσεις των καθηγητών των ελληνικών πανεπιστημίων, απόδειξη ενός πρωτοφανούς ακαδημαϊκού ραγιαδισμού, συμβατού, ωστόσο, με την αντίληψη ότι η χώρα και κατά συνέπεια οι επιστήμονές της πρέπει να βρίσκονται υπό επιτροπεία.

Το νομοσχέδιο επαναφέρει και την έννοια του ασύλου, προσδιορίζοντάς το ως «ακαδημαϊκό», αλλά αφήνει ασάφειες ως προς την διαχείρισή του, διατηρώντας και μέρος των σχετικών διατάξεων του νόμου Διαμαντοπούλου. Επίσης, το νομοσχέδιο δεν κάνει καμία αναφορά στα δίδακτρα των μεταπτυχιακών σπουδών, σημείο κομβικό και για τον δημόσιο χαρακτήρα συνολικά του πανεπιστημίου, αλλά και για τη διάρθρωση της έρευνας.

Οι αντιδράσεις στο νομοσχέδιο είναι γνωστές και εκδηλώθηκαν τις προηγούμενες μέρες: οι υπουργοί παιδείας των προηγούμενων κυβερνήσεων, στελέχη της Ν.Δ. του ΠΑΣΟΚ και του «Ποταμιού», πανεπιστημιακοί που στήριξαν το έως σήμερα καθεστώς υψώνουν φωνή διαμαρτυρίας. Αυτοί οι πολιτικοί που οδήγησαν σε συγχωνεύσεις και κλείσιμο σχολείων, που αντικατέστησαν τα σχολικά βιβλία με φωτοτυπίες, που οδήγησαν τα πανεπιστήμια σε οικονομική ασφυξία, που επανέφεραν τα πιστοποιητικά φρονημάτων στην ακαδημαϊκή κοινότητα ανησυχούν για την Παιδεία του 2015.Ενώ στην πραγματικότητα στηρίζουν την ιδιωτικοποίηση της παιδείας συνολικά, από το νηπιαγωγείο ως το πανεπιστήμιο και βεβαίως τα μεγάλα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια της δευτεροβάθμιας, ανησυχούν δήθεν για τα δημόσια πρότυπα σχολεία και για την υπονόμευση της «αριστείας» (ετυμολογική παρατήρηση: η λέξη επανέρχεται τα τελευταία χρόνια στο νεοελληνικό λεξιλόγιο ως μεταφραστικό δάνειο από το αγγλικό excellence και διαχέεται μέσω του λεξιλογίου των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, κατά τα άλλα η λόγια ελληνική λέξη αριστεία σημαίνει «διάκριση του ήρωα στη μονομαχία»). Αυτός ο λόγος όμως μπορεί να βρει ευήκοα ώτα στο περιβάλλον της βαθύτατης κρίσης που βρισκόμαστε, γιατί προσφέρει ένα wannabe.

Εάν τα δημόσια σχολεία (είτε πρότυπα, είτε πειραματικά είτε απλά) και τα πανεπιστήμιά μας συνεχίσουν να διαχειρίζονται τη φτώχεια, η ιδιωτική ή ιδιωτικοποιημένη παιδεία θα συνεχίσει να θάλει προσφέροντας και κάποιες υποτροφίες για όσους «μη έχοντες» προσπαθήσουν πολύ. Οι «έχοντες» δεν χρειάζεται να προσπαθήσουν…

Στη βάση αυτής της υλικότητας θα κριθεί –εκτός των άλλων– και η μάχη της δημοκρατίας, που επιχειρείται να επιστρέψει στα πανεπιστήμια με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας. Το νομοσχέδιο πρέπει να ψηφιστεί. Η δημοκρατία πρέπει να επιστρέψει στα πανεπιστήμια. Είναι η απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση να αποκτήσει προοπτική.

Εάν, όμως, η μάχη της δημοκρατίας δεν συνοδευτεί από τηνεμπέδωση του δημόσιου χαρακτήρα της παιδείας, όπως τα εκπαιδευτικά κινήματα από την Ιταλία ως τη Χιλή μας δείχνουν, τότε η συζήτηση για το σύστημα διοίκησης των πανεπιστημίων, γίνεται απλά ένα ζήτημα «κυβέρνησης». Τότε οι διάφοροι Ρέντσι και Διαμαντοπούλου θα τείνουν χείρα βοηθείας. Και αυτό δεν αντιστοιχεί στις μορφωτικές ανάγκες της ελληνικής νεολαίας, ούτε στο επιτακτικό αίτημα επιβίωσης της χώρας.

Η γνώση, η επιστήμη και η διδασκαλία είναι διαδικασίες αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και όχι «διακρίσεις ηρώων στη μονομαχία»!

 

* Η Γιάννα Γιαννουλοπούλου είναι μέλος ΔΕΠ Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!