του Σαμίρ Αμίν
O Μαρξ είναι ένας γίγαντας της σκέψης, όχι μόνο του 19ου αιώνα, αλλά, ακόμα περισσότερο, σε ότι αφορά την κατανόηση του σύγχρονου κόσμου. Καμία άλλη προσπάθεια να κατανοηθεί η κοινωνία δεν υπήρξε τόσο γόνιμη. Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι οι «μαρξιστές» προχωρούν πέρα από τη «μαρξολογία» –δηλαδή πέραν της επανάληψης αυτών που ο Μαρξ μπορούσε να γράψει στην εποχή του– και ότι ακολουθούν τη μέθοδο του, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες εξελίξεις στην ιστορία. Άλλωστε, ο ίδιος ο Μαρξ, κατά τη διάρκεια της ζωής του, ανέπτυσσε συνεχώς και αναθεωρούσε τις απόψεις του.
Ο Μαρξ ποτέ δεν συνέλαβε τον καπιταλισμό, αποκλειστικά ως έναν νέο τρόπο παραγωγής. Πήρε υπόψη του όλες τις πλευρές της νεωτερικής καπιταλιστικής κοινωνίας, κατανοώντας ότι ο νόμος της αξίας δεν ρυθμίζει μόνο την καπιταλιστική συσσώρευση, αλλά κυβερνά όλες τις πτυχές του πολιτισμού της νεωτερικότητας. Αυτή η μοναδική του διορατικότητα τού επέτρεψε να προσφέρει την πρώτη επιστημονική προσέγγιση που συσχέτισε τις κοινωνικές σχέσεις με την ανθρωπολογία. Σε αυτή την προοπτική συμπεριέλαβε στις αναλύσεις του αυτό που με σύγχρονους όρους ονομάζεται «οικολογία» και το οποίο έμελλε να ανακαλυφθεί πάλι έναν αιώνα μετά. Οδηγήθηκε έτσι σε μια αντίληψη για τον κομμουνισμό όχι τόσο ως ένα νέο και πιο προηγμένο τρόπο παραγωγής, αλλά ως μια υψηλότερη βαθμίδα του ανθρώπινου πολιτισμού (η ουτοπία γίνεται πραγματικότητα) και σε μια οπτική για τη σοσιαλιστική μετάβαση ως μια ιδιαίτερα μακρά πορεία.
Ο Μαρξ ποτέ δεν συνέλαβε τον καπιταλισμό, αποκλειστικά ως έναν νέο τρόπο παραγωγής. Πήρε υπόψη του όλες τις πλευρές της νεωτερικής καπιταλιστικής κοινωνίας, κατανοώντας ότι ο νόμος της αξίας δεν ρυθμίζει μόνο την καπιταλιστική συσσώρευση, αλλά κυβερνά όλες τις πτυχές του πολιτισμού της νεωτερικότητας
Το σημαντικότερο έργο του Μαρξ –Το Κεφάλαιο– παρουσιάζει μια αυστηρή επιστημονική ανάλυση της καπιταλιστικής κοινωνίας και των ποιοτικών της διαφορών από τις προηγούμενες κοινωνικές μορφές. Διασαφηνίζει άμεσα τη σημασία της γενίκευσης των ανταλλαγών εμπορευμάτων μεταξύ των κατόχων ιδιωτικής ιδιοκτησίας, συγκεκριμένα την εμφάνιση και την κυριαρχία της (ανταλλακτικής) αξίας και της αφηρημένης κοινωνικής εργασίας. Από αυτήν την αφετηρία, ο Μαρξ μας οδηγεί να καταλάβουμε πώς ο προλετάριος/α που πουλά την εργατική του/της δύναμη στον «άνθρωπο με τo χρήμα», εξασφαλίζει την παραγωγή υπεραξίας την οποία ο καπιταλιστής απαλλοτριώνει, και αυτή, με την σειρά της, αποτελεί την συνθήκη για τη συσσώρευση του κεφαλαίου. Η κυριαρχία της αξίας, όχι μόνο διέπει την αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος του καπιταλισμού, αλλά κυβερνά κάθε πτυχή της νεωτερικής κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Η έννοια της αλλοτρίωσης του εμπορεύματος υποδεικνύει τον ιδεολογικό μηχανισμό μέσω του οποίου εκφράζεται η συνολική ενότητα της κοινωνικής αναπαραγωγής. Αυτό το εξαιρετικό πνευματικό και πολιτικό όργανο αποδείχθηκε ότι είναι το καλύτερο για την, με σωστό τρόπο, πρόβλεψη της γενικής γραμμής της ιστορικής εξέλιξης της καπιταλιστικής πραγματικότητας.
Κανένα κείμενο που γράφτηκε στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα δεν άντεξε στο χρόνο όσο το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του 1848. Ακόμα και σήμερα, ολόκληρες παράγραφοί του αντιστοιχούν στη σύγχρονη πραγματικότητα ακόμα καλύτερα και από ότι το 1848.
Το καπιταλιστικό σύστημα ήταν πάντα και παραμένει παγκοσμιοποιημένο
Ο Μαρξ, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, κατάλαβε ότι ο καπιταλισμός είχε την αποστολή να κατακτήσει τον κόσμο. Έγραψε γι’ αυτό σε μια εποχή που η κατάκτηση αυτή απείχε πολύ από την ολοκλήρωσή της. Εξέτασε αυτήν την αποστολή από τις απαρχές της, από την κατάκτηση της Αμερικάνικης ηπείρου, που εγκαινίασε τη μετάβαση διαμέσου των τριών αιώνων του μερκαντιλισμού στην τελική ολοκληρωμένη μορφή του καπιταλισμού.
Όμως ο Μαρξ και ο Ένγκελς, στο Μανιφέστο αλλά και αργότερα, ακόμα διστάζουν: Θα μπορούσε η παγκόσμια ανάπτυξη του καπιταλισμού να λειτουργήσει ως ομογενοποιητική δύναμη δίνοντας στην κατακτημένη Ανατολή την ευκαιρία να γίνει όμοια με τις δυτικές προηγμένες χώρες; Ο ύστερος Μαρξ κατέληξε στην διαίσθηση ότι η πόλωση, που είναι εγγενής στην παγκόσμια επέκταση του καπιταλισμού, θα καταστήσει αδύνατο το κλείσιμο της ψαλίδας και την προσέγγιση του επιπέδου ανάπτυξης των προηγμένων χωρών στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και στη βάση των ουσιαστικών καπιταλιστικών νόμων.
Η πρόκληση σήμερα δεν είναι να προσπαθήσουμε να βγούμε από την κρίση του καπιταλισμού, αλλά να κινηθούμε προς την κατεύθυνση της εξόδου από τον καπιταλισμό σε κρίση. Η κριτική κοινωνική σκέψη πρέπει να δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτό το ζήτημα, βασισμένη στη διάκριση μεταξύ αυτού του είδους της κρίσης του συστήματος και των κρίσεων στο εσωτερικό του συστήματος.
Έδωσα προτεραιότητα σε αυτή τη διαίσθηση του Μαρξ, σχετικά με το μέλλον της παγκοσμιοποίησης, και αφιέρωσα τις προσπάθειές μου στη διατύπωση των νόμων της άνισης ανάπτυξης που προκύπτουν από μια παγκοσμιοποιημένη διαμόρφωση του νόμου της συσσώρευσης και έτσι οδηγήθηκα σε μια ερμηνεία των επαναστάσεων που έγιναν στο όνομα του σοσιαλισμού και ξεκίνησαν από τις περιφέρειες του παγκόσμιου συστήματος.
Ο Μαρξ διαισθάνονταν ότι ο επαναστατικός μετασχηματισμός θα μπορούσε να ξεκινήσει από την περιφέρεια του συστήματος –τους «αδύναμους κρίκους» στη μεταγενέστερη γλώσσα του Λένιν.
Αυτό το συμπέρασμα οδηγεί σ’ ένα άλλο: Οι σοσιαλιστικές μεταβάσεις θα γίνουν αναγκαστικά «σε μια χώρα», η οποία θα παραμείνει μοιραία «απομονωμένη» υπό το βάρος της αντεπίθεσης του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση – δεν θα υπάρξει «παγκόσμια επανάσταση».
Ο καπιταλισμός, μια μικρή παρένθεση στην ιστορία
Συμφωνώ επίσης με μια ακόμα διαίσθηση του Μαρξ –που εκφράστηκε καθαρά ήδη από το 1848 και αναδιατυπώνονταν μέχρι και τα τελευταία του γραπτά– σύμφωνα με την οποία ο καπιταλισμός αντιπροσωπεύει μόνο μια μικρή παρένθεση στην ιστορία. Η ιστορική του λειτουργία ήταν να δημιουργήσει, σε σύντομο χρονικό διάστημα (έναν αιώνα), τις συνθήκες που απαιτούνταν για το παραπέρα προχώρημα προς τον κομμουνισμό, ως μια ανώτερη βαθμίδα του πολιτισμού.
Οι συστημικές κρίσεις του γεροντικού καπιταλισμού
Ο καπιταλισμός έλαβε την τελειωμένη του μορφή μόνο με τη βιομηχανική επανάσταση – ξεκινώντας από το 1800. Από εκείνη την εποχή και ύστερα, η κοινωνική αντίφαση που ενυπάρχει στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, έχει λάβει τη μορφή μιας μόνιμης τάσης του συστήματος να «παράγονται περισσότερα από όσα μπορούν να καταναλωθούν». Η πίεση των μισθών προς τα κάτω τείνει να παράγει έναν όγκο κερδών, ο οποίος, κάτω από τη δράση ανταγωνιστικών δυνάμεων, οδηγεί σε έναν όγκο επενδύσεων σχετικά υψηλότερο από το επίπεδο επενδύσεων που απαιτείται για να ικανοποιηθεί η πραγματική ζήτηση για τα προϊόντα του συστήματος. Από αυτή την άποψη, η απειλή της σχετικής στασιμότητας αποτελεί την χρόνια ασθένεια του καπιταλισμού. Οι κρίσεις και οι υφέσεις δεν είναι απαραίτητο να ερμηνεύονται σχετιζόμενες με ιδιαίτερες, εξαιρετικές κάθε φορά αιτίες. Αντιθέτως, είναι οι φάσεις επέκτασης που η καθεμία τους παράγεται από τις δικές της ιδιαίτερες συνθήκες. Η ιστορία, από το 1800, του «υπαρκτού καπιταλισμού» είναι η ιστορία μιας τεράστιας ανάπτυξης παραγωγικών δυνάμεων, αδιανόητης σε προγενέστερες εποχές. Έτσι η εγγενής στον καπιταλισμό τάση για στασιμότητα, έχει επανειλημμένα ξεπεραστεί.
Οι σοσιαλιστικές μεταβάσεις συμβαίνουν αναγκαστικά «σε μια χώρα». Επομένως, τα έθνη και τα κράτη που μπαίνουν σε αυτόν τον δρόμο θα αντιμετωπίσουν τη διπλή πρόκληση: να αντισταθούν στον μόνιμο πόλεμο (θερμό ή ψυχρό) που διεξάγουν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και να εμπλέξουν, επιτυχώς, την αγροτική πλειοψηφία στον νέο δρόμο προς τον σοσιαλισμό
Αυτή η εγγενής αστάθεια του καπιταλισμού είναι ταυτόχρονα και η δύναμή του. Κατά τη διάρκεια των φάσεων επέκτασης, μεταξύ των κάμψεων, έχει ενθαρρύνει μια εξαιρετική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αργή ανάπτυξη που επικρατούσε σε προηγούμενες εποχές. Ωστόσο, ακριβώς επειδή αυτή η ανάπτυξή είναι εκθετική (όπως ο καρκίνος, η συντηρούμενη εκθετική ανάπτυξη δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε θάνατο), δεν μπορεί να διατηρείται επ’ αόριστον. Ο καπιταλισμός είναι καταδικασμένος να ξεπεραστεί και, χωρίς αμφιβολία, θα μείνει στην ιστορία ως μια σύντομη μεταβατική περίοδος κατά την οποία η συσσώρευση παραγωγικών δυνάμεων θα έχει δημιουργήσει τις υλικές και ανθρώπινες συνθήκες για μια καλύτερη μορφή κυριαρχίας πάνω στη φύση και την κοινωνική ανάπτυξη.
Οι καπιταλιστικές κρίσεις και η κρίση του καπιταλισμού
Το σύγχρονο ιμπεριαλιστικό σύστημα αποτελεί ένα σύστημα συγκεντροποίησης του κοινωνικού πλεονάσματος σε παγκόσμια κλίμακα. Το ιμπεριαλιστικό σύστημα συγκεντροποίησης της αξίας χαρακτηρίζεται από την επιτάχυνση της συσσώρευσης και την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στο κέντρο του συστήματος, ενώ στην περιφέρεια αυτή η ανάπτυξη συγκρατείται και παραμορφώνεται. Η ανάπτυξη και η υπανάπτυξη είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αντιμετωπίζοντας αυτή την πρόκληση, δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση από την αποδόμηση του σημερινού παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα άλλο σχήμα παγκόσμιων σχέσεων που θα προκύψει μέσω κοινωνικής διαπραγμάτευσης.
Η μεγάλη ύφεση στα τέλη του 19ου αιώνα, εντείνοντας τις ανταγωνιστικές πιέσεις, επιτάχυνε τη διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου μέχρις ότου το καπιταλιστικό σύστημα μετασχηματίστηκε ποιοτικά: ο ανταγωνιστικός βιομηχανικός καπιταλισμός που κυριάρχησε από το 1800 έως το 1890 έδωσε τη θέση του στον ολιγοπωλιακό (μετοχικής μορφής μονοπωλιακό) καπιταλισμό. Αυτά τα ολιγοπώλια εξακολουθούσαν να είναι συγκροτημένα σε μια επί της ουσίας εθνική βάση, παρά την επέκταση των δραστηριοτήτων τους στο εξωτερικό, την περιστασιακή αλληλοδιείσδυσή τους και τον κοσμοπολιτισμό των στρατηγικών τους. Την εποχή εκείνη ο ανταγωνισμός τους όξυνε την αντιπαλότητα μεταξύ των εθνικών κρατών, θέτοντας τέλος στην προηγούμενη δεσπόζουσα θέση της Μεγάλης Βρετανίας. Ήταν η περίοδος διαχωρισμού του κόσμου σε αντίπαλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Η σημερινή, δεύτερη, παρατεταμένη καθίζηση, ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘70 ακολουθώντας μια επέκταση που, αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, βασίστηκε σε τρεις παράγοντες που απορρέουν από την ήττα του φασισμού: (α) σε έναν συντηρούμενο ιστορικό συμβιβασμό κεφαλαίου-εργασίας στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, με την υιοθέτηση κεϋνσιανών εθνικών πολιτικών που σχημάτισαν μια νέα μορφή διεύθυνσης της συσσώρευσης κεφαλαίου αντικαθιστώντας το ανταγωνιστικό καθεστώς της συμπίεσης των μισθών. (β) στο «Σοβιετικό» σύστημα, αναφερόμενο ως μια προσπάθεια οικοδόμησης του σοσιαλισμού, ενώ στην πραγματικότητα υπήρξε μια απόπειρα να οικοδομηθεί «καπιταλισμός χωρίς καπιταλιστές». Αυτή η απόπειρα παρόλα αυτά εξελίχθηκε σε μια πρόκληση για τον καπιταλισμό και έτσι διήγειρε το δυναμικό του. Και γ) στις προσπάθειες εθνικο-καπιταλιστικής ανάπτυξης σε περιφερειακές χώρες, μετά τις νίκες των εθνικών απελευθερωτικών κινημάτων.
Στη βάση της τρέχουσας καθίζησης βρίσκεται η προοδευτική εξάντληση αυτών των τριών κοινωνικών μοντέλων, που προέκυψε από το γεγονός ότι οι ίδιες οι επιτυχίες τους εμβάθυναν την παγκόσμια αλληλεξάρτηση. Έτσι, αυτή η καθίζηση εξελίσσεται σε ένα περιβάλλον βαθαίνουσας ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης, μετά την κατάρρευση της σοβιετικής εναλλακτικής και της αποτυχίας του εθνικού-καπιταλιστικού σχεδίου στον Τρίτο Κόσμο να αντισταθεί στην επίθεση των κυρίαρχων καπιταλισμών – μιας επίθεσης που αποσκοπούσε στον περιορισμό των αστικών τάξεων των περιφερειακών ηπείρων και την επαναφορά τους στην προηγούμενη κατάστασή τους, του εξαρτημένου διαμεσολαβητή.
Η σημερινή καθίζηση εκφράζεται και πάλι μέσω του πλεονάζοντος κεφαλαίου, που δεν είναι σε θέση να βρει επαρκώς κερδοφόρες διεξόδους για την επέκταση της παραγωγικής του δυνατότητας. Επομένως, η καπιταλιστική διαχείριση της καθίζησης αποσκοπεί στην παροχή εναλλακτικών κερδοφόρων διεξόδων στο χρηματοοικονομικό πεδίο και έτσι έχει καταστήσει την διατήρηση της κεφαλαιακής αξίας την κύρια προτεραιότητά της, ακόμη και όταν αυτό είναι επιζήμιο για την οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η νέα ηγεμονία των κεφαλαιαγορών έχει ενεργήσει με ποικίλα μέσα, κυρίως κυμαινόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες, υψηλά επιτόκια, ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων, τεράστια ελλείμματα στο αμερικανικό ισοζύγιο πληρωμών και πολιτικές από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που επιβάλλουν στις τριτοκοσμικές χώρες να ιεραρχούν την εξυπηρέτηση του εξωτερικού τους χρέους πάνω από οποιαδήποτε άλλη επιδίωξη. Ως συνήθως, τέτοιες πολιτικές περιορίζουν την παγκόσμια οικονομία σε έναν στάσιμο, φαύλο κύκλο από τον οποίο δεν προσφέρεται καμία διαφυγή. Στην πραγματικότητα, αυτή η επίμονη στασιμότητα επηρεάζει μόνο το μισό κόσμο –τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και την Ιαπωνία μαζί με τις εξαρτημένες απ’ αυτές χώρες στην Λατινική Αμερική, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή– που αναγκάζεται να υποστεί τα μέτρα που λαμβάνουν οι κεφαλαιαγορές για να διαχειριστούν την καθίζηση. Αντίθετα, η Ανατολική Ασία (κυρίως η Κίνα), ακολουθούμενη από τη Νοτιοανατολική Ασία και, σε κάποιο βαθμό, από την Ινδία, βίωσαν μίαν επιτάχυνση της οικονομικής τους ανάπτυξης και, σ’ αυτό το βαθμό, απέφυγαν τον αντίκτυπο της καθίζησης.
Συστημικές κρίσεις μέσα στο σύγχρονο μονοπωλιακό κεφάλαιο
Η πρόκληση σήμερα δεν είναι να προσπαθήσουμε να βγούμε από την κρίση του καπιταλισμού, αλλά να κινηθούμε προς την κατεύθυνση της εξόδου από τον καπιταλισμό σε κρίση. Η κριτική κοινωνική σκέψη πρέπει να δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτό το ζήτημα, βασισμένη στη διάκριση μεταξύ αυτού του είδους της κρίσης του συστήματος και των κρίσεων στο εσωτερικό του συστήματος.
Αυτές oι νέες εξελίξεις σε ότι αφορά το σχήμα της συσσώρευσης κεφαλαίου απλά σημαίνουν ότι ο καπιταλισμός έχει εισέλθει στην εποχή της ιστορικής παρακμής του και έχει μετατραπεί σ’ ένα καταστροφικό γερασμένο σύστημα.
Επαναστατικά προχωρήματα στον μακρύ δρόμο προς τον σοσιαλισμό ή παρακμή του πολιτισμού;
Οι σοσιαλιστικές μεταβάσεις συμβαίνουν αναγκαστικά «σε μια χώρα». Επομένως, τα έθνη και τα κράτη που μπαίνουν σε αυτόν τον δρόμο θα αντιμετωπίσουν τη διπλή πρόκληση: να αντισταθούν στον μόνιμο πόλεμο (θερμό ή ψυχρό) που διεξάγουν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και να εμπλέξουν, επιτυχώς, την αγροτική πλειοψηφία στον νέο δρόμο προς τον σοσιαλισμό.
Αυτές οι σκέψεις με οδηγούν να εκτιμήσω τις θεωρήσεις που ανέπτυξαν οι Μαρξ και Ένγκελς σχετικά με τους αγρότες. Ο Μαρξ στέκεται τοποθετούμενος μέσα στο χρονική περίοδο των ημιτελών αστικών επαναστάσεων της Ευρώπης. Συνεπώς, κάθε φορά που η αστική επανάσταση έδωσε τη γη στους αγρότες, όπως δείχνει η παραδειγματική περίπτωση της Γαλλίας ειδικότερα, η αγροτιά στη μεγάλη πλειοψηφία της γίνεται σύμμαχος της αστικής τάξης, μέσα στο στρατόπεδο των υπερασπιστών του ιερού χαρακτήρα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και γίνεται αντίπαλος του προλεταριάτου. Ωστόσο, η μεταφορά του κέντρου βάρους του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού του κόσμου, μετακινούμενου από τα κυρίαρχα ιμπεριαλιστικά κέντρα στις κυριαρχούμενες περιφέρειες, αλλάζει ριζικά τη υφή του αγροτικού ζητήματος. Επαναστατικά προχωρήματα καθίστανται εφικτά, στις συνθήκες κοινωνιών που παρέμεναν κατά μέγα μέρος αγροτικές, μόνο αν οι σοσιαλιστικές πρωτοπορίες καταφέρουν να εφαρμόσουν στρατηγικές που ενσωματώνουν την πλειοψηφία της αγροτιάς μέσα στο αγωνιστικό μπλοκ των δυνάμεων ενάντια στον ιμπεριαλιστικό καπιταλισμό.
Ο Μαρξ γράφει στο Μανιφέστο (1848), σχετικά με τους ταξικούς αγώνες: «ένας αγώνας που λήγει κάθε φορά με έναν επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας ή με την από κοινού καταστροφή των τάξεων που αγωνίζονταν». Αυτή η φράση προσέλκυσε την προσοχή μου εδώ και πολύ καιρό.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προτείνουμε τη διάκριση μεταξύ δύο ποιοτικά διαφορετικών τύπων μετάβασης από έναν τρόπο παραγωγής σε έναν άλλο. Εάν η μετάβαση εξελίσσεται μέσα σε μια συνθήκη έλλειψης συνείδησης, ή αλλοτριωμένης συνείδησης, δηλαδή αν η ιδεολογία που ασκεί την επιρροή της στις τάξεις δεν τους επιτρέπει να ελέγξουν τη διαδικασία της αλλαγής, αυτή η διαδικασία εμφανίζεται να λειτουργεί όμοια με τους τρόπους με τους οποίους συμβαίνουν οι αλλαγές στο πεδίο των φυσικών φαινομένων (στμ με την ισχύ φυσικού νόμου), ενώ η ιδεολογία φυσικοποιείται. Για αυτό το είδος μετάβασης διατηρούμε την έκφραση «μοντέλο παρακμής». Από την άλλη πλευρά, εάν η ιδεολογία κατορθώσει να προσφέρει τη συνολική και πραγματική διάσταση της επιθυμητής αλλαγής, τότε και μόνο τότε μπορούμε να μιλάμε για επανάσταση.
Επίσης θέλω να αναφερθώ και σε άλλες σημαντικές συνεισφορές του Μαρξ, ιδιαίτερα στις απόψεις του για την «ενότητα και ποικιλομορφία» στη μακρά μετάβαση. Αυτές οι απόψεις ανταποκρίνονται στις σύγχρονες προκλήσεις, περισσότερο από ποτέ.
* Τα παραπάνω αποτελούν μια σύντομη περίληψη του βιβλίου του Σαμίρ Αμίν για τη διακοσιοστή επέτειο της γέννησης του Μαρξ, που θα εκδοθεί σύντομα στα αγγλικά – MR Press (NY), καθώς και σε ορισμένες άλλες γλώσσες. Το βιβλίο εκδόθηκε στα γαλλικά υπό τον τίτλο «Le bicentenaire de Marx» (Delga 2018).