Είναι γνωστή η προσπάθεια να αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια ιδιαιτέρως η 12η Οκτωβρίου, η επέτειος της απελευθέρωσης της Αθήνας από τη ναζιστική κατοχή. Αφίσες σε μετρό, τηλεοπτικά αφιερώματα, δεκάδες εκδηλώσεις, προβολές και ομιλίες και φέτος. Πρωταγωνιστές η Περιφέρεια Αττικής, η ΕΡΤ, η Βουλή και γενικώς οι κρατικοί φορείς. Μέχρι εδώ όλα φαίνονται από αθώα έως πολύ ευχάριστα. Τι κρύβεται όμως πίσω από αυτή την προσπάθεια;

Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αντιληπτή ή μεταφέρεται η ιστορία της χώρας, δεν έχει μικρή σημασία. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο δημόσιος διάλογος, αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια έχει περιστραφεί γύρω από ζητήματα όπως οι παρελάσεις, αλλαγές στα σχολικά βιβλία (ο «συνωστισμός» της κας Ρεπούση) ή ακόμα θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικές σειρές (Σκάι κ.λπ.) για την ελληνική ιστορία.

Υπάρχει ακόμα ένα ζήτημα που αφορά τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν οι ιστορικοί και γράφεται η ιστορία. Χωρίς να διεκδικεί κανείς την ιδιότητα του ειδικού, μπορεί να παρατηρήσει τη στροφή της ιστοριογραφίας τις τελευταίες δεκαετίες. Οι μεγάλες αφηγήσεις πρέπει να αποφεύγονται, οι γενικεύσεις βλάπτουν, ο φακός πρέπει να εστιάζει στις ιδιαίτερες ιστορίες, σε αποσπασμένα προσωπικά βιώματα μακριά από πάθη, «μανιχαϊσμούς» και φιλοσοφικές έριδες.

Η 28η Οκτωβρίου πρέπει να αδυνατίσει σαν ημέρα μνήμης του παλλαϊκού και πολεμικού ξεσηκωμού απέναντι στους κατακτητές. Η καθιέρωση της νέας επετείου έρχεται σαν κίνηση εκσυγχρονισμού και εξευρωπαϊσμού, με αρκετά σημαινόμενα σε ιδεολογικό επίπεδο

Η στροφή αυτή δεν προέκυψε φυσικά αυθόρμητα. Η χρηματοδότηση από ομίλους, κυβερνήσεις και ακαδημαϊκό κατεστημένο, δίνει τον τόνο. Το «follow the money» δεν έχει να κάνει σήμερα μόνο με οικονομικές δραστηριότητες και σκάνδαλα, αναδεικνύει και τις κυρίαρχες τάσεις στο πεδίο του λεγόμενου «εποικοδομήματος».

Η τάση αυτή δεν περιορίζεται στους επιστημονικούς κύκλους, εμπλέκεται φυσικά με την πολιτική ζωή στην πιο καθημερινή της έκφραση. Ας θυμηθούμε το παράδειγμα με το «γλωσσάρι» που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες στην Κύπρο από τον ΟΑΣΕ για να αποφεύγονται λέξεις όπως «Αττίλας» και «Εισβολή» ή τις διάφορες –εθνικές ή διμερείς– επιτροπές για την αλλαγή των σχολικών βιβλίων με ανάλογες κατευθύνσεις.

Ειδικότερα η Ε.Ε. έχει άμεση εμπλοκή σε τέτοια ζητήματα και συχνά-πυκνά παρεμβαίνει, αξιοποιώντας χρηματοδοτήσεις, προγράμματα και ανταλλαγές. Στο κέντρο του ενδιαφέροντος, η αφαίρεση εκείνων των εθνικών στοιχείων που αποτελούν ανασχετικούς παράγοντες στον οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης.

Η πάλη ενάντια στον «εθνολαϊκισμό» δεν γίνεται μόνο στο στενά πολιτικό πεδίο. Δεν αφορά μόνο την καταπολέμηση ενός αντισυστημικού κόμματος ή «αναχρονιστικού» κινήματος. Ιστορική μνήμη και κουλτούρα, σημεία αναφοράς, «μύθοι» ενός λαού, ημερομηνίες και πρόσωπα, στοιχεία παράδοσης, κοινοτικά ή και θρησκευτικά, βρίσκονται συχνά στο στόχαστρο. Ειδικά όταν μιλάμε για έναν, συχνά ανυπάκουο, βαλκανικό λαό. Γιατί αποτελούν πλευρές μιας ιδιαίτερης ταυτότητας που συχνά δεν είναι συμβατή με την παγκόσμια «αγορά».

* * *

Η 12η Οκτωβρίου 1944, βεβαίως και είναι μια σημαντική ημερομηνία, η απελευθέρωση της πρωτεύουσας από τους κατακτητές. Αναδεικνύεται, όμως, στο συγκεκριμένο πλαίσιο, με σαφές ιδεολογικό περιεχόμενο και σε προφανή αντιπαράθεση με την επέτειο του «Όχι». Το έδαφος προετοιμάστηκε με αρκετές δημόσιες παρεμβάσεις τα τελευταία χρόνια που αναδείκνυαν ένα ερώτημα: «Γιατί μόνο οι Έλληνες, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, να γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου και όχι τη λήξη του;».

«Τόποι προσυγκέντρωσης είχαν καθοριστεί διάφοροι χώροι γύρω από την πλατεία Συντάγματος, όπου θα γινόταν η κεντρική εκδήλωση. Κι αυτή είχε οριστεί στις 11… Από πολύ νωρίς άρχισαν να καταφθάνουν οι πρώτες ομάδες φοιτητών μαζί με εργάτες, μαθητές και άλλους εργαζόμενους. Με νοήματα γίνονταν οι συνεννοήσεις και έπειτα σκορπούσαν από εδώ και από κει για μη γίνονται αντιληπτοί από τα ελληνόφωνα όργανα των κατακτητών και τα ιταλικά περίπολα. Την καθορισμένη στιγμή ένα σφύριγμα και μια φωνή “πατριώτες” έκανε όλες τις σκόρπιες παρέες να συγκεντρωθούν γύρω από έναν ομιλητή, που σηκωμένος στα χέρια έλεγε δυο λόγια για τις 28 του Οκτώβρη και καλούσε να πάνε ομαδικά στον Άγνωστο Στρατιώτη. Στις 11 ακριβώς έβλεπες να καταφθάνουν οι φάλαγγες από διάφορους τόπους προσυγκέντρωσης με τις ελληνικές σημαίες μπροστά. Χιλιάδες και χιλιάδες είχαν πλημμυρίσει την πλατεία Συντάγματος…»
(μαρτυρία Γ. Τρικαλινού για τον πρώτο εορτασμό του «Όχι», το 1941)

Το μήνυμα σαφές, η 28η Οκτωβρίου πρέπει να αδυνατίσει σαν ημέρα μνήμης του παλλαϊκού και πολεμικού ξεσηκωμού απέναντι στους κατακτητές. Η καθιέρωση της νέας επετείου έρχεται σαν κίνηση εκσυγχρονισμού και εξευρωπαϊσμού, με αρκετά σημαινόμενα σε ιδεολογικό επίπεδο.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο γιορτασμός της 28ης Οκτωβρίου βγήκε μέσα από τον ίδιο τον λαό, στα χρόνια της κατοχής. Σε συνθήκες μεγάλου κινδύνου, ο λαός έβρισκε κάθε δυνατό τρόπο για να τιμήσει την επέτειο της ηρωικής αντίστασης στους κατακτητές. Η μνήμη του «Όχι», έδινε κουράγιο και πίστη ότι αυτός ο τόπος δεν θα μείνει για πάντα σκλαβωμένος, κι ας τα έσκιαζε όλα προσωρινά η φοβερή κατοχή.

Άλλωστε, ο λαός γιορτάζει και σε άλλες περιπτώσεις την έναρξη της μάχης και της αντίστασης. Την 25η Μαρτίου, για παράδειγμα, και όχι την ίδρυση του κράτους, κανείς δεν θυμάται ποια ημερομηνία συνέβη. Η απόφαση να μην παραδοθείς, να μην υποταχθείς, έχει τεράστιο αντιστασιακό φορτίο και μένει χαραγμένη στην ιστορική μνήμη σαν κορυφαία και καθοριστική επιλογή ζωής και θανάτου κυριολεκτικά.

Η 28η Οκτωβρίου σηματοδοτεί την παλλαϊκή, την πανεθνική αντίσταση. Είναι μια ξεχωριστή στιγμή κατά την οποία σαν ένα σώμα ο λαός κινητοποιήθηκε και πολέμησε για την ίδια την επιβίωσή του, σε έναν «υπέρ πάντων αγώνα». Είναι και στιγμή υπέρβασης επιμέρους αντιθέσεων. Τέτοιες στιγμές, δεν αφήνουν τα πράγματα ανεπηρέαστα, δεν προδιαγράφουν μια μελλοντική επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση. Φέρουν και το σπέρμα μεγάλων κοινωνικών αλλαγών και μετασχηματισμών. Υπάρχουν όμως, και έχουν κορυφαία ιστορική σημασία, δεν καταργούνται υπέρ κάποιων, στρεβλά ιδωμένων, επιμέρους αντιθέσεων.

Εδώ βρίσκεται άλλωστε κι ένα από τα «σκληρά» σημεία της αμφισβήτησης της 28ης Οκτωβρίου. Ειδικά από μια ορισμένη «αριστερή αντίληψη», η οποία εκκινώντας από μια φαντασιακή, δυαδική αντίληψη της «ταξικής πάλης», καταλήγει ο πιστότερος υπηρέτης της παγκοσμιοποίησης. Η αντίληψη αυτή έχει εφαρμογή από την κοινωνική και οικονομική πολιτική μέχρι την κουλτούρα, την ιστορία και την ιδεολογία. Από τον Τσακαλώτο, μέχρι τον Γαβρόγλου…

Πριν λίγες μέρες, ο υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας είπε ότι κακώς η βαυαροκρατία έληξε στην Ελλάδα. Του ξέφυγε η λεπτομέρεια ότι αναβίωσε για λίγα χρόνια ακόμα, το 1941-44. Δεν ακούστηκαν και πολλές αντιδράσεις. Στις γιορτές που γίνονται για την «Αθήνα ελεύθερη», προτιμάται η απάλειψη της αναφοράς σε «Γερμανούς», «γερμανική κατοχή» ή «Έλληνες» και «Εθνική Αντίσταση». Αυτά εξάπτουν τα εθνικά πάθη… Η απελευθέρωση μπορεί και να παρουσιάζεται σαν μια «αντιφα» συναυλία, σε άλλες εκδοχές να εντάσσεται πιο βολικά σε μια παγκόσμια εξέλιξη (ενώ το 1940 έχει πιο ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά) ή και να χωράει σε αφηγήσεις που αντιγράφουν, από την ανάποδη, το σχήμα περί «εμφυλίου που ξεκίνησε το 1943». Ο λαός βέβαια θα βρίσκει πάντα τον τρόπο, αυτή είναι πραγματικά μια «άλλη ιστορία»…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!