Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης

Ο Αλέξης Τσίπρας διακηρύσσει και κομπάζει ότι κατασκευάζει μια «Κεντροαριστερά» η οποία στο εξής θα καταστεί κυρίαρχη πολιτική δύναμη. Απλά, ήθελε ένα «λίφτιγνκ» στο γερασμένο και αποκρουστικό του πολιτικό προφίλ. Από την άλλη πλευρά, η Φώφη Γεννηματά ισχυρίζεται ότι μπορεί κι αυτή να εκπροσωπήσει την ίδια ιδεολογία. Αμφότεροι πλανώνται οικτρά. Και δεν είναι μόνο ότι πλανώνται. Προσπαθούν να εξαπατήσουν κατά τον χειρότερο τρόπο τους ψηφοφόρους. Και ψεύδονται, διότι αυτήν τη στιγμή, ούτε «Αριστερά» δεν υφίσταται, διότι δεν νοείται παγκοσμίως «Αριστερά» που να μπαίνει στην υπηρεσία του πιο άκρατου καπιταλισμού, να εφαρμόζει τα πιο σκληρά αντιλαϊκά και φορολογικά μέτρα, που καμιά «Δεξιά» του παρελθόντος δεν τόλμησε ποτέ να υιοθετήσει.

Ο ΛΕΝΙΝ ΕΛΕΓΕ ότι: «Οι αστοί λένε ψέματα, όταν παρουσιάζουν σαν “έλεγχο” τα συστηματικά μέτρα που πήρε το κράτος για να εξασφαλίσει τριπλάσια, αν όχι δεκαπλάσια κέρδη, στους κεφαλαιοκράτες…» (Δεν θα αναφερθούμε τώρα στην περίπτωση του ΚΚΕ, διότι αυτό ανήκει πλέον στο Μουσείο απολιθωμάτων της Ιστορίας.) Επομένως, το να εμφανίζεται σήμερα σαν «Αριστερά» ο… ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί την μεγαλύτερη πολιτική απάτη του αιώνα. Το θέμα μας όμως επικεντρώνεται στην άλλη απάτη, της «Κεντροαριστεράς». Και για να γίνει κατανοητή η ανυπαρξία και αυτού του πολιτικού χώρου, είναι ανάγκη να ανατρέξουμε στην Ιστορία. Στην Ελλάδα, το Κέντρον υπήρχε και σημείωνε μεγάλη άνοδο, όσο υπήρχαν πολιτικοί ηγέτες που το εξέφραζαν. Στηριζόταν δηλαδή στα πρόσωπα περισσότερο, παρά σε ιδέες. Και τις ιδέες τις ενσάρκωναν οι ηγέτες. Παράδειγμα: όταν στην περίοδο μέχρι το 1973 έφυγαν από τη ζωή οι κορυφαίοι του Κέντρου, ο χώρος αυτός μεταπολιτευτικά φυτοζωούσε για λίγο με Μαύρο, Ζίγδη κ.λπ. Αλλά, οι χαρισματικοί, οι κορυφαίοι, έλειπαν. Κι έτσι το Κέντρον διελύθη. Πρώτα-πρώτα, τι ονομάζουμε «Κέντρον»; Συνήθως η λέξη χρησιμοποιείται για να δείξει ένα συγκεκριμένο σημείο του ημικυκλίου της Βουλής, δίχως να προσδιορίζει πολιτική ιδεολογία. Στη Γαλλία, π.χ. κατατάσσονται από «Κέντρον» οι Καθολικοί και οι Ριζοσπάστες, που έχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους.

Στη χώρα μας οι οπαδοί του Κέντρου, συνήθως εκαλούντο να γνωρίζουν τι δεν είναι, όχι όμως τι είναι. Πέραν τούτου, οι οπαδοί προτιμούσαν το Κέντρον από τα άλλα κόμματα, διότι είχαν εμπιστοσύνη στους ηγέτες του, κι όχι διότι ήξεραν αναλυτικά το πρόγραμμά του. Η πιο σημαντική ιδεολογική πλευρά, ήταν η προσπάθεια δημιουργίας μιας τρίτης δυνάμεως, ο συνδυασμός Κέντρου και Αριστεράς. Κι εδώ οι ψηφοφόροι, άσχετα αν ήταν λίγοι ή πολλοί, είχαν όμως απόλυτη συνείδηση της ιδεολογίας και των στόχων. Η «Κεντροαριστερά» συνδέεται ιστορικά, με την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα των προοδευτικών κομμάτων. Πραγματικά, όσο μένουμε στην περιοχή του αστικού ριζοσπαστισμού, τα πράγματα ακολουθούσαν μια προδιαγεγραμμένη πορεία. Οι σοσιαλίζοντες «κοινωνιολόγοι» (η συντροφιά του Αλεξ. Παπαναστασίου) έζησαν και αναπτύχθηκαν μέσα στην αγκαλιά του Κόμματος των Φιλελευθέρων, προστατευόμενοι από τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Η διαφοροποίησή τους έγινε σιγά-σιγά. Οι ριζοσπαστικές τάσεις, ακολούθησαν μια κεντρόφυγα ώθηση. Το κύριο σώμα του Κόμματος των Φιλελευθέρων, εξέφραζε προοδευτικές τάσεις, αλλά και τον νέο καπιταλισμό. Ταυτίζονταν με το αστικό καθεστώς. Οι ριζοσπαστικές τάσεις ούτε ν’ απορροφηθούν μπορούσαν, ούτε να κερδίσουν το σύνολο. Και απομακρύνθηκαν εξ αιτίας μιας οξείας κρίσεως. Το αντίστροφο συνέβη με τους σοσιαλιστές. Η πορεία τους ήταν ανάποδη. Τοποθετημένοι έξω και αντίθετα προς το Κέντρο, πήγαν αναγκαστικά προς τη συνεργασία. Αργότερα άνοιξαν οι δυνατότητες για την κατάκτηση του Κέντρου. Στις παραμονές του πολέμου, το μικρό σοσιαλιστικό κόμμα και οι άλλες σοσιαλιστικές τάσεις, ήσαν μακριά από το «Κέντρον», δηλαδή από το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Είχαν συνείδηση της τομής ανάμεσα στα καπιταλιστικά και τα εργατικά κόμματα.

Τα σαπρόφυτα του Πασοκισμού σε συνεργασία με τους ανερμάτιστους Συριζαίους που δεν πιστεύουν σε τίποτα, αλλά είναι λυσσασμένοι για εξουσία, προσπαθούν να ξεγελάσουν τον Λαό, με ψευδεπίγραφες ταμπέλες

Αλλά δεν τους έλειψε παράλληλα η επίγνωση της σημασίας των προβλημάτων που δημιουργούσε ο φασισμός, σαν πολιτικό κίνημα. Ήταν φανερό, ότι κάποια μεταβολή στάσεως που επέβαλε η ανάγκη να αντιμετωπιστεί η νοοτροπία και τα προβλήματα των μεσαίων τάξεων, απαιτούσαν την δημοκρατική ενότητα. Η μεγάλη ευκαιρία για ανάπτυξη ενός μαζικού σοσιαλιστικού Κόμματος, ήταν η περίοδος της Εθνικής Αντίστασης. Έτσι, μετά το ΚΚΕ, η πιο σημαντική πολιτική δύναμη μέσα στο ΕΑΜ ήταν η ΕΛΔ του Ηλία Τσιριμώκου, που μετά τον πόλεμο σε συνεργασία με άλλες σοσιαλιστικές ομάδες, έγινε ενιαίος οργανισμός, το Σοσιαλιστικό Κόμμα-ΕΛΔ και είχε Πρόεδρο τον Αλέξανδρο Σβώλο. Τα «Δεκεμβριανά» μας έριξαν πολλά χρόνια πίσω. Όσο ποιοτικό και αν ήταν το σοσιαλιστικό σχήμα, λόγω της πολώσεως ήταν αδύνατον να επιζήσει μεταξύ των συμπληγάδων Κέντρου-Αριστερά, ύστερα μάλιστα από τον εμφύλιο του 1946-1949. Το ΣΚ-ΕΛΔ βάδισε προς τη συνεργασία με το Κέντρο, και μάλιστα με την ΕΠΕΚ του Νικ. Πλαστήρα, που εξέταζε το θέμα με συμπάθεια. Μετά τον θάνατο του Πλαστήρα το 1953, έγινε ένα ακόμη μεγάλο βήμα για την Κεντροαριστερά: το «Δημοκρατικό Κόμματα Εργαζομένου Λαού» (ΔΚΕΛ) με τους Αλέξανδρο Σβώλο, Γεώργιο Καρτάλη, Στρατή Σωμερίτη, Στέλιο Αλλαμανή, Δημ. Στραγή κ.ά. Έλεγε ο Γ. Καρτάλης: «Το νέο κόμμα πρέπει να λύσει, όχι το πώς θα υιοθετήσει ένα συμβατικό ιδεολογικό μανδύα, που ουσιαστικά θα είναι ίσως και χωρίς τον απαραίτητο υποκειμενικό φορέα του (γιατί ο σοσιαλισμός στον τόπο μας, σαν πλατύτερο ιδεολογικό κίνημα, είναι ανύπαρκτος) αλλά το πώς θα συνδεθεί οργανικά με τις εργαζόμενες μάζες…».

ΚΙ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ που έχει σημασία. Διότι όλες εκείνες οι μεγάλες μορφές του σοσιαλιστικού χώρου και της αληθινής Κεντροαριστεράς, είχαν αφιερώσει τη ζωή τους στην προάσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, και ποτέ δεν τους πρόδωσαν. Δεν ενέκριναν, ούτε ψήφισαν ποτέ παρανοϊκά φορολογικά μέτρα, ούτε ποτέ χάριν ξένων συμφερόντων μπήκαν στο υπηρετικό προσωπικό του στυγνού καπιταλισμού. Σήμερα, αυτοί που υποδύονται τους «Αριστερούς» και «Κεντροαριστερούς», χάριν της αισχρής παγκοσμιοποίησης, ενέκριναν τη διάλυση του κοινωνικού κράτους. Τα σαπρόφυτα του Πασοκισμού σε συνεργασία με τους ανερμάτιστους Συριζαίους που δεν πιστεύουν σε τίποτα, αλλά είναι λυσσασμένοι για εξουσία, προσπαθούν να ξεγελάσουν τον Λαό, με ψευδεπίγραφες ταμπέλες. Και η Φώφη Γεννηματά, πώς θέλει να γίνει πιστευτή ότι διαθέτει τέτοια ταμπέλα, όταν έχει δίπλα της τον εθνικό ολετήρα Σημίτη, που για να υπηρετήσει τις γερμανικές τράπεζες μας έβαλε πραξικοπηματικά στο επαίσχυντο «ευρώ»; Κι όταν πλαισιώνεται από τον Γιωργάκη Παπανδρέου, το παιδί των Αμερικανών, που μας έφερε το ΔΝΤ; Ο Τσίπρας που προσπαθεί να γίνει… «εγγαστρίμυθος» του Ανδρέα Παπανδρέου, θα παραμείνει στην Ιστορία ως το ασυναγώνιστος σαλταδόρος-ακροβάτης ιδεών που πούλησε την ιδεολογική του τιμή στη γερμανική ευρωπαϊκή συμμορία για μια καρέκλα. Το πάθος του για την εξουσία τον έριξε στα Τάρταρα της ανυποληψίας.

Ο κορυφαίος Βρετανός Εργατικός ηγέτης και σπουδαίος σοσιαλιστής, ο Ανιούριν Μπέβαν, έλεγε: «Δεν υπάρχει φόβος πιο εξουθενωτικός από τον φόβο του μέλλοντος. Η επίδρασή του πάνω στα ευαίσθητα πνεύματα είναι βαθιά. Διαπερνάει όλες τις τέχνες. Οδηγεί σε μια γενική δυσπιστία, δυσπιστία για την αξία της ανθρώπινης νόησης, γιατί αν το λογικό δεν μπορεί να προσφέρει μια πιο ευχάριστη προοπτική, τότε θα πει πως το ίδιο το λογικό, δεν δουλεύει καλά…». Σήμερα κυριαρχεί στους Έλληνες ο φόβος του μέλλοντος. Η επίδρασή του είναι βαθιά. Και το «λογικό» δεν μπορεί να προσφέρει ευχάριστη προοπτική, αφού μας κυβερνούν οι πολιτικάντηδες του παραλογισμού.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!