Οι εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ, το πολιτικό διακύβευμα και οι αντιδράσεις στην πρόταση Τσίπρα. Του Ρούντι Ρινάλντι.
Η πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για κυβέρνηση της Αριστεράς προκάλεσε μεγάλους τριγμούς όχι μόνο στους χώρους των κομμάτων αλλά και στα κέντρα διαμόρφωσης της οικονομικής και πολιτικής διαχείρισης. Παρ’ όλο που ελάχιστοι Έλληνες πολίτες πιστεύουν ότι θα ξυπνήσουν στις 7 Μαΐου και θα έχουν μια κυβέρνηση της Αριστεράς στον τόπο, ωστόσο, η πρόταση αυτή προκάλεσε μια μεγάλη συζήτηση, συνάντησε τεράστια αντίδραση από τα δύο τέως μεγάλα κόμματα και περιέργως από τις υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς.
Με παράξενο τρόπο, μια βδομάδα πριν από τις εκλογές, μοιάζει να έχει αχρηστευτεί σε μεγάλο βαθμό το τρομοκρατικό τάχα δίλημμα «ακυβερνησία ή κυβέρνηση ξανά Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ, δηλαδή των μνημονιακών δυνάμεων» και να μπαίνει στην πολιτική ατζέντα μια άλλη πρόταση, αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, και μάλιστα να καθίσταται σαν κεντρικό ζήτημα αναφοράς όλων. Η μεγαλύτερη «αμαρτία» που προσάπτεται στην πρόταση αυτή είναι η δήλωση ότι αν πάρει εντολή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο ΣΥΡΙΖΑ, θα την χρησιμοποιήσει και θα αποπειραθεί να πάρει την έγκριση της Βουλής σχηματίζοντας κυβέρνηση ακόμα και με στήριξη ή ανοχή άλλων δυνάμεων που θα συμφωνήσουν σε 2-3 βασικά ζητήματα.
Πού βρίσκεται η ουσία του ζητήματος, πέρα από τα προεκλογικά τεχνάσματα και τις εντυπώσεις;
Η καταβαράθρωση των μνημονιακών και η αλλαγή του πολιτικού τοπίου
Μέσα σε δύο μόνο χρόνια, τα κόμματα που στήριξαν το Μνημόνιο αναμένεται να χάσουν περίπου 3 εκατομμύρια ψηφοφόρους. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με μελέτη του Θ. Σούμπλη με βάση τα στοιχεία όλων των μετρήσεων της 20ης Απριλίου εκτιμάται πως το ΠΑΣΟΚ θα χάσει περίπου 2 εκατομμύρια ψηφοφόρους, η Ν.Δ. περίπου 800.000, το ΛΑΟΣ περίπου 160.000. Πρόκειται για σημαντικότατη αλλαγή και τεράστια μετατόπιση ψηφοφόρων προς άλλες δυνάμεις που εμφανίζονται, καταρχήν, ως αντιμνημονιακές, δεν στήριξαν καθόλου τα μνημόνια ή διαφοροποιήθηκαν κάποια στιγμή από αυτά.
Συνεπώς, το αστικό μνημονιακό τροϊκανό μπλοκ πολιτικών δυνάμεων αναμένει μια ηχηρότατη κάμψη των δυνάμεών του και νιώθει τρόμο για την έκταση και το βάθος αυτής της διαφοροποίησης. Η έκταση της τιμωρίας είναι αυτό που κρίνεται έως την τελευταία στιγμή. Τα μνημονιακά κόμματα, στη ρητορική τους, τονίζουν την ακυβερνησία, την ευθύνη, το γενικό καλό που μπορεί να προκύψει από συνετή ψήφο. Απέφυγαν τις ανοικτές συγκεντρώσεις, ελάχιστα περίπτερα (ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ) λειτούργησαν και αναγκάστηκαν σε μια εντελώς αμυντική προεκλογική καμπάνια.
Πού προσανατολίζονται, όμως, αυτά τα 3 εκατομμύρια που αποδεσμεύονται από τα μνημονιακά κόμματα; Η Χρυσή Αυγή εισπράττει ένα τμήμα από το ΛΑΟΣ και αρκετό κόσμο από το ΠΑΣΟΚ, που νιώθει εντελώς απογοητευμένο από ολόκληρο τον πολιτικό κόσμο, θεωρώντας ότι αυτή είναι η καλύτερη τιμωρία του. Ένα μεγάλο τμήμα της Ν.Δ. το εισπράττει ο Π. Καμμένος προσπαθώντας να κάνει ανοίγματα και σε πιο κεντρώα ακροατήρια. Ο Π. Καμένος είναι μια λύση για κόσμο της Δεξιάς που νιώθει προδομένος από τον Σαμαρά και θέλει ένα τέλος των μνημονίων και του τροϊκανού καθεστώτος. Ένα σημαντικό μέρος της απώλειας των κομμάτων του Μνημονίου εισπράττεται από την Αριστερά, εν γένει, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου πηγαίνει κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει ένα μεγάλο ρεύμα υπέρ του σε ολόκληρη τη χώρα και δεν αποκλείεται να είναι η έκπληξη των εκλογών, με την έννοια ότι το ρεύμα αυτό είναι ανοδικό και την τελευταία εβδομάδα. Δεν είναι διόλου λίγοι οι πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι ταλαντεύονται ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και Καμμένο, που τους θεωρούν τους πιο κρουστικούς στον αντιπολιτευτικό λόγο τους.
Η ΔΗΜ.ΑΡ. του κ. Κουβέλη εισπράττει ένα μέρος της ΠΑΣΟΚικής χασούρας, αλλά προεκλογικά τουλάχιστον υποστηρίζει ότι δεν θα στηρίξει μια μνημονιακή συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ με αντάλλαγμα υπουργικές καρέκλες.
Επίσης, όλοι οι άλλοι σχηματισμοί που έχουν δημιουργηθεί ή υπήρχαν και ξαναπαρουσιάζονται αναμένεται ότι θα έχουν κάποια αύξηση που θα προέλθει από την καταβαράθρωση του μνημονιακού μπλοκ. Αλλά και σε αυτήν την επιλογή τα κριτήρια του κόσμου δεν θα είναι μέσα από το δίπολο «αριστερά-δεξιά», αλλά ευρύτερα με βάση την παρουσία και το λόγο ή το ύφος κομμάτων ή προσώπων.
Το τοπίο των αγώνων της πρόσφατης 2ετίας
Οι τριγμοί στο πολιτικό σύστημα και η τεράστια μετατόπιση ψηφοφόρων μέσα σε 2 χρόνια δεν μπορούν να εξηγηθούν αν δεν ληφθεί υπ’ όψιν ο αγώνας και η αντίσταση του λαού αυτήν την περίοδο. Οι γενικές απεργίες, οι πλατείες, οι καταλήψεις, οι κινητοποιήσεις στις παρελάσεις, το γιουχάισμα των πολιτικών εκπροσώπων του Μνημονίου, το διαρκές «όχι» του λαού προς την νέα καθεστωτική φάση, η καταγγελία της νέας κατοχής, το «ουστ» προς ολόκληρο το σάπιο πολιτικό σύστημα, όλα αυτά είναι η βάση και ο μοχλός πάνω στον οποίο γίνονται οι τεράστιες αλλαγές συνειδήσεων και πολιτικών εκφράσεων και αυτό είναι που καθορίζει, σε τελευταία φάση, την πολιτική συμπεριφορά και τους συσχετισμούς μέσα στη χώρα.
Μέσα από τους αγώνες και τις αντιστάσεις έχει δημιουργηθεί μια συνείδηση που θεωρεί ότι δεν υπάρχουν μονόδρομοι, πως για να υπάρξει διέξοδος της χώρας πρέπει να ακυρωθούν τα μνημόνια και οι δανειακές συμβάσεις, πως πρέπει να υπάρξει μια μεγάλη πολιτειακή αλλαγή που θα ξηλώσει τη βρομιά και το εποικοδόμημα του μεταπρατικού και τροϊκανού καθεστώτος και θα ανοίξει έναν άλλο, διαφορετικό δρόμο.
Ο συνυπολογισμός των δύο παραγόντων και η δυναμική της πρότασης Τσίπρα
Η πρόταση Τσίπρα για κυβέρνηση Αριστεράς και διαχείριση της εντολής που θα πάρει, δημιουργεί θόρυβο γιατί πατάει πάνω στους δύο παράγοντες που αναφέραμε: στην τεράστια πτώση των μνημονιακών δυνάμεων και στους αγώνες και τη συλλογική συνείδηση που αυτοί δημιούργησαν. Έχει, λοιπόν, και ουσία και δυναμική, παρ’ όλο που φαινομενικά μοιάζει ανέφικτη (αφού πρώτες-πρώτες οι δυνάμεις της Αριστεράς και οι Πράσινοι έσπευσαν να την απορρίψουν μετά βδελυγμίας…).
Για να υπάρξει διέξοδος στη χώρα είναι αναγκαία μια μεγάλη μεταπολίτευση του λαού, ο σχηματισμός ενός πολιτικού και κοινωνικού μπλοκ ικανού να συγκρουστεί με την τρόικα και τους υποτακτικούς της, η δημιουργία μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας με πυρήνα τη ριζοσπαστική Αριστερά, που θα συνδυάζει τα κοινωνικά με τα πατριωτικά καθήκοντα που η ίδια η περίοδος θέτει. Αυτή η μεταπολίτευση του λαού δεν θα προκύψει μέσα από εκλογικές διαδικασίες. Η μήτρα της είναι και θα είναι οι πολιτικοί αγώνες και με την έννοια αυτή οι εκλογικές μάχες αποτελούν τμήμα αυτού του αγώνα. Η χειραφέτηση της Αριστεράς από την αστική πολιτική, το κέρδισμα μαζών γύρω από θέσεις και προτάσεις προϋποθέτει και μια μεγάλη αλλαγή της ίδιας της Αριστεράς. Προϋποθέτει μια διπλή ενότητα. Ενότητα της πολιτικής Αριστεράς με τη διάχυτη κοινωνική της βάση -έστω τους ψηφοφόρους της. Και ενότητα της Αριστεράς με το λαϊκό, πλατύ μαζικό κίνημα για τη συγκρότηση ενός μεγάλου πολιτικού και κοινωνικού μετώπου που θα στηρίξει και κυβερνητικά σχήματα που θα σπάνε τον κλοιό, την περικύκλωση και θα θέτουν τη χώρα σε τροχιά διεξόδου με πρωταγωνιστή τον λαό.
Πιο περιγραφικά, το 2009 η Αριστερά είχε περίπου 1 εκατομμύριο ψηφοφόρους. Στους αγώνες που έγιναν τα τελευταία δύο χρόνια πήραν μέρος περίπου 3 εκατομμύρια άνθρωποι. Μένει να δούμε στις εκλογές της Κυριακής τι ποσοστό θα συγκεντρώσει η Αριστερά και τι δυνάμεις θα είναι σε θέση να κινητοποιήσει και να εκφράσει. Ποιο πλαίσιο θα δημιουργηθεί και ποια θα είναι η ευρύτητα των αγώνων και της συμμετοχής του κόσμου. Πάνω σε αυτά, βεβαίως, παίζουν ρόλο κινητοποιητικό και συγκροτητικό οι πολιτικές, οι προτάσεις, τα συνθήματα, οι στόχοι.
Η δυναμική της πρότασης Τσίπρα έγκειται στο γεγονός πως γειώνεται στο έδαφος της πολιτικής και όχι της καταγγελίας του συστήματος. Οδηγεί δε, στη συγκρότηση ενός προγράμματος συνεργασίας με υπαρκτές δυνάμεις.
Η στάση της υπόλοιπης Αριστεράς
Είναι εντυπωσιακή η ταχύτητα και το άγχος σχεδόν όλων των άλλων αριστερών δυνάμεων να διαφοροποιηθούν από την πρόταση αυτή. Αντί να κινηθούν στο έδαφος της πραγματικής πολιτικής, το εγκαταλείπουν εντελώς, υιοθετώντας μια γενικόλογη αντικαπιταλιστική ρητορική, αδιαφορώντας για συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους. Για παράδειγμα, το ΚΚΕ βάσισε όλη την καμπάνια του στο σύνθημα «ισχυρό ΚΚΕ» και τίποτα άλλο, αφού ό,τι προκύψει θα είναι βλαβερό για το λαό και λύση υπάρχει μόνο στη λαϊκή εξουσία. Το πώς και πότε θα φθάσουμε εκεί, θα το… δούμε σε επόμενο επεισόδιο της «ταξικής πάλης».
Δεν ξέρουμε πού ακριβώς θα οδηγηθεί όποιος προσπαθήσει να κινηθεί και να συμπεριφερθεί στο επίπεδο της πραγματικής πολιτικής και να συγκρουστεί με το κατεστημένο. Η εκδοχή της αποτυχίας και της ενσωμάτωσης πάντα υπάρχει. Αυτή η εκδοχή, όμως, δεν δικαιολογεί να επισείεται ως μπαμπούλας κάθε φορά που πρέπει να γίνουν βήματα στην κατεύθυνση υπέρβασης του πολιτικού συστήματος που γνωρίσαμε, μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Ιδιαίτερα όταν ωριμάζουν οι όροι για τη μεταπολίτευση του λαού, προτάσεις που έχουν δυναμική, στηρίζονται σε ένα ρεύμα αλλαγής συσχετισμών και κοινωνικών αγώνων, είναι αναγκαίο να τολμά κανείς να τις θέτει και να τολμά έστω να φανταστεί μια διαφορετική πορεία και να παλέψει για αυτή με προτάσεις, σχέδια, συνθήματα, στόχους. Έτσι γίνεται η παρέμβαση κι όχι εκ του μακρόθεν, καταγγέλλοντας το σύστημα κι όσους «ατελώς» αλλάζουν συσχετισμούς.
Κι όλα αυτά, όταν η πρόταση είναι απλά μια πρόταση για «αριστερή κυβέρνηση» που εύκολα θα μπορούσε να υιοθετηθεί ή να διερευνηθεί, όσον αφορά τους όρους και τις δυνατότητες κι όχι να αποκλείεται συλλήβδην. Πόσο μάλλον αν οι συνθήκες οδηγήσουν σε πιο σύνθετες και δύσκολες προτάσεις; Ένα παλλαϊκό πανεθνικό μέτωπο, για παράδειγμα, δεν θα ήταν μια άθροιση αριστερών δυνάμεων.
Αλλά γι’ αυτά τα ζητήματα μετά τις 7 Μαΐου…