Ενώ οι «επιτηρητές» έχουν αναλάβει ήδη τα χαρτοφυλάκιά τους, ράβοντας το κοστούμι της επόμενης δόσης λιτότητας, προξενεί εντύπωση η εμμονή στην πεμπτουσία της συνταγής. Από τον Ντομινίκ Στρος-Καν μέχρι τους κοινοτικούς αξιωματούχους και από τους καλοπληρωμένους «αναλυτές» μέχρι τους εκπροσώπους της νεοφιλελεύθερης «ορθοδοξίας», όλοι ομονοούν στον εξής μονόδρομο: η λύση για την Ελλάδα είναι ο αποπληθωρισμός μισθών και τιμών.

Κανείς δεν κάνει τον κόπο να κρύψει ότι πίσω από την κωδική ονομασία «αποπληθωρισμός» καλύπτεται μια πολιτική βίαιης μείωσης μισθών και στον ιδιωτικό τομέα, με στόχο -υποτίθεται- μια αντίστοιχη μείωση των τιμών, πράγμα που -επίσης υποτίθεται- θα βοηθήσει στην ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Η συσχέτιση μισθών και τιμών (για την ακρίβεια, η θεωρία ότι για τον πληθωρισμό ευθύνονται οι αυξήσεις των μισθών) είναι, ίσως, το παλαιότερο «επιστημονικό» τέχνασμα συγκάλυψης της πραγματικής αγωνίας των καπιταλιστών για το ποσοστό κέρδους. Και θυμίζει (αν και αντιστρόφως) την αντιπαράθεση του Μαρξ με τον πολίτη Γουέστον, το 1865, στο πλαίσιο της Διεθνούς Ένωσης Εργατών, που έγινε αφορμή για το κλασικό έργο του «Μισθός, τιμή και κέρδος».

Ο Γουέστον υποστήριζε ότι η διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς από τα συνδικάτα ήταν ένας φαύλος κύκλος, διότι οι καπιταλιστές μπορούσαν να εκμηδενίσουν τις αυξήσεις αυτές με μια αύξηση στις τιμές των αγαθών. Ο Μάρξ ανέτρεψε αυτόν τον ισχυρισμό, αποδεικνύοντας πως μια γενική αύξηση των μισθών έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του ποσοστού κέρδους των καπιταλιστών, χωρίς να επιφέρει, απαραίτητα, αυξήσεις στις τιμές. Κι απέδειξε ακόμη πως η γενική τάση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, ακριβώς προς υπεράσπιση του ποσοστού κέρδους, είναι να κατεβάζει το μέσο επίπεδο των μισθών. Και, μάλιστα, προς το κατώτατο επίπεδο της αξίας της εργασίας που αντιστοιχεί στα ακραία φυσικά, ιστορικά και κοινωνικά όρια συντήρησης της εργατικής δύναμης. Αυτός ο αέναος κλεφτοπόλεμος εργαζομένων και κεφαλαίου για το επίπεδο των μισθών και το ποσοστό κέρδους, γίνεται κυριολεκτικά μάχη επιβίωσης σε συνθήκες ύφεσης, με τις τιμές των αγαθών σε ελεύθερη πτώση και την προσφορά εργασίας, λόγω υψηλής ανεργίας, σε απογείωση.

Βρισκόμαστε σ’ αυτό ακριβώς το σημείο. Καθώς η κρίση του χρέους συνεπάγεται τη μεταφορά τεράστιας υπεραξίας προς το τοκογλυφικό κεφάλαιο, διεθνές και εγχώριο, το ποσοστό κέρδους για τους «παραγωγικούς» καπιταλιστές υφίσταται πρωτοφανή πίεση. Η ανακλαστική τους αντίδραση είναι, λοιπόν, αναπόφευκτη: «επίθεση» στο επίπεδο των μισθών και κάθε άλλο μέτρο μείωσης της αξίας της εργασίας, όπως η επιμήκυνση του εργάσιμου χρόνου (βλέπε ελαστικοποίηση), που καθιστά την Ελλάδα «ελκυστικό επενδυτικό προορισμό» για το υπεράνω πατρίδας κεφάλαιο, το οποίο δεν έχει κανένα πρόβλημα να συνδυάσει τιμές Φρανκφούρτης με μισθούς Βουκουρεστίου. Ή και Σανγκάης.

Σάιλοκ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!