Νέα εποχή στο εσωτερικό της Τουρκίας – Άλυτος γρίφος οι γεωπολιτικές επιδιώξεις της
του Σπύρου Παναγιώτου
Τη στιγμή που η διεθνής «κατακραυγή» για την καταπάτηση στοιχειωδών πολιτικών ελευθεριών στην Τουρκία κοπάζει (ή αποδείχνεται προσχηματική) μπροστά στην αγωνιώδη προσπάθεια αναζήτησης νέων ισορροπιών στην ανατιναγμένη Μ. Ανατολή ο Ερντογάν ετοιμάζεται να ανέβει και επίσημα στον θρόνο. Η διαδρομή αυτή, που πέρασε μέσα από 130.000 απολύσεις δημόσιων υπαλλήλων, 40.000 συλλήψεων, το κλείσιμο όλων των αντιπολιτευόμενων εντύπων και ηλεκτρονικών δικτύων ενημέρωσης, την κήρυξη σε κατάσταση παρανομίας του HDP, τρίτου σε δύναμη κόμματος στη Βουλή και την παράνομη φυλάκιση των βουλευτών και εκατοντάδων στελεχών του, ολοκληρώθηκε την Παρασκευή 10/2 όπου το τουρκικό Κοινοβούλιο «ενέκρινε» το σχέδιο συνταγματικής μεταρρύθμισης και η χώρα οδηγείται σε δημοψήφισμα για την έγκρισή του την ερχόμενη άνοιξη. Η έγκριση του σχεδίου νόμου έγινε δυνατή με τις ψήφους του ακροδεξιού MHP (Γκρίζοι Λύκοι) ενώ οι κεμαλιστές και το HDP το καταψήφισαν μέσα σε ένα κλίμα που οι υποστηρικτές του «όχι» ταυτίζονται με τους τρομοκράτες.
Τα βασικά στοιχεία της συνταγματικής μεταρρύθμισης
Το νομοσχέδιο προβλέπει την πλήρη μεταβίβαση της εκτελεστικής εξουσίας στον πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος θα ορίζει πλέον τους υπουργούς της κυβέρνησης, έναν ή δύο αντιπροέδρους της κυβέρνησης, ενώ θα καταργηθεί η θέση του πρωθυπουργού.
Αν και το ισχύον Σύνταγμα διασφάλιζε την ανεξαρτησία των δικαστηρίων απέναντι σε κάθε «όργανο, αρχή, πρόσωπο ή υπηρεσία» ο πρόεδρος πλέον αποκτά την εξουσία να επεμβαίνει άμεσα στον δικαστικό τομέα διορίζοντας.
Προβλέπεται ακόμα ότι ο πρόεδρος θα αποφασίζει αν θα κηρύξει «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» και του δίνεται η δυνατότητα να την παρατείνει χρονικά προτού υποβάλει την πρότασή του στο Κοινοβούλιο.
Το νέο σύνταγμα πρακτικά δίνει τη δυνατότητα στον Ερντογάν να κυβερνά με διατάγματα, να αποφασίζει για τον προϋπολογισμό του κράτους, να διαλύει τη Βουλή, να διορίζει τα ανώτατα στελέχη του κράτους, ενώ ταυτόχρονα θα μπορεί να κρατά και την ηγεσία του κόμματος.
Το σχέδιο της συνταγματικής μεταρρύθμισης αναφέρει την 3η Νοεμβρίου 2019 ως ημερομηνία για τις επόμενες βουλευτικές και προεδρικές εκλογές. Ο πρόεδρος θα εκλέγεται για πενταετή θητεία και θα μπορεί να εκλεγεί μία ακόμη φορά μόνο.
Αν ο ανώτατος αριθμός θητειών ξεκινήσει να ισχύει από τις εκλογές του 2019, κάτι που ακόμη δεν έχει ξεκαθαριστεί, ο Ερντογάν ενδέχεται να παραμείνει στην εξουσία ως το 2029.
Το σχέδιο ανάδειξης του Ερντογάν σε απόλυτο κυρίαρχο της πολιτικής ζωής της Τουρκίας συνιστά βαθιά τομή στα χαρακτηριστικά της χώρας που επιχειρεί να κλείσει την «παρένθεση Κεμάλ». Οι νεο-οθωμανικοί σχεδιασμοί του Ερντογάν αναζητούν όχι μόνο να «ξανακτίσουν το κράτος από την αρχή», όπως δήλωσε ο ίδιος λίγο μετά το Ιουλιανό πραξικόπημα, αλλά και έναν νέο σχεδιασμό στη εξωτερική πολιτική με βάση τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται στην περιοχή. Το φιλόδοξο σχέδιο του Τούρκου προέδρου δεν εξελίσσεται χωρίς δυσκολίες και αντιφάσεις.
Οι προθέσεις της Άγκυρας και οι διεθνείς περιπλοκές
Μέσα σε δύο βδομάδες την Άγκυρα επισκέφθηκε η πρωθυπουργός της Αγγλίας Μέι, η καγκελάριος της Γερμανίας Μέρκελ, ο επικεφαλής της CIA Πομπέο,μετά από τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ – Ερντογάν, ο ΓΓ του ΟΗΕ και ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ.
Η σπουδή όλων των παραπάνω πιστοποιεί, όχι απλά τη γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας, αλλά κυρίως υποδεικνύει ότι κάτι σοβαρό συντελείται και ζητείται ο προσεταιρισμός του Ερντογάν στα ιδιαίτερα σχέδια και επιδιώξεις των μεγάλων διεθνών παικτών στην περιοχή. Στην ατζέντα αναμφίβολα ήταν η Συρία, το Ιράν, η σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία, η Κύπρος, το Αιγαίο. Και ακόμα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στις επαφές αυτές ο Ερντογάν έθεσε τους δικούς του σχεδιασμούς και όρους.
Βασική επιδίωξη της τουρκικής πολιτικής είναι η αποτροπή δημιουργίας ενός κουρδικού κρατιδίου στα νότια σύνορά της, στο έδαφος της Συρίας. Η αναθέρμανση των σχέσεων με τη Ρωσία και η συνέχιση των επαφών, παρά τους οξύτατους τόνους αντιπαράθεσης, με τις ΗΠΑ του Ομπάμα εξασφάλισε στον Ερντογάν τη «νομιμότητα» στρατιωτικής εισβολής στη Συρία και την προώθηση μέχρι τα προάστια της Αλ Μπαμπ. Παρά την αδυναμία κατάληψης της πόλης και τις μεγάλες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό και μέσα, η επιχείρηση κατοχής τμήματος της Συρίας δεν αναστέλλεται.
Αμέσως μετά τις επαφές με τον επικεφαλής της CIA η Τουρκία κατέθεσε στρατιωτικό σχέδιο προώθησής της, πιο ανατολικά με στόχο την κατάληψη της πρωτεύουσας του ISIS Ράκα. Το σχέδιο, ουσιαστικά προβλέπει (δες σχετικό χάρτη) τη δημιουργία μια τουρκικής σφήνας όχι μόνο στην περιοχή Αφρίν, δυτικά του Ευφράτη, που κατέχουν σήμερα οι Κούρδοι, αλλά σε όλη την περιοχή στα ανατολικά του ποταμού, δηλαδή τη μισή έκταση που φιλοδοξούσαν να ενοποιήσουν οι Κούρδοι. Οι Τούρκοι πιστεύουν ότι στα βαθμό που κατοχυρώσουν θέσεις στο έδαφος θα μπορούν από θέση ισχύος να διαπραγματευτούν τα συμφέροντα τους στη μετα- Άσαντ εποχή. Παράλληλα ο Τούρκος πρόεδρος πραγματοποίησε ταξίδι αστραπή στη Σαουδική Αραβία και δριμεία επίθεση κατά του Ιράν βάζοντας δικαιολογημένα σε σκέψεις για νέα «στροφή» της πολιτικής του. Εκεί ακριβώς αναδεικνύονται οι πιθανές αυριανές εμπλοκές.
Η διπλή σιωπή
Ο Ερντογάν θεωρεί μεγάλη ευκαιρία για τα δικά του συμφέροντα τη στοχοποίηση του Ιράν από τον νέο Αμερικανό πρόεδρο. Η πρόθεσή του να αναδειχθεί σε ηγέτη του «μετριοπαθούς» σουνιτισμού παίρνει νέες διαστάσεις με την ανάδειξη του σιιτικού Ιράν σαν το κύριο εχθρό των ΗΠΑ. Έτσι κράτησε σιγή ιχθύος σε δύο σημαντικές εξελίξεις. Δεν είπε κουβέντα για το διάταγμα Τραμπ να εμποδίσει την είσοδο στη χώρα μουσουλμάνων από τις χώρες της περιοχής παρά τις διακηρύξεις του για προστασία των ανά τον κόσμο ισλαμιστών. Το ίδιο σιώπησε όταν το Ισραήλ ανακοίνωσε την επέκταση των παράνομων εποικίσεων στα παλαιστινιακά εδάφη. Είναι γνωστό ότι στο παρελθόν είχε φθάσει στο σημείο ανοικτής σύγκρουσης με το Ισραήλ για λιγότερο σοβαρά θέματα.
Η πολιτική αυτή υπαγορεύεται ως προσπάθεια επίδειξης καλής θέλησης απέναντι στον Τραμπ και μέχρι να ξεκαθαρίσει τη στάση απέναντι στην Τουρκία. Συνοδεύεται παράλληλα με άνοιγμα προς τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, φανατικών πολέμιων του Ιράν.
Τέτοιες επιλογές οδηγούν αναπόφευκτα σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Ο Ερντογάν έχει αποδειχθεί αρκετά έμπειρος για να γνωρίζει ότι μια εκ βάθρων αλλαγή πλεύσης της πολιτικής του στη Συρία στο πλευρό των ΗΠΑ θα σημάνει ανοικτή αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Σε αυτή την περίπτωση γνωρίζει ότι πλέον ένα νέο «συγνώμη» δεν θα είναι αρκετό.
Το λογικό συμπέρασμα είναι ότι θα στηρίξει μια νέα πολιτική στροφή σε δεσμεύσεις και εγγυήσεις που έχει αποσπάσει ήδη από τους Δυτικούς. Το πραγματικό όμως ερώτημα συνίσταται στο ποιο είναι το βαθύτερο στρατηγικό σχέδιο των Δυτικών και των ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας σε Συρία και Μ. Ανατολή ώστε η σπουδαιότητά του να αναγκάζει σε ουσιαστική τροποποίηση της στάσης του έναντι της Τουρκίας και των υπόλοιπων περιφερειακών δυνάμεων. Η σημερινή στοχοποίηση του Ιράν «δείχνει» ουσιαστικά τη Ρωσία. Το πως θα αντιδράσει η τελευταία μένει να αποδειχθεί. Προς το παρόν εκμεταλλεύεται την παρουσία της και τις επιτυχίες της στη περιοχή, επιχειρεί να κερδίσει χρόνο αξιοποιώντας ρωγμές στην περιοχή του αντιπάλου και αναμένει να «κατακαθίσει η σκόνη».
Όλοι αντιλαμβάνονται ότι τα περιθώρια στενεύουν. Και μάλιστα επικίνδυνα…