Πιέσεις της «διεθνούς κοινότητας», αδιαλλαξία της τουρκοκυπριακής πλευράς, υποχωρητικότητα και καλλιέργεια συκρατημένης αισιοδοξίας από την κυπριακή ηγεσία διαφάνηκαν κατά την τριμερή συνάντηση
Πραγματοποιήθηκε τελικά την Κυριακή, 25 Σεπτέμβρη, η τριμερής συνάντηση (Μπάν Κι Μουν , Αναστασιάδης, Ακιντζί) για το κυπριακό ζήτημα, στo πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Ν. Υόρκη. Και μάλιστα κράτησε διπλάσια ώρα από ό,τι ήταν αρχικά προγραμματισμένο, όπως επισημαίνουν όλα τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων (έχουν την σημειολογία τους τέτοιες παρατηρήσεις στη διεθνή διπλωματία). Το αποτέλεσμα αποτυπώνει την κατάσταση, όπως την περιγράψαμε στο προηγούμενο τεύχος του Δρόμου. Επιβεβαίωση της συμφωνίας για εντατικοποίηση των προσπαθειών να βρεθεί μια λύση το γρηγορότερο, αν είναι δυνατόν και μέσα στο 2016, πίεση της «διεθνούς κοινότητας» στις δύο πλευρές για να συμβεί κάτι τέτοιο, αδιαλλαξία της τουρκοκυπριακής πλευράς που όλο και πιο αλαζονικά ζητάει περισσότερα, υποχωρητικότητα και καλλιέργεια συγκρατημένης αισιοδοξίας από την κυπριακή ηγεσία.
Μοναδική ίσως παραφωνία, που βέβαια πέρασε στα ψιλά, οι δηλώσεις τεχνοκρατών του ΟΗΕ που παίρνουν μέρος στις διαπραγματεύσεις και γνωρίζουν καλά το θέμα. Δηλώνουν πως δεν βλέπουν καμιά σημαντική πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, παραμένουν μεγάλες οι διαφορές στα βασικά και επίμαχα θέματα και δεν κατανοούν την υπεραισιοδοξία που καλλιεργείται από πολλές πλευρές.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Κύπριος πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης στις δηλώσεις του αμέσως μετά τη συνάντηση κάνει θετική αποτίμηση της τριμερούς όσο και του ρόλου του γ.γ. του ΟΗΕ, γιατί τον «προστάτεψε» από τις παράλογες και βεβιασμένες απαιτήσεις του εκπροσώπου των τ/κ Μ. Ακιντζί ο οποίος έθεσε επιτακτικά ζήτημα οδικού χάρτη και χρονοδιαγράμματος, αλλά και καθορισμό επιδιαιτησίας (η οποία, έτσι κι αλλιώς, υπάρχει και είναι σιωπηρά αποδεκτή απ’ όλους).
Ο ίδιος ο γ.γ. του ΟΗΕ προτιμά να παραμένει γενικόλογος και σε σταθερή γραμμή δηλώνοντας πως όλα πάνε καλά και πρέπει να επιταχυνθούν ακόμη περισσότερο οι διαδικασίες και οι διαπραγματεύσεις από τις δύο πλευρές οι οποίες έχουν τη βασική ευθύνη και ο ίδιος προσφέρεται να βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση.
Ο δε Μ. Ακιντζί, ο οποίος ολοένα και περισσότερο ταυτίζεται με την τουρκική αδιαλλαξία, απογοητεύοντας και διαψεύδοντας όσους είχαν δει στο πρόσωπό του μια ευκαιρία για δίκαιη λύση του Κυπριακού, φάνηκε εκνευρισμένος και άφησε να εννοηθεί πως έπεσε θύμα εξαπάτησης γιατί άλλα του είχαν υποσχεθεί ότι θα είναι τα αποτελέσματα της συνάντησης και άλλα βγήκαν.
Στην πραγματικότητα. η τ/κ πλευρά προσπάθησε να δώσει ένα μήνυμα αυτής της ευθυγράμμισης και να διεκδικήσει ακόμη περισσότερα, εκμεταλλευόμενος την υποχωρητικότητα του Αναστασιάδη. Προσήλθε στην τριμερή όχι απλά για να επιβεβαιωθεί πανηγυρικά η ρότα στην οποία η διεθνής κοινότητα (δηλαδή οι βασικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις) έχει θέσει το Κυπριακό, αλλά για να κατοχυρώσει θέσεις. «Μόνο ένα λιμάνι υπάρχει στο οποίο μπορούν να προσφύγουν οι Τουρκοκύπριοι κι αυτό είναι η Τουρκία», δηλώνει ο ίδιος σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Πρακτορείο «Ανατολή» και συνεχίζει: «Δεν έχουμε την άνεση να δεχτούμε τη θέση του “εμείς διασφαλίζουμε λύση, μπαίνουμε στην E.E., δεν υπάρχει ανάγκη για ασφάλεια και εγγυήσεις”. Να μας συγχωρήσουν αλλά σε αυτό δεν συμμετέχουμε… Επομένως, κανείς να μη μας λέει “δεν έχετε ανάγκη από εγγυήσεις”. Ας μας αφήσουν να ζήσουμε κάτω από αυτή την ασφάλεια και αργότερα τα βλέπουμε αυτά και τα αξιολογούμε, αλλά σήμερα είναι φανερό ότι αυτό χρειάζεται και δεν είναι δυνατόν οι Τουρκοκύπριοι να αποδεχτούν μια συμφωνία που να μην περιέχει αυτή την ασφάλεια».
Η κινητικότητα που παρατηρήθηκε στη Ν. Υόρκη κατά τη διάρκεια της γ.σ. του ΟΗΕ ολοκληρώθηκε αμέσως μετά τη λήξη της τριμερούς συνάντησης και με την επίσκεψη του προέδρου Αναστασιάδη σε Λονδίνο και Παρίσι, όπου συναντήθηκε με τη Βρετανίδα πρωθυπουργό Τ. Μέι και τον Γάλλο πρόεδρο Φ. Ολάντ, αντίστοιχα. Στα αξιοσημείωτα αυτών των συναντήσεων σημειώνουμε τη δήλωση της Τ. Μέι ότι δεν διεκδικεί τον ρόλο της εγγυήτριας δύναμης και στηρίζει τις προσπάθειες για επίλυση, χωρίς όμως να δεσμευτεί για τον ρόλο των στρατιωτικών βάσεων που έχει στο νησί και επίσης την πίεση του Φ. Ολάντ προς τον πρόεδρο Αναστασιάδη για την εμπλοκή της γαλλικής Total στις έρευνες που θα γίνουν στην κυπριακή ΑΟΖ και φυσικά στην όποια εκμετάλλευση των πηγών ενέργειας που υπάρχουν στην περιοχή. Έρευνες στις οποίες η συμμετοχή και το ενδιαφέρον εταιριών από ΗΠΑ και Ιταλία θεωρείται ήδη δεδομένη.
Γιώργος Τζαφέρης