Συνεχείς αναδιατάξεις του πολιτικού συστήματος ενόψει βουλευτικών εκλογών
του Ερρίκου Φινάλη
Καθώς πλησιάζουμε στον πρώτο γύρο των γαλλικών βουλευτικών εκλογών*, που πολλοί τον αποκαλούν… τρίτο γύρο των προεδρικών, είναι χρήσιμη μια αναδρομή στις εξελίξεις που προηγήθηκαν κάνοντας άνω κάτω το πολιτικό σύστημα. Καταρχήν, ο απερχόμενος πρόεδρος Ολάντ «πέτυχε» ιστορικά χαμηλά ποσοστά δημοφιλίας. Η δε «σοσιαλιστική» κυβέρνησή του υπό τον πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς αντιμετώπισε μαχητικές κινητοποιήσεις που συσπείρωσαν εκατομμύρια εργαζόμενων και νέων ανθρώπων. Η λαϊκή δυσαρέσκεια δεν κατάφερε τελικά να ανακόψει την ακραία νεοφιλελεύθερη και αυταρχική πολιτική της κυβέρνησης Ολάντ (που μεταξύ άλλων μετέτρεψε σε μόνιμη την «έκτακτη» κατάσταση ανάγκης, αναστέλλοντας βασικές συνταγματικές ελευθερίες, με τη συναίνεση βέβαια όλου σχεδόν του πολιτικού φάσματος). Υποχρέωσε όμως τον Ολάντ να μην διεκδικήσει ξανά την προεδρία, καθώς το πιθανότερο αποτέλεσμα θα ήταν μια ταπεινωτική συντριβή, και προκάλεσε αξεπέραστη κρίση στους κόλπους του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ο Βαλς, κόντρα στα προγνωστικά, έχασε τις εσωκομματικές εκλογές, και υποψήφιος αναδείχθηκε ο θεωρούμενος «αριστερός» Μπενουά Αμόν.
Από την άλλη ο Εμανουέλ Μακρόν, πρώην τραπεζίτης των Ρότσιλντ και μέχρι πέρυσι υπουργός Οικονομίας του Ολάντ, εγκατέλειψε την κυβέρνηση και, σύντομα, εγκατέλειψε και τις αρχικές σκέψεις του να διεκδικήσει το χρίσμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Σε μια κίνηση που αρχικά θεωρήθηκε σίγουρη αποτυχία, ανακοίνωσε ότι θα είναι ανεξάρτητος υποψήφιος για την προεδρία. Ανεξάρτητος από τα παραδοσιακά κόμματα, αλλά όχι από το σύστημα, που σταδιακά συσπειρώθηκε γύρω του και τον προώθησε με κάθε τρόπο για να αντιμετωπίσει τον αυξανόμενο, λόγω της διάχυτης κοινωνικής δυσαρέσκειας, κίνδυνο των «άκρων». Βασικά, της Μαρίν Λεπέν, που πριν μήνες όλα έδειχναν ότι όχι μόνο θα περάσει στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών (στις περιφερειακές εκλογές του 2015 το Εθνικό Μέτωπο αναδείχτηκε πρώτη δύναμη, προσεγγίζοντας το 28%), αλλά και ότι δεν είναι απίθανο να τις κερδίσει αν απέναντί της έχει το «σύνηθες» γερασμένο πολιτικό προσωπικό. Στο άλλο άκρο του επίσημου γαλλικού πολιτικού φάσματος, ο Ζαν-Λικ Μελανσόν (που κι αυτός αρχικά θεωρούνταν από τους αναλυτές έως και «γραφική» περίπτωση, και πάντως ακίνδυνος), λεηλατούσε την εκλογική βάση της Κεντροαριστεράς – και ταυτόχρονα, με το ριζοσπαστικό λεξιλόγιό του, έκοβε ψήφους και από τη Λεπέν.
Η δυσαρέσκεια δεν θα μπορούσε να αφήσει ανέγγιχτη την παραδοσιακή Κεντροδεξιά: ο ένας μετά τον άλλο, οι βαρόνοι των «Ρεπουμπλικάνων» παραμερίζονταν από τους οπαδούς τους. Στον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών (που, σε αντίθεση με το Σοσιαλιστικό κόμμα, είχαν μεγάλη συμμετοχή) αποκλείστηκε ο κάποτε πανίσχυρος Νικολά Σαρκοζί. Και στο δεύτερο γύρο το υποτιθέμενο φαβορί, ο Αλέν Ζιπέ, ηττήθηκε από τον «αιρετικό» (για τα δεδομένα της Κεντροδεξιάς) Φρανσουά Φιγιόν, που πρέσβευε έναν ακραίο νεοφιλελευθερισμό αλλά και μια λιγότερο ευρωπαϊκή και περισσότερο «γαλλική» γραμμή – για παράδειγμα διαφοροποιούμενος στο θέμα των δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Τα στοιχεία μιας πιο «εθνοκεντρικής» πολιτικής, που τον ανέδειξαν σε υποψήφιο πρόεδρο από μια λαϊκή βάση της Κεντροδεξιάς εξίσου κουρασμένης με τους υπόλοιπους Γάλλους από τους μονόδρομους της παγκοσμιοποίησης και του Βερολίνου, μάλλον ήταν και αυτά που έκαναν το σύστημα να τον εγκαταλείψει. Έτσι, ενώ φαινόταν ότι θα κάνει περίπατο, η αποκάλυψη των σκανδάλων του και η ανοιχτή πλέον πριμοδότηση του Μακρόν από τα πιο δυναμικά γαλλικά και ευρωπαϊκά συστημικά κέντρα τον άφησαν τελικά εκτός δεύτερου γύρου.
Φαβορί ο Μακρόν, αγωνία για την αποχή
Έτσι ζήσαμε την πιο απρόβλεπτη στη μεταπολεμική ιστορία της Γαλλίας προεδρική αναμέτρηση, που κατέληξε με τους τέσσερις βασικούς υποψήφιους να έχουν όλοι ποσοστά γύρω στο 20% – και με τα δύο παραδοσιακά κόμματα που πάντα περνούσαν στο δεύτερο γύρο να βρίσκονται αμφότερα εκτός παιχνιδιού. Απέναντι σε μια ασθμαίνουσα Λεπέν και χάρη στην άμεση ή έμμεση υποστήριξη του Μακρόν από όλους τους υπόλοιπους στο δεύτερο γύρο, η αρχική αναμέτρηση «ολοκληρώθηκε» με την άνετη ανάδειξη του εκλεκτού των αγορών (και του Βερολίνου) Μακρόν στην προεδρία. Τώρα, με βάση όλη την αναταραχή και τις αναδιατάξεις εντός του πολιτικού συστήματος (πιθανή πασοκοποίηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος αλλά και υποβάθμιση των Ρεπουμπλικάνων), οι βουλευτικές εκλογές αποκτούν σπουδαιότητα μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη.
Το πρώτο ερωτηματικό, που ως συνήθως υποβαθμίζεται στις δημόσιες τοποθετήσεις αλλά βασανίζει όλα τα επιτελεία, είναι το ποσοστό της αποχής – που καταδεικνύει την όλο και πιο ανησυχητική για το υπάρχον πολιτικό σύστημα συνολική απόρριψή του από πλατιές μάζες. Στις βουλευτικές εκλογές του 2012 η αποχή έφτασε σε ιστορικά υψηλά, ξεπερνώντας το 42% στον πρώτο γύρο και το 44% στο δεύτερο. Με δεδομένη την παρουσία νέων σχηματισμών (όπως το… εικονικό κόμμα που έστησε ο Μακρόν, αλλά και την Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν), οι αναλυτές αναμένουν μείωση της αποχής – που, αν επιβεβαιωθεί, θα επηρεάσει άμεσα το αποτέλεσμα της επόμενης Κυριακής.
Ο Μακρόν και οι δυνάμεις που τον στηρίζουν ευελπιστούν σε μια βουλή όπου το προεδρικό στρατόπεδο θα διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία, έτσι ώστε η κυβέρνηση που ήδη σχηματίστηκε** να μην εξαρτάται από τα «παραδοσιακά» κόμματα της Κεντροαριστεράς και της Κεντροδεξιάς. Αλλά με το συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα-έκτρωμα, είναι οι «τριγωνικές» ή και «τετραγωνικές» αναμετρήσεις του δεύτερου γύρου (18 Ιουνίου) που θα επιβεβαιώσουν ή θα διαψεύσουν αυτές τις ελπίδες. Τυχόν… ανίερες συμμαχίες μεταξύ των ετερόκλητων αντιπάλων του Μακρόν θα μπορούσαν να τον αναγκάσουν σε μια άβολη συγκατοίκηση με αυτό ή το άλλο «παραδοσιακό» κόμμα – αρκεί βέβαια, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, οι απρόβλεπτοι πλέον ψηφοφόροι να συμμορφωθούν με τις οδηγίες που θα προέλθουν από τα σχετικά παζάρια.
Κι άλλος «αυτοδημιούργητος»
Το σκάνδαλο, ή μάλλον τα σκάνδαλα, που αποκαλύφθηκαν την περασμένη εβδομάδα και εμπλέκουν τον εικονιζόμενο Ρισάρ Φεράν (πρώην «σοσιαλιστή» βουλευτή και νυν δεξί χέρι του Μακρόν, επικεφαλής του κόμματός του και υπουργό) σύμφωνα με τους… έγκριτους δημοσιογράφους «δεν ενδιαφέρουν τον κόσμο και δεν θα επηρεάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα». Αυτοεκπληρούμενη προφητεία ίσως, μια κι όλο το μιντιακό σύστημα (που «έψησε» τον Φιγιόν για μικρότερα σκάνδαλα) κάνει ό,τι μπορεί για να υποβαθμιστεί η υπόθεση, δεδομένου ότι ο Φεράν έχει την πλήρη κάλυψη του νέου προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας – που κατά τα άλλα επαγγέλλεται την «ηθικοποίηση» του πολιτικού συστήματος. Για την ιστορία, ας αναφέρουμε μία μόνο από τις υποθέσεις που εμπλέκουν τον Φεράν, πέρα από τις… συνήθεις αργομισθίες μελών της οικογένειάς του: το 2011, όντας διευθυντής Κοινωνικής Πρόνοιας στη Βρετάνη, ο νυν υπουργός ψάχνει στέγη για μια κλινική στην Μπρεστ. Μεταξύ τριών προσφορών, επιλέγει να νοικιάσει έναντι 42.000 ευρώ ένα χώρο που ανήκει στην εταιρία Saca. Το πρόβλημα είναι τόσο η εταιρία όσο και ο χώρος… δεν υπήρχαν: η Saca συστάθηκε και αγόρασε το συγκεκριμένο χώρο, τον οποίο νοίκιασε στην Πρόνοια, μόνο αφότου υπόγραψε το συμβόλαιο με τον διευθυντή Φεράν. Άλλο ένα μικρό πρόβλημα είναι ότι η εν λόγω εταιρία, που ιδρύθηκε και «επένδυσε» μόνο αφότου είχε ήδη εξασφαλίσει τον ενοικιαστή, ανήκει… στη σύντροφο του κυρίου Φεράν! Επιπλέον, ο χώρος ανακαινίστηκε έναντι 148.000 ευρώ τα οποία δεν πλήρωσε η ιδιοκτήτρια, αλλά η Πρόνοια. Κάπως έτσι γεννιούνται οι «αυτοδημιούργητοι»…
* Για το περίπλοκο και αντιδημοκρατικό εκλογικό σύστημα ανάδειξης βουλευτών σε δύο γύρους, που έχει ως αποτέλεσμα η σύνθεση της γαλλικής βουλής να είναι εντελώς αναντίστοιχη με τις επιλογές των ψηφοφόρων, βλ. μεταξύ άλλων το άρθρο «Επιστροφή του παλιού με νέα προβιά» (φύλλο 361).
** Βλ. φύλλο 360.