Η υπόθεση της ΕΡΤ είναι πολύ σημαντική για εκατό λόγους, αλλά δεν καλύπτει συνολικά, ακόμα και στην ιδανικότερη εκδοχή της, το ζήτημα της ενημέρωσης ούτε επιλύει τα πολύ σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο. Η ύπαρξη και λειτουργία του δημόσιου φορέα δεν έπρεπε καν να μας απασχολεί και δεν θα μας απασχολούσε εάν δεν είχαμε να κάνουμε με κρετίνους ολκής. Πέρα, όμως, από την αυτονόητη λειτουργία της ΕΡΤ, η ενημέρωση των πολιτών εδώ και 25 χρόνια έχει περιέλθει σχεδόν ολοσχερώς στον έλεγχο των πιο αντιδραστικών δυνάμεων, αυτών που συνέβαλαν καθοριστικά στον εκφυλισμό των πάντων. Των κυβερνήσεων, των κομμάτων, των τραπεζών, του Τύπου, της τηλεόρασης, της πολιτικής ζωής, των ηθών, των τεχνών και του πολιτισμού, υποστηρίζοντας και χρησιμοποιώντας ό,τι πιο φτηνιάρικο, χυδαίο, ψευδές και παραπλανητικό. Ούτε η λεηλασία της χώρας θα ήταν τόσο εύκολη ούτε η επιβολή των μνημονίων τόσο ανεκτή, εάν δεν ελεγχόταν η ενημέρωση, η πολιτική και η κουλτούρα, από τα οργανωμένα συμφέροντα, δέκα «οικογένειες» που ασκούν την εξουσία και απομυζούν τον πλούτο του τόπου με τα ανδρείκελά τους στα κόμματα και τις κυβερνήσεις. Η πολιτική υπακοή, η πολιτισμική αλλοτρίωση, η παθητικότητα και η συνενοχή, είναι παράγωγα της συστηματικής χειραγώγησης του κόσμου, με βασικό εργαλείο την τηλεόραση.
Δεν υπάρχει περίπτωση, εάν η πολιτική των μνημονίων δεν είχε προκαλέσει τόσο μεγάλη καταστροφή, να είχαμε οποιαδήποτε συνειδητοποίηση του κόσμου για τη συντελούμενη αφαίμαξη του τόπου και την υπονόμευση της ζωής των ανθρώπων. Τα ΜΜΕ εκμαύλιζαν τους πολίτες επί δεκαετίες μετατρέποντάς τους σε ζόμπι. Κανένας άλλος λόγος, εναλλακτικός, υγιής και ανατρεπτικός, δεν είχε το παραμικρό περιθώριο να περάσει μέσα από τα ΜΜΕ και να φτάσει στον πολύ κόσμο, ελεύθερα και αναλλοίωτα. Μόνο η καταστροφή προκάλεσε ρωγμές στο τείχος της ενημέρωσης και αποδέσμευσε την κριτική σκέψη των τηλεθεατών. Ούτε η ΕΡΤ, ούτε ένα-δυο ραδιόφωνα της προκοπής, ούτε οι χαμηλής κυκλοφορίας αριστερές εφημερίδες, ούτε τα διαδικτυακά σάιτ, μπορούσαν να αντιπαλέψουν, έστω να αντισταθμίσουν, την επιβολή των ιδιωτικών καναλιών.
Κι αυτό δεν έχει αλλάξει. Ούτε πρόκειται να αλλάξει με την επαναλειτουργία της ΕΡΤ, που είναι χρήσιμη και αναγκαία, αλλά δεν φτάνει για να ανατρέψει συνολικά το καθεστώς της παραπληροφόρησης και αλλοτρίωσης. Ούτε με τη μείωση των καναλιών επιτυγχάνεται αυτό, ούτε, εννοείται, με την καταβολή φόρων και ενοικίων από τους καναλάρχες-εργολάβους-εφοπλιστές, εφόσον η εξουσία τους παραμένει ανέγγιχτη και ο έλεγχος τους πάνω στην ενημέρωση καθοριστικός.
Αφού η κυβέρνηση δεν προτίθεται, ή δεν μπορεί, να κλείσει τα κανάλια που αποτελούν μάστιγα, ο δρόμος για την αποκάλυψη του ρόλου τους και τη μείωση της επιρροής τους είναι η πραγματική απελευθέρωση των συχνοτήτων, το άνοιγμα των συχνοτήτων στην κοινωνία, στους πολίτες. Να δημιουργηθούν κανάλια σε όλη την Ελλάδα, με συνεργασίες, συνεταιρισμούς, κοινοπραξίες, συλλόγους, συνδικάτα, κινήσεις πολιτών και εταιρίες λαϊκής βάσης, σε εθελοντική ή/και επαγγελματική βάση, κερδοσκοπικές και μη, αλλά πάντως εναλλακτικής μορφής και περιεχομένου, κόντρα στη μονοκρατορία των ολιγαρχών. Να αναδειχτούν χιλιάδες νέοι δημοσιογράφοι, να ακούγονται από παντού εκατομμύρια φωνές. Μόνο με πολυφωνία, ελευθερία και αυτοδιαχείριση θα διευρύνεται και θα εδραιώνεται η δημοκρατία και θα αναπτύσσεται ο πολιτισμός.
Σε κάθε τομέα της ζωής, οφείλουμε να δημιουργήσουμε εναλλακτικές μορφές συμβίωσης που, στην πράξη, μέσα από αμέτρητες μικρές, μεσαίες και μεγάλες εφαρμογές, θα αντικαταστήσουν το καταστροφικό για την πολιτική, την οικονομία, τον πολιτισμό και το περιβάλλον, σύστημα που αναλάβαμε να αλλάξουμε.
Γι’ αυτό, στον τομέα της ενημέρωσης, χρειαζόμαστε ένα νομοθετικό πλαίσιο που θα ευνοεί αυτό το άνοιγμα, αυτή την απελευθέρωση της αλήθειας. Κανένας άλλος τρόπος δεν υπάρχει για να γίνει ουσιαστική η ενημέρωση, να υπηρετήσει τη δημοκρατία και να αποκατασταθεί ο σακατεμένος πολιτισμός. Αλλά και η συγκρότηση μιας οικονομίας με επίκεντρο τον άνθρωπο δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν δεν εξελίσσονται παράλληλα και αλληλένδετα οι δημοκρατικοί θεσμοί και η σωστή ενημέρωση.
Εάν δεν γίνει αυτό, θα συνεχίσει η πολιτική να είναι έρμαιο της ολιγαρχικής εξουσίας. Και κάθε προσπάθεια εξυγίανσης της πολιτικής ζωής και αναγέννησης της κοινωνίας θα πέφτει στο κενό.
Δυστυχώς, αυτή η ανάγκη δεν έχει τη συνδρομή των πολιτικών στελεχών της Αριστεράς, του κόμματος, της κυβέρνησης, της βουλής. Γιατί, οι πολιτικοί μας μάθανε μέσα σ’ αυτό το καθεστώς, είναι εξοικειωμένοι μ’ αυτό, το συνήθισαν και το αποδέχτηκαν. Πολλοί, μάλιστα, εκλέγονται βουλευτές χάρη στη συμμετοχή τους, την προνομιακή, σ’ αυτό το καθεστώς. Δεν μπορούν, δηλαδή, να φανταστούν και να επιθυμήσουν ένα διαφορετικό καθεστώς στο οποίο δεν θα έχουν το προνόμιο να εμφανίζονται καθημερινά. Αλλά με αυτό το καθεστώς, όσες προσπάθειες κι αν γίνουν για δημοκρατία, δικαιοσύνη, ανεξαρτησία και αξιοκρατία, θα πέφτουν πάνω σ’ αυτό το αξεπέραστο εμπόδιο και θα τσαλακώνονται. Μόνο εάν η ενημέρωση γίνει πραγματικά δημόσιο αγαθό, στην κυριολεξία του δήμου, από την έρευνα, την παραγωγή και την εκπομπή μέχρι τη χρήση, θα δυναμώσουν η δημοκρατία και ο πολιτισμός και θα περιοριστεί δραστικά η εξουσία της ολιγαρχίας.
Στέλιος Ελληνιάδης