Μετά την καλοκαιρινή ψυχρολουσία, ένα κομμάτι αριστερών που έμεινε στον νέο ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από μια μειοψηφία φανατικών που περιλαμβάνει κάποιους νεοπροσήλυτους από τη ΔΗΜΑΡ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι οι οποίοι -βασιλικότεροι του βασιλέως- αισθάνονται δικαιωμένοι, παρακολουθεί με ανησυχία την εξέλιξη των πραγμάτων. Βιώνει από τα μέσα το ξήλωμα όλων των θέσεων που συνάρθρωναν το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας ότι θα υπάρξει μια θετική πλευρά η οποία –με σαφώς μειωμένες προσδοκίες- θα εξισορροπεί τις απώλειες από τη μεγάλη αναστροφή και αναδίπλωση. Μια θετική πλευρά που θα επιβεβαιώνει την επιθυμία ότι ό,τι και να είναι η κυβέρνηση είναι πάντως καλύτερη -με την έννοια της «μεγαλύτερης ευαισθησίας», από μια κυβέρνηση της Δεξιάς, και θα προσπαθήσει κάτι να περισώσει. Υποστηρίζουν ότι, απ’ αυτά που διαθέτουμε σήμερα, όσο κι αν μας πικραίνει η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουμε εναλλακτική λύση ικανή να διαχειριστεί την κρίση. Με τον νέο ΣΥΡΙΖΑ πάμε για το μίνιμουμ και εμποδίζουμε την επιστροφή της επάρατης Δεξιάς. Αυτό περίπου είναι το σκεπτικό κάποιων παλιών μας συντρόφων που εξακολουθούν να στηρίζουν τον νέο ΣΥΡΙΖΑ και διαχωρίζονται απ’ αυτούς που ψοφάνε για τίτλους, θέσεις και εξουσία.
Από τους συντρόφους που αρνήθηκαν να ενταχθούν στον νέο ΣΥΡΙΖΑ, ένας σημαντικός αριθμός ακολούθησε τη Λαϊκή Ενότητα, αλλά η μεγάλη πλειονότητα απλώς την ψήφισε. Κι ένας επίσης απροσδιόριστος αριθμός αποσύρθηκε απογοητευμένος ή αγαναχτισμένος επιλέγοντας την αποχή. Σε όλο το εύρος της Αριστεράς υπάρχει κόσμος που ψάχνεται, αλλά οι φωνές που βγαίνουν είναι ακόμα πνιχτές. Γιατί αυτοί που ψάχνονται νιώθουν την ανάγκη και την υποχρέωση να επανεφεύρουν την Αριστερά. Αλλά ποιος ξέρει πώς;
Η Λαϊκή Ενότητα, παλιομοδίτικη, χωρίς στοιχειώδεις δημοκρατικές λειτουργίες, με ανυποστήριχτες πολιτικές θέσεις και πολύ παρεοκεντρική, δεν πείθει ούτε τους εκτός της ούτε τους εντός της. Και οι υπόλοιπες δυνάμεις, όπως είναι φυσικό, δυσκολεύονται να βρουν έξοδο από τη λακκούβα μέσα στην οποία βρέθηκαν μετά το σπρώξιμο της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τις συνιστώσες, αλλά όλο το φάσμα της Αριστεράς.
Συζητήσεις γίνονται. Ενδιαφέρον θα είχε μία κίνηση που θα ξέφευγε από την πεπατημένη. Μέχρι στιγμής, σε γενικές γραμμές, μερικοί φαντάζονται ότι πρέπει με την ίδια ή παραπλήσια συνταγή να φτιαχτεί ένας καλύτερος, πιο αληθινά αριστερός ΣΥΡΙΖΑ. Άλλοι ότι η εμπειρία καθιστά επιτακτικότερη την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα γνήσιο κομμουνιστικό κόμμα. Υπάρχουν κι εκείνοι που θεωρούν ότι προέχει η δημιουργία ενός ευρύτερου μετώπου, αντιμνημονιακού και όχι μόνο. Αλλά, δεν λείπει και η πιο «παραδοσιακή» κλίση προς τη δημιουργία προσωποκεντρικών σχημάτων που θα αμφισβητήσουν ευθέως σε κοινοβουλευτικό επίπεδο την κυβέρνηση και τον νέο ΣΥΡΙΖΑ.
Παγιωμένες αντιλήψεις και νοοτροπίες χρεοκόπησαν
Οι αριστεροί έχουν δυσκαμψία να είναι μέσα στην κοινωνία, να δουλεύουν με τους συμπολίτες τους, να δημιουργούν πολιτικούς «χώρους» μέσα στους χώρους δουλειάς, στη γειτονιά και στους μαζικούς χώρους. Παραμένει κυρίαρχη η αντίληψη ότι εμείς παράγουμε τη γραμμή και τα μέλη της κοινωνίας μας ψηφίζουν ή εντάσσονται στα δικά μας σχήματα.
Η τάση υποτίμησης των πρωτοβουλιών των πολιτών δεν είναι κάτι καινούργιο παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις. Ειδικά το ΚΚΕ, που αντλεί ακόμα σημαντικό μέρος της δύναμής του από τα στρώματα των εργαζομένων στην παραγωγή, απορρίπτει κάθε κοινωνική και πολιτική πρωτοβουλία που δεν ελέγχει, θεωρώντας κάθε δράση έξω από το κόμμα, αντιδραστική , ρεφορμιστική ή άνευ σημασίας. Όταν ο στόχος δεν είναι η δημιουργία από τους ίδιους τους πολίτες εστιών και πυρήνων εναλλακτικών μορφών επιβίωσης και αντίστασης, η επιδίωξη της μίας και μοναδικής ριζικής λύσης, που είναι η ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος στο απώτερο μέλλον, αποτελεί μονόδρομο. Αλλά αυτή η αντίληψη, με πιο εξευγενισμένα παραπλανητικό τρόπο κυριαρχεί και στην εκτός ΚΚΕ Αριστερά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πλατείες δεν υποκινήθηκαν ούτε από τις πιο ριζοσπαστικές συνιστώσες που ΣΥΡΙΖΑ και τις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, που στην αρχή τουλάχιστον, είδαν με σχετική αμηχανία το φαινόμενο, πριν το απορρίψουν ή πριν προσπαθήσουν να συνταυτιστούν μ’ αυτό. Ούτε ότι οι πρωτοβουλίες των πολιτών σε όλη την Ελλάδα για την ίδρυση και λειτουργία διαφόρων μορφών συλλογικοτήτων, από τα κοινωνικά μπακάλικα ως τις βιολογικές καλλιέργειες και τις καταλήψεις εγκαταλειμμένων χώρων, δεν αγκαλιάστηκαν με θέρμη, αλλά αντιμετωπίστηκαν ως συμπαθητικές αλλά γραφικές δράσεις ή απορρίφθηκαν σιωπηρώς ως μη επαρκείς για τη μεγάλη επανάσταση της παραγωγικής ανασυγκρότησης που επαγγέλλεται η Αριστερά, η οποία είναι τόσο μεγάλη που είναι αδύνατο να περιγραφεί και να εφαρμοστεί εν μέρει πριν από την κατάληψη της εξουσίας.
Είναι χρόνιο και βαθιά ριζωμένο το πρόβλημα. Η Αριστερά δεν έχει την άνεση να αντλεί ιδέες από τα πιο δραστηριοποιημένα μέλη και ομάδες της κοινωνίας, να διδάσκεται από την εμπειρία των πολιτών και να υπηρετεί την κοινωνία. Η αμφίδρομη σχέση δεν είναι το φόρτε της. Η Αριστερά των τελευταίων δεκαετιών, της περιόδου της ευημερίας, χωρίς να είναι ομοιόμορφη, είχε έντονα γραφειοκρατική δομή και ισχυρή –συνειδητή ή ασυνείδητη- τάση ενσωμάτωσης. Χωρίς πραγματική δημοκρατία προς τα μέσα και προς τα έξω, κρατώντας αποστάσεις από την κοινωνία, λειτουργώντας μονόδρομα, μέχρι που στέγνωσε από ιδέες και η επαναστατικότητά της άδειασε εσωτερικά διατηρώντας μόνο κάποια από εξωτερικά γνωρίσματα.
Πώς ξεκινάμε;
Αφού η Αριστερά δεν ήθελε, αλλά και να ήθελε δεν μπορούσε, να φτιάξει ένα ορίτζιναλ κομμουνιστικό κόμμα, αντάξιο των καλύτερων παραδόσεων (και όχι των χειρότερων) των επαναστατικών κομμάτων, θα μπορούσε ενδεχομένως να αναπληρώσει αυτό το έλλειμμα βυθιζόμενη μέσα στην καρδιά του κοινωνικού σώματος. Να αιμοδοτείται αδιάκοπα από την κοινωνία, να συμπάσχει και να αποκρυσταλλώνει αυτή τη σχέση κι αυτή την εμπειρία σε θέσεις που θα διεγείρουν το κοινωνικό σώμα, θα του προσφέρουν την απαραίτητη πολιτική πλατφόρμα που θα προκύπτει σαν προϊόν της ανάμιξης της θεωρίας με την πραγματική ζωή και τους πραγματικούς ανθρώπους της βιοπάλης. Και θα οργανώνει αυτό το σώμα ή θα στηρίζει και θα παλεύει μέσα από τις μορφές οργάνωσης που το ίδιο το κοινωνικό σώμα γεννάει.
Αντ’ αυτού, η Αριστερά βολεύτηκε μέσα στη στασιμότητά της. Συνέχεια και «μετεξέλιξη» της παλιάς γραφειοκρατίας του ΚΚΕ και του ΚΚΕεσ., που πέρασε αυτούσια στον Συνασπισμό και στη συνέχεια στον ΣΥΡΙΖΑ. Και είναι τόσο ισχυρή αυτή η γραφειοκρατία, που κατάπιε ή απέβαλε όλες τις μικρές «γραφειοκρατίες» που συνασπίστηκαν στο εγχείρημα, όπως μάσησε κι έφτυσε και όλους εκείνους, όλους εμάς, οργανώσεις και άτομα, που διακινδυνεύσαμε συμμετέχοντας και νομίζοντας, όπως αποδείχτηκε ανεπιτυχώς, ότι η καλή μας πρόθεση, τα επαναστατικά μας πιστεύω και ο από μηχανής θεός, θα διαμόρφωναν ένα αριστερό κίνημα το οποίο με αγωνιστικότητα, ειλικρίνεια και αφοσίωση στο κοινωνικό σώμα θα ανυψωνόταν, θα έσπρωχνε στην άκρη και θα αποδυνάμωνε τη γραφειοκρατία και θα έδινε με συνέπεια τη μάχη που βρισκόταν σε εξέλιξη.
Σήμερα, εάν μπορέσουμε να δούμε σε βάθος τα αίτια που μας οδήγησαν σ’ αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά τραυματική εμπειρία και συνειδητοποιήσουμε ότι θα πέσουμε ξανά στα ίδια λάθη και τις ίδιες παγίδες εάν δεν αλλάξουμε εκ βάθρων τις αντιλήψεις μας για το ρόλο της κοινωνίας και τη σχέση μας μαζί της, για τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των δυνάμεών μας, για την εμβάθυνση στα ζητήματα πολιτικής ξεπερνώντας την επιφανειακή θεώρηση των πραγμάτων, οι συνθήκες, που θα χειροτερεύουν συνεχώς στην Ελλάδα και την Ευρώπη, είναι μάλλον ευνοϊκές για τη συγκρότηση μιας Αριστεράς ενός ανώτερου επιπέδου, ικανής να παλέψει με τα θηρία σαν αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας. Αλλά αυτή η συγκρότηση προϋποθέτει επαναστατικές αλλαγές μέσα στα ίδια μας τα μυαλά, πράγμα που θέλει διαύγεια, τόλμη και συλλογικότητα.
Στέλιος Ελληνιάδης