Με τα όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό με τους διάφορους φορείς που σχετίζονται με την προστασία των παιδιών, όσο και με τη βία κατά των γυναικών, το μυθιστόρημα της Γιώτας Κούγιαλη «Απόψε τι βλέπεις γύρω σου;» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, αποκτά μια τραγική επικαιρότητα, δείχνοντάς μας πως αντί να πηγαίνουμε μπροστά βαδίζουμε ολοταχώς προς τα πίσω…
Η ίδια η συγγραφέας περνούσε πριν από εξήντα χρόνια, το 1962, τις πύλες της Παιδόπολης της Λάρισας, όπου έζησε μέχρι το 1970 στα παιδικά και στα εφηβικά της χρόνια. Το μυθιστόρημά της, ένας συνδυασμός μυθοπλασίας, προσωπικών βιωμάτων αλλά και μαρτυριών, μέσα από την ιστορία δυο αδελφών, μας παρουσιάζει τόσο τη ζωή στην Παιδόπολη, όσο και την απίστευτη βία που ζει με τον σύζυγό της μια γυναίκα στις δεκαετίες του ’60 και του ’70.
Οι δυο διαδρομές παρουσιάζονται με εξαιρετικό αφηγηματικό τρόπο, που μας κάνει να κατανοήσουμε βαθύτερα τα όσα συνέβαιναν τότε και σήμερα… Οι παράλληλες γραμμές της ζωής των δυο κοριτσιών που δίνουν τον αγώνα τους σε διαφορετικές συνθήκες, προσπαθώντας να μη το βάλουν κάτω, μας δίνουν και μια εικόνα της κοινωνίας της εποχής, που δυστυχώς δεν είναι τόσο μακρινή.
Σε ό,τι αφορά την Παιδόπολη το βιβλίο αποκτά και τον χαρακτήρα ενός σημαντικού ιστορικού ντοκουμέντου που αγγίζει την προφορική ιστορία και στέκεται πλάι σε βιβλία όπως «Τα δάκρυα της βασίλισσας» του Βασίλη Μπούτου.
«Είναι το πρώτο μυθιστόρημα που αναφέρεται σε παιδόπολη θηλέων. Με αυτό θέλησα να δώσω φωνή σε όλα εμάς τα παιδιά τα “αόρατα”, ιδιαίτερα για τα κορίτσια»
Ποιον ρόλο έπαιξαν τα προσωπικά σας βιώματα στη συγγραφή του βιβλίου;
Τα βιώματά μου ήταν το κίνητρο για να μιλήσω για κάτι μεγαλύτερο από τη δική μου ιστορία. Στη δεκαετία του ’60, στις παιδοπόλεις φιλοξενούνταν παιδιά από δυσλειτουργικές οικογένειες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ήταν κρατικά ιδρύματα. Μία έντονη εικόνα που μου έχει μείνει από τότε είναι να υπόσχομαι στον εαυτό μου, όταν μεγαλώσω, να γράψω ένα βιβλίο για τη ζωή μου εκεί.
Η απομάκρυνση από την εστία και η μεταφορά του σε άγνωστο χώρο είναι τραυματική για ένα παιδί. Η κοινωνία πάλι, αντιμετώπιζε αυτό το τεράστιο θέμα, με μία ενοχή, το έκρυβε κάτω από το χαλάκι, δεν το συζητούσε δυνατά, χαμήλωνε τη φωνή για να πει ότι το παιδί του τάδε είναι στην παιδόπολη. Κι εμείς σιγά το λέγαμε.
Είναι το πρώτο μυθιστόρημα που αναφέρεται σε παιδόπολη θηλέων. Με αυτό θέλησα να δώσω φωνή σε όλα εμάς τα παιδιά τα «αόρατα», ιδιαίτερα για τα κορίτσια. Θέλω να φωνάξω δυνατά αυτό που αποσιωπούμε ως κοινωνία ή το ντύνουμε με διάφορους μανδύες και το κλωτσάμε στην άκρη. Εάν είχα περάσει τα χρόνια μου σε ακριβό κολλέγιο θα ήταν επιτρεπτό να ζητήσω χειροκρότημα, ενώ τώρα όχι; Σημασία έχει τι καταφέρνει να χτίσει κάθε άνθρωπος με ό,τι του παραχωρεί η ζωή.
Είναι ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα;
Είναι αυτοβιογραφικό μόνο σε ό,τι έχει σχέση με τη ζωή της ηρωίδας στην παιδόπολη. Τα βιώματα δίνουν μια βάση αλήθειας στη μυθοπλασία, η οποία ξεφεύγει από τα στενά όρια του ιδρύματος και πιάνει την κοινωνία του ’60 με τις πολύ ενδιαφέρουσες πολιτικές, πολιτισμικές και κοινωνικές ανατροπές που τη χαρακτηρίζουν. Επιδίωξα να δώσω μία ιστορία με ενδιαφέρον, με πλοκή, ανατροπές, με τις εικόνες, τις μυρωδιές, τους ήχους και τον αναβρασμό του κόσμου εκείνου∙ με αναπάντητα ερωτηματικά που διατρέχουν το κείμενο, ένα στοίχημα με τον αναγνώστη, αν θα υποθέσει πρώτος, πριν την αποκάλυψή του, τη λύση του μυστηρίου.
Το θέμα των παιδιών στις παιδοπόλεις και της ενδοοικογενειακής βίας, ίσως ακούγεται βαρύ, απεχθάνομαι όμως το μελόδραμα, κι αυτό το καταλαβαίνει γρήγορα όποιος με γνωρίζει ή διαβάζει κείμενά μου. Τα προβλήματα τα ξορκίζω κυρίως με την αναζήτηση της λύσης τους, ενίοτε με χιούμορ, δηκτικό ή όχι.
Τι θεωρείτε πως σας έχει σημαδέψει περισσότερο από εκείνα τα χρόνια;
Μου έλειπε πολύ η κτητική αντωνυμία που συνοδεύει το σπίτι, «το σπίτι μου», ένιωθα ανέστια. Ήμουν θυμωμένη και με τη μάνα μου, που πήγε και μου πέθανε χωρίς να με ρωτήσει. Και τα ρούχα μας, ήταν καινούρια και σε πολύ καλύτερη κατάσταση από άλλα παιδιά που έβλεπα έξω από το ίδρυμα. Δεν ήθελα να τα φοράω, γιατί έδειχναν πού ανήκω.
Από την άλλη, από εκεί που ήμουν στα χαμένα, βρέθηκα σε οργανωμένο περιβάλλον που ικανοποιούσε το βασικότερο όνειρό μου. Μία πελώρια, για τα μάτια μου, βιβλιοθήκη. Είχαμε βοήθεια στα μαθήματα, εκμάθηση ξένης γλώσσας, εκδρομές και άλλα πράγματα που μία μέση οικογένεια ίσως δεν είχε τη δυνατότητα να δώσει στα παιδιά της. Δεν ενοχλούσα, δεν με ενοχλούσαν, εκπλήρωνα τις υποχρεώσεις μου, μεγάλωσα.
Τώρα, αποτιμώντας τα ζόρικα εκείνα χρόνια της παιδικής και εφηβικής μου ηλικίας, αισθάνομαι ευγνωμοσύνη και μεγάλη τύχη που άλλαξε η ζωή μου, έστω και με δραματικό τρόπο. Θα ήμουν μία άλλη που θα λαχταρούσε να είμαι αυτή που εξελίχτηκα, γιατί πάντα λάτρευα τα γράμματα και δεν ξέρω καν με ποιον τρόπο θα τελείωνα το δημοτικό σχολείο.
Γιατί αποφασίσατε να περιλάβετε και αληθινές μαρτυρίες;
Το μυθιστόρημα εμβολίζεται από μαρτυρίες και άλλων, ανδρών και γυναικών, που υπήρξαν τρόφιμοι παιδοπόλεων και έζησαν την ίδια περίοδο με αυτή που ιστορείται στο βιβλίο. Ήθελα με αυτό να ξεφύγω από την προσωπική υποκειμενική ματιά και να δώσω στον αναγνώστη τη δυνατότητα να σχηματίσει τη δική του γνώμη, να βρει εκείνα τα στοιχεία που κάνουν τη διαφορά στο πώς προσλαμβάνει ένα παιδί τη ζωή σε κοινόβιο. Και βέβαια, οι μαρτυρίες ποικίλουν σε ιστορίες, συναισθήματα αποδοχής, απόρριψης, θυμού κ.λπ.
Για τον ίδιο λόγο παραθέτω και τους τίτλους πρωτοσέλιδων εφημερίδων όλου του πολιτικού εύρους της εποχής, για να δώσω τα ιστορικά γεγονότα με τον τρόπο που ερμηνεύονταν τότε.
Το μυθιστόρημά σας παράλληλα μιλά και για τη βία κατά των γυναικών. Τόσα χρόνια μετά βλέπετε να έρχεται κάποια πρόοδος ή πάμε πίσω ολοταχώς;
Στο κείμενο, η αδερφή της Αθηνάς παντρεύεται έναν άντρα χειριστικό, επικίνδυνο. Από ό,τι σας έχω πει μέχρι στιγμής, τι νομίζετε ότι θα κάνει, πώς θα αντιμετωπίσει το οξύ πρόβλημα που απειλεί τη ζωή της;
Το μυθιστόρημα το έγραψα πριν ξεσπάσουν τα αλλεπάλληλα περιστατικά βίας και φόνων γυναικών που απασχολούν την επικαιρότητα.
Αν και παρουσιάζεται έντονο και ανησυχητικό το κύμα βίας κατά των γυναικών, θεωρώ ότι πάμε μπροστά. Σπάζει το απόστημα και φαίνεται η δυσωδία αυτών των αποτρόπαιων πράξεων. Ο κόσμος μιλάει, αντιδρά και αυτό είναι μόνο θετικό. Τότε ήταν ντροπή να βγει το πρόβλημα έξω από το σπίτι, στις δε ελληνικές ταινίες –ως προέκταση της τρέχουσας ηθικής– για να συνέλθει η ηρωίς της άστραφτε ο ήρως ένα χαστούκι και εκείνη αυτόματα γινόταν… οβελίας και τον κοίταζε με έρωτα και υποταγή. Τι μήνυμα περνούσε στην κοινωνία;