Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο.Ένα μικρό κόκκινο βιβλιαράκι. Ένα σκοτεινό παραλήρημα που το διαβάζεις με κομμένη την ανάσα.

Ίσως όχι το καταλληλότερο ανάγνωσμα γι’ αυτή την καταθλιπτική περίοδο. Από την άλλη ίσως το πιο ταιριαστό. Για να μη βυθιστείς κι εσύ. Για να νιώσεις πως μόνο ο δρόμος της αντίστασης υπάρχει! Γιατί -παραφράζοντας το τραγούδι του Κοέν που διαπνέει το βιβλίο- θα πρέπει να κρατηθούμε από το χέρι για να κατακτήσουμε τον ουρανό κι όχι για να παραδοθούμε…
Ο Γιώργος Λαμπράκος μέσα από έναν απόλυτα θεατρικό μονόλογο μας μεταφέρει στα υπόγεια – μεταφορικά και κυριολεκτικά. Στην ήττα και στο σκοτάδι. Κάτω από τη στιλπνή επιφάνεια των ψευδαισθήσεων. Οι σκέψεις που τον καθοδηγούν έχουν κι αυτές τη δική τους, αυθύπαρκτη αξία….

 

Ως συγγραφέας μιλάτε πίσω από το προσωπείο μιας γυναίκας αλκοολικής, ανάπηρης, μόνης. Γιατί επιλέξατε μια τέτοια ηρωίδα;
Πριν από λίγα χρόνια παρακολούθησα τις παραστάσεις της Άννας Κοκκίνου και των συνεργατών της, βασισμένες σε έργα του Μπέκετ. Τότε γεννήθηκε η ιδέα για την Άννα, την ηρωίδα της Υπογείωσης, η οποία έχει περάσει τα πάνδεινα στη ζωή της και έχει επιβιώσει για να μας τα αφηγηθεί, αφού μαζί της ο θάνατος δεν λέει να πει την τελευταία του κουβέντα. Επέλεξα, λοιπόν, ως ηρωίδα μια πρωτεργάτρια της οδύνης, επειδή από τη θέση αυτή ένας άνθρωπος είναι ικανός να πει τα πάντα.

Η Υπογείωση έχει έντονη θεατρικότητα. Τη φαντάζεστε να ανεβαίνει ως μονόλογος πάνω σε μια σκηνή; Ποια θα ήταν η εικόνα που θα έβλεπε το κοινό;
Η Υπογείωση έχει ήδη παρουσιαστεί σε αναλόγιο με την εξαιρετική ηθοποιό Σοφία Μυρμηγκίδου. Υπάρχουν σκέψεις και προτάσεις για κανονικό ανέβασμα, αλλά στις μέρες μας τέτοια εγχειρήματα είναι επισφαλή. Οι επίδοξοι αναγνώστες του έργου, αλλά και το μελλοντικό κοινό, θα αντικρίσουν έναν καθρέφτη στον οποίον αντανακλάται η ανθρώπινη κατάσταση δίχως αυταπάτες και εξιδανικεύσεις, έναν καθρέφτη παραμορφωμένο, αλλά παραδόξως όχι παραμορφωτικό. Η ηρωίδα ξέρει ότι ο άνθρωπος είναι μια τούρτα κρέμας με καραμελωμένες φράουλες και λεπτές στρώσεις σκατών. Αυτό είναι και το νόημα του τίτλου: αν δεν υπογειωθούμε, αν δεν ρισκάρουμε να γνωρίσουμε τα υπαρξιακά βάθη που μας συγκροτούν, δεν θα μπορέσουμε να αναδυθούμε δυνατότεροι και καλύτεροι, για μας και τους γύρω μας.

It’s hard to hold the hand of anyone/ Who is reaching for the sky just to surrender. Στίχοι από το Stranger Song του Leonard Cohen, που μνημονεύει η ηρωίδα. Ποιο ρόλο παίζει αυτό το τραγούδι στο ξετύλιγμα του μύθου;
Η Άννα θυμάται τη σχέση της με τον γιο της, τον Πέτρο, που έφυγε νωρίς από το σπίτι για να γίνει μουσικός. Αυτό είναι ένα από τα τραγούδια που διασκεύασε και της έστειλε εν είδει παραπόνου για την έλλειψη αγάπης. Όταν αρχίσει η καταβύθιση, η επάνοδος είναι δύσκολη. Ο γιος της ηρωίδας δεν κατάφερε να ανέβει στην επιφάνεια. Θέλω να πιστεύω πως ο αναγνώστης θα τα καταφέρει, έχοντας ίσως βρει και μερικά μαργαριτάρια.

«Ωραία χώρα η Ελλάδα, αλλά έχει ένα πρόβλημα, έχει πολλούς Έλληνες», λέει η ηρωίδα σας και επικαλείται κάποιο σεισμό που θα θάψει όλους τους «Ελληνάρες». Διαβάζοντάς το, σκεφτόμουν την άνοδο της Χρυσής Αυγής. Πιστεύετε πως θα μπορούσαν οι Έλληνες διανοούμενοι να ανοίξουν έναν δρόμο αντίδρασης σε τέτοια φαινόμενα;
Μια χώρα όπως η Ελλάδα, με την απαράμιλλη φυσική ομορφιά της και την πάμπλουτη Iστορία της, θα έπρεπε να κατοικείται από ανθρώπους που να τη σέβονται και να τη φροντίζουν. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Επομένως, η ηρωίδα δεν στρέφεται ενάντια σε όλους τους Έλληνες αδιακρίτως, αλλά ενάντια στο συγκεκριμένο «πρόβλημα», δηλαδή την απαράδεκτη αναντιστοιχία μεταξύ μίας όμορφης χώρας και πολλών καταστροφικών ανθρώπων, κοινωνικών θεσμών και οικονομικών πρακτικών. Όσο για τα φαινόμενα που περιγράφετε, ο διανοούμενος και ο καλλιτέχνης μπορούν και οφείλουν να αντιδράσουν (και για το δικό τους το καλό), όμως ο καθένας με τον τρόπο που του ταιριάζει, ειδάλλως δεν θα υπάρχει αποτέλεσμα: άλλος με την τέχνη, άλλος με τον στοχασμό, άλλος με κοινωνικές δράσεις, άλλος με νομικές πρωτοβουλίες. Προσωπικά, θα το κάνω με το έργο μου, με την προοπτική να επηρεάσω συνειδήσεις και νοοτροπίες, αλλά πάντα με πολυδιάστατους αισθητικούς όρους και χωρίς την ντουντούκα της φτηνής δημαγωγίας και της δήθεν μίας και μόνης ορθής κοσμοεικόνας. Αυτά τα φαινόμενα είναι σύνθετα, μακροχρόνια και παγκόσμια. Το διπλό σφάλμα της αντιφασιστικής Ευρώπης στον Μεσοπόλεμο (μιας Ευρώπης που έτρεφε φυσικά τους δικούς της φασισμούς…) ήταν πως πρώτα εξέλαβε τους ναζί ως νομοταγείς υπέρμαχους της «τάξης», και μετά το 1945 ως τέρατα, ως μη ανθρώπους. Ας μην κάνουμε σήμερα το ίδιο διπλό σφάλμα. Εδώ ισχύει το ρητό: «Όποιος κατουράει στη θάλασσα, θα το βρει στο αλάτι του». Θα κατορθώσει άραγε σύσσωμη η ευρωπαϊκή Αριστερά να τραβήξει τους ανθρώπους από τη φασιστική ρουφήχτρα και, χωρίς να επαναλάβει τις ωμότητες των σοσιαλιστικών καθεστώτων, να τους εγγυηθεί εργασία, αλληλεγγύη και ελπίδα; Το εύχομαι, αν και απαισιοδοξώ.

«Όταν δεν ξέρεις σε ποιο λιμάνι θες ν’ αράξεις, κανένας άνεμος δεν είναι ευνοϊκός». Νιώθετε κι εσείς καθόλου χαμένος, όπως η πρωταγωνίστριά σας; Μπορεί η τέχνη να γίνει πυξίδα για να βρούμε το λιμάνι;
Η περίφημη φράση του Σενέκα αγγίζει τους πάντες, όμως το λιμάνι δεν είναι το ίδιο για τον καθένα. Σε μένα η τέχνη πράγματι λειτουργεί ως πυξίδα στον χαοτικό κόσμο μου/μας, όπου συχνά νιώθω χαμένος, αλλά σπάνια χαμένος από χέρι. Ο Σενέκας λέει όμως και ένα άλλο ωραίο, ότι «Η μοίρα οδηγεί τον πρόθυμο, αλλά σέρνει τον απρόθυμο». Θέλω να ξυπνώ κάθε μέρα με την προθυμία να παλεύω, ώστε η μοίρα απλώς να με οδηγεί.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!