Της Σοφίας Κολοτούρου.
Ο ποιητής Γιώργος Κοτζιούλας παραμένει γνωστός-άγνωστος για το ευρύ κοινό. Γνωστός ίσως κατ’ όνομα σε όσους ασχολούνται με την ποίηση, ωστόσο άγνωστος ουσιαστικά στους πολλούς. Εν συντομία, η εργοβιογραφία του έχει ως εξής: γεννήθηκε στα Τζουμέρκα της Ηπείρου το 1909. Το 1927 ήρθε πάμπτωχος στην Αθήνα, σπούδασε στη Φιλοσοφική, εργάστηκε ως διορθωτής, μεταφραστής και συντάκτης σε περιοδικά. Όμως αρρώστησε από φυματίωση και τον πήγαν σε σανατόριο στην Πεντέλη.
Στην Κατοχή επέστρεψε στο χωριό του και πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Το 1945 γύρισε στην Αθήνα. Ταλαιπωρήθηκε στα αστυνομικά κρατητήρια. Παντρεύτηκε το 1950, έκανε ένα γιο. Πέθανε το 1956 από καρδιακή προσβολή. Άφησε πίσω του πλούσιο μεταφραστικό έργο από τα αρχαία ελληνικά, τα λατινικά και τα γαλλικά. Το συγγραφικό του έργο συγκεντρώθηκε μετά το θάνατό του σε τρεις τόμους με τη βοήθεια φίλων του. Ανεξάρτητα κυκλοφορούν οι αναμνήσεις του «Θέατρο στα βουνά» και «Όταν ήμουν με τον Άρη».
Τον Δεκέμβριο του 2008 ο Νίκος Σαραντάκος κι εγώ αναλάβαμε από κοινού να παρουσιάσουμε το έργο του στο ηλεκτρονικό περιοδικό Ποιείν. Επιλέξαμε μερικά από τα πιο αντιπροσωπευτικά του ποιήματα, με στόχο να καλύψουμε χρονικά όλο το φάσμα της ποιητικής του παραγωγής.
Μέχρι τότε, τα ποιήματα του Κοτζιούλα υπήρχαν διαθέσιμα μόνο σε κάποιες παλιές ανθολογίες, καθώς η συγκεντρωτική έκδοση είχε εξαντληθεί από καιρό. Ο Νίκος Σαραντάκος, εξ όσων γνωρίζω, ήταν ο πρώτος που ανέλαβε να συγκεντρώσει διαδικτυακά και να παρουσιάσει στην ιστοσελίδα του το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Κοτζιούλα.
Λίγους μήνες αργότερα, στη σειρά Εκ Νέου των εκδόσεων Γαβριηλίδη (σειρά στην οποία παρουσιάζεται το έργο παλαιών μισο-λησμονημένων ποιητών) κυκλοφόρησε τόμος αφιερωμένος στο έργο του Κοτζιούλα. Η επιλογή των ποιημάτων του έγινε από τον Σωτήρη Τριβιζά, ο οποίος έγραψε και το επίμετρο. Ο κύριος Τριβιζάς προτίμησε να ανθολογήσει μόνο την προπολεμική ποιητική παραγωγή του Κοτζιούλα, αιτιολογώντας αυτή του την επιλογή ως εξής: «H γνωριμία του ποιητή με τον Άρη Βελουχιώτη και η συμμετοχή του στην εθνική αντίσταση θα σημαδέψουν τη ζωή του και θ’ αλλοιώσουν την ποιητική φυσιογνωμία του […] ολόκληρη σχεδόν η μεταπολεμική παραγωγή του, δύσκολα ξεφεύγει από τα όρια της προχειρογραφίας…».
Ο Νίκος Σαραντάκος, στο άρθρο του: Ένας άλλος Κοτζιούλας διαφώνησε με αυτή την επιλογή και ανταπάντησε υποδεικνύοντας όλα τα μεταπολεμικά ποιήματα του Κοτζιούλα τα οποία, κατά τη δική του γνώμη, θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μια ανθολογία του ποιητή. Οι θέσεις του Νίκου Σαραντάκου με βρίσκουν σύμφωνη, εξάλλου τις είχαμε ήδη συζητήσει μερικούς μήνες πριν κατά τη δική μας παρουσίαση-ανθολόγηση.
Ασφαλώς, η ανθολόγηση ενός ποιητή δεν μπορεί παρά να βασίζεται στο υποκειμενικό γούστο του ανθολόγου και ο κύριος Τριβιζάς ή όποιος άλλος ανθολόγος, δικαιούται απόλυτα να έχει τις δικές του θέσεις. Προσωπικά θα προτιμήσω να σταθώ στην πανθομολογούμενη επίδραση της προσωπικότητας του Άρη Βελουχιώτη και εν γένει της εμπειρίας του ποιητή από τον Εμφύλιο, όπου βγήκε στο βουνό και πολέμησε στο πλευρό του. Πιστεύω ότι, ορισμένα πολιτικά του ποιήματα, όπως η Επανάσταση και το Ανθρωπομάζωμα (που δημοσιεύτηκε στον Ρίζο της Δευτέρας στις 18.8.1947) δεν υστερούν ούτε νοηματικά ούτε στιχουργικά σε σχέση με ανάλογα ποιήματα, π.χ. του Βάρναλη.
Καθώς ο χώρος μας στην εφημερίδα είναι περιορισμένος, είμαι υποχρεωμένη να παραπέμψω στις σελίδες που προαναφέρθηκαν στο διαδίκτυο, όπου μπορείτε να δείτε ολόκληρα τα αναφερόμενα ποιήματα, και να κλείσω αυτό το σύντομο σημείωμα με ένα τετράστιχο από την Επανάσταση, που μοιάζει τραγικά επίκαιρο και υπό τις σημερινές συνθήκες και μας καλεί, το δίχως άλλο, να ξαναδιαβάσουμε τον πολιτικό Κοτζιούλα, τον σύντροφο του Βελουχιώτη, υπό το πρίσμα των γεγονότων των τελευταίων μηνών:
Πού θα πάτε, πού θα πάτε! Στα σχολειά και στις στρατώνες
κι απ’ τους άμβωνες απάνω Φαρισαίοι χωρίς καρδιά
μας κρατούσαν στο σκοτάδι και με νόμους, με κανόνες
πρόσταζαν τον πεινασμένο «σουτ», «σκασμός» και «τσιμουδιά».
Στην Κατοχή επέστρεψε στο χωριό του και πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Το 1945 γύρισε στην Αθήνα. Ταλαιπωρήθηκε στα αστυνομικά κρατητήρια. Παντρεύτηκε το 1950, έκανε ένα γιο. Πέθανε το 1956 από καρδιακή προσβολή. Άφησε πίσω του πλούσιο μεταφραστικό έργο από τα αρχαία ελληνικά, τα λατινικά και τα γαλλικά. Το συγγραφικό του έργο συγκεντρώθηκε μετά το θάνατό του σε τρεις τόμους με τη βοήθεια φίλων του. Ανεξάρτητα κυκλοφορούν οι αναμνήσεις του «Θέατρο στα βουνά» και «Όταν ήμουν με τον Άρη».
Τον Δεκέμβριο του 2008 ο Νίκος Σαραντάκος κι εγώ αναλάβαμε από κοινού να παρουσιάσουμε το έργο του στο ηλεκτρονικό περιοδικό Ποιείν. Επιλέξαμε μερικά από τα πιο αντιπροσωπευτικά του ποιήματα, με στόχο να καλύψουμε χρονικά όλο το φάσμα της ποιητικής του παραγωγής.
Μέχρι τότε, τα ποιήματα του Κοτζιούλα υπήρχαν διαθέσιμα μόνο σε κάποιες παλιές ανθολογίες, καθώς η συγκεντρωτική έκδοση είχε εξαντληθεί από καιρό. Ο Νίκος Σαραντάκος, εξ όσων γνωρίζω, ήταν ο πρώτος που ανέλαβε να συγκεντρώσει διαδικτυακά και να παρουσιάσει στην ιστοσελίδα του το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Κοτζιούλα.
Λίγους μήνες αργότερα, στη σειρά Εκ Νέου των εκδόσεων Γαβριηλίδη (σειρά στην οποία παρουσιάζεται το έργο παλαιών μισο-λησμονημένων ποιητών) κυκλοφόρησε τόμος αφιερωμένος στο έργο του Κοτζιούλα. Η επιλογή των ποιημάτων του έγινε από τον Σωτήρη Τριβιζά, ο οποίος έγραψε και το επίμετρο. Ο κύριος Τριβιζάς προτίμησε να ανθολογήσει μόνο την προπολεμική ποιητική παραγωγή του Κοτζιούλα, αιτιολογώντας αυτή του την επιλογή ως εξής: «H γνωριμία του ποιητή με τον Άρη Βελουχιώτη και η συμμετοχή του στην εθνική αντίσταση θα σημαδέψουν τη ζωή του και θ’ αλλοιώσουν την ποιητική φυσιογνωμία του […] ολόκληρη σχεδόν η μεταπολεμική παραγωγή του, δύσκολα ξεφεύγει από τα όρια της προχειρογραφίας…».
Ο Νίκος Σαραντάκος, στο άρθρο του: Ένας άλλος Κοτζιούλας διαφώνησε με αυτή την επιλογή και ανταπάντησε υποδεικνύοντας όλα τα μεταπολεμικά ποιήματα του Κοτζιούλα τα οποία, κατά τη δική του γνώμη, θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μια ανθολογία του ποιητή. Οι θέσεις του Νίκου Σαραντάκου με βρίσκουν σύμφωνη, εξάλλου τις είχαμε ήδη συζητήσει μερικούς μήνες πριν κατά τη δική μας παρουσίαση-ανθολόγηση.
Ασφαλώς, η ανθολόγηση ενός ποιητή δεν μπορεί παρά να βασίζεται στο υποκειμενικό γούστο του ανθολόγου και ο κύριος Τριβιζάς ή όποιος άλλος ανθολόγος, δικαιούται απόλυτα να έχει τις δικές του θέσεις. Προσωπικά θα προτιμήσω να σταθώ στην πανθομολογούμενη επίδραση της προσωπικότητας του Άρη Βελουχιώτη και εν γένει της εμπειρίας του ποιητή από τον Εμφύλιο, όπου βγήκε στο βουνό και πολέμησε στο πλευρό του. Πιστεύω ότι, ορισμένα πολιτικά του ποιήματα, όπως η Επανάσταση και το Ανθρωπομάζωμα (που δημοσιεύτηκε στον Ρίζο της Δευτέρας στις 18.8.1947) δεν υστερούν ούτε νοηματικά ούτε στιχουργικά σε σχέση με ανάλογα ποιήματα, π.χ. του Βάρναλη.
Καθώς ο χώρος μας στην εφημερίδα είναι περιορισμένος, είμαι υποχρεωμένη να παραπέμψω στις σελίδες που προαναφέρθηκαν στο διαδίκτυο, όπου μπορείτε να δείτε ολόκληρα τα αναφερόμενα ποιήματα, και να κλείσω αυτό το σύντομο σημείωμα με ένα τετράστιχο από την Επανάσταση, που μοιάζει τραγικά επίκαιρο και υπό τις σημερινές συνθήκες και μας καλεί, το δίχως άλλο, να ξαναδιαβάσουμε τον πολιτικό Κοτζιούλα, τον σύντροφο του Βελουχιώτη, υπό το πρίσμα των γεγονότων των τελευταίων μηνών:
Πού θα πάτε, πού θα πάτε! Στα σχολειά και στις στρατώνες
κι απ’ τους άμβωνες απάνω Φαρισαίοι χωρίς καρδιά
μας κρατούσαν στο σκοτάδι και με νόμους, με κανόνες
πρόσταζαν τον πεινασμένο «σουτ», «σκασμός» και «τσιμουδιά».
Σχόλια