Συνέντευξη στον Χρήστο Πραμαντιώτη. Τη γνώμη του για τις διαχρονικές παθογένειες και ελλείμματα του συνδικαλιστικού κινήματος περιγράφει ο Γιώργος Γαβρίλης, γραμματέας της Αυτόνομης Παρέμβασης, ο οποίος σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Δρόμο μιλά για τις στρατηγικές και τακτικές των συνδικάτων, το αξιακό φορτίο των συνδικαλιστικών δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά και για τον κύκλο των σημαντικών εργατικών αγώνων του Σεπτεμβρίου.

Ενώ η επίθεση της κυβέρνησης συνεχίζεται και κλιμακώνεται, αναμέναμε ένα θερμό εργατικό φθινόπωρο, το οποίο όμως δεν αποδείχτηκε τέτοιο. Τι έφταιξε;
Πρέπει να συνυπολογίσουμε σοβαρά στην αναζήτησή μας ότι η επίθεση εκπροσωπείται από την κυβέρνηση, αλλά αυτή στηρίζεται και αποτελεί μέρος ενός πολύ ισχυρού συνεκτικού μνημονιακού μπλοκ. Γι’ αυτό έχουμε κατ’ επανάληψη ισχυριστεί ότι απέναντι σ’ αυτόν το ισχυρό πόλο, απαιτείται η συγκρότηση ενός αντίπαλου κοινωνικοπολιτικού πόλου, που θα συσπειρώνει τις κοινωνικές δυνάμεις που πλήττονται από τις μνημονιακές πολιτικές και θα έχει συνεκτικό σχέδιο αντιπαράθεσης σε μια μάχη μακράς πνοής, που πρέπει να δοθεί. Στην επιδίωξή μας αυτή, οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής ηγετικής πλειοψηφίας, έχοντας προσχωρήσει οριστικά πια όπως φαίνεται στο αντίπαλο μνημονιακό στρατόπεδο, έστησαν ισχυρά αναχώματα κατά την περίοδο των μεγάλων αγώνων που δόθηκαν τον Σεπτέμβρη.
Προς έκπληξη όλων μας, τα αναχώματα ενισχύθηκαν δυστυχώς και από τις συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΠΑΜΕ, που κινούνται σταθερά πλέον στα νερά της πολιτικής τους αναφοράς κι έχουν αναγορεύσει σε κυρίαρχο εχθρό τους τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς μέσα στα συνδικάτα, προσπερνώντας τα διακυβεύματα και τα επίδικα αυτής της συγκυρίας, με οδυνηρές συνέπειες για το εργατικό λαϊκό κίνημα.
Για όλους αυτούς τους λόγους, το μαζικό κίνημα δεν κατάφερε να συγχρονιστεί και να συμπορευτεί με τους μεγάλους εργατικούς αγώνες, που έδιναν μια μάχη πολιτικής σύγκρουσης και αντιπαράθεσης, πάνω από τα όρια και τις αντοχές τους.
Αλλά τηρουμένων των αναλογιών, το μνημονιακό καθεστώς βρήκε μπροστά του ισχυρούς αντιπάλους, οι μάχες που αναπτύχθηκαν ήταν πολλές, μεγάλες και αποφασιστικές και έφεραν σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση.
Μην παραγνωρίζουμε επίσης τη σπουδαιότητα πολλών διάσπαρτων μεν, αλλά σκληρών αγώνων, που δίνουν ομάδες εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και οι οποίες αφήνουν σοβαρές παρακαταθήκες αγωνιστικότητας, ανθεκτικότητας, αλληλεγγύης, ταξικής και πολιτικής συνειδητοποίησης.
Η κυβέρνηση πάντως και όλο το μνημονιακό καθεστώς, δεν επαναπαύεται καθόλου από την κινητικότητα που αναπτύχθηκε, από την πολιτικοποίηση που όλο πιο πυκνά συντελείται, από τις προοπτικές της συνέχειας που ανοίγονται και τις οποίες εμείς καλούμαστε να προωθήσουμε, τόσο ενόψει της Πανελλαδικής Πανεργατικής Απεργίας στις 6 Νοέμβρη, όσο και μετά από αυτήν.  

Η λογική της «θρυαλλίδας», όπου ένας κλάδος (π.χ. καθηγητές Δευτεροβάθμιας) θα βγει μπροστά οδηγώντας σε ένα μεγάλο εργατικό ξέσπασμα, δεν φαίνεται να αποδίδει. Επίσης, η δίκαια οργή των εργαζομένων δεν φαίνεται να εκφράζεται μέσα από τα συνδικάτα. Πού τα αποδίδετε αυτά;
Κατ’ αρχήν, ο αγώνας των καθηγητών έδωσε τη σκυτάλη στα Πανεπιστήμια, οι καθηγητές δεν παραιτήθηκαν από την ανάγκη της συνέχειας και της συγκρότησης μετώπου για την υπεράσπιση της δημόσιας παιδείας και των δημόσιων κοινωνικών αγαθών.
Προσέφεραν στο εργατικό κίνημα μεγάλη συσσωρευμένη εμπειρία, άνοιξαν με θετικές προοπτικές μέτωπο στην κοινωνία, ενδυνάμωσαν τις αξίες της αλληλεγγύης, της αποφασιστικότητας, της αγωνιστικότητας, της συλλογικής δράσης. Ο αγώνας τους άνοιξε τον προβληματισμό για τις ενδεδειγμένες μορφές πάλης, την ανάγκη των συμμαχιών, τον αγωνιστικό συγχρονισμό. Δοκίμασαν με θετικά αποτελέσματα, βήματα λαϊκών μετώπων στις γειτονιές, έδεσαν καλύτερα την επαφή τους με τους γονείς, η αποτίμηση του αγώνα τους είναι χρήσιμη για όλο το εργατικό κίνημα.
Την περίοδο αυτή που ο αγώνας ενάντια στο μνημονιακό καθεστώς είναι αγώνας σκληρής πολιτικής σύγκρουσης, ήρθαν στην επιφάνεια διαχρονικές παθογένειες και ελλείμματα του σ.κ. Η πολύχρονη ενσωμάτωση των ηγεσιών του στον κοινωνικό εταιρισμό και στο πεδίο της κοινωνικής ειρήνης, η απορρόφησή τους από την πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού και στη λογική της συνδιαχείρισης του καπιταλισμού με κοινωνικό πρόσημο, οδήγησε τα συνδικάτα σε μαρασμό, αποσύνθεση, παθητικότητα, ακινησία, σε συμπτώματα που μετεξελίχθηκαν στις μέρες μας σε κρίση αξιοπιστίας και κύρους του σ.κ.
Η αποδυνάμωση των συνδικάτων, η υποχώρηση της συνδικαλιστικής τους πυκνότητας, η απουσία τους από εργασιακούς χώρους, η αδυναμία εκπροσώπησης μεγάλων ομάδων εργαζομένων, χαρακτηριστικά όχι μόνο των ελληνικών συνδικάτων, επιδεινώθηκε τα πέτρινα χρόνια του μνημονίου. Παρά τη μεγάλη ζημιά που έχει γίνει από τη στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου να ξεμπερδέψει μια και καλή με τα συνδικάτα, αλλά και από τη συνενοχή της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι κράτησαν ζωντανές και αστείρευτες τις πηγές αναζωογόνησής τους.
Οι εργαζόμενοι αξιολόγησαν το πρωτεύον κέλευσμα των καιρών και ανταποκρίθηκαν στις απεργιακές κινητοποιήσεις των συνδικάτων, δημιούργησαν νέες εργατικές συσπειρώσεις, πίεσαν και αφύπνισαν σημαντικό μέρος του σ.κ., ανέδειξαν την αναντικατάστατη αξία της ταξικής αγωνιστικής δράσης και επικαιροποίησαν το πρόταγμα της συλλογικής οργάνωσης. Αναπτύχθηκαν πολλές δράσεις και μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις, οι οποίες στηρίχθηκαν στα αγωνιστικά συνδικάτα που πάλευαν και συνεχίζουν να μοχθούν για την ανασυγκρότηση και την επαναθεμελίωση του συνδικαλιστικού κινήματος.
Σε όλες τις αγωνιστικές αντιστάσεις που αναπτύχθηκαν τα τριάμισι χρόνια της αντιμνημονιακής πάλης, οι αγώνες των συνδικάτων είχαν πρωταγωνιστική συμβολή, αυτά ήταν που πολλές φορές εκπροσώπησαν την πολιτική αντιπαράθεση και σύγκρουση με το μνημονιακό καθεστώς, τροφοδότησαν πολιτικές διεργασίες και ανακατατάξεις, διεθνοποίησαν με τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις την πολιτική πάλη που διεξάγεται στη χώρα μας.
Απέδειξαν ότι, παρά τη στρατηγική επιδίωξη της καταστροφής των συνδικάτων, δεν ήρθε το τέλος τους, απεναντίας αναδείχθηκε η απόλυτη αναγκαιότητά τους, ειδικά αυτή τη στιγμή.

Μια σειρά κρίσιμων «αρμοδιοτήτων» (π.χ. συλλογική διαπραγμάτευση) έχουν πλέον αφαιρεθεί από τα συνδικάτα με σωρεία νόμων και ρυθμίσεων. Τα συνδικάτα βρίσκονται μπροστά σε αδιέξοδο;
Ασφαλώς το νέο απορρυθμισμένο νομικό πλαίσιο έχει επιδράσει αρνητικά και έχει προκαλέσει πρόσθετα προβλήματα και αναζητήσεις, προκύπτει δε, ακόμη πιο απαραίτητη και κατεπείγουσα, η ανάγκη της επαναθεμελίωσής τους, της σύνδεσής τους με τα νέα καθήκοντα, τις καινούργιες ανάγκες που προκύπτουν, της επανεξέτασης των νέων συμφερόντων και αναγκών της εργατικής τάξης που πρέπει να εκπροσωπηθούν, καθώς και των καινοτόμων μέσων για την επίτευξη των ιστορικών τους καθηκόντων.

Υπάρχει η άποψη ότι τα συνδικάτα εξακολουθούν να συμπεριφέρονται σαν να βρισκόμαστε στην προ κρίσης εποχή. Στις σημερινές συνθήκες μπορούν να συνεχίσουν να συμπεριφέρονται σαν ομάδες πίεσης; Να το πούμε αλλιώς: οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα τους έχουν δικαίωμα να προβάλλουν ένα διαφορετικό όραμα για τη χώρα ή πρέπει να παραμείνουν στο μοντέλο «ΣΣΕ, απολύσεις, συνθήκες εργασίας» επειδή έτσι έχουν συνηθίσει κι επειδή μέχρι εκεί είναι τα «χωράφια» τους;
Τα συνδικάτα, ως συλλογικότητες οργάνωσης και εκπροσώπησης των συμφερόντων και των αναγκών των εργαζομένων, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παραιτηθούν από αυτόν το ρόλο τους, απεναντίας πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή ετοιμότητα και να υπερασπίζονται τους εργαζόμενους στα μικρά και μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Στην καθημερινή μάχη στους χώρους εργασίας, δένουν και σταθεροποιούν τους δεσμούς τους με τους εργαζόμενους και μέσα από αυτήν τη λειτουργία και δράση, θα αποκτήσουν καλύτερη επαφή με τα νέα φαινόμενα, τις νέες ανάγκες, τα νέα καθήκοντα.
Η υπεράσπιση των Συλλογικών διαπραγματεύσεων, η πάλη ενάντια στις απολύσεις και στην ανεργία, η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, δεν είναι εύκολα «χωράφια».
Να υπενθυμίσουμε ότι, στον βασικό πυρήνα όλων στρατηγικών σχεδιασμών του κεφαλαίου, που εκπροσωπήθηκαν πολύ ισχυρά και μέσα από τα μνημόνια, βρίσκεται η αλλαγή του μοντέλου εργασίας, η κατάργηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης, η τεράστια ανεργία που προκαλεί εκρηκτικά προβλήματα στη συνοχή της εργατικής τάξης και χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την περαιτέρω υποβάθμιση της εργασίας, «αφέθηκε» βορά προς εκμετάλλευση στις διχαστικές εγκληματικές φασιστικές εκστρατείες της Χρυσής Αυγής. Οι αγώνες των συνδικάτων στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων, των συλλογικών διαπραγματεύσεων, των απολύσεων, των επιχειρήσεων που κλείνουν και αφήνουν στο δρόμο τους εργαζόμενους, είναι αγώνες με ισχυρό πολιτικό πρόσημο.
Τα συνδικάτα χωρίς να εγκαταλείπουν τον αγώνα τους για τα επιμέρους θέματα πρέπει να τα συνδέουν όλο και πιο πολύ με την ανάγκη μιας εναλλακτικής πρότασης εξόδου από την κρίση, με την προσπάθεια επιβολής μιας νέας οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής ατζέντας, που θα προβάλει τις ανάγκες των εργαζομένων και της κοινωνίας, που θα κερδίζει τις συνειδήσεις της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και θα προσδιορίζει το νόημα, το όραμα και την ελπίδα στους εργαζόμενους για να αγωνιστούν.
Η σύνδεση αυτών των αγώνων με την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών, χτίζεται καθημερινά, ωριμάζει όλο και πιο πυκνά μέσα στα συνδικάτα, ενώ στο βαθμό που οι συγκροτημένες πολιτικές δυνάμεις, στην προκειμένη περίπτωση η Αριστερά, καταφέρνουν να κάνουν πιο ορατή την πολιτική, οικονομική και κοινωνική εναλλακτική, τόσο πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά θα αποκτούν όραμα και λόγο να αγωνιστούν οι εργαζόμενοι.

Είναι μερικά χρόνια τώρα που οι εργαζόμενοι και ο λαός μας έχουν εκφράσει με πολλούς τρόπους την απέχθειά τους για το πολιτικό σύστημα. Σε αυτό το πολιτικό σύστημα, ως οργανικό μέρος του, φάνηκε να εντάσσουν και τον συνδικαλισμό που είχαμε γνωρίσει μέχρι τώρα (όσα ακούστηκαν για υπόθεση στο νοσοκομείο ΣΩΤΗΡΙΑ είναι μια πλευρά αυτού του θέματος, αλλά όχι η μόνη). Δεν είναι πια καιρός οι συνδικαλιστές να μιλήσουν με άλλο τρόπο στους εργαζόμενους και στο λαό;
Οι συνδικαλιστικές δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς είχαν και συνεχίζουν να έχουν πολύ ψηλά στην ατζέντα τους τις αρχές και τις αξίες που πρέπει το σ.κ. να προτάξει. Τις αξίες της αλληλεγγύης, της ανιδιοτέλειας, της εθελοντικής προσφοράς, της εντιμότητας, του συλλογικού έναντι του προσωπικού, ως αξίες ταυτόσημες και σύμφυτες με την ύπαρξη και τη δράση των συνδικάτων.
Έχουμε προτείνει εδώ και καιρό τη συγκρότηση χώρου διαλόγου για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, που θα αναζητήσει τη σύγχρονη πορεία του, θα συζητήσει χωρίς ταμπού όλο το φάσμα των προβλημάτων που παρουσιάζονται στο εσωτερικό του, όλα όσα πλήττουν την αξιοπιστία του, επηρεάζουν αρνητικά τον ταξικό του προσανατολισμό, ό,τι πολλαπλασιάζει τους αρνητικούς παράγοντες σε βάρος του.
Οι καιροί επιβάλλουν τα συνδικάτα να μπουν σε τροχιά ανασύνταξης, σε μια προσπάθεια μακράς πνοής για να συγκροτήσουν μια νέα ταξική ενότητα της εποχής, διεκδικώντας την επαναϊδεολογικοποίηση του σ.κ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!