Μετά το πέρας της θερμής συζήτησης που παραθέτουμε, με τον κοσμογυρισμένο κινηματογραφιστή Γιώργο Αυγερόπουλο, για το νέο του ντοκιμαντέρ «Agora II: Δεσμώτες», μου ήρθαν στο νου οι στίχοι του Μανόλη Αναγνωστάκη που έγραψε στην πικρή δεκαετία του ’50 «Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα», όπως τραγουδήθηκαν δυναμικά από την Μαρία Δημητριάδη, σε μελοποίηση Θάνου Μικρούτσικου.
Πράγματι, ο Αυγερόπουλος όχι μόνο «δεν παραδέχεται την ήττα», αλλά αρματώθηκε με θάρρος και πείσμα για να συνεχίσει το «Agora: Από τη δημοκρατία στις αγορές» (2014). Τα γυρίσματα του νέου ντοκιμαντέρ διαδραματίζονται κατά την κρίσιμη πενταετία 2015-2019 και καταλήγουν σε ένα οργισμένο αλλά ήπια δοσμένο κινηματογραφικό μανιφέστο, το δικό του «Κατηγορώ», πλάι στην πρόσφατη μυθοπλαστική ταινία του Κώστα Γαβρά, όπου αναδεικνύονται οι πολιτικοί χειρισμοί απέναντι σε μια απροκάλυπτα μαφιόζικη συμμορία, που έριξε στα Τάρταρα μια ολόκληρη χώρα και τον λαό της.
Πιστός στο ραντεβού του με την καταγραφή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, ο Αυγερόπουλος παραθέτει τους πραγματικούς πρωταγωνιστές μιας εκρηκτικής περιόδου, που όλοι προσπαθούν να προσπεράσουν, πλάι σε επιλεγμένες στιγμές και γεγονότα που σημάδεψαν την «πρώτη φορά αριστερά», επιχειρώντας έναν πολιτικό αναστοχασμό. Μέσα από ένα δραστικό μοντάζ εκθέτει πρόσωπα και απόψεις παράλληλα με εικόνες, αφηγήσεις και αντικρουόμενες επιλογές, με πολιτικούς να αντιφάσκουν ή να απολογούνται, όταν οι προσδοκίες του ελληνικού λαού για ανατροπή εξανεμίστηκαν «εν μιά νυκτί».
Συνέπειες της δεκαετούς σκληρής λιτότητας, που κανείς δεν θέλει να θυμάται, υπενθυμίζονται με άστεγες οικογένειες, αναζήτηση τροφής στα σκουπίδια, αλλά και την αξιοθρήνητη εικόνα μιας ελληνικής σημαίας που στροβιλίζεται άτσαλα στον άνεμο, υποδηλώνοντας την «τσαλακωμένη» ελληνική περηφάνια και ελπίδα.
Τα νούμερα μιλάνε από μόνα τους 25% μείωση του ΑΕΠ, 2,5 εκατ. Έλληνες κάτω από το όριο της φτώχειας, 1 εκ. άνεργοι, μετανάστευση μισού εκατομμυρίου Ελλήνων, ενώ άνθρωποι θύματα της κρίσης μιλούν για μια «κλεμμένη αξιοπρέπεια» και «όχι άλλες αυταπάτες». Παράλληλα, καταγράφονται εικόνες θαλασσοπνιγμένων προσφύγων κατά το 2015-2016, που καταφθάνουν στα ελληνικά νησιά, οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης στα υπερπλήρη κέντρα υποδοχής, καθώς και η κοσμοσυρροή προσφύγων και μεταναστών στις πλατείες του κέντρου της Αθήνας, λίγους μήνες αργότερα.
Οι χρονικές μετατοπίσεις ανακατεύουν εικόνες στους διαδρόμους των συνεδριάσεων του Eurogroup στις Βρυξέλλες, όπου η κάμερα του Αυγερόπουλου συνομιλεί με τους πρωταγωνιστές, μπαινοβγαίνει στα γραφεία και καταγράφει τα ξεδιάντροπα τελεσίγραφα στις σκληρές διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης Τσίπρα, το 2015, πλάι στις μελλοντικές εικόνες των συλλαλητηρίων για το Μακεδονικό το 2018. Και πάλι πίσω, με ξένα πρωτοσέλιδα να σχολιάζουν την εκλογή του Τσίπρα, τον Γενάρη του 2015, ως «εκλογή που προκαλεί το ευρωπαϊκό κατεστημένο» και «κραυγή δικαιοσύνης και ελπίδας, για εκατομμύρια Έλληνες», πλάι στις ουρές στα ΑΤΜ και εικόνες της λαοθάλασσας τον Ιούλη του 2015 στο Σύνταγμα για το δημοψήφισμα, μέχρι να επιστρέψει η απεχθής λέξη μνημόνιο, «σαν να μην είχε αλλάξει τίποτα», όπως σχολιάζει εκτός κάδρου ο ίδιος ο σκηνοθέτης.
Τι σηματοδοτεί ο επίτιτλος «Δεσμώτες» στον τίτλο του δεύτερου μέρους του «AGORA»;
Πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2060 και δεσμευμένη περιουσία στο Υπερταμείο για 99 χρόνια, αυτά μας κρατάνε δέσμιους. Είμαστε λοιπόν «δεσμώτες» οικονομικά, αλλά και μεταφορικά πλέον. Βλέπω απόλυτη σύνδεση με την πρώτη σκηνή της τραγωδίας «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου, όπου ο Ήφαιστος καρφώνει με βαριά καρδιά τον Προμηθέα στο βράχο, ενώ από κάτω το Κράτος και η Βία του λένε τι να κάνει.
Το υλικό του ντοκιμαντέρ προέκυψε από γυρίσματα πέντε χρόνων. Τι σε έκανε να καταγράψεις το χρονικό της «πρώτης φοράς αριστερά»;
Δεν είναι ακριβώς χρονικό της πενταετίας 2015-2020, δεν ήθελα να δείξω τις καταστροφές στο Μάτι και στη Μάνδρα, γιατί επέλεξα δύο άξονες για την ταινία: οικονομική και προσφυγική κρίση. Η οπτικοακουστική καταγραφή αυτής της περιόδου αποτελεί ένα ακόμα κομμάτι του παζλ, που συμπληρώνεται με το βιβλίο του Βαρουφάκη, την ταινία του Γαβρά, άλλα βιβλία που έχουν γραφτεί και κάποια που θα γραφτούν στο μέλλον. Ήθελα να κλείσω τη μνήμη μέσα σε ένα κουτί, ως παρακαταθήκη για τις μελλοντικές γενιές και τους αυριανούς ερευνητές, ώστε να μπορούν να αντληθούν συμπεράσματα που θα βοηθήσουν στο δημόσιο διάλογο. Είμαι απόλυτα αντίθετος με την τάση στους κόλπους των προοδευτικών δυνάμεων να πετάξουμε «κάτω από το χαλί» ό,τι συνέβηκε, με άλλοθι την επάνοδο δεξιάς κυβέρνησης. Θεωρώ ότι η πληγή είναι ακόμα ανοιχτή και απαιτείται ένα νέο πρόταγμα.
Χρησιμοποιώντας τις αφηγήσεις του χαρισματικού Βαρουφάκη, νιώθω πως αν ο Κώστας Γαβράς διατηρεί τη μνήμη όσων συνέβησαν μέσα από τη μυθοπλασία, στο ντοκιμαντέρ σου γίνεται μέσα από μια τεκμηριωμένη καταγραφή της, με τις πραγματικές εικόνες των πρωταγωνιστών.
Με τον Γαβρά είχαμε τεράστιες και ωραίες συζητήσεις. Λένε ότι το ντοκιμαντέρ έχει δομή ταινίας φιξιόν, αλλά συχνά η πραγματικότητα ξεπερνάει τη μυθοπλασία και αυτό είναι πιο σκληρό. Ήθελα να περιέχει στοιχεία πολιτικού θρίλερ, γιατί κάπως έτσι το έζησα. Πηγαινοερχόμουν ασταμάτητα στις Βρυξέλλες και σαν μύγα στον τοίχο, έπρεπε να περνώ απαρατήρητος στους διαδρόμους του Eurogroup. Ξεκίνησα σαν guerilla filmmaking, γιατί χρειάστηκε χρόνος να με εμπιστευθούν και να καταγράφω με κάμερα και μικρόφωνο. Δεν μου έφτανε όμως μόνο να καταγράψω εκφράσεις, την έπαρση, ήθελα να το συνδυάσω με την κοινωνία και το προσφυγικό, ήταν όλο μια πρόκληση, ενώ δεν ήξερα πώς θα λειτουργήσει σε ξένο κοινό. Ένιωσα ανακούφιση όταν οι Γερμανοί και Γάλλοι συμπαραγωγοί που είδαν την ταινία κατάλαβαν πού οδηγήθηκε μια κοινωνία από τις πολιτικές που οι κυβερνήσεις τους επιβάλανε.
Η αφήγηση των γεγονότων γίνεται με πολλά πισωγυρίσματα, δίχως χρονολογική σειρά, ενώ χρησιμοποιείς το μοντάζ ως εργαλείο πολιτικής διαμαρτυρίας.
Για πράγματα που έχουν γίνει δύο-τρία χρόνια μετά, ένα άλμα στο χρόνο για να τα εξετάσεις την ώρα που αναλύεται αυτή η θεματική βοηθά στη δημιουργία μιας καθαρής αντίληψης, παρά να τα δείξεις αποσπασματικά σε χρονική σειρά. Οι μεταβάσεις στο χρόνο και το μπρος-πίσω δίνουν το αίτιο και το αιτιατό. Η χρονική μπάρα δηλώνει αυτές τις μεταβάσεις, ενώ η βελόνα που μετατοπίζεται είναι ουσιαστικά η βελόνα της ζωής μας, τα χρόνια που πέρασαν, οι φίλοι που χάσαμε. Με δυσκόλεψαν οι μεταβάσεις γιατί έπρεπε να ισορροπούν ταυτόχρονα διαφορετικές χρονικές στιγμές, σε διαφορετικές θεματικές, με διαφορετικούς χαρακτήρες. Αρκετές φορές ξαναμόνταρα σκηνές μέχρι να βρω το ρυθμό, ενώ είχα να ακολουθήσω και μια ζωντανή ιστορία εν εξελίξει, που συνεχώς μεταλλασσόταν. Προκάλεσα όμως περισσότερα ερωτήματα απ’ όσα μπορούσα να απαντήσω. Το μοντάζ κράτησε από Απρίλη μέχρι Δεκέμβρη. Βασικά αισθάνομαι φοβερή απογοήτευση, όχι μόνο για την ιδεολογικοπολιτική μετάλλαξη ενός φορέα που εμπιστευτήκαμε, αλλά για το πού φτάσαμε. Στο ντοκιμαντέρ αυτό είναι πολύ άμεση η εμπλοκή μου, είναι η πιο προσωπική ταινία μου. Ακόμα και οι στίχοι στο τραγούδι της αρχής…
Οι στίχοι «…άγριες είναι οι μέρες…» είναι δικοί σου; Εσύ τραγουδάς;
Ναι, στίχοι-τραγούδι δικά μου, σε μουσική του Γιάννη Παξεβάνη, συνθέτη όλης της πρωτότυπης μουσικής του έργου. Το να συμπυκνώσω συναισθήματα που είχα, με μοντάζ, μουσική και αφήγηση ήταν μια διαδικασία σαν βαλβίδα αποσυμπίεσης.
Δίνεις έμφαση στη λέξη «χρεοκοπία», λέξη που δεν ειπώθηκε καθαρά από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως όταν αναγράφεται με αντίστροφη μέτρηση το νούμερο των ημερών πριν από αυτήν. Τι επιδιώκεις;
Οι λέξεις έχουν δύναμη και επέλεξα τη σωστή λέξη εκεί που έπρεπε, ώστε να γίνει αντιληπτό το διακύβευμα. «Χρεοκοπία» και όχι «λήξη του προγράμματος», «λιτότητα» ή «περικοπή» και όχι «μεταρρύθμιση». Η αντίστροφη μέτρηση δημιουργεί ένταση, προσμένεις κάτι. Ακόμα και όσοι αντιπολιτεύονταν τον ΣΥΡΙΖΑ δεν μιλούσαν με καθαρές λέξεις. Στα δελτία ειδήσεων τότε, δεν ακούστηκε ποτέ ότι χρεοκοπούμε! Κανένας δεν το είχε πάρει χαμπάρι. Έχουν χρεοκοπήσει και άλλες χώρες και η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει και παλιότερα, δεν ήρθε η καταστροφή του κόσμου, αλλά να ξέρουμε γιατί μιλάμε. Υπήρχαν στιγμές που τρεις μέρες πριν τη χρεοκοπία, κάποιοι χαιρετήθηκαν όπως όταν κάτι έχει λήξει. Μέσα σε αυτή την προθεσμία έζησαν οι πρωταγωνιστές την αγωνία στιγμών, μέσα στο ίδιο γραφείο κάποιοι ήταν ψύχραιμοι, άλλοι κλαίγανε.
Πώς σχολιάζεις τις δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα «Είναι πολύ δύσκολο να είσαι έξω από το σύστημα, δεν μπορούν να υπάρξουν σοσιαλιστικές νησίδες πια»;
Νομίζω ότι σηματοδοτεί τη νέα εποχή του ΣΥΡΙΖΑ και την ιδεολογικοπολιτική του μετατόπιση. Η συνέντευξη αυτή γυρίστηκε στην Αίγινα το Σεπτέμβριο του 2018, με τον Τσίπρα ακόμα Πρωθυπουργό. Εκείνη τη στιγμή, απευθύνεται με πλήρη συνείδηση στους ψηφοφόρους τού ΣΥΡΙΖΑ, κάνοντας ένα άνοιγμα προς μια πιο σοσιαλιστική νοοτροπία. Είναι μαχαιριά στο στήθος για όσους πίστεψαν το όραμα του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, είναι όμως και μια παραδοχή της σύγχρονης πραγματικότητας. Σφραγίζει το πέρας της εποχής του ιδεαλισμού και την αρχή της εποχής του ρεαλισμού.
Η ρήση του Βαρουφάκη «Ο λαός είχε υπερβεί την ηγεσία του, τον ηγέτη του συνολικά» υποδηλώνει άλλον ένα «Ιστορικό συμβιβασμό»;
Αφού πριν λοιδορηθήκαμε και ξεφτιλιστήκαμε ως λαός, υποφέραμε, φτωχύναμε, και μεταναστεύσαμε, κάποια στιγμή, κάναμε μια έφοδο στον ουρανό με πλήρη συνείδηση, σε μια από αυτές τις σπάνιες στιγμές που έχει να επιδείξει η Ιστορία. Έγινε ένα άλμα, ακόμα κι αν δεν είχαν όλοι συνειδητοποιήσει τι σήμαινε να βγει η Ελλάδα από το ευρώ. Πέντε χρόνια μετά, καταλήξαμε στην αναζήτηση της κανονικότητας. Απογοητευτήκαμε και από τη στιγμή που ηττηθήκαμε, συμβιβαστήκαμε. Μετά είδαμε πρόσφυγες να πλημμυρίζουν τις πόλεις και τα χωριά μας, αντιδράσαμε με αλληλεγγύη, αλλά και με ρατσισμό και φασισμό, που οδήγησαν σε μια συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, μέχρι και την επαναφορά του θέματος των εκτρώσεων. Σήμερα έχουμε περάσει το στάδιο της οργής και βρισκόμαστε ακόμα στο πένθος, είμαστε μια κοινωνία που εκφασίζεται και δεν αναφέρομαι στην πολιτική τοποθέτηση καθενός, αλλά σε συμπεριφορές: πώς κοιτάζουμε να βολευτούμε, πώς αντιλαμβανόμαστε τους αδύναμους. Η ελπίδα θα ξαναγεννηθεί, μόλις υπάρξει ένα πρόταγμα.
Επέλεξες τον Αλαίν Μπαντιού για τις δηλώσεις του: «ήθελαν να δείξουν πως τίποτα άλλο δεν είναι εφικτό έξω από το δικό τους σύστημα», «παλιά, ο ιμπεριαλισμός ρυθμιζόταν με την αποικιοκρατία, τώρα φτιάχνουν ζώνες αποσταθεροποίησης με ολόκληρες χώρες»;
Διαβάζω τον Μπαντιού και έχουμε ανάγκη φιλοσόφους σαν αυτόν, γιατί συμπυκνώνουν υπέροχα τις εξελίξεις. Στο τελευταίο βιβλίο του αναλύει πώς δημιουργούνται ζώνες επιρροής, αποδιοργανωμένες πολιτικά με εικονικές διοικήσεις, αναγκασμένες να εκτελούν πολιτικές που σε κανονικές συνθήκες δεν θα υποστήριζαν, προκαλώντας αναταραχή, ώστε οι εταιρίες και ο καπιταλισμός να κάνουν τη δουλειά τους. Ασκώντας κριτική από τα αριστερά στον ΣΥΡΙΖΑ, ο Μπαντιού υπογραμμίζει κάτι που εντέχνως δεν έχει ειπωθεί: τα γεγονότα του 2015 δεν ήταν μόνο μάχη για την οικονομία, αλλά σύγκρουση μεταξύ νεοφιλελεύθερου δόγματος και μιας διαφορετικής προοπτικής. Η μνημειώδης νίκη του κατεστημένου απέναντι στον Τσίπρα ήταν το ιδεολογικό εγχείρημα-μήνυμα προς όλο τον κόσμο, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική, γιατί ακόμα και όσοι το επιχείρησαν, υποχρεώθηκαν να υποταχθούν στις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού. Τέλος. There Is No Alternative-T.I.N.A.
Για τον Ζακ Κωστόπουλο και την Μάγδα Φύσσα
Εκτός από τις σκληρές εικόνες του απάνθρωπου ξυλοδαρμού του Ζακ Κωστόπουλου, έδειξες και πλάνα όπου μιλάει ως συνειδητοποιημένος ακτιβιστής. Τον είχες γνωρίσει;
Δυστυχώς, τον έμαθα όπως όλοι μας από αυτή την τηλεοπτική εικόνα του λιντσαρίσματος, επειδή τον πέρασαν για ληστή! Ταξιδεύοντας την επόμενη σε ένα φεστιβάλ στο εξωτερικό, μιλάω μόνο γι’ αυτό, γιατί κανείς δεν έχει ενημερωθεί, συνειδητοποιώντας τη σοβαρότητα του συμβάντος, που πιστοποιούσε τον εκφασισμό της ελληνικής κοινωνίας. Το υλικό που τον δείχνει να μιλάει ως ακτιβιστής το βρήκα στο ντοκιμαντέρ του «Vice: Drag nights in Athens». Από εκεί προέρχεται η συνέντευξη αυτή, το γράφω και στους τίτλους τέλους, δεν το έχω τραβήξει εγώ.
Επέλεξα όμως και πλάνα του ξυλοδαρμού, γιατί ως πολεμικός ανταποκριτής επτά πολέμων, γνωρίζω καλά, πως αν δεν δείξεις τη βία, δεν θα καταλάβεις ποτέ τι σημαίνει πόλεμος. Αν παρακολουθήσει κανείς μόνο την έκρηξη πυραύλων που πέτυχαν το στόχο, σαν να παίζει ηλεκτρονικό παιχνίδι, από ασφαλή απόσταση, δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει στο έδαφος, τι παθαίνει αυτός που δέχεται τον πύραυλο.
Προσεγγίζεις και την Μάγδα Φύσσα, χωρίς να στέκεσαι στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Γιατί;
Δεν υπάρχει καθόλου οπτικό υλικό από τη δίκη της Χρυσής Αυγής, γιατί γίνεται χωρίς κάμερες. Η Μάγδα Φύσσα μιλάει για τη δίκη αυτή καλύτερα από οποιονδήποτε αναλυτή. Προσπάθησα να δείξω πόσο ταγμένη είναι η Μάγδα στην υπόθεση αυτή, περιγράφοντάς την απλά, μέσα από την καθημερινότητά της. Αλλάζει δυο συγκοινωνίες κάθε πρωί για να πηγαίνει στο δικαστήριο και το μεσημέρι γυρνάει σπίτι να μαγειρέψει και την άλλη μέρα τα ίδια. Εκθέτω επίτηδες τις δυνατές φωτογραφίες με το εξαγριωμένο βλέμμα της έτοιμη να χιμήξει σαν τίγρη, ενώ κάποιος την συγκρατεί. Στο πρόσωπό της βλέπω μια μάνα που έχει σηκώσει στους ώμους της ολόκληρο το βάρος του φασισμού στην Ελλάδα.
* Η Ιφιγένεια Καλαντζή, θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]
INFO
Το ντοκιμαντέρ του Γιώργου Αυγερόπουλου «Agora II: Δεσμώτες» προβάλλεται από 13/2/2020 στην Αθήνα στους κινηματογράφους: Ideal, Ααβόρα, Γαλαξίας, Μικρόκοσμος και Σπόρτιγκ, καθώς και σε Θεσσαλονίκη και Κρήτη.