Υπάρχουν περισσότεροι από έναν λόγοι που κάποιοι στηρίζει ακόμα τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ. Ένας λόγος είναι ότι οι ψηφοφόροι που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ πέρασαν πολλά στάδια μέχρι να χωνέψουν και να πάρουν την απόφαση να αποσκιρτήσουν από ένα κόμμα με το οποίο συνδέονταν επί δεκαετίες. Το ξαφνικό σοκ του καλοκαιριού του 2015 και η ταχύτητα με την οποία εξελίχθηκαν στο αντίθετό τους οι θέσεις του νέου ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσαν να τους ξαναστείλουν εύκολα πίσω στο ΠΑΣΟΚ από το οποίο είχαν μόλις αποδεσμευτεί πλήρως απογοητευμένοι. Στη διαδικασία αποχώρησής τους είχαν εξαντληθεί τα περιθώρια συγχώρεσης και επιστροφής. Ούτε στη Νέα Δημοκρατία θα μπορούσαν να πάνε, γιατί είναι καθαρά μνημονιακή και δεν έχει τίποτα το ελκυστικό, ούτε θέσεις ούτε ηγεσία. Το «όχι στη Δεξιά» ήταν ανέκαθεν συστατικό στοιχείο της κουλτούρας πάνω στην οποία χτίστηκε το ΠΑΣΟΚ. Ακόμα κι ο τσαλακωμένος από το σκάνδαλο Κοσκωτά, την επεισοδιακή σχέση με τη Λιάνη και το σοβαρό κλονισμό της υγείας του, Αντρέας Παπανδρέου νίκησε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το 1993 πάνω σ’ αυτή βάση. Γι’ αυτό και η ηγετική ομάδα του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ, στην κρίσιμη φάση της εκδήλωσης της μετάλλαξής της, επένδυσε ακριβώς σ’ αυτή την κουλτούρα για να συγκρατήσει τους σοκαρισμένους ψηφοφόρους που είχαν αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ σε πρώτη δύναμη πριν από λίγους μόλις μήνες. Αφού το αντιμνημονιακό πήγε περίπατο, το «όχι στη Δεξιά» επανήλθε σαν κεντρικό σύνθημα και έπιασε τόπο. Κι ακόμα πιάνει, σε λιγότερους μεν, αλλά πάντως αρκετούς. Και τι να κάνουμε; Να έρθει ο Κούλης;
Ένας άλλος λόγος είναι ότι δεν υπήρξε άλλος πολιτικός φορέας να πείσει τους ψηφοφόρους ότι έχει τις δυνατότητες να διαχειριστεί διαφορετικά και καλύτερα την τρέχουσα κατάσταση. Γι’ αυτό μεγάλωσε τόσο πολύ, και συνεχίζει να μεγαλώνει, το σώμα των απογοητευμένων που προτιμούν αποχή, λευκό ή άκυρο.
Ένας τρίτος λόγος είναι ότι αφού –καλώς ή κακώς- δεν ευοδώθηκε η προσπάθεια για μια εναλλακτική πολιτική διακυβέρνηση, ένας σημαντικός αριθμός πολιτών, κυρίως συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων, έχοντας υποστεί από ΠΑΣΟΚ και ΝΔ τεράστιες μειώσεις, αρκείται στο ότι -προς το παρόν- δεν έχει άλλες εξίσου μεγάλες απώλειες εισοδήματος. Στις φτωχές επιλογές, ενεργοποιείται «το μη χείρον βέλτιστον».
Τέταρτον, ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ έχει υποστήριξη ή έστω ανοχή από μια κατηγορία πολιτών που δεν θέλει, με οποιαδήποτε θυσία, να διαταραχτούν περισσότερο οι σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι «ευρωλιγούρηδες» σύμφωνα με τον όρο που χρησιμοποιούσε ο υπουργός Κώστας Ζουράρις ο οποίος με έλασμα τους ΑΝΕΛ μεταπήδησε, άνετος κι ωραίος, στους «ευρωπροσκυνημένους». Γι’ αυτό, οι Δημαρίτες και οι Ποταμίσιοι έχουν γίνει τώρα οι καλύτεροι φίλοι των μεταΣυριζαίων.
Επίσης, κάποιοι από τους παλιούς του Συνασπισμού, κυρίως οι προερχόμενοι από το ΚΚΕεσ., αντίθετοι ανέκαθεν σε οξύνσεις και ρήξεις, παρέμειναν στους καναπέδες στους οποίους η λεγόμενη ανανεωτική Αριστερά βόλευε ανέκαθεν τα μέλη και τους οπαδούς της βγάζοντάς τους πρόωρα στη σύνταξη.
Τέλος, υπάρχουν κι αυτοί που δεν αφήνουν ευκαιρία ανεκμετάλλευτη, που παραμένουν ή προσκολλώνται για να τακτοποιήσουν τα παιδιά τους ή να πάρουν οι ίδιοι μία προνομιακή θέση, π.χ. οι βουλευτές που δήλωσαν απόλυτη ευθυγράμμιση για να μπουν στις λίστες, αλλά και οι επιτήδειοι παντός καιρού που λάκισαν από το ΠΑΣΟΚ μυρίζοντας τη λεία στον ΣΥΡΙΖΑ.
Ασφαλώς υπάρχουν και οι πολίτες, που δεν ανήκουν σε κάποια απ’ αυτές τις κατηγορίες, αλλά συνεχίζουν, κρατώντας κάποιες αποστάσεις, να παρέχουν στήριξη ή απλά να ανέχονται τον νέο ΣΥΡΙΖΑ, ελλείψει αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης. Όμως, κι αυτή η στάση, που δεν έχει ταπεινά κίνητρα, εξωραΐζει το καθεστώς, δίνει άλλοθι στην καταστροφική πολιτική που εφαρμόζεται και παρατείνει τον επιθανάτιο ρόγχο της παλιάς Αριστεράς που δεν έχει πια ούτε ίχνος αριστερής ψυχής.
Ξέψυχος,
Γκαούρ