Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο

Τον Γιάννη Καλπούζο τον γνώρισα μέσα από τις σελίδες του Ιμαρέτ. Του πιο πλήρους μυθιστορήματος της τελευταίας δεκαετίας.

Είχα την τύχη να τον γνωρίσω και προσωπικά στην καλύτερη εκδήλωση παρουσίασης βιβλίου που έχω βρεθεί. Με καλεσμένους τους Λαλητάδες, συγκρότημα που ερμήνευσε με απίστευτο τρόπο ηπειρώτικα τραγούδια και τον πρωτοψάλτη από την Πόλη Γρηγόριο Νταραβάνογλου. Βρεθήκαμε, τότε, σε ένα μουσικό κλίμα που μας μετέφερε στον 19ο αιώνα και στην Άρτα – πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος.

Περίμενα με ανυπομονησία, αλλά και κάπως ανήσυχα την επόμενη δουλειά που ετοίμαζε ο Γιάννης Καλπούζος. Θα παρασυρόταν από την επιτυχία του Βραβείου Αναγνωστών (2009) και τις υψηλότατες πωλήσεις; Θα έγραφε ένα Ιμαρέτ 2, κατώτερο των περιστάσεων;

Οι Άγιοι και Δαίμονες εις ταν Πόλιν*, από την ώρα που άνοιξα την πρώτη σελίδα, μέχρι που κάνοντας μια διαδρομή στο χρόνο έφτασα στην τελευταία, μου έδειξαν τι πραγματικά σημαίνει «ιστορικό μυθιστόρημα». Το τόσο ταλαιπωρημένο αυτό είδος, με πολλά άθλια δείγματα να κατακλύζουν βιτρίνες βιβλιοπωλείων, ράφια σούπερ μάρκετ και λίστες ευπώλητων, που έχει κακοποιηθεί από διάφορους «συγγραφείς», βρήκε επιτέλους το νόημά του. Από τη γλώσσα της αφήγησης, μέχρι την ατμόσφαιρα της εποχής, αλλά και τη συμπεριφορά των ηρώων, ένιωθες πως, πραγματικά, μπήκες σε μια «μηχανή του χρόνου». Σαν να ήσουνα εκεί. Και να ζούσες την ιστορία από μια νέα σκοπιά. Η ζωή στην Πόλη, η Μαύρη Θάλασσα, η Σφαγή της Χίου, η Επανάσταση…

Ο συγγραφέας κατάφερε να ξεπεράσει τον εαυτό του και να μας χαρίσει ένα βιβλίο συναρπαστικό που θα αντέξει στο χρόνο…

Πόσο βάρος νιώθει ένας συγγραφέας που έχει ήδη γράψει ένα σημαντικό βιβλίο που, παράλληλα, αγαπήθηκε από τους αναγνώστες όταν ετοιμάζεται για ένα επόμενο μυθιστόρημα; Εσένα σε επηρέασε; Ένιωσες να είναι ψηλά ο πήχης; Σκεφτόσουν ότι υπάρχει περίπτωση να απογοητεύσεις τους αναγνώστες σου;
Η αλήθεια είναι πως η ευθύνη που με διέκρινε σε κάθε δουλειά μου, μέχρι σήμερα, δεν άλλαξε. Δούλεψα με το ίδιο πάθος και δεν ένιωσα βάρος από την επιτυχία του Ιμαρέτ, μονάχα δημιουργική πρόκληση. Θα απογοήτευα τους αναγνώστες αν δεν έδινα το ακέραιο της ψυχής μου και των αντοχών μου -σωματικών και πνευματικών. Βέβαια, δεν μπορούσα να έχω την απόλυτη σιγουριά ότι οι αναγνώστες θα με ακολουθήσουν και θα στηρίξουν το νέο μου πόνημα, αν και ήλπιζα σ’ αυτό. Σε κάθε περίπτωση νιώθω πως, με κάθε νέο μου βιβλίο, δίνω εξετάσεις στο αναγνωστικό κοινό, χωρίς ωστόσο να διαπραγματεύομαι τη λογοτεχνική αξία ενός έργου προκειμένου να γίνω αρεστός.

Γιατί επέλεξες την Κωνσταντινούπολη και μάλιστα τη συγκεκριμένη περίοδο;
Η τόσο ενδιαφέρουσα και άγνωστη εποχή του 1808-1831 στην Πόλη και όχι μόνο, μια χρονική περίοδος πολύ διαφορετική για την Οθωμανική Αυτοκρατορία από αυτή στην οποία αναφέρεται το Ιμαρέτ· το γεγονός ότι κανένας άλλος δεν την αποτύπωσε μυθοπλαστικά τόσο ως προς τα ιστορικά γεγονότα όσο και ως προς την καθημερινή ζωή των ανθρώπων· η δυνατότητα να προσεγγίσω μια σειρά από θεματικούς πυρήνες με κυρίαρχους το τρίπτυχο: πόθος, φόβος, όχλος· και η πίστη μου ότι ο αναγνώστης έχει να ωφεληθεί ανάβοντας το φιτίλι του στο καντήλι εκείνων των χρόνων, με οδήγησαν στη συγγραφή του μυθιστορήματος Άγιοι (και) δαίμονες.

Η εικόνα του «άλλου» που έχεις στα μυθιστορήματα σου, ξεφεύγει από τα στερεότυπα και νομίζω πως βοηθά να κατανοήσουμε, σε βάθος, την έννοια της «πολυπολιτισμικότητας». Διακρίνω πως δίνεις ιδιαίτερη βαρύτητα. Είναι έτσι;
Σαφέστατα και δίνω ιδιαίτερη βαρύτητα, γιατί πιστεύω στη σημασία της ιστορίας που γράφουν οι λαοί. Και βέβαια είναι ολοφάνερο πως διαχωρίζω τους λαούς από τις εξουσίες. Οι έρευνές μου και η κοσμοθεωρία μου με οδηγούν και μου επιτρέπουν να προσεγγίσω αυτά τα ζητήματα χωρίς προκαταλήψεις και αγκυλώσεις. Μπορώ να πω τα πράγματα με το όνομά τους, και τα καλά και τα κακά, με στόχο κοιτάζοντας προς το παρελθόν να δούμε με καθαρότερο και πιο αισιόδοξο βλέμμα το σήμερα και το αύριο. Κι αυτή η αισιοδοξία στηρίζεται και πηγάζει από τη γνώση και την αλήθεια.

Διαβάζοντας το βιβλίο απόρησα με τη μελέτη που φαίνεται να έχεις κάνει για να αποδώσεις τόσο πιστά την εποχή. Ειδικά η χρήση της γλώσσας (ή να πω των γλωσσών;) μου φάνηκε απίστευτη. Πόσος χρόνος προετοιμασίας σού χρειάστηκε; Επισκέφθηκες και την Πόλη;
Η έρευνα για την Οθωμανική Αυτοκρατορία ξεκίνησε από το Ιμαρέτ και συνεχίστηκε στο Άγιοι και δαίμονες εστιάζοντας πλέον στα σημεία που με ενδιέφεραν ή στην Πόλη και τους άλλους τόπους όπου κινείται το βιβλίο. Περίπου επτά χρόνια μελέτης και γραφής απαιτήθηκαν για τα δυο βιβλία. Επτά χρόνια με οκτώ, δέκα, μέχρι και δεκαοχτώ ώρες δουλειάς το εικοσιτετράωρο. Στην Πόλη ταξίδεψα όταν πια είχα ολοκληρώσει μεγάλο μέρος της έρευνάς μου, γιατί δεν ήθελα να καταστρέψω την εικόνα που δημιούργησα στη σκέψη μου διαβάζοντας όσα συγκέντρωσα για την εποχή εκείνη, αφού οι αλλεπάλληλες πυρκαγιές δεν άφησαν να διατηρηθούν παρά τα μεγάλα τεμένη, οι κλειστές αγορές, το φυσικό τοπίο, κι αυτό έντονα παραλλαγμένο και ελάχιστα ακόμη μνημεία. Η αλήθεια, βέβαια, είναι πως όταν πήγα την ήξερα, σαν να ζούσα εκεί για χρόνια.

Όπως και στο Ιμαρέτ, αλλά και στις παρουσιάσεις που έχω παρακολουθήσει, η μουσική έχει ρόλο πρωταγωνιστή στα βιβλία σου. Τι ρόλο παίζει στη δική σου ζωή;
Η μουσική αποτελεί μέρος της καθημερινής ζωής που αναπαριστώ στα βιβλία μου. Ωστόσο, συμβαίνει πολλές μελωδίες να έχουν χαθεί μέσα στο χρόνο και οι όποιες αναφορές να μην μπορούν να μεταφέρουν τον ήχο στον αναγνώστη. Γι’ αυτό φροντίζω με τη βοήθεια φίλων μουσικών να κάνουμε κάποιες εκδηλώσεις λόγου και μουσικής και να ερμηνεύονται ξανά τραγούδια, τα οποία εντοπίζω σε βυζαντινή σημειογραφία, με στόχο ο αναγνώστης να μεταφερθεί όσο πιο βαθιά γίνεται στην εποχή που εξελίσσεται το μυθιστόρημα. Όσο για το ρόλο της στη δική μου ζωή, αποτέλεσε και αποτελεί τράπεζα μεγάλων συγκινήσεων με αναλήψεις και καταθέσεις της ψυχής, μια και υπήρξα στιχουργός 67 τραγουδιών μέχρι σήμερα.

Φαίνεται πως σε έλκουν οι μεταβατικές περίοδοι. Οι «κρίσεις». Θα έγραφες κάτι για το σήμερα; Ποιοι θα ήταν οι ήρωές σου;
Η απόσταση από τα γεγονότα επιτρέπει στο συγγραφέα αλλά και στον αναγνώστη να τα ερευνήσει σε όλο το εύρος τους, να τα κρίνει νηφάλια, να εξάγει ασφαλέστερα συμπεράσματα και να εισπράξει τα μηνύματα που αγγίζουν τη σύγχρονη εποχή. Γι’ αυτό θα προτιμούσα να γράψω για το σήμερα ύστερα από σαράντα, πενήντα ή εκατό χρόνια, αν ήταν δυνατόν. Βέβαια οι ήρωές μου θα ήταν και πάλι απλοί άνθρωποι, αυτοί που γράφουν την κοινωνική ιστορία των λαών. Οι όποιοι φορείς εξουσίας θα είχαν ρόλο κομπάρσου. Αυτόν που -έτσι κι αλλιώς- κατέχουν, ανεξάρτητα εάν οι ίδιοι αδυνατούν να το καταλάβουν. Γιατί αδυνατούν να αντιληφθούν την ασημαντότητά τους μέσα στο διάβα των αιώνων και στο σύμπαν.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!