Κι εκεί που περιμένεις μια είδηση έξω από το φάσμα του γκρι-μαύρου, έρχεται ο χαμός του Αντώνη και σε χώνει ακόμα περισσότερο. Η αναπαραγωγή του άσχημου μαντάτου έγινε με ταχύτατους ρυθμούς και σε πολλαπλά «αντίτυπα», λες και περίμενε ο κόσμος κάτι διαφορετικό, έστω και θλιβερό, για να αλλάξει… παραστάσεις.
Διάβασα πολλά αυτές τις μέρες και από ανθρώπους που δεν τον είχαν γνωρίσει ποτέ από κοντά, απλώς παρακολουθούσαν την πορεία του και τις προσπάθειές του, μέσα από τα Social Media. Τον συντρόφευαν σιωπηλά, όπως γίνεται με τους ήρωες που έχουμε διαλέξει να ταυτιστούμε. Ίσως εκείνος να εκπλήρωνε κάποιο παρατημένο όνειρό μας· να ήταν ο Αντώνης ο άνθρωπος που όλοι, κρυφά, θα θέλαμε να είμαστε. Ίσως γιατί, πολλές φορές, η απώλεια κάνει μεγαλύτερο θόρυβο από την ίδια την ύπαρξη – ανεξήγητο γιατί…
Εκείνος είχε στόχο την κορυφή και όταν την πέτυχε εκπληρώθηκε ο προορισμός του, ήταν αυτό που λέμε συχνά –σίγουροι, όμως, πως δεν μας ακούει κανένας θεός– «να τα καταφέρω, κι ας πεθάνω». Στάθηκε άτυχος, γιατί κάποιος δαίμονας ξαγρυπνούσε εκείνη την ώρα και έστησε αφτί…
Πολλές φορές, από το άκουσμα του χαμού του, οι παλιοί φίλοι και συμμαθητές του σιγοψιθυρίσαμε «μα γιατί ρε Αντώνη δεν τα παρατούσες… μεγάλωσες πια… είχες οικογένεια…» και το είπαμε με ειλικρινές νοιάξιμο και σκέψη παρασυρμένοι από το τραγικό γεγονός. Όμως ο Αντώνης υπήρξε πάντα ένας διαφορετικός άνθρωπος. Ανυπάκουος, ατίθασος, χωρίς περιοριστικά όρια· όσοι τον ζήσαμε από παιδί, έχουμε να θυμόμαστε αυτόν τον τύπο που δεν επτοείτο από τίποτα. Σαν να ζούσε στο δικό του κόσμο.
Στην πορεία είναι σίγουρο πως μπήκαν κι άλλοι παράγοντες που μέτρησαν στη ζωή και στην εξέλιξή του. Αλλά το τέλος της ιστορίας του μάλλον το όρισε εκείνο το παιδί με τον ανένταχτο χαρακτήρα.