Πέρασε ένας χρόνος από την πρόωρη απώλεια της Έλενας Πατρικίου, θα περάσουν κι άλλοι και το τραύμα για τους αγαπημένους της ίσως επουλωθεί. Έτσι συμβαίνει με τα ανθρώπινα συνήθως. Η απουσία, όμως, της σκέψης και της γραφής της Πατρικίου –και ιδιαίτερα για τον φεμινισμό– είναι και θα παραμείνει αισθητή για πολύ περισσότερο και για περισσότερους ανθρώπους. Ήδη στο άρθρο του 2011 που αναδημοσιεύεται παρακάτω, η Πατρικίου τόνιζε το πόσο καθυστέρησε το φεμινιστικό κίνημα να διαφοροποιηθεί από τις μεταμοντέρνες θεωρήσεις του ατομικού δικαιώματος, πόσο υποβάθμισε τη θεώρηση της πορνείας ως της άλλης πλευράς της «αυστηρής» ηθικής της παραδοσιακής οικογένειας. Γράφει: «μόλις που προλαβαίνουμε να επανελέγξουμε το νόημα των δικών μας αιτημάτων, των δικών μας κινημάτων και του δικού μας λόγου». Το φθινόπωρο του 2017 η Πατρικίου είχε ήδη πάρει πρωτοβουλίες συζήτησης για τον τρόπο που η «επιλογή φύλου» –προϊόν της «κατασκευής φύλου»– είναι μια αντιδραστική θεωρία, υποβοηθημένη και από τις φαρμακευτικές εταιρείες, και συχνά αντίπαλη με το φεμινιστικό κίνημα.
Η Έλενα δεν πρόλαβε όμως… Και ίσως και ο φεμινισμός να μην προλάβει να βρει τη θέση του στη νέα κατάσταση των κατασκευασμένων και κατακερματισμένων ταυτοτήτων, της απουσίας καθολικότητας.
Θα μείνουν, ωστόσο, τα γραπτά της. Γραπτά που γεννήθηκαν –εκτός από την καταστατική της δέσμευση στην αριστερά και τον φεμινισμό– από την ευρύτατη καλλιέργειά της, την ιστορική επιστημονική της συγκρότηση και τη δημιουργικότητα της σκηνοθέτιδας. Θα μείνουν, δηλαδή, ίχνη. Ίχνη μιας γυναίκας που έζησε και δημιούργησε όπως αντιστοιχεί σε έναν ελεύθερο άνθρωπο!
Γιάννα Γιαννουλοπούλου
Η μεταμοντέρνα αξιοπρέπεια των Ιταλίδων και ο νέος συντηρητισμός
της Έλενας Πατρικίου
28 Φεβρουαρίου, 2011
Στις 13 Φεβρουαρίου εκατοντάδες χιλιάδες Ιταλίδες διαδήλωσαν στη Ρώμη και στις μεγαλύτερες ιταλικές πόλεις κατά του Μπερλουσκόνι με κεντρικά συνθήματα Αν όχι τώρα, πότε; και Η Ιταλία δεν είναι μπουρδέλο. Το γεγονός, οργανωμένο από γυναικείες οργανώσεις με τη συμπαράσταση των συνδικάτων και της κεντροαριστεράς, χαιρετίστηκε ως αναβίωση τόσο του πάλαι ποτέ ακμαίου ιταλικού φεμινισμού όσο και της πάλαι ποτέ ακμαίας ιταλικής Αριστεράς.
Περιέργως, όμως, αυτή η αναβίωση έτυχε της συμπαράστασης των πλέον απροσδόκητων συμμάχων: από τον Ντι Πιέτρο της «Ιταλίας των Αξιών» και την βουλευτή και συνεργάτιδα του νεοφασίστα προέδρου Φίνι Τζούλια Μπουοντζόρνο, μέχρι την Καθολική Εκκλησία η οποία, μέσω της καθολικής εφημερίδας Αβενίρε κάλεσε τις χριστιανές να συμμετάσχουν στις διαμαρτυρίες.
Οι γυναίκες που συγκεντρώθηκαν, κρατώντας άσπρα μπαλόνια (άραγε συμβόλιζαν το περιστέρι του Αγίου Πνεύματος, τον κρίνο της αμώμου συλλήψεως ή τα προφυλακτικά που μετατρέπουν σε μπουγέλα οι γυμνασιόπαιδες;), διαδήλωσαν για την αξιοπρέπεια «τη δική τους, των οικογενειών τους, των συζύγων και των παιδιών τους», που φαίνεται πως εθίγη μόνον ύστερα από την αποκάλυψη των σχέσεων του Μπερλουσκόνι με μία ανήλικη Μαροκινή πόρνη. Προφανώς όλα αυτά τα χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Μπερλουσκόνι σχετιζόταν με άρτι ενηλικιωθείσες πόρνες, η γυναικεία αξιοπρέπεια δεν τραυματιζόταν.
Προφανώς τώρα έγινε μπουρδέλο η Ιταλία: οι δεκάδες χιλιάδες Ανατολικοευρωπαίες και Αφρικανές πόρνες που δέχονται εκατοντάδες χιλιάδες πελάτες κατά μήκος της Βία Άππια Αντίκα από τη Ρώμη ώς το Μπρίντιζι εδώ και δεκαπέντε χρόνια, δεν καθιστούν την Ιταλία έναν τεράστιο οίκο ανοχής, απλώς αποτελούν μία δισχιλιόχρονη παράδοση (αφού την Αππία Οδό ήταν χρησιμοποιούσαν οι ρωμαϊκές λεγεώνες στις μετακινήσεις τους). Και προφανώς η κατάντια της ιταλικής τηλεόρασης, που αποτέλεσε λαμπρό πρότυπο καταρράκωσης της γυναικείας αξιοπρέπειας για τις τηλεοράσεις της οικουμένης, δεν ήταν μέχρι σήμερα λόγος ικανός να οδηγήσει τις Ιταλίδες, αν όχι στην εξαγρίωση, τουλάχιστον στη διαμαρτυρία.
Υπάρχουν σ’ αυτήν την πολύχρονη ανοχή και την αιφνίδια αγανάκτηση κάποια στοιχεία, τυπικά «μεταμοντέρνα», που αξίζει τον κόπο να απασχολήσουν την Αριστερά και ιδιαίτερα το γυναικείο της τμήμα.
Μέχρι σήμερα, η εν γένει σεξουαλική πολιτεία του Μπερλουσκόνι δεν αποτέλεσε λόγο να διαρραγούν οι αγαστές σχέσεις του με την Καθολική Εκκλησία ή με την συντηρητική έως φασίζουσα ιταλική κεντροδεξιά. Καθόλου παράξενο: η επίσημη αστική και εκκλησιαστική ηθική της γαμήλιας ευπρέπειας ήταν πάντα συνταιρισμένη με την άλλη όψη του νομίσματος, την ανοχή της πορνείας: σε αγαστή σύμπνοια οι δύο πλευρές της συντηρητικής ηθικής θεμελίωναν την πολιτική της ταξικής καταπίεσης στο απόλυτο αρχετυπικό υπόδειγμα της καταπίεσης, που είναι η σεξουαλική καταπίεση του θηλυκού από το αρσενικό. Το εντυπωσιακά «μετομοντέρνο», στην ιστορία του Μπερλουσκόνι, είναι το πώς η τηλεοπτική ηθική και αισθητική αποχαλίνωση δημιούργησε ένα νέο πλαίσιο, μέσα στο οποίο η Δεξιά και ο καθολικισμός αναγκάστηκαν να ανεχθούν επί δεκαετίες το φάτσα φόρα σεξουαλικό ξεσάλωμα του υπερήλικος μουσολονίσκου. Το ερώτημα είναι ποια εσκαμμένα – όχι ηθικά αλλά πολιτικά- ξεπέρασε τώρα ο Μπερλουσκόνι, ώστε ακόμα και οι σύμμαχοί του να στρέφονται εναντίον του;
Το θλιβερά μεταμοντέρνο, είναι το πώς η φεμινιστική σκέψη, αποστομωμένη από τα περί ελευθερίας και αποκρατικοποίησης αγορών και σωμάτων νεοφιλελεύθερα κηρύγματα, δεν είχε τίποτα να σχολιάσει, επί 20 χρόνια, για όλη την εκπόρνευση που υπέστη η ιταλική (και όχι μόνον) κοινωνία – είτε στο επίπεδο της αισθητικής και της ιδεολογίας, είτε στο επίπεδο της οικονομίας. Άναυδες οι γυναίκες της Ευρώπης βλέπουν, από το 1990, την πορνεία να μετατρέπεται σε έναν από τους πιο εύρωστους κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας, την μετανάστευση, να αποτελεί το κύριο μέσον επάνδρωσης της, χωρίς να αποτολμούν την στοιχειώδη διαπίστωση: πως πρώτο θύμα της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης είναι οι γυναίκες.
Βρεθήκαμε αδιάβαστες γιατί αποσυνδέσαμε «μεταμοντερνιστικά» την έννοια της γυναικείας αυτοδιάθεσης από το θέμα της οικονομικής εξάρτησης και της καπιταλιστικής αλλοτροίωσης, προσφέροντας έτσι τις ίδιες τις ιδέες που επεξεργαστήκαμε βορά στη νεοφιλελεύθερη υποβολιμιαία ρητορική των ατομικών δικαιωμάτων.
Τρίτο και φαρμακερό μεταμοντέρνο αίνιγμα: πώς κατάφερε η ιταλική Αριστερά να μην ενοχλείται από τίποτα άλλο πλην των επ’ αμοιβή σεξουαλικών κατορθωμάτων του Μπερλουσκόνι; Πώς κατάφερε τα κοινωνικά της αιτήματα να μην πείθουν και οι οικονομικές της διεκδικήσεις να μην μπορούν καν να αρθρωθούν;
Πώς κατάφερε να μην έχει άλλο λόγο να πείσει τον ίδιο της τον λαό να αγανακτήσει, παρά την υιοθέτηση του πλέον συντηρητικού συνθήματος, αυτού της οικογενειακής αξιοπρέπειας που επαπειλείται από τις πορνικές χειρονομίες ενός ψιμυθιωμένου χούφταλου;
Μέσα στον ενθουσιασμό που μας γεννούν οι αραβικές επαναστάσεις, ίσως δεν πρέπει να συμπεριλάβουμε και τη γυναικεία ιταλική διαμαρτυρία. Ίσως πρέπει να θυμηθούμε πως δεν είναι όλα τα κινήματα προοδευτικά, πως η ιστορία έχει να δείξει ένα πλήθος κινημάτων, βαθιά συντηρητικών και πως μόλις που προλαβαίνουμε να επανελέγξουμε το νόημα των δικών μας αιτημάτων, των δικών μας κινημάτων και του δικού μας λόγου.