Επιμέλεια: Γιάννης Σχίζας
Ένας τύπος λευκών αιμοσφαιρίων τα οποία μέχρι τώρα θεωρούσαμε ως βοηθητικά του ανοσοποιητικού συστήματος φαίνεται πως υποκινούν την άμυνα του οργανισμού εναντίον των συμπαγών καρκινικών όγκων. Η ανακάλυψη θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη ανοσοθεραπεία έναντι της ακτινοβολίας στον καρκίνο, αξιοποιώντας το ανοσοποιητικό σύστημα του ίδιου του σώματος.
Σε μια μελέτη σε ζώα, ερευνητές του Πανεπιστημίου της Πολιτείας της Ουάσιγκτον διαπίστωσαν ότι ένας πληθυσμός Τ-λεμφοκυττάρων που ονομάζονται CD4-θετικά βοηθητικά Τ κύτταρα βοήθησαν να ξεκινήσει μια αλυσίδα αντικαρκινικής άμυνας που επιτρέπει στα κύτταρα-δολοφόνους να διεισδύσουν καλύτερα στους όγκους του μελανώματος και του καρκίνου του μαστού.
Τα Τ κύτταρα ανήκουν σε μια κατηγορία λευκών αιμοσφαιρίων (λεμφοκύτταρα) που κινούνται σε όλο το λεμφικό σύστημα του σώματος.
Πολλές προηγούμενες μελέτες και τρέχουσες ανοσοθεραπείες στηρίζονται κυρίως στον ρόλο ενός τύπου κυττάρων-φονέων, που ονομάζονται CD8-θετικά Τ κύτταρα. Ωστόσο, λιγότερο από το 20% των ασθενών ανταποκρίνονται σε αυτές τις θεραπείες και ο πρωταρχικός ρόλος των CD4-θετικών βοηθητικών κυττάρων θα μπορούσε να κάνει αυτές τις θεραπείες καλύτερες, δήλωσε ο Χούι Ζανγκ, επικουρικός καθηγητής φαρμακολογίας του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Journal of Immunology.
«Ένα από τα προβλήματα της τρέχουσας ανοσοθεραπείας για τον καρκίνο είναι το χαμηλό ποσοστό ανταπόκρισης, καθώς δεν γνωρίζουμε πώς να ενισχύσουμε την διείσδυση των λεμφοκυττάρων στο εσωτερικό του όγκου», δήλωσε ο Ζανγκ σημειώνοντας πως: «Το νέο εύρημα ενδεχομένως να βοηθήσει στην επίλυση αυτού του προβλήματος.»
Το ανοσοποιητικό σύστημα έχει δύο τύπους φονικών κυττάρων: τα CD8-θετικά Τ κύτταρα και τα λεγόμενα κύτταρα-«φυσικούς φονείς». Και τα δύο μπορούν να επιτεθούν σε κύτταρα που έχουν προσβληθεί είτε από ιούς, είτε από καρκινικά κύτταρα.
Τα κύτταρα-«φυσικοί δολοφόνοι» είναι μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος και κυκλοφορούν στο σώμα μας. Αποτελούν μάλιστα, την πρώτη γραμμή άμυνας στο ανοσοποιητικό σύστημα, όμως δεν μπορούν να αναγνωρίσουν από μόνα τους συγκεκριμένα αντιγόνα-τοξίνες ή άλλες ξένες ουσίες.
Χρησιμοποιώντας γενετικά πειράματα σε ποντίκια, η ομάδα του Ζανγκ βρήκε ότι ένας συγκεκριμένος τύπος CD4-θετικών Τ-λεμφοκυττάρων, που ονομάζονται Τ κύτταρα μνήμης τα οποία κατοικούν στον ιστό, μπορεί να είναι κρίσιμα για την ενεργοποίηση της άμυνας πρώτης γραμμής με τα κύτταρα φυσικούς φονείς. Τα πειράματα έδειξαν ότι τα CD4-θετικά Τ κύτταρα ήταν αποτελεσματικά τόσο κατά του μελανώματος όσο και κατά των όγκων του καρκίνου του μαστού.
«Βρήκαμε ότι αυτός ο συγκεκριμένος πληθυσμός των CD4 Τ κυττάρων ήταν ο βασικός παράγοντας για την έναρξη της αντικαρκινικής ανοσίας», είπε ο Ζανγκ.
Τα συγκεκριμένα CD4-Τ κύτταρα μαζί με τα φυσικά κύτταρα-φονείς όχι μόνο σκότωσαν τα καρκινικά κύτταρα και έλεγξαν την εξέλιξη του όγκου, αλλά επίσης ενίσχυσαν το πέρασμα και άλλων λευκών αιμοσφαιρίων ή λεμφοκυττάρων, στον όγκο.
«Στόχος μας είναι να αναπτύξουμε μια ισχυρή προσέγγιση ανοσοθεραπείας για τον καρκίνο που να είναι αποτελεσματική για όλους τους ασθενείς με διαφορετικούς τύπους καρκίνου», δήλωσε ο Ζανγκ.
Καύσωνας στον εγκέφαλο
Ενώ η θερμοκρασία στο σώμα των υγιών ανθρώπων είναι κάτω των 37 βαθμών Κελσίου, η μέση θερμοκρασία του εγκεφάλου είναι 38,5 και σε μερικές βαθιές περιοχές του συχνά ξεπερνά τους 40 βαθμούς, ιδίως στις γυναίκες στη διάρκεια της μέρας.
Οι ερευνητές του Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας του Ιατρικού Συμβουλίου Ερευνών στο Κέιμπριτζ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό νευροεπιστήμης Brain (Εγκέφαλος), παρήγαγαν τον πρώτο αναλυτικό «χάρτη» των θερμοκρασιών του υγιούς ανθρώπινου εγκεφάλου. Ο «χάρτης» δείχνει ότι οι φυσιολογικές θερμοκρασιακές διαφορές ποικίλουν πολύ περισσότερο από ό,τι θεωρείτο έως τώρα και ότι αυτό πρέπει να θεωρηθεί σημάδι φυσιολογικής λειτουργίας και όχι παθολογικής.
Στο παρελθόν η μελέτη της θερμοκρασίας του ανθρώπινου εγκεφάλου είχε γίνει μόνο σε ασθενείς με εγκεφαλικές βλάβες σε μονάδες εντατικής θεραπείας. Όμως, πιο πρόσφατα, μια νέα μέθοδος «σκαναρίσματος» του εγκεφάλου (Magnetic Resonance Spectroscopy-MRS) επέτρεψε στους ερευνητές να καταγράψουν μη επεμβατικά τις θερμοκρασίες του εγκεφάλου σε υγιείς ανθρώπους και πώς αυτές διακυμαίνονται στη διάρκεια του 24ώρου.
Η νέα μελέτη έγινε σε 40 εθελοντές 20 έως 40 ετών, ο εγκέφαλος των οποίων παρακολουθήθηκε θερμοκρασιακά σε συνεχή βάση από το πρωί έως το βράδυ. Διαπιστώθηκαν έτσι αξιοσημείωτες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας του εγκεφάλου ανάλογα με την εγκεφαλική περιοχή, την ηλικία του ανθρώπου, το φύλο και την ώρα της μέρας. Η μελέτη καταρρίπτει επίσης τη διαδεδομένη αντίληψη ότι η θερμοκρασία του σώματος και του εγκεφάλου ενός ανθρώπου είναι ίδιες.
Η επιφάνεια του εγκεφάλου είναι γενικά πιο δροσερή, ενώ οι βαθύτερες περιοχές του όχι σπάνια περνάνε τους 40 βαθμούς, με την υψηλότερη θερμοκρασία που καταγράφηκε σε υγιή άνθρωπο, να είναι οι 40,9 βαθμοί. Σε όλους τους ανθρώπους η μέση θερμοκρασία του εγκεφάλου εμφανίζει μέσα στη μέρα μια διακύμανση της τάξης σχεδόν του ενός βαθμού, με την υψηλότερη θερμοκρασία να παρατηρείται το απόγευμα και τη χαμηλότερη κατά τη νύχτα.
Ο γυναικείος εγκέφαλος είναι κατά μέσο όρο 0,4 βαθμούς πιο ζεστός από τον ανδρικό. Η διαφορά αυτή πιθανότατα οφείλεται στον έμμηνο κύκλο (περίοδο) της γυναίκας, καθώς στις περισσότερες γυναίκες μετά την ωορρηξία η θερμοκρασία του εγκεφάλου τους είναι περίπου 0,4 βαθμούς μεγαλύτερη σε σχέση με τη φάση προ ωορρηξίας.
Η εγκεφαλική θερμοκρασία αυξάνεται επίσης με την ηλικία και στα δύο φύλα, ιδίως στις βαθιές εγκεφαλικές περιοχές, όπου η μέση διαχρονική αύξηση φθάνει τους 0,6 βαθμούς. Αυτό πιθανώς οφείλεται στο ότι με το πέρασμα του χρόνου μειώνεται η ικανότητα του εγκεφάλου να ψύχεται.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Όσα γνωρίζουν οι ειδικοί για την ευλογιά των πιθήκων
«Η Ευρώπη παραμένει στο επίκεντρο της μεγαλύτερης και γεωγραφικά πιο εκτεταμένης επιδημίας της ευλογιάς των πιθήκων που έχει αναφερθεί ποτέ εκτός των ενδημικών περιοχών της δυτικής και κεντρικής Αφρικής», ανέφερε σήμερα ο περιφερειακός διευθυντής Ευρώπης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Χανς Κλούγκε τονίζοντας πως ο κίνδυνος εξάπλωσης μέσα στο καλοκαίρι παραμένει υψηλός.
Με βάση τις μέχρι σήμερα αναφορές κρουσμάτων, η εν λόγω επιδημία μεταδίδεται επί του παρόντος μέσω κοινωνικών επαφών που συνδέονται σε μεγάλο βαθμό μέσω σεξουαλικής δραστηριότητας, στην οποία εμπλέκονται κυρίως άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες.
«Πολλά –αλλά όχι όλα (τα)– κρούσματα αναφέρουν φευγαλέες ή/και πολλαπλές σεξουαλικές σχέσεις, οι οποίες ενίοτε συνδέονται με μεγάλες εκδηλώσεις ή πάρτι», τονίζει στην ανακοίνωσή του ο ΠΟΥ, προσθέτοντας πως πρέπει να θυμόμαστε, ωστόσο, ότι η ευλογιά των πιθήκων προκαλείται από έναν ιό που μπορεί να μολύνει οποιονδήποτε και δεν συνδέεται εγγενώς με κάποια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων.
Ο κ. Κλούγκε αναφέρει πως οι ομοφυλόφιλες και αμφιφυλόφιλες κοινότητες έχουν υψηλή ευαισθητοποίηση όσον αφορά τη σεξουαλική υγεία των ίδιων και των κοινοτήτων τους και γι’ αυτό τους συνεχάρη για την άμεση ανταπόκρισή τους.
Ο ίδιος επισήμανε πως η επιστημονική κοινότητα δεν γνωρίζει ακόμη αν ο ιός μπορεί επίσης να μεταδοθεί από το ένα άτομο στο άλλο μέσω του σπέρματος ή των κολπικών υγρών, ούτε αν ο ιός θα μπορούσε να παραμείνει σε αυτά τα σωματικά υγρά για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.
Αυτό που γνωρίζει είναι πως οι περισσότεροι άνθρωποι που προσβάλλονται από την ευλογιά των πιθήκων θα έχουν μια ήπια και αυτοπεριοριζόμενη, αλλά δυσάρεστη και δυνητικά επώδυνη ασθένεια που μπορεί να διαρκέσει έως και αρκετές εβδομάδες.
«Δεν γνωρίζουμε ακόμη ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην υγεία των πιο ευάλωτων ομάδων, ιδίως των μικρών παιδιών, των έγκυων γυναικών και των ατόμων με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα», ανέφερε.