Φύγε, γιε μου, να σωθείς!, του είπα, αλλά μην πας στη Γερμανία της Μέρκελ.
Καθόταν δίπλα μου η γυναίκα, στην εκδήλωση των εργαζομένων του Δήμου Καλλιθέας, στο Φαληρικό Δέλτα, στο ισόγειο ενός από τα πάμπολλα κτήρια των Ολυμπιακών Ακινήτων που κλείνουν τη θέα προς τη θάλασσα, εγκαταλειμμένα και έρημα. Τόσα δισ. πεταμένα και δεν λογοδοτεί κανένας. Σαν να μην φταίει κανένας που χτίστηκαν τεράστιες άχρηστες κατασκευές, που χύθηκαν εκατομμύρια τόνοι μπετόν αρμέ πάνω στο παραλιακό μέτωπο, που δεν υπήρχε κανένα σχέδιο, καμία πρόβλεψη για το τι θα απογίνουν όλα αυτά τα μεγαθήρια μετά τη δεκαπενθήμερη χρήση τους το 2004. Κανένας έλεγχος για το κόστος, για την υπερτιμολόγηση, για τις μίζες που δόθηκαν προκειμένου να κονομήσουν οι εργολάβοι και οι υπουργοί και οι διορισμένοι παράγοντες της Ολυμπιάδας, λες και μόνο η Siemens λάδωσε για να συμμετάσχει προνομιακά στη λεηλασία. Καμία ευθύνη που, σχεδόν δέκα χρόνια μετά, όλη αυτή η περιουσία μένει αναξιοποίητη, με οικονομικό κόστος, με μεγάλες φθορές και με σημαντική επιβάρυνση στο περιβάλλον είτε του Φαλήρου είτε του Αμαρουσίου είτε κάθε άλλης περιοχής που «ευεργετήθηκε» από κάποιο ή κάποια ολυμπιακά ακίνητα. Ακίνητα μέχρι θανάτου.
Ο Καμίνης, ο δήμαρχος, και όλοι οι ακροδεξιοί βρικόλακες της κυβέρνησης, συνεπικουρούμενοι από τις δημοσιογραφικές καραμούζες των εργολάβων, ούρλιαζαν για την καταπάτηση της δημόσιας περιουσίας από τους αντιεξουσιαστές, για τα μηδενικής οικονομικής αξίας σαραβαλιασμένα κτήρια, τη Villa Amalias και το κτήριο Σκαραμαγκά-Πατησίων, παρατημένα επί δεκαετίες από το θεό και τους ανθρώπους. Ούρλιαζαν για να εξαπατήσουν τον κοσμάκη, τον φουκαρά, τον φοβισμένο, τον αγράμματο, τον ταμ-ταμ-ταμ, όπως τον έχουν καταντήσει, κάνοντας μόκο για την πελώρια καταπάτηση εκτάσεων μεγάλης αξίας, για την απύθμενη σπατάλη δισεκατομμυρίων ευρώ, για το άδειασμα των ταμείων από τους αετονύχηδες εσωτερικού και εξωτερικού. Καθ’ οδόν για τη νέα μεγάλη αρπαχτή σε βάρος της δημόσιας περιουσίας με τις παραχωρήσεις των φιλέτων, όπως ο Αστέρας της Βουλιαγμένης, το αεροδρόμιο του Ελληνικού και, γιατί όχι, όλη η παραλία του Σαρωνικού, για μαρίνες, καζίνο και mall. Τζογαδόροι όλου του κόσμου, προσέλθετε στη Νέα Ελλάδα των κουλοχέρηδων και των ελαφροχέρηδων!
Και τα παιδιά με τα πτυχία και τις γλώσσες, γκρουπιέρηδες και πορτιέρηδες, χωρίς μισθό και ασφάλιση, μόνο με φιλοδωρήματα!
Φύγε, γιε μου, να σωθείς! Το επανέλαβε, με πόνο καρδιάς, δυο-τρεις φορές, η μάνα. Καλύτερα να στερηθώ τον μοναχογιό μου παρά να τον βλέπω να μαραζώνει και να λιώνει πλάι μου, άνεργος και άχρηστος. Τα έλεγε στη συνάδερφό της, νεοπροσληφθείσα με πολύ χαμηλό μισθό, και τρανταζόταν ολόκληρη. Κι εσένα, δεν θα σε κρατήσουνε πέρα από το τετράμηνο που τρέχει το πρόγραμμα, της έλεγε, εκτός κι αν το παρατείνουν μέχρι τις δημοτικές εκλογές, για ευνόητους λόγους. 28 χρόνια δουλεύω στο Δήμο, μην τους εμπιστεύεσαι. Θλιμμένα την άκουγε η απέναντι γυναίκα, που ήταν με τον άντρα της και την κόρη τους , ένα ωραίο κοριτσάκι που πάει στην Τρίτη Γυμνασίου με πολύ ακατάστατη οδοντοστοιχία. Πού να βρούμε λεφτά για τα δόντια της; Εδώ και πολύν καιρό παλεύουμε για το ενοίκιο, τη ΔΕΗ και το φαγητό μας, έλεγε κάπως ταπεινωμένη. Η μικρή δεν αισθάνεται καλά, όταν είναι με κόσμο αποφεύγει και να γελάσει, αλλά ο οδοντίατρος θέλει πάνω από δύο χιλιάρικα για να της τα διορθώσει. Μόνο αν μας πέσει το λαχείο…
Οι τεχνίτες, οι οδοκαθαριστές, οι υπάλληλοι των γραφείων έτρωγαν το «μενού» από σουβλάκια και σαλάτα που είχε ετοιμάσει ο σύλλογός τους, χόρευαν υπό τους ήχους της κομπανίας του Βαγγέλη Κορακάκη, σε μια μάζωξη φιλίας, ενότητας κι αγώνα, αλλά δεν ξεχνούσαν τις συμφορές που έχουν προκαλέσει στις ζωές τους οι θρασύτατοι υπουργοί τύπου Στουρνάρα, Βρούτση και Γεωργιάδη, ψυχροί εκτελεστές των Μνημονίων. Και τους το κρατάνε, γιατί ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος δεν χαλάνε μόνο τη δική τους ζωή, αλλά και των παιδιών τους, που είτε φεύγουν διωγμένα στο εξωτερικό είτε δεν μπορούν να πάνε ούτε στο γιατρό να φτιάξουν τα δόντια τους. Η κυβέρνηση της δυστυχίας, όπως πολύ περιφρονητικά τη χαρακτήρισε ένας από τους εργάτες του Δήμου που μόλις είχε χορέψει ένα ωραίο ζεϊμπέκικο, και της προδοσίας, που συμπλήρωσε η σύντροφός του!
Στ. Ελλ.