Μπορεί η προσφυγή στον Φουκό από τον επικεφαλής της Documenta 14 και η απήχηση των καλλιτεχνικών έργων που απευθύνονται σε ένα περιορισμένο κοινό να αντισταθμίσει το ισχυρό μήνυμα που περνάει στο σύνολο της κοινωνίας μέσα από την πανηγυρική πανελλαδική τηλεοπτική προβολή του προέδρου της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ, με τη συνδρομή, σε ρόλους υποτελών του, του Προέδρου της Δημοκρατίας, της υπουργού Πολιτισμού, του δημάρχου της Αθήνας και μιας μεγάλης κοστουμαρισμένης κουστωδίας, στα εγκαίνια της έκθεσης; Και μπορεί έστω και η φραστική σύνδεση της Documenta 14 με τον αγώνα εναντίον της επτάχρονης δικτατορίας να μην περιλαμβάνει καμία έντονη καταγγελία για τους Γερμανούς και όλους τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ που γέννημα-θρέμμα του ήταν οι Παπαδόπουλοι και οι Ιωαννίδηδες; Και όλο αυτό να μην συνδέεται με τα μνημόνια, που αποτελούν προέκταση μιας πολιτικής που πάντα βλέπει τις χώρες της περιφέρειας σαν κατώτερες, είτε από αρπακτικότητα είτε από συμπάθεια;
Η παραδοσιακή Δεξιά ενοχλήθηκε ακόμα κι απ’ αυτή την άσφαιρη αναφορά στη δικτατορία, βρήκε τη φρασεολογία πολύ «αριστερή», επειδή το αίμα νερό δεν γίνεται. Μιλώντας για Γερμανούς, η ναυαρχίδα της ελληνικής Δεξιάς στον Τύπο, η «Καθημερινή», μια χαρά είχε βολευτεί με τους ναζί στην Κατοχή καταγγέλλοντας κάθε Έλληνα που αγωνιζόταν ενάντια στους κατακτητές. Σήμερα, δεν την ενοχλεί που οι Γερμανοί κάνουν ό,τι μπορούν για να ρημάξουν την εξαρτημένη απ’ αυτούς οικονομία μας και να ευτελίσουν την υποτυπώδη δημοκρατία μας, αλλά την ενοχλεί που κάποιοι ξανασκαλίζουν τη «χούντα». Μάλλον, με βάση αυτή την «κλασική» κουλτούρα της Δεξιάς, προτιμούν τους Γερμανούς τύπου Σόιμπλε που λιώνουν την Ελλάδα με την μπότα τους από τους Γερμανούς που με καλλιτεχνικά τρικ μάς χρυσώνουν το χάπι. Αλλά και το γλείψιμο της κυβέρνησης σε κάθε τι ξένο, από τον Ομπάμα μέχρι τον Νετανιάχου και τον Σίσι, τι καλό μπορεί να φέρει στο ήθος και τις τέχνες;
Δεν θα αναφερθώ προς το παρόν στα έργα και τις δράσεις της Έκθεσης, γιατί δεν επισκέφτηκα ακόμα τα περισσότερα από τα σημεία της Documenta 14 ούτε ολοκλήρωσα την ανταλλαγή απόψεων με φίλους εικαστικούς που γνωρίζουν καλύτερα τα της τέχνης τους. Αλλά ήδη, σαν πολίτης «της Αθήνας από την οποία ήρθαν για να μάθουν» όπως διατείνονται οι εμπνευστές της έκθεσης, έχω την αίσθηση ότι υιοθέτησαν αυτό το σύνθημα σαν πολύ πιασάρικο και κολακευτικό για τους ιθαγενείς, χωρίς πραγματικό αντίκρισμα. Εξάλλου, αναρωτιέμαι τι έμαθαν από το Κάιρο και την Καμπούλ που προηγήθηκαν της Αθήνας και τι πρόσφεραν στους κατοίκους των πόλεων αυτών που στενάζουν κάτω από τις πιο σκληρές δικτατορίες.
Τα εικαστικά της πόλης
Όπως φαίνεται, δεν ήθελαν ή δεν μπόρεσαν να λάβουν υπόψη τους ότι η Αθήνα αποτελεί από μόνη της τη μεγαλύτερη πανευρωπαϊκά «έκθεση» εικαστικών τεχνών. Διαρκή, αυτοανανεούμενη και αυτοδιαχειριζόμενη. Ότι είναι μία μεγάλη πόλη στην οποία δεν υπάρχει σημείο της που να μην έχει υποστεί εικαστική παρέμβαση. Από έργα καλόγουστα έως πολύ κακόγουστα. Σε καμία άλλη πόλη της Ευρώπης δεν είναι ζωγραφισμένο, βαμμένο ή μουντζουρωμένο κάθε τετραγωνικό της μέτρο. Δεν υπάρχει τοίχος, φράχτης, ρολό, κολόνα, βαγόνι τρένου, λαμαρίνα, σκέπαστρο, πόρτα, γκαραζόπορτα, παντζούρι, άγαλμα, κουτί της ΔΕΗ και των ΕΛΤΑ ή θάλαμος του ΟΤΕ, στάση λεωφορείου, κιόσκι, τράπεζα, τζαμαρία, σκουπιδοτενεκές, ψυγείο περιπτέρου, αποθήκη, κατάστημα, δημόσιο κτήριο ή πανεπιστήμιο σε ακτίνα χιλιομέτρων που να μην έχει βάλει την αφίσα, το πανό, το πινέλο, τον μαρκαδόρο ή το σπρέι του ο ανώνυμος ακτιβιστής. Χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα και εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, αυτοσχέδιοι, αυθάδεις, ανεξέλεγκτοι, ταλαντούχοι και ατάλαντοι, άγνωστοι και, κατά κανόνα, άφραγκοι νεαροί, έχουν ζωγραφίσει όλη την πόλη σε αλλεπάλληλα στρώματα με μία θεματική και χρωματική ποικιλία που δεν μπορεί να βγει μέσα από κανένα σχέδιο και καμία χρηματοδότηση. Με όλα τα μαρμάρινα σκαλοπάτια και πεζούλια στις κεντρικές λεωφόρους, στα μέγαρα, τις εκκλησίες και μνημεία, σπασμένα από τα σφυριά των διαδηλωτών που τα χρησιμοποίησαν σαν πέτρες εναντίον των αστυνομικών. Και με τα περισσότερα μαγαζιά στη Σταδίου και την Πατησίων με κατεβασμένα ρολά κλειστά από χρεοκοπία.
Αυτή είναι εικαστικά η Αθήνα, με εκατοντάδες θεατράκια, περίπτερα και τοστάδικα, με πολλά μικρά βιβλιοπωλεία και μεζεδοπωλεία, μερικές ανθεκτικές καταλήψεις και με τους πιο χαλασμένους δρόμους και τα πιο βρώμικα πεζοδρόμια της Ευρώπης. Εικαστικά η Αθήνα ούτε όμοιά της πόλη έχει ούτε αντιγράφεται. Και δεν τέρπει ούτε κολακεύει τον τουρίστα, Έλληνα ή ξένο, όπως θέλει να κάνει η Documenta 14. Πέρα από τα περιχαρακωμένα αρχαία αξιοθέατά της, η Αθήνα μάλλον τον φτύνει. Κι αυτή η ασχήμια της (με ή χωρίς εισαγωγικά) μπορεί να είναι και η πιο γνήσια έκφραση των συναισθημάτων των κατοίκων της πόλης για τους ξένους «ευεργέτες και εκπολιτιστές», ακόμα κι αν οι ίδιοι απεχθάνονται να βλέπουν την «εικόνα» τους στους τοίχους και τις κολόνες. Street art. Γι’ αυτό έπιασε πανικός τα υπουργεία Παιδείας και Πολιτισμού όταν ένα πρωί τούς έδειξαν σε φωτογραφία την πελώρια εικαστική παρέμβαση των αγνώστων ζωγράφων στο γωνιακό κτήριο του Πολυτεχνείου. Αυτή η πειραγμένη πρόσοψη ήταν βέβηλη και αμφισβητούσε την αυθεντία και εξουσία όσων υπηρετούν τις τέχνες και τα γράμματα από καθέδρας ή υπογράφουν πειθήνια τα μνημόνια και υποκλίνονται με δουλοπρέπεια στη Μέρκελ και τον Στάινμαγιερ.
Ακριβό τζέρτζελο
Η διάσπαρτη παρέμβαση της Documenta 14 που κοστίζει 70 εκατ. ευρώ, είναι εγκάθετη στην πόλη, ξένη στους κατοίκους της και αδιάφορη γι’ αυτούς που πραγματικά θα είχαν ανάγκη από μια άλλη πνοή σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς. Μια πνοή που μόνο μέσα από τα σπλάχνα της πόλης μπορεί να βγει, και να είναι επαναστατική για να γίνει αισθητή και όχι σικέ αντισυμβατική. Χωρίς μεγαλοστομίες, χωρίς περισπούδαστους curators, χωρίς κάμερες, χωρίς πολιτικούς και χωρίς κιτς εγκαίνια (τα οποία είχαν και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον σαν μετα-Survivor με πολυελαίους, ακριβά κρασιά και ασημένια μαχαιροπήρουνα!). Η Documenta 14 σαν τουρίστας ήρθε και σαν τουρίστας θα φύγει από μια πόλη από την οποία ούτε έμαθε ούτε καν την είδε!
Όλο αυτό το τζέρτζελο συνέβαινε την ώρα που το βλαχομπαρόκ συνονθύλευμα της ελληνικής Βουλής, βυθιζόμενο σχεδόν αύτανδρο στη χαβούζα, υποστήριζε την εγκληματική φωτογραφική διάταξη με την οποία κακοποιείται ανίατα η Νέα Φιλαδέλφεια και εδραιώνεται πανελλαδικά σαν μνημείο βίας και εθνικής κακογουστιάς το γήπεδο που θα ονομάζεται «Αγιασοφιά». Εξαγγέλλοντας ταυτόχρονα, ο πρωθυπουργός, ένα μελλοντικό γήπεδο του Αλαφούζου, το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε να ονομαστεί «Ακρόπολη» (με τις ανάλογες κολόνες και αγάλματα) για λόγους ιστορικής ισορροπίας, αλλά και για να ξεπεραστεί η ηγεμονική αισθητική του Μελισσανίδη. Το όλο project άνετα θα βαφτιζόταν Patsavura 17.
Τίποτα δεν είναι τυχαίο
Η κοινωνία ζει κάτω από μια ιδιότυπη δικτατορία που εκλέγεται με όλες τις αποδεκτές από τους Γερμανούς προδιαγραφές δημοκρατίας και υπό την άμεση καθοδήγησή τους. Και η κοινωνία ολόκληρη βιώνει σοκαρισμένη, απογοητευμένη, απηυδισμένη ή συμβιβασμένη με τον μαρασμό της χώρας. Και η Αθήνα πονάει, βογκάει και αγκομαχεί. Και καμία Documenta 14, ακόμα κι αν εμπεριέχει καλές προθέσεις, δεν μπορεί να την ικανοποιήσει.
Το πολιτικό προσωπικό κονταροχτυπιέται με τηλεοπτικά σόου για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, αλλά αποδέχεται τον ίδιο μπούσουλα. Χρόνια είχαμε να δούμε τόσα πολλά και τόσο πανηγυρικά εγκαίνια για έργα που κράτησαν πάρα πολλά χρόνια και υπερτιμολογήθηκαν δεόντως, αλλά και για έργα που χρηματοδοτήθηκαν από άλλους, όπως το σύμπλεγμα του Φαλήρου από το Ίδρυμα Νιάρχος ή την έκθεση Documenta 14 που χρηματοδοτήθηκε από το γερμανικό κράτος. Πανηγυρισμοί που ρίχνουν στάχτη στα μάτια ενός ζαρωμένου από ανασφάλεια, φόβο και φτώχεια κόσμου για να μην σκέφτεται τις συνέπειες από το γδάρσιμό του και από την καθολική εκχώρηση του εθνικού πλούτου στους ξένους δανειστές-κηδεμόνες.
Είναι αφελής όποιος νομίζει ότι γίνεται κάτι στη χώρα από τους Ευρωπαίους που είναι εντελώς άσχετο – έως και αντίθετο – με την παραχώρηση στους ξένους των νευραλγικών τομέων της χώρας, όπως είναι τα αεροδρόμια, τα λιμάνια, η ενέργεια, οι επικοινωνίες, οι τράπεζες, οι δρόμοι, τα τρένα, ακόμα και το νερό. Όλα πηγαίνουν πακέτο. Η οικονομική λεηλασία δεν μπορεί να επιτευχθεί και να ευδοκιμήσει χωρίς την πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική κυριαρχία. Και χωρίς τη δημιουργία ενός νεανικού, μορφωμένου και δραστήριου εφεδρικού στρατού στο εσωτερικό της χώρας που θα μισθοδοτείται από τις μητροπόλεις ή θα επιλέγεται από τις μητροπόλεις και θα μισθοδοτείται από την υποτελή πολιτική τάξη της χώρας.
Δεν είναι μια απλή αστοχία η προσπάθεια να τεθεί επικεφαλής του Φεστιβάλ Αθηνών ο Βέλγος Γιαν Φαμπρ από την κυβέρνηση. Ούτε άσχετη η πρόταση που διατυμπανίστηκε στην κορυφή του πρωτοσέλιδου της Καθημερινής για την εισαγωγή χιλίων, σε πρώτη φάση, επιλεγμένων με ευρωπαϊκές προδιαγραφές στελεχών εκπαιδευμένων στις μητροπόλεις που θα επανδρώσουν τις νευραλγικές υπηρεσίες του κράτους, ενώ συνεχίζεται μαζικά η έξοδος από τη χώρα εκατοντάδων χιλιάδων νέων με πτυχία για να επανδρώσουν τα νοσοκομεία και τις βιομηχανίες των Ευρωπαίων που χρειάζονται φρέσκο, και μάλιστα δωρεάν, προσωπικό από τα ελληνικά πανεπιστήμια.
Κρίνοντας από τις χλιαρές αντιδράσεις των διανοουμένων και τη στασιμότητα από τους εκτός Βουλής πολιτευτές της Αριστεράς, η όποια αντίδραση σ’ αυτό που παίζεται σε βάρος του τόπου παραμένει αδιαμόρφωτη και ατομική υπόθεση του καθενός. Γι’ αυτό, ίσως, και οι μουντζούρες στους τοίχους να είναι μια πρώτη «άτεχνη» γραμμή άμυνας…
Στέλιος Ελληνιάδης