«Λόγω της συνεχιζόμενης πάντοτε αντεθνικής του δράσεως συνελήφθη παρά της υπηρεσίας μας και εξετοπίσθη δυνάμει της υπ’ αρ. 198/1948 αποφάσεως εις νήσον Λήμνον… Την 3.7.50 αφέθη ελεύθερος προς οίκοι νοσηλείαν, πλην όμως συνελήφθη εκ νέου και απεστάλη εις Αγ. Ευστράτιον…»
(απόσπασμα από «Απόρρητον» έκθεση της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών, φάκελος Γιάννη Ρίτσου)
«Περί του επικινδύνου κομ/στού Β΄ κατηγορίας ΒΑΡΝΑΛΗ Κων/νου, γεν. τω 1891 εν Πύργω Ρωμυλίας, λογοτέχνου-δημοσιογράφου…
Λαμβάνομεν την τιμήν να αναφέρωμεν ότι, ο εν περιλήψει κληθεί εις το Παρ/μα στις 18-6-68 ηρνήθη καθ’ οιονδήποτε τρόπο να λάβη θέση έναντι του ΚΚΕ-ΕΔΑ δηλώσας ότι είναι ο παλαιότερος κομμουνιστής εν Ελλάδι και ουδέποτε παρέβη τον νόμον. Εκ της διαλογικής συζητήσεως μετ’ αυτού εσχηματίσθη η γνώμη ότι εξακολουθεί να εμμένη εις τας ιδέας του. Τόσον ούτος όσον και η σύζυγός του τυγχάνουν υπερήλικες και ασθενείς. Συνημμένως υποβάλλομεν αίτησιν τούτου περί επανασυνδέσεως της υπ’ αριθ. 712667 τηλεφωνικής συσκευής του».
(Φάκελος Κώστα Βάρναλη)
«Η αιτούσα ΛΕΙΒΑΔΙΤΟΥ Μαρία του Αναστασίου, δεν απησχόλησε την υπηρεσία ημών από κομμουνιστικής πλευράς. Το άτομον όπερ προτίθεται να επισκεφθή, εις Άγιον Ευστράτιον, είναι ο σύζυγός της ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ Αναστάσιος επικίνδυνος και αμετανόητος κομμουνιστής. Ο σκοπός της μεταβάσεώς της οφείλεται στο να περιποιηθή τον ασθενούντα ως αυτή ισχυρίζεται σύζυγόν της…»
(20-9-1950, φάκελος Τάσου Λειβαδίτη)
Δεν είναι κανείς τόσο αφελής ιστορικά ώστε να συσχετίσει και να συγκρίνει δύο πολύ διαφορετικές μεταξύ τους εποχές. Αλλά αυτό δεν εμποδίζει να θαυμάσει κανείς, και να συγκρίνει σε σχέση με το παρόν, την αξιοσύνη, τη γενναιότητα, τη συνέπεια και την πίστη σε ένα ιδανικό των ανθρώπων που δεν πήραν την εποχή τους αψήφιστα, δεν συμβιβάστηκαν, δεν κρέμασαν τους συντρόφους τους και δεν απαρνήθηκαν τις ιδέες τους. Άλλη μια αφορμή για τέτοιες σκέψεις είναι η δημοσιοποίηση του περιεχομένου των φακέλων που τηρούσε η Ασφάλεια για μερικούς από τους επιφανέστερους Έλληνες δημιουργούς. Με πρόσβαση στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, τρεις ερευνητές (Γ. Πετρόπουλος, Ν. Ζηργάνος και Ν. Χατζηδημητράκος), έφεραν στο φως μέσα από την Εφημερίδα των Συντακτών τα ντοκουμέντα που διασώθηκαν από τις παρακολουθήσεις του Γιάννη Ρίτσου, του Κώστα Βάρναλη, του Τάσου Λειβαδίτη, του Άρη Αλεξάνδρου, του Μανώλη Αναγνωστάκη, του Νικηφόρου Βρεττάκου και του Στέλιου Καζαντζίδη, από τους μηχανισμούς της Ασφάλειας.
Είναι πράγματι εντυπωσιακό πώς οι άθλιοι κυβερνώντες υπό την μπαγκέτα των ξένων κηδεμόνων ταλαιπώρησαν τα καλύτερα ελληνικά μυαλά όχι μόνο με φυλακίσεις, βασανιστήρια και εξορίες, αλλά και με συστηματική παρενόχληση στην εκτός τόπων κράτησης καθημερινή ζωή τους. Και, εννοείται, οι προαναφερθέντες είναι από τους τυχερούς που επέζησαν, γιατί χιλιάδες άλλοι εκτελέστηκαν εξωδικαστικά ή με παρωδίες δικών και συνοπτικές διαδικασίες και, συχνά, θάφτηκαν ομαδικά ή αποκεφαλίστηκαν και καρφώθηκαν στα παλούκια από τους θύτες. Τυχεροί γιατί καταδικασμένοι σε θάνατο, ισόβια και άλλες βαριές ποινές, τελικά διασώθηκαν κατατρεγμένοι επί δεκαετίες, αυτοί και οι οικογένειές τους.
Με την παραμικρή εκτροπή, νέα εξορία, νέα φυλακή. Σε κολαστήρια σαν της Μακρονήσου και της Γυάρου, σε μπουντρούμια σαν της Ακροναυπλίας και της Κέρκυρας, σε αντίσκηνα στο Τρίκερι και τον Άη Στράτη και σε πολλά άλλα μέρη «αναμόρφωσης». Αλλά και σαν πολίτες, λόγω των πολιτικών τους φρονημάτων υφίσταντο συνεχείς απαγορεύσεις, ταπεινώσεις και περιορισμούς. Στον Κώστα Βάρναλη είχαν κόψει το τηλέφωνο σε ηλικία 84 ετών και τον παρακολουθούσαν ακόμα και στο καφενείο που έπινε καφέ στο Κολωνάκι, στον Γιάννη Ρίτσο έκαναν άνω-κάτω το διαμέρισμά του επειδή έβλεπαν ότι ήταν βαριά η βαλίτσα με την οποία επέστρεφε από την εξορία, μην μπορώντας να φανταστούν ότι ο ποιητής κουβαλούσε βότσαλα που τα είχε ζωγραφίσει στο νησί, στον Στέλιο Καζαντζίδη, τον οποίο υποψιάζονταν για κομμουνιστικές συμπάθειες επειδή παραβρέθηκε σε προεκλογική συγκέντρωση της ΕΔΑ και είχε φιλικές σχέσεις με μια νεαρή κοπέλα αριστερών πεποιθήσεων, αρνούνταν να του δώσουν – επί μια δεκαετία – άδεια οδήγησης αυτοκινήτου!
Άνθρωποι που έπρεπε να προσέχουν τα χέρια τους που έπιαναν το μολύβι, που είχαν μωρά παιδιά, που ήταν φιλάσθενοι ή ηλικιωμένοι, γλυκομίλητοι και εύθραυστοι, δεν κώλωσαν και δεν τσαλάκωσαν ούτε την αξιοπρέπεια και την αξιοπιστία τους, ούτε πρόδωσαν τις ιδέες και τα πιστεύω τους, ούτε συναίνεσαν στην παράδοση και λεηλασία της χώρας τους.
Σήμερα, όποιος ισχυρίζεται ότι είναι αριστερός δεν χρειάζεται να περάσει υποχρεωτικά από τέτοια βάσανα για να επιβεβαιωθεί ο πατριωτισμός και η αριστεροσύνη του, αλλά δεν μπορεί και να θεωρείται αριστερός όποιος δεν έχει τα ίδια ιδανικά, την ίδια συνέπεια και την ίδια ασυμβίβαστη στάση που είχαν οι σπουδαίοι σύντροφοι του κοντινού παρελθόντος απέναντι στην καθεστηκυία τάξη. Να ισχυρίζεσαι ότι είσαι αριστερός ενώ υπηρετείς και εφαρμόζεις τις πολιτικές λεηλασίας και υποτέλειας που σου επιβάλουν οι δυνάστες του τόπου αποτελεί μεγάλη και ασυγχώρητη ύβρη για τους ανθρώπους που θυσίασαν τα πάντα για σένα, για μένα, για την πατρίδα και τα ιδανικά μας. Για τους αγωνιστές που αποτελούν τη σπουδαιότερη κληρονομιά μας για μια Ελλάδα λεύτερη, ανεξάρτητη και δημοκρατική.
Στ. Ελλ.