Οι εξελίξεις αυτής της εβδομάδας στην Ιταλία δύσκολα μπορούν να ερμηνευθούν αν θεωρήσουμε ότι ισχύουν οι κανονικότητες μιας προηγούμενης περιόδου. Αυτές δεν υφίστανται πλέον – χαρακτηριστική περίπτωση μια Γερμανία που κάποτε «έδινε το παράδειγμα» αλλά μετά τις τελευταίες εκλογές χρειάστηκε έξι μήνες (κι αρκετές κυβιστήσεις των συστημικών πολιτικών δυνάμεων) για να δει κυβέρνηση. Στην Ιταλία ο σχηματισμός κυβέρνησης χρειάστηκε «μόλις» δύο μήνες – με τις τελευταίες μέρες να αποκτούν μια πυκνότητα που θύμιζε το ελληνικό καλοκαίρι του 2015. Τελικά, γίναμε μάρτυρες μιας απόπειρας υπέρβασης που (όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται) συντελέστηκε και ταυτόχρονα μπλοκαρίστηκε. Την υπέρβαση του αδιεξόδου επιχείρησε ένας ανομοιογενής, πράγματι, «λαϊκίστικος» πόλος τον οποίο απαρτίζουν το Κίνημα 5 Αστέρων από τη μια και η Λέγκα από την άλλη.
Αν είναι δύσκολο να δοθεί ένας ακριβής χαρακτηρισμός για τους 5 Αστέρες, που υποστηρίχθηκαν κυρίως από τον ιταλικό Νότο και από τους παλιούς ψηφοφόρους της πάλαι ποτέ ιταλικής Αριστεράς, για τη Λέγκα είναι ευκολότερο: αν και έβγαλε από τον τίτλο της τη διευκρίνιση «του Βορρά» για να εμφανιστεί ως πανιταλικό κόμμα, στον Βορρά κυριάρχησε. Και οι θέσεις της είναι σαφώς αντιμεταναστευτικές, έως και φασίζουσες, παρά την αναβάπτισή της στα πλαίσια της (μάλλον ανύπαρκτης πλέον) κεντροδεξιάς συμμαχίας με τον Μπερλουσκόνι.
Επίσης, έγινε εμφανές αυτήν την εβδομάδα το άγχος ιδίως των 5 Αστέρων (τελικά και της Λέγκας) να βρεθούν στην κυβέρνηση πάση θυσία, αφού φλέρταραν για λίγες μέρες με την ιδέα μιας «σκληρής» στάσης απέναντι στο πραξικόπημα που υπέστησαν – δηλαδή με την πρόκληση νέων εκλογών. Όλα αυτά ισχύουν… αλλά δεν επαρκούν για να ερμηνεύσουν αυτό που συμβαίνει στην Ιταλία, δηλαδή την προσπάθεια υπέρβασης του τέλματος στο οποίο την είχαν οδηγήσει προηγούμενα, πιο «πολιτικά ορθά» και πιο παραδοσιακά σχήματα – με πιο πρόσφατο το Δημοκρατικό Κόμμα στο οποίο ο Ρέντσι εξακολουθεί να παίζει σημαίνοντα ρόλο.
Οι Ντι Μάιο και Σαλβίνι ελπίζουν ότι, όντας κυβέρνηση, θα καταφέρουν να αποκρούσουν τις επόμενες επιθέσεις… Διαφορετικά υπήρχε ο φόβος να επιβληθεί, έστω και χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία, μια «μεταβατική» κυβέρνηση άγνωστης διάρκειας.
Διαρκής η έξωθεν πίεση
Εξακολούθησαν όμως να δρουν και αντίρροπες δυνάμεις, που με δυναμικό τρόπο επιχείρησαν (και, από μία άποψη, εν μέρει πέτυχαν) να μπλοκάρουν αυτήν την υπέρβαση, να την κουτσουρέψουν, να αποτρέψουν εν τέλει την αλλαγή που επαγγελλόταν. Η διαρκής πίεση της ευρωκρατίας, των «αγορών» και του παλιού πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου προς τους 5 Αστέρες και τη Λέγκα οφειλόταν ακριβώς στο γεγονός ότι αυτές οι δύο συνιστώσες του επάρατου λαϊκισμού δεν ήταν δικές τους, όπως είναι οι Ρέντσι, Μπερλουσκόνι και Σία. Και γνωρίζουν ότι θα χρειαστεί ακόμη μεγαλύτερη πίεση για να καταφέρουν να τους μετατρέψουν σε κατοικίδιά τους.
Οι 5 Αστέρες και η Λέγκα ήταν σαφώς οι νικητές των εκλογών του Μαρτίου, διέθεταν κοινοβουλευτική πλειοψηφία, κατέληξαν σε μια μεταξύ τους συμφωνία για το κυβερνητικό πρόγραμμα (αν και πώς θα την υλοποιούσαν είναι άλλης τάξης ζήτημα), και επέλεξαν τη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου – όπως είθισται στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες δυτικού τύπου. Αυτό που υπέστησαν στη συνέχεια, με αποκορύφωμα όσα συνέβησαν την περασμένη Κυριακή, ήταν μια επανάληψη όχι του ελληνικού καλοκαιριού του 2015, αλλά αυτού του 1965: όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος αρνήθηκε να ορκίσει ως υπουργό Άμυνας αυτόν που είχε επιλέξει ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, κι έπειτα και τον ίδιο τον Παπανδρέου. Ένα ξεκάθαρο πραξικόπημα όχι της Αυλής, αλλά της ευρωκρατίας, με αντιπρόσωπό της στην Ιταλία τον πρόεδρο της χώρας.
Η επιλογή του συμβιβασμού
Τι επιλογές είχαν οι ηγέτες του μελλοντικού κυβερνητικού σχήματος; Η πρώτη ήταν αυτή που ακολούθησαν (στα λόγια και για ελάχιστο διάστημα) μετά το βέτο που έθεσε ο Ματαρέλα στην τοποθέτηση του Σαβόνα στο Υπουργείο Οικονομικών. Δηλαδή η καταγγελία του Ματαρέλα και η αναγγελία της πρόθεσης για καθαίρεση και τιμωρία του… που θα έπρεπε όμως να συνοδεύεται από κάλεσμα στο λαό να βγει στους δρόμους, δείχνοντας ότι υπάρχει αποφασιστικότητα να βαθύνει η ρήξη. Το δεύτερο σκέλος έλειψε – είτε επειδή δεν υπήρξε εμπιστοσύνη στην αντίδραση των Ιταλών, είτε επειδή δεν υπήρχε πρόθεση του Ντι Μάιο και του Σαλβίνι να «φτάσουν στα άκρα», φοβούμενοι ένα διχασμό της Ιταλίας.
Έτσι προκρίθηκε ο συμβιβασμός, με την υποβολή στον Ματαρέλα ενός λιγότερου «ριζοσπαστικού» υπουργικού συμβουλίου υπό τον Τζουζέπε Κόντε, με δύο συστημικά στελέχη σε υπουργεία-κλειδιά (Οικονομικών και ΥΠΕΞ), και διατηρώντας παράλληλα τον Σαβόνα έστω και ως υπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Οι Ντι Μάιο και Σαλβίνι ελπίζουν ότι, όντας κυβέρνηση, θα καταφέρουν να αποκρούσουν τις επόμενες επιθέσεις… Διαφορετικά υπήρχε ο φόβος να επιβληθεί έστω και χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία μια «μεταβατική» κυβέρνηση των επονομαζόμενων τεχνοκρατών, υπό το πρώην στέλεχος του ΔΝΤ Κοταρέλι, και να επιχειρηθεί η διαρκής αναβολή των εκλογών, πλήττοντας αποφασιστικά τη σημερινή δυναμική.
Αν κάτι είναι σίγουρο, είναι ότι οι Ντι Μάιο και Σαλβίνι δεν θα σπεύσουν να μεταλλαχθούν σε κατοικίδια α λα ελληνικά. Και θα επιχειρήσουν να εφαρμόσουν μέρος έστω του προγράμματός τους, γιατί γνωρίζουν ότι υπάρχουν εξαιτίας της μαζικής δυσαρέσκειας ενάντια στην ευρωκρατία και τους παλιότερους διαχειριστές της ιταλικής κυβέρνησης. Αλλά κάτι ακόμη γίνεται σαφές από τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών σε Ιταλία και Ισπανία: η πολιτική επιστρέφει θριαμβευτικά, περιθωριοποιώντας τις οικονομίστικες αντιλήψεις και συνταγές. Και την ίδια στιγμή η επιστροφή πραγματοποιείται με τρόπους περίπλοκους και αντιφατικούς, κι όχι βάσει των όποιων ατελών σχεδίων της κάθε δύναμης.
Οι 5 Αστέρες
Το Κίνημα 5 Αστέρων ιδρύθηκε το 2009 από τον Μπέπε Γκρίλο, και σύντομα έγινε όχημα έκφρασης της δυσαρέσκειας εκατομμυρίων Ιταλών, συγκεντρώνοντας στους κόλπους του και πολλούς αριστερούς – μεταξύ αυτών ο Ντάριο Φο. Στα τέλη του προηγούμενου χρόνου ο Γκρίλο αποσύρθηκε και επικεφαλής εκλέχτηκε ο νεαρός Λουίτζι Ντι Μάιο. Ήδη είχαν «αποσυρθεί» και τα πιο ριζοσπαστικά αιτήματα των 5 Αστέρων σε σχέση με την Ε.Ε. Το Κίνημα 5 Αστέρων συμμετείχε για πρώτη φορά σε εθνικές εκλογές το 2013, οπότε έλαβε 25,6%. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε κι άλλο φέτος (32,7%), καθιστώντας τους 5 Αστέρες πρώτο μεμονωμένο κόμμα στην Ιταλία.
Η Λέγκα
Η Λέγκα ιδρύθηκε το 1991, με αρχικό στόχο την απόσχιση του Βορρά από το ιταλικό κράτος λόγω της «εκμετάλλευσής του από τον Νότο» και ηγέτη τον Ουμπέρτο Μπόσι. Το 2013 επικράτησε ο Ματέο Σαλβίνι, που σταδιακά αντικατέστησε τη γραμμή της απόσχισης με μια πιο «ιταλική» πολιτική, πάντα στραμμένη εναντίον των μεταναστών και ευρωσκεπτικιστική. Εγκατέλειψε όμως το σύνθημα διεξαγωγής δημοψηφίσματος για το ευρώ. Ξεκινώντας με 8,6% το 1992, γνώρισε πολλά εκλογικά σκαμπανεβάσματα (4,1% το 2013). Φέτος όμως ξεπέρασε τον σύμμαχό της Μπερλουσκόνι και, με 17,4%, αναδείχτηκε πρώτη δύναμη στο δεξιό πολιτικό φάσμα.