Μπορεί ο υπουργός Εργασίας να προσπαθεί να πείσει ότι τελείωσαν οι αλλαγές στα εργασιακά, αλλά το κείμενο του επικαιροποιημένου μνημονίου που κυκλοφόρησε, ολοκληρώνει την κατεδάφιση όλων των μορφών συλλογικών συμβάσεων. Ο επόμενος στόχος που τίθεται είναι η αποδυνάμωση των κλαδικών συμβάσεων.
Το νέο κείμενο που είδε το φως της δημοσιότητας μιλά για υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών, και των κλαδικών έναντι των ομοιοεπαγγελματικών. Στην ουσία, μετά και την υπονόμευση της εθνικής συλλογικής σύμβασης, αφού θεσπίστηκε μισθός μικρότερος του κατώτερου για τους νέους εργαζόμενους (κάτω των 25 ετών), οι εργοδότες δεν έχουν παρά να επιδιώκουν τη σύναψη επιχειρησιακής σύμβασης με την συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησής τους. Δηλαδή, με ουσιαστικά πιο αδύνατες οργανώσεις, που μπορούν πιο εύκολα να αντιμετωπιστούν, ή ακόμα και να ενσωματωθούν στη λογική του εργοδότη. Η δυνατότητα αυτή, που είναι πάγια επιδίωξη του κεφαλαίου, σπάει τη δυνατότητα συλλογικής αντιπαράθεσης μεγαλύτερων ομάδων εργαζομένων και οδηγεί τελικά στην ατομική διαπραγμάτευση.
Η δυνατότητα που είχαν μέχρι σήμερα οι εργαζόμενοι να αποσπούν κάποιες κατακτήσεις σε κλαδικό επίπεδο, που να αποτελούν και ανάχωμα στις πιέσεις του μεμονωμένου εργοδότη, όχι μόνο αναιρείται, αλλά μπαίνουν τα θεμέλια να καταργηθεί εντελώς. Θεωρητικά, αν οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις ενός κλάδου (σε αυτές δηλαδή που υπάρχει η δυνατότητα λειτουργίας επιχειρησιακού σωματείου) εξαιρούνται από την εφαρμογή μιας κλαδικής σύμβασης, τότε θα απομένουν οι μικρότερες (όπου θα είναι και πιο αδύναμη η συνδικαλιστική παρουσία) ως πεδίο εφαρμογής της κλαδικής σύμβασης. Πρακτικά, αυτό σημαίνει κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, με όσες συνέπειες έχει κάτι τέτοιο σε δεκάδες κλάδους.
Ταυτόχρονα, με το κείμενο του επικαιροποιημένου μνημονίου τίθεται και ζήτημα κατάργησης της δυνατότητας που υπήρχε μέχρι τώρα να κηρύσσεται υποχρεωτική για όλους τους εργαζόμενους μια συλλογική σύμβαση εργασίας, εφόσον υπογράφεται από τη συνδικαλιστική οργάνωση που εκπροσωπεί το 51% ενός κλάδου ή ενός επαγγέλματος. Αν, μάλιστα, προστεθεί και το επόμενο μέτρο που είναι η τροποποίηση της νομοθεσίας σχετικά με τη διαιτησία, ώστε να έχουν και οι εργοδότες τη δυνατότητα προσφυγής στη διαιτησία, αν διαφωνούν με την πρόταση του μεσολαβητή, δικαίωμα που μέχρι τώρα είχε μόνο η εργατική πλευρά, τότε καταλαβαίνουμε ότι η κυβέρνηση φτιάχνει ένα νομικό οπλοστάσιο ενίσχυσης της εργοδοτικής πλευράς στη διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Το ερώτημα που τίθεται, πλέον, είναι: μέχρι πού θα οδηγήσουν το πισωγύρισμα των δικαιωμάτων των εργαζομένων; Φαίνεται ότι με τη φόρα που έχουν πάρει, κάποιοι αναπολούν την εποχή του χαλκά και του μαστίγιου.
Η δυνατότητα που είχαν μέχρι σήμερα οι εργαζόμενοι να αποσπούν κάποιες κατακτήσεις σε κλαδικό επίπεδο, που να αποτελούν και ανάχωμα στις πιέσεις του μεμονωμένου εργοδότη, όχι μόνο αναιρείται, αλλά μπαίνουν τα θεμέλια να καταργηθεί εντελώς. Θεωρητικά, αν οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις ενός κλάδου (σε αυτές δηλαδή που υπάρχει η δυνατότητα λειτουργίας επιχειρησιακού σωματείου) εξαιρούνται από την εφαρμογή μιας κλαδικής σύμβασης, τότε θα απομένουν οι μικρότερες (όπου θα είναι και πιο αδύναμη η συνδικαλιστική παρουσία) ως πεδίο εφαρμογής της κλαδικής σύμβασης. Πρακτικά, αυτό σημαίνει κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, με όσες συνέπειες έχει κάτι τέτοιο σε δεκάδες κλάδους.
Ταυτόχρονα, με το κείμενο του επικαιροποιημένου μνημονίου τίθεται και ζήτημα κατάργησης της δυνατότητας που υπήρχε μέχρι τώρα να κηρύσσεται υποχρεωτική για όλους τους εργαζόμενους μια συλλογική σύμβαση εργασίας, εφόσον υπογράφεται από τη συνδικαλιστική οργάνωση που εκπροσωπεί το 51% ενός κλάδου ή ενός επαγγέλματος. Αν, μάλιστα, προστεθεί και το επόμενο μέτρο που είναι η τροποποίηση της νομοθεσίας σχετικά με τη διαιτησία, ώστε να έχουν και οι εργοδότες τη δυνατότητα προσφυγής στη διαιτησία, αν διαφωνούν με την πρόταση του μεσολαβητή, δικαίωμα που μέχρι τώρα είχε μόνο η εργατική πλευρά, τότε καταλαβαίνουμε ότι η κυβέρνηση φτιάχνει ένα νομικό οπλοστάσιο ενίσχυσης της εργοδοτικής πλευράς στη διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Το ερώτημα που τίθεται, πλέον, είναι: μέχρι πού θα οδηγήσουν το πισωγύρισμα των δικαιωμάτων των εργαζομένων; Φαίνεται ότι με τη φόρα που έχουν πάρει, κάποιοι αναπολούν την εποχή του χαλκά και του μαστίγιου.
Γιώργος Κατερίνης
Σχόλια