Πυγμή και τσαμπουκάς απέναντι στην κοινωνική πλειοψηφία, σε όποιον αντιδρά ή αμφισβητεί την πολιτική του καθεστώτος και αξιοποίηση κάθε λογής κοινωνικού αυτοματισμού. Αυτή είναι η κατεύθυνση αυταρχικοποίησης που με συνέπεια εφαρμόζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Είτε έχει απέναντί της δημόσιους υπαλλήλους, είτε απεργούς εκπαιδευτικούς, είτε τους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, είτε πυρόπληκτους στην Πάτρα και τη Χίο, είτε εργαζόμενους στα υπό απαξίωση νοσοκομεία. Και όλα αυτά για να προωθήσει μέχρι τέλους το πρόγραμμα ξηλώματος δικαιωμάτων προς όφελος των κάθε λογής συμφερόντων που βλέπουν την υγεία, την παιδεία, το περιβάλλον ακόμη και την εθνική κυριαρχία ως πεδίο για κερδοφόρες μπίζνες.
Ό,τι κι αν εξαγγείλει από τη ΔΕΘ ο Κ. Μητσοτάκης, όσο κι αν προσπαθούν να φτιάξουν την εικόνα της κυβέρνησης τα φίλια ΜΜΕ, το πραγματικό καλάθι της ΔΕΘ μεταξύ άλλων περιλαμβάνει τα εξής:
Καθιέρωση της 13ωρης εργασίας
Εργαζόμενοι λάστιχο και επέκταση του εργάσιμου χρόνου, αυτό είναι το δώρο της κυβέρνησης στους εργοδότες και μάλιστα σε τομείς έντασης εργασίας όπως ο τουρισμός και η εστίαση. Η αρχή είχε γίνει λίγα χρόνια με το νομοσχέδιο Γεωργιάδη που θέσπιζε τη δυνατότητα «παράλληλης απασχόλησης», της 13ωρης δηλαδή εργασίας σε δύο διαφορετικούς εργοδότες. Τώρα το εργοδοτικό αυτό δικαίωμα επεκτείνεται και σε περιπτώσεις που αφορούν τον ίδιο εργοδότη. Η κυβέρνηση κανονικοποιεί την εργοδοτική αυθαιρεσία και το ξεζούμισμα των εργαζομένων. Οι κυβερνητικές αιτιάσεις για δικαίωμα του εργαζόμενου να αρνηθεί είναι εξοργιστικές για όποιον έχει βιώσει την εργασιακή πραγματικότητα, για όποιον γνωρίζει την απουσία ελεγκτικών μηχανισμών. Η απορρύθμιση του εργάσιμου χρόνου, η επέκτασή του, η δυνατότητα αυξομείωσής του με βάση της ανάγκες της επιχείρησης, οι υπερωρίες και η εκ περιτροπής απασχόληση (που είναι ο κανόνας σε ορισμένους κλάδους) ανατινάζει κάθε δυνατότητα ατομικού και οικογενειακού προγραμματισμού για τους εργαζόμενους αποτελώντας πραγματική πρόκληση για την κοινωνική πλειοψηφία (πόσο μάλλον όταν παρουσιάζεται ως ελευθερία στη διαπραγμάτευση εργοδότη-εργαζομένου).
Νέο πειθαρχικό των δημοσίων υπαλλήλων
Με το νέο πειθαρχικό δίκαιο για το δημόσιο, η κυβέρνηση μετατρέπει σε κανόνα τις διώξεις υπαλλήλων για συνδικαλιστική, κοινωνική και πολιτική δράση. Το παράδειγμα της εκπαίδευσης, με τους χιλιάδες υπό πειθαρχικό έλεγχο καθηγητές και δασκάλους που αρνήθηκαν το μέτρο της αξιολόγησης, επεκτείνεται σε όλο το δημόσιο, με στόχο τη δημιουργία ενός ασφυκτικά ελεγχόμενου περιβάλλοντος, με τους εργαζόμενους πειθήνιους στις διοικήσεις και τις κρατικές / κυβερνητικές και άλλες κατευθύνσεις. Κανείς δεν πιστεύει ότι οι διώξεις θα αφορούν επίορκους υπαλλήλους ή διοικήσεις που δεν έκαναν σωστά το έργο τους. Αυτοί έχουν ασυλία και ακαταδίωκτο, και προφανώς για τη δίωξη τους αρκούσε το ήδη υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Θα κυνηγηθούν αντίθετα όσοι ασκήσουν κριτική, όσοι αποκαλύψουν τα κακώς κείμενα, όσοι πάνε κόντρα σε οικονομικά και άλλα συμφέροντα για να προστατέψουν από τη θέση τους το δημόσιο συμφέρον, όσοι διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Ο φόβος και η επιβολή σιωπητηρίου απαιτεί ένα πιο αδιαφανές, χωρίς έλεγχο από τα συλλογικά όργανα των εργαζομένων, καθεστώς επιβολής κυρώσεων και αυτό έρχονται να νομοθετήσουν μέσα στο καλοκαίρι οι κυβερνώντες.
Σκανδαλώδης ίδρυση ιδιωτικών «πανεπιστημίων»
Και πάλι με φαστ τρακ διαδικασίες δόθηκε το πράσινο φως για την ίδρυση και λειτουργία των λεγόμενων «ιδιωτικών πανεπιστημίων» (με το ΣτΕ να κάνει για μια ακόμη φορά λάστιχο την ερμηνεία του Συντάγματος). Μπορεί να κόπηκε το πολυδιαφημισμένο πανεπιστήμιο της «Σορβόννης», όμως τέσσερα ξένα ιδρύματα πήραν άδεια να λειτουργήσουν τα ελληνικά παραρτήματά τους προσφέροντας πτυχία σε τομείς υψηλής ζήτησης (ιατρική, ψυχολογία, πληροφορική, νομική). Όλα αυτά χωρίς να έχουν καταθέσει τα προγράμματα σπουδών τους ή χωρίς να έχει (λιγότερο από ένα μήνα πριν την έναρξη των μαθημάτων) ολοκληρωθεί η διαμόρφωση των κτιριακών τους εγκαταστάσεων. Και επειδή δεν θα μπορούσε να λείπει η οσμή διαπλοκής, ο πρώην γ.γ. του υπουργείου Παιδείας Οδ. Ζώρας (που προώθησε τον εν λόγω νόμο) γίνεται πρύτανης σε ένα από τα Πανεπιστήμια. Από κοντά και ο παντός καιρού γαλαζοπράσινος Ανδρέας Λοβέρδος που διορίζεται στο συμβούλιο άλλου «πανεπιστημίου». Ενώ οι καταγγελίες τόσο από την ΠΟΣΔΕΠ όσο και από την Ένωση Κολεγίων ως προς τη διαδικασία αδειοδότησης, από την αδιαφανή χρηματοδότηση μέχρι τη στελέχωση της επιτροπής αξιολόγησης από πρόσωπα με σχέση με τα ιδρύματα, δείχνουν πως η υπόθεση θα έχει συνέχεια.
Και όμως η κυβέρνηση προωθεί αυτό το μοντέλο ως πρόοδο και εκσυγχρονισμό, επιμένοντας να απαξιώνει το δημόσιο πανεπιστήμιο, τον θεσμό των πανελληνίων, προάγοντας την αντίληψη πως όποιος έχει χρήματα μπορεί να τη βρει την άκρη του. Και το δημόσιο πανεπιστήμιο θα κινηθεί και πάλι στους ρυθμούς των διαγραφών φοιτητών, στην προσπάθεια δημιουργίας διαρκούς έντασης προς τέρψιν του κομματικού ακροατηρίου, με τους κυβερνητικούς τσαμπουκάδες να φτάνουν μέχρι και τις διοικήσεις των ΑΕΙ που πρέπει να είναι απόλυτα πειθήνιες αλλιώς θα αντιμετωπίσουν κι αυτές διώξεις.
Και τα πραγματικά προβλήματα, πάλι κάτω από το χαλί. Σχολεία κλείνουν με πρόσχημα τη δημογραφία, ενώ σε άλλα μαθητές στοιβάζονται σε τάξεις των 25 μαθητών, σχολές στην επαρχία θα δεχθούν μονοψήφιο αριθμό φοιτητών (ελέω ελάχιστης βάσης αλλά και υψηλού κόστους διαβίωσης), ενώ σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, νεοϊδρυθέντα «ιδιωτικά πανεπιστήμια» και εδραιωμένα «κολέγια» θα διαφημίζουν την πραμάτεια τους.
Ασυλίες για τους «ακαταδίωκτους»
Ένα καθεστώς εξόφθαλμα εχθρικό προς την κοινωνία, εξόφθαλμα αντιδημοκρατικό και αυταρχικό, εξόφθαλμα αντιθεσμικό, είναι λογικό να θωρακίζεται απέναντι στον κίνδυνο να βρεθεί κάποια στιγμή στην απ’ έξω, με εκπροσώπους του να καλούνται και ατομικά να αντιμετωπίσουν ποινικές ευθύνες για τα πεπραγμένα τους. Κάπως έτσι βλέπουμε υπουργούς να κρύβονται πίσω από την ασυλία τους, την κοινοβουλευτική πλειοψηφία να νομιμοποιεί με την ψήφο της στημένες διαδικασίες ελέγχου πολιτικών προσώπων με στόχο τη συγκάλυψη μετατρέποντας τη βουλή σε μεγάλο πλυντήριο. Το ζήσαμε στην υπόθεση των Τεμπών, το ζούμε τώρα με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και θα το δούμε και στα υπόλοιπα σκάνδαλα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Στην υπόθεση μάλιστα του ΟΠΕΚΕΠΕ, το πέπλο συγκάλυψης επεκτείνεται και εκτός βουλής, με την κυβέρνηση να περνάει νύχτα (στο νομοσχέδιο για το νέο πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων) τροπολογία με την οποία θεσπίζει το ακαταδίωκτο για την προσωρινή διοίκηση του οργανισμού. Όλα αυτά εν μέσω διερεύνησης του σκανδάλου και με ενεργή την κυβερνητική προσπάθεια απόκρυψης των πολιτικών προεκτάσεων και ευθυνών και ενώ στον αγροτικό κόσμο (τους πραγματικούς αγρότες και κτηνοτρόφους και όχι τους «κολλητούς» των υπουργών, Φραπέδες και Χασάπηδες) πληθαίνουν οι ανησυχίες για το μέλλον των ευρωπαϊκών ενισχύσεων και τη βιωσιμότητα των αγροτοκτηνοτροφικών δραστηριοτήτων τους. Με τον τρόπο αυτόν θωρακίζουν τους εκλεκτούς τους, που καλούνται να διαχειριστούν την καυτή πατάτα, διασφαλίζοντας ότι δεν θα υπάρξει κάθαρση, στρώνοντας έτσι το έδαφος για τα επόμενα σκάνδαλα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που εκλεκτοί της κρατικής διοίκησης σε θέσεις κλειδιά προστατεύονται με το ακαταδίωκτο. Η ίδια πρακτική είχε εφαρμοστεί με τα στελέχη των τραπεζών (κι ας δίνουν θαλασσοδάνεια) αλλά και με την επιτροπή εμπειρογνωμόνων-λοιμωξιολόγων την περίοδο του COVID (κι ας βοήθησαν να χτιστεί ένα καθεστώς κοινωνικού ελέγχου χωρίς ουσιαστική νομιμοποίηση) ή το ΤΑΙΠΕΔ παλιότερα (κι ας οργάνωσαν την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας). Και η ισονομία; Η ίση μεταχείριση των πολιτών από τον νόμο; Αυτή πάει περίπατο καθώς η κάστα των εκλεκτών του καθεστώτος προστατεύεται από τη δικαιοσύνη η οποία εξαντλεί την αυστηρότητα της μόνο προς τον απλό πολίτη.
Πέφτουν «μαχόμενοι»
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε διαδικασία φθοράς και πτώσης. Το έχουν διαμηνύσει διάφορα κέντρα, το γνωρίζουν και οι ίδιοι. Δεν πέφτουν όμως αμαχητί, δεν υποχωρούν. Αντιθέτως εμφανίζονται πιο επιθετικοί στην ατζέντα ξεριζώματος κοινωνικών δικαιωμάτων, στον κατακερματισμό της κοινωνίας, στην προώθηση των φιλοπόλεμων ΝΑΤΟϊκών κατευθύνσεων, κι ας βουλιάζουν στα σκάνδαλα και τη διαπλοκή που τους συντήρησε για χρόνια στην εξουσία.
Τώρα το Μαξίμου και η ομάδα Μητσοτάκη επιδιώκει να εμφανιστεί ως βαλλόμενη από τα συμφέροντα ‒ φτάνοντας να επιτεθεί ακόμη και στην εσωκομματική κριτική. Βλέπει αποσταθεροποίηση, τουρκικό ή ρωσικό δάκτυλο, επιτίθεται στην ‒σε αφασία‒ αντιπολίτευση με στόχο την καταστολή της ίδιας της κοινωνίας. Στόχος, στον χρόνο που της απομένει, από την μία να κλείσει τη διαρροή προς τα δεξιά της ‒επιδεικνύοντας πυγμή και παίζοντας με την ατζέντα της‒ και από την άλλη να πουλήσει εκδουλεύσεις και να προωθήσει τα συμφέροντα των ελίτ που τη στηρίζουν.
Γι’ αυτό και η σπουδή τους για το 13ωρο. Γι’ αυτό και η σκανδαλώδης αδειοδότηση των ιδιωτικών «πανεπιστημίων». Γι’ αυτό και η επιστράτευση του σκληρού Πλεύρη να πουλάει αντιμεταναστευτική ρητορική επιβάλλοντας στις τοπικές κοινωνίες δομές-φυλακές μεταναστών. Γι’ αυτό και οι περιοδείες Γεωργιάδη στα (σε εγκατάλειψη) νοσοκομεία της επαρχίας με συνοδεία ΜΑΤ και οι δηλώσεις για τους «αριστερούς» που δεν θέλουν την πρόοδο. Γι’ αυτό και οι όρκοι πίστης στη συμμαχία με το σιωνιστικό καθεστώς του Ισραήλ και η καταστολή και οι επιθέσεις (από υπουργούς μέχρι έμμισθα τρολ) σε όσους δηλώνουν την αλληλεγγύη τους στον παλαιστινιακό λαό.
Εν όψει ΔΕΘ βγήκαν συμπληρωματικά στην παραπάνω στρατηγική και οι ξαναζεσταμένες υποσχέσεις για μοίρασμα του πλεονάσματος στην κοινωνία. Στην πράξη κάποια ψίχουλα, όταν τα μεγάλα πακέτα έχουν πάει στα υπερκέρδη των πολυεθνικών (αρκεί να δούμε τις δηλώσεις των εταιρειών ενέργειας ή των τραπεζών), στις κρατικά επιδοτούμενες επενδύσεις των εθνικών εργολάβων, στα σκάνδαλα των εκατομμυρίων που βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας.