Ανοιχτή επιστολή προς τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη με κοινοποίηση στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Σακελλαροπούλου απέστειλε η Μαρία Καρυστιανού, πρόεδρος του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων Τεμπών. Στην επιστολή θέτει δύο ερωτήματα στον Κ. Μητσοτάκη, καλώντας τον να απαντήσει δημόσια για το «ποιοι οι λόγοι της παρέμβασης σας στο έργο της Δικαιοσύνης πριν καν ξεκινήσει η διερεύνηση του τραγικού αυτού δυστυχήματος από τις αρμόδιες Αρχές» αλλά και «ποιων ακριβώς εγκληματικών πράξεων επιχειρήσατε την συγκάλυψη με την παραπάνω συντονισμένη επιχείρηση καθολικής αλλοίωσης των στοιχείων στο πεδίο».
Επίσης τονίζει ότι «εάν δεν απαντήσετε, οφείλετε να υποβάλετε την παραίτηση σας και να θέσετε τον εαυτό σας ενώπιον της τακτικής Δικαιοσύνης, ώστε να αποκαλυφθεί η αλήθεια».
Ολόκληρη η επιστολή
«Ανοιχτή Επιστολή προς τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη
της Μαρίας Καρυστιανού του Παναγιώτη, μητέρας της 19χρονης Μάρθης Ψαροπούλου, θύματος του δυστυχήματος Τεμπών
Κοινοποίηση: Προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Αθήνα, 23.5.2024
κ. Μητσοτάκη,
Σε όλο και περισσότερους πολίτες γίνεται πλέον ξεκάθαρο ότι, από τη στιγμή που συγκρούστηκαν η εμπορική και η επιβατική αμαξοστοιχία την 28.02.2023 στα Τέμπη, υπήρχαν και υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια επόμενη αναπότρεπτη σύγκρουση. Και η πρώτη ήταν αναπότρεπτη λόγω των εν γνώσει υπαιτίων και με πλήρη ανάληψη όλων των ενδεχόμενων τεράστιων κινδύνων βλάβης των ύψιστων αγαθών της ζωής και της υγείας πράξεων και παραλείψεων των υπευθύνων, κυβερνητικών και μη.
Επειδή λοιπόν μόνο ο δημόσιος λόγος εισφέρει ουσιαστικά στην αποκάλυψη της αλήθειας, σας καλώ να απαντήσετε σε δύο ερωτήματα, που στην πραγματικότητα απασχολούν αν όχι την ολότητα, την πλειοψηφία του ελληνικού λαού για το Κράτος, στο οποίο έχουν εμπιστευτεί τους ίδιους και τους αγαπημένους τους. Σας τα θέτω λοιπόν εγώ, διότι αυτό υπαγορεύει η συνείδησή μου, αλλά και η μνήμη του αδικοχαμένου παιδιού μου.
1ον) Ποιοι οι λόγοι της παρέμβασής σας στο έργο της Δικαιοσύνης πριν καν ξεκινήσει η διερεύνηση του τραγικού αυτού δυστυχήματος από τις αρμόδιες Αρχές, τη στιγμή που ο χώρος έπρεπε να παραμείνει αναλλοίωτος ως τόπος εγκλήματος;
Δια του Υφυπουργού σας κ. Τριαντόπουλου αλλοιώσατε πλήρως το πεδίο του εγκλήματος, επικαλούμενος το δήθεν δικαίωμά σας να το «αποκαταστήσετε», ενώ σε αυτό δολοφονήθηκαν τουλάχιστον 57 άνθρωποι.
Ότι το πράξατε είναι ομολογημένο από την ίδια την κυβέρνησή σας. Ειδικότερα, ομολογείται τόσο σε δύο τουλάχιστον δελτία Τύπου της Κυβέρνησης που εκδόθηκαν αμέσως μετά το έγκλημα, όσο και σε αλλεπάλληλες δηλώσεις του κ. Τριαντόπουλου στον Τύπο (ΣΚΑΙ, TRT, ραδιοφωνικός σταθμός ΒΕΡΑ), καθώς ο ίδιος αναφέρθηκε τότε ρητά σε επιχείρηση «αποκατάστασης του πεδίου» που εσείς του αναθέσατε, και παρέμεινε επί πενθήμερο «στο σημείο» προκειμένου να την εκτελέσει, μαζί με πλήθος άλλων στελεχών της Κυβέρνησής σας.
Με αυτήν την ενέργειά σας επιδιώξατε την αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος και πετύχατε την απώλεια κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων. Ουσιαστικά, επεμβήκατε και επιχειρήσατε ΠΡΟΤΟΥ οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές απομονώσουν και διατηρήσουν τον τόπο αναλλοίωτο, ώστε να εξιχνιάσουν τις συνθήκες του δυστυχήματος.
Το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων υποβάλλω προς την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου με αίτημα την επίσπευση των απαραίτητων ενεργειών κατά καθήκον από την κ. Εισαγγελέα.
Είναι ξεκάθαρο πλέον, επίσης, ότι αυτό που εσείς και οι λοιποί συνεργοί σας αναφέρουν ως δήθεν «αποκατάσταση του πεδίου», για κάθε νοήμονα πολίτη αποτελεί άνευ προηγουμένου κατάχρηση της εξουσίας που σας ανατέθηκε, κατάχρηση που βέβαια δεν είναι τυχαία, αλλά έχει κίνητρα και σκοπούς που πρέπει από μέρους σας να γνωστοποιηθούν και άμεσα να ερευνηθούν.
Με αυτήν την ενέργειά σας εν γνώσει σας επιδιώξατε και επιτύχατε την αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος και την εξαφάνιση κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων. Ουσιαστικά, επεμβήκατε και επιχειρήσατε ΠΡΟΤΟΥ οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές επιληφθούν, απομονώσουν και διατηρήσουν τον τόπο αναλλοίωτο, ώστε να εξιχνιάσουν τις συνθήκες του δυστυχήματος και να διαγνώσουν τα αίτια αυτού.
Η αυθαίρετη παρέμβαση στον τόπο πέριξ του δυστυχήματος, που αυτονόητα είναι και τόπος εγκλήματος, επιβεβαιώνεται και από την με αρ. 43/2024 Διάταξη της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας, με την οποία κρίθηκε η Προσφυγή κατά της Διάταξης περί θέσης στο αρχείο της μήνυσης που στρεφόταν, μεταξύ άλλων, και σε βάρος του κ. Τριαντόπουλου.
Με την ως άνω με αρ. 43/2024 Διάταξη, η Εισαγγελέας Εφετών Λάρισας ανέθεσε αυτοπροσώπως σε Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών να διευκρινιστεί εντός 20 ημερών ποια συγκεκριμένα πρόσωπα παρευρίσκονταν τις πρώτες ημέρες και μέχρι και την επίστρωση του χώρου με πίσσα και χαλίκια στο τόπο του δυστυχήματος, και ποιος ή ποια πρόσωπα έδωσαν εντολή απομάκρυνσης των χωμάτων και των λοιπών υλικών που στη συνέχεια μεταφέρθηκαν σε ιδιόκτητο οικόπεδο χωρίς να τεθεί το υλικό αυτό στη διάθεση των δικαστικών αρχών.
Αυτή ακριβώς η εκπεφρασμένη πλέον θέση της Δικαιοσύνης, κ. Μητσοτάκη, που τίθεται διά της με αρ. 43/2024 Διάταξης της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας, σε εσάς απευθύνεται, που είστε ο Αρχηγός της Κυβέρνησης και του Επιτελικού Κράτους και δώσατε απευθείας εντολή στον Υπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ κ. Τριαντόπουλο.
Το πρώτο ερώτημά μου οδηγεί εύλογα και αναπόδραστα στο δεύτερο ερώτημα, που σας θέτω ευθύς αμέσως:
2ον) Ποιων ακριβώς εγκληματικών πράξεων επιχειρήσατε τη συγκάλυψη με την παραπάνω συντονισμένη επιχείρηση καθολικής αλλοίωσης των στοιχείων στο πεδίο, με το πρόσχημα της δήθεν «αποκατάστασης», και ποιων υπαιτίων προσώπων τη διαφυγή από τη δικαστική έρευνα υποθάλψατε, με τις εντολές που δώσατε στον Υφυπουργό σας και σε όσους άλλους εν γνώσει τους συμμετείχαν σε αυτήν την «οργάνωση», παρέβησαν τα καθήκοντά τους και υπέθαλψαν τους υπαιτίους;
Η απάντησή σας στο ερώτημα αυτό δεν υπαγορεύεται απλώς από την αυτονόητη ανάγκη μιας μητέρας να μάθει τί ακριβώς και γιατί έκαψε ζωντανό το παιδί της, όπως και ποιοι ευθύνονται για αυτό, αλλά αποτελεί πλέον απαίτηση όλων των Ελλήνων Πολιτών.
Το έχετε ομολογήσει πρόσφατα και εσείς ο ίδιος σε συνέντευξή σας: «Κανείς δεν θα πιστέψει ή λίγοι θα πιστέψουν αυτό το οποίο θα πω εγώ. Θα πιστέψουν, όμως, τη Δικαιοσύνη…».
Επειδή πράγματι τελικά όλοι θα θέλαμε να εμπιστευθούμε τη Δικαιοσύνη, σας καλώ δημόσια να βοηθήσετε το έργο της, απαντώντας στα δύο παραπάνω ερωτήματα και θέτοντας εαυτόν στη διάθεση της Δικαιοσύνης.
Εάν δεν το πράξετε, θα επιβεβαιώσετε για άλλη μία φορά πόσο υποτιμάτε τον ελληνικό λαό και μία μάνα, όπως πρόσφατα έπραξε και ο κ. Αγοραστός κάνοντας χρήση του δικαιώματος σιωπής ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής «Για τη Διερεύνηση του Εγκλήματος των Τεμπών και όλων των Πτυχών του».
Και βέβαια, καθένας δικαιούται να μην αυτοενοχοποιείται δημόσια, δεν δικαιούται όμως να παραμένει Πρωθυπουργός, καταχρώμενος τελικά τη θέση εξουσίας του και μη ανταποκρινόμενος σε στοιχειώδεις υποχρεώσεις που υπαγορεύει αυτή.
Εάν δεν απαντήσετε, οφείλετε να υποβάλετε την παραίτησή σας και να θέσετε τον εαυτό σας ενώπιον της τακτικής Δικαιοσύνης, ώστε να αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Σας καλώ λοιπόν να ανταποκριθείτε άμεσα στα ανωτέρω αιτήματά μου και να πράξετε έστω και τελευταία στιγμή όπως υπαγορεύουν οι αρχές του Κράτους Δικαίου, που έχουν ανεπανόρθωτα πληγεί στη χώρα μας, όπως και τα αρμόδια όργανα της Ευρώπης έχουν πολλάκις κρίνει.
Παρακαλείται, τέλος, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κ. Σακελλαροπούλου, να τιμήσει τον θεσμικό της ρόλο και να λάβει ουσιαστική θέση επί της υπόθεσης των Τεμπών. Διότι, μέχρι στιγμής, η παρέμβασή της περιορίζεται και εξαντλείται σε τηλεοπτικές δηλώσεις, όπως «από την ημέρα εκείνη, όταν βλέπω γραμμές ή τρένο, πέρα από τον πόνο και την οργή, νιώθω και ντροπή ακόμη. Θέλω να πιστεύω ότι η Δικαιοσύνη θα κάνει το χρέος της».
Η Δικαιοσύνη πράγματι οφείλει να κάνει το χρέος της και κάθε υπαίτιος να τεθεί στην κρίση της. Ακόμη και όσοι προστατεύονται από υπουργική και βουλευτική ασυλία. Πέραν δε της για πολλούς λόγους επιβεβλημένης άρσης αυτής της ασυλίας τους, οι ίδιοι πρέπει να την απεκδυθούν αυτοβούλως.
Αν ψάξουν μέσα τους, πέρα από μια μάνα και τους Έλληνες πολίτες που είναι μαζί μας με πάνω από 1.500.000 υπογραφές, τους το ζητάει και η ίδια η ψυχή τους.»