της σύνταξης του περιοδικού «Survivre» («Επιβίωση»)

Η πειραματική και απαγωγική μέθοδος, με τετρακόσια χρόνια θεαματικών επιτυχιών, έχει όλο και μεγαλύτερο αντίκτυπο στην καθημερινή και κοινωνική ζωή, και κατά συνέπεια το κύρος της βρισκόταν, μέχρι πρόσφατα, σε συνεχή αύξηση.

Ταυτόχρονα, με τη βοήθεια μιας διαδικασίας «ιμπεριαλιστικής προσάρτησης», που θα έπρεπε ν’ αναλυθεί πιο συστηματικά, η επιστήμη δημιούργησε την δικιά της ιδεολογία, που έχει πολλά χαρακτηριστικά μιας καινούργιας θρησκείας, και που μπορούμε να ονομάσουμε επιστημονισμό. Η δύναμη αυτής της ιδεολογίας πηγάζει, κυρίως για το πλατύ κοινό, από το κύρος που έχει αποκτήσει η επιστήμη, χάρη στις επιτυχίες της. Ο επιστημονισμός είναι σήμερα γερά ριζωμένος σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, και στις καπιταλιστικές και στις λεγόμενες σοσιαλιστικές, και στις αναπτυγμένες και στις υπανάπτυκτες (με σημαντικές πάντως εξαιρέσεις στην Κίνα). Έχει υπερκεράσει, και κατά πολύ μάλιστα, όλες τις παραδοσιακές θρησκείες. Έχει μπει σ’ όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, από το δημοτικό μέχρι το πανεπιστήμιο, καθώς και στη μετασχολική επαγγελματική ζωή. Κυριαρχεί σ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις, με διαφορετική βέβαια ένταση και αποχρώσεις. Είναι ισχυρότερος στις πιο αναπτυγμένες χώρες, και κυρίως στο χώρο των διανοητικών επαγγελμάτων. Είναι ισχυρότερος στους τομείς που δεν μπορούν να πλησιάσουν οι κοινοί θνητοί.

Οι άνθρωποι, καταλαβαίνουν πολύ λίγο –ή καθόλου– τι είναι πραγματικά η επιστήμη σαν μέθοδος, παρόλο που τους διδάσκουν στο σχολείο μερικά από τα πιο παλιά και προφανή αποτελέσματα της επιστήμης. Αυτή η άγνοια διαιωνίζεται απ’ όλη την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και από ένα σημαντικό μέρος της πανεπιστημιακής, που δεν αποτελεί μια προετοιμασία για την έρευνα: Η επιστήμη διδάσκεται δογματικά, σαν μια εξ αποκαλύψεως αλήθεια. Έτσι, η επιβολή της λέξης «επιστήμη», είναι για τον κοινό νου σχεδόν μυστικιστικής φύσης, και σίγουρα ανορθολογιστική. Η επιστήμη είναι για το πλατύ κοινό, και για πολλούς επιστήμονες ακόμα, κάτι σαν μαύρη μαγεία και η αυθεντία της είναι αδιαμφισβήτητη και ταυτόχρονα ακατανόητη. Αυτό εξηγεί γιατί η θρησκεία του επιστημονισμού έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με οποιαδήποτε από τις παραδοσιακές θρησκείες που αντικατάστησε: Είναι εξίσου μη-λογική και συγκινησιακή στα κίνητρά της, και μη-ανεκτική στην καθημερινή της πρακτική. Ανάμεσα στ’ αναρίθμητα παραδείγματα αυτής της μη-ανεκτικότητας, ας αναφέρουμε τον αφορισμό όλων των περιθωριακών ιατρικών τεχνικών και θεωριών από την επίσημη ιατρική (περιλαμβανομένων και των θεωριών του ίδιου του Παστέρ!). Επιπλέον, δεν αρκείται στον ισχυρισμό ότι μόνον οι δικοί της μύθοι είναι αληθινοί: Είναι η μόνη θρησκεία που ισχυρίζεται αλαζονικά ότι δε βασίζεται σε κανένα μύθο, αλλά μόνο στην Λογική, και παρουσιάζει σαν «ανοχή», αυτό το ιδιαίτερο μίγμα μη-ανοχής και μη-ηθικής που προβάλλει.

Στα μάτια του κόσμου, ιερείς και αρχιερείς αυτής της θρησκείας είναι οι επιστήμονες, με την ευρεία έννοια του όρου, και γενικότερα οι τεχνολόγοι, οι τεχνοκράτες, oι ειδικοί. Ακόμα και η γλώσσα αυτής της θρησκείας, θα παραμείνει για πάντα ακατανόητη από το λαό και πιο πολύ γιατί δεν πρόκειται για μια γλώσσα, αλλά για χιλιάδες διαφορετικές γλώσσες, που η καθεμιά τους είναι το ειδικό τεχνικό γλωσσικό ιδίωμα μιας ορισμένης ειδικότητας.

Η μεγάλη πλειοψηφία των επιστημόνων είναι πανέτοιμη να δεχτεί το ρόλο των ιερέων και αρχιερέων της σημερινής κυρίαρχης θρησκείας. Είναι διαποτισμένοι περισσότερο από κάθε άλλον, και τόσο περισσότερο, όσο ψηλότερα βρίσκονται στην επιστημονική ιεραρχία, θ’ αντιδράσουν σε κάθε επίθεση ενάντια στην θρησκεία αυτήν ή σ’ ένα απ’ τα δόγματα της ή σ’ ένα απ’ τα υποπροϊόντα της, μ’ όλη τη συγκινησιακή βία μιας κυρίαρχης κάστας που απειλούνται τα προνόμιά της. Αποτελούν αδιάσπαστο μέρος της κα­τεστημένης εξουσίας, όποια κι αν είναι, με την οποία κατά βάθος ταυτίζονται κι αντίστροφα, αυτή η εξουσία στηρίζεται γερά στις τεχνολογικές και τεχνοκρατικές αρμοδιότητες των επιστημόνων.

Ο επιστημονισμός είναι η μόνη θρησκεία που ισχυρίζεται αλαζονικά ότι δε βασίζεται σε κανένα μύθο, αλλά μόνο στην Λογική, και παρουσιάζει σαν «ανοχή», αυτό το ιδιαίτερο μίγμα μη-ανοχής και μη-ηθικής που προβάλλει

Δεν υπάρχει βέβαια ένα γραμμένο σαφώς δόγμα του επιστημονισμού, για ν’ αναφερθούμε σ’ αυτό. (Tο βιβλίο του Ζακ Μονό: «Τύχη και Αναγκαιότητα», μπορεί να μην είναι ένα ολοκληρωμένο δόγμα του επιστημονισμού, είναι όμως μια χτυπητή εικονογράφησή του). Κι όμως, παρ’ όλο που δεν έχει σαφώς διατυπωθεί, ένα τέτοιο δόγμα υπάρχει σιωπηρά και είναι τελείως συγκεκριμένο, κυρίως μεταξύ των επιστημόνων. Θα προσπαθήσουμε να διατυπώσουμε το σύνολο των βασικών μύθων του επιστημονισμού, που μπορεί να ονομαστεί το «Πιστεύω» του. Δεν ισχυριζόμαστε ότι όλοι οι επιστήμονες, ακόμα κι εκείνοι που έχουν ιδιαίτερη κλίση στον επιστημονισμό, θα συμφωνούσαν χωρίς επιφύλαξη με την ουσία καθενός ή ακόμα κι όλων των μύθων. Για μεγαλύτερη καθαρότητα, οι μύθοι διατυπώθηκαν θεληματικά στην πιο ακραία τους μορφή, σε σημείο που πολλοί επιστήμονες θα δίσταζαν να τους αποδεχτούν, παρ’ όλο που η δράση τους μαρτυρά ότι συμφωνούν ανεπιφύλακτα. Παρ’ όλ’ αυτά, υποστηρίζουμε ότι αυτό το «Πιστεύω», στο σύνολο του, εκφράζει με ακρίβεια μερικές βασικές τάσεις ή τουλάχιστον, τις οριακές καταστάσεις τους, που υπάρχουν σ’ όλους τους επιστήμονες, με μορφή λιγότερο ή περισσότερο ισχυρή, λιγότερο ή περισσότερο καθαρή.

Το «πιστεύω» του επιστημονισμού

Μύθος 1

Μόνον η επιστημονική γνώση είναι πραγματική και γνήσια γνώση, δηλαδή, μόνο ό,τι μπορεί να εκφραστεί ποσοτικά ή με μαθηματικούς τύπους, ή να επαναληφτεί κατά βούληση σε συνθήκες εργαστηρίου, μπορεί ν’ αποτελέσει το περιεχόμενο μιας γνήσιας γνώσης. Η «πραγματική» ή «γνήσια» γνώση, που συχνά ονομάζεται και «αντικειμενική» γνώση, μπορεί να οριστεί σαν οικουμενική γνώση, που ισχύει σε κάθε χρόνο, σε κάθε τόπο και για όλους, υπεράνω των κοινωνιών και των ειδικών μορφών της κουλτούρας.

Παρατηρήσεις

Οι αισθήσεις και οι εμπειρίες όπως ο έρωτας, η συγκίνηση, η ομορφιά, η πληρότητα, ή ακόμα η πρωτογενής εμπειρία της ηδονής και του πόνου, διαγράφονται από το βασίλειο της γνήσιας γνώσης, τουλάχιστον όταν δεν αποτελούν μέρος μιας επιστημονικής θεωρίας. Ούτε ο Χριστός ούτε η Σαπφώ, δεν ήξεραν τίποτα για τον έρωτα.

Αυτό περιορίζει τη «γνήσια» γνώση στα μερικά εκατομμύρια επιστημόνων του πλανήτη. Τα μωρά και τα παιδιά, δεν κατέχουν καμιά γνώση άξια του ονόματός της, καθώς επίσης όποιος δεν έχει επιστημονική κατάρτιση. Η πραγματική γνώση αρχίζει από τα τελευταία εξάμηνα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.

Μια άλλη συνέπεια αυτού τού μύθου: η ηθική, που αποτελεί αντικείμενο γνώσης, οφείλει ν’ αντιμετωπιστεί μ’ επιστημονική μεθοδολογία• αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, η επιστήμη γίνεται η βάση της ηθικής. Αυτό αποτελεί το αντίστροφο του Μύθου 1.

Μύθος 2

Οτιδήποτε μπορεί να εκφραστεί λογικά με ποσοτικά μεγέθη, ή μπορεί να επαναληφτεί σε συνθήκες εργαστηρίου, αποτελεί αντικείμενο επιστημονικής γνώσης και, κατά συνέπεια, είναι έγκυρο και αποδεκτό. M’ άλλα λόγια η αλήθεια (με το περιεχόμενο της παραδοσιακής αξίας), είναι ταυτόσημη με τη γνώση, δηλαδή ταυτόσημη με την επιστημονική γνώση.

Παρατηρήσεις

Ο πόλεμος και οι διάφορες μορφές του, μπορούν να ενσωματωθούν σε διάφορες επιστημονικές θεωρίες: Οικονομία, στρατηγική (σαν κεφάλαιο της θεωρίας πιθανοτήτων ή της θεωρίας της αριστοποίησης), ψυχιατρική, ιατρική, κοινωνιολογία… Μια νέα επιστήμη, η πολεμολογία, δημιουργήθηκε από διάφορους καλοπροαίρετους ειρηνιστές. Άρα ο πόλεμος είναι αποδεκτός, μιας και αποτελεί αντικείμενο επιστημονικής έρευνας. Κι ακόμα περισσότερο, αφού του απονέμεται μια σημαντική ρυθμιστική λειτουργία για τις οικονομικές και δημογραφικές διαδικασίες, και παρακινεί την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας.

Βέβαια, το τι σημαίνει ένας τέτοιος πόλεμος γι’ αυτούς που τον υφίστανται ή για εκείνους που τον κάνουν, δεν παίρνεται υπ’ όψη γιατί είναι υποκειμενικό – παίρνεται υπ’ όψη μόνο σαν αντικείμενο επιστημονικής έρευνας, με άμεσο σκοπό τη χειραγώγηση, και απώτερο στόχο την αναγωγή του βιωμένου σε στατιστικές.

Μύθος 3

«Μηχανιστική» ή «φορμαλιστική» ή «αναλυτική» θεώρηση της φύσης: Το όνειρο της επιστήμης. Άτομα, μόρια και οι συνδυασμοί τους, μπορούν να περιγραφούν ολοκληρωτικά, σύμφωνα με τους μαθηματικούς νόμους της φυσικής των στοιχειωδών σωματιδίων. Η ζωή τού κύτταρου, με αναφορά στα μόρια, οι πολυκύτταροι οργανισμοί, με όρους κυτταρικών πληθυσμών, η σκέψη και το πνεύμα (και όλα τα είδη ψυχικών εμπειριών), με όρους κυκλοφορίας νευρονίων (νευρικών κυττάρων), οι ζωικές και ανθρώπινες κοινωνίες, οι ανθρώπινοι πολιτισμοί, με αναφορά στα άτομα που τις αποτελούν.

Σε τελευταία ανάλυση, όλη η πραγματικότητα, περιλαμβάνοντας την εμπειρία και τις ανθρώπινες σχέσεις, τα γεγονότα και τις κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις, μπορεί να εκφραστεί σε μαθηματική γλώσσα, με όρους συστημάτων στοιχειωδών σωματιδίων και θα εκφραστεί πραγματικά έτσι, την στιγμή που η επιστήμη θα ‘χει προχωρήσει αρκετό. Τελικά ο κόσμος, δεν είναι τίποτ’ άλλο από μια ειδική δομή των μαθηματικών.

Παρατηρήσεις

Σε μια τέτοια κοσμοθεώρηση, η έννοια του σκοπού, φυσικά, δεν μπορεί να υπάρξει. Οποιαδήποτε αναφορά σε μια τελεολογική εξήγηση των φυσικών φαινομένων, παραμερίζεται με περιφρόνηση, στις φυσικές επιστήμες τουλάχιστον.

Το γεγονός ότι οι βασικοί νόμοι της φυσικής, εκφράζονται σήμερα με στατιστική μορφή, επιτρέπει στην μηχανιστική θεώρηση να ξεπεράσει την τελείως ντετερμινιστική άποψη της φύσης, και, κατ’ αρχήν, να ενσωματώσει ξανά την έννοια του ελεύθερου κριτή (είναι ή «τύχη» του Ζακ Μονό – «Τύχη και Αναγκαιότητα»).

Μύθος 4

Ο ρόλος του ειδικού: Η γνώση, για ν’ αναπτυχτεί και για να μεταδοθεί με την εκπαίδευση, πρέπει να χωριστεί σε πολλά κομμάτια ή ειδικότητες: Σε μεγάλους τομείς κατ’ αρχήν, όπως τα μαθηματικά, η φυσική, η χημεία, η βιολογία, η κοινωνιολογία, η ψυχολογία κ.λπ., που υποδιαιρούνται ακόμα, όσο η επιστήμη προχωρεί. Για οποιοδήποτε θέμα που ανήκει σ’ έναν ορισμένο τομέα, μονάχα η γνώμη των ειδικών αυτού του τομέα λαμβάνεται υπ’ όψη. Αν το θέμα θίγει πολλούς τομείς, μονάχα η συλλογική γνώμη των ειδικών όλων αυτών των τομέων, ισχύει.

Παρατηρήσεις

Μπορεί κάποιος, κατ’ εξαίρεση, να είναι ειδικός σε περισσότερους από έναν τομείς, αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι ειδικός σε πολλούς τομείς. Οτιδήποτε αφορά την συγκεκριμένη πραγματικότητα, για να κατανοηθεί πραγματικά, πρέπει ν’ αναλυθεί κάτω από

πολλά αλληλένδετα πρίσματα, που ανήκουν σε πολλά διαφορετικά πεδία της επιστήμης. Αν αναλύσουμε ένα μόνο, ή ένα μικρό αριθμό από τις όψεις του, ή αν διατηρήσουμε χωρισμένες τις διάφορες όψεις, θα ακρωτηριάσουμε χονδροειδώς την πραγματικότητα.

Κατά συνέπεια, μια περίπλοκη κατάσταση, δεν μπορεί να γίνει κατανοητή από ένα μόνον άνθρωπο. Κι ένας μόνον άνθρωπος, δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για την κατανόηση ή την μη-κατανόηση της.

Ο μύθος 4 βάζει τα θεμέλια της εξουσίας του ειδικού, που βασίζεται στο γεγονός ότι κανείς απ’ όσους βρίσκονται έξω απ’ το πεδίο της ειδικότητας του, δεν μπορεί να τον κατανοήσει. Θεμελιώνει έτσι την ακόλουθη συνέπεια (που σπάνια διατυπώνεται): κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατέχει μόνος του μια έγκυρη γνώση ενός περίπλοκου κομματιού της πραγματικότητας. Σ’ αντιστάθμισμα, η συλλογική εξουσία της τεχνοκρατίας καθιερώνεται με τον παρακάτω μύθο (που δείχνει ανώδυνος), του «πιστεύω» του επιστημονισμού.

Μύθος 5

Η επιστήμη και η τεχνολογία που προέρχεται από την επιστήμη, και μόνον αυτές, μπορούν να λύσουν τα προβλήματα του ανθρώπου. Αυτό ισχύει για όλα τ’ ανθρώπινα προβλήματα, ειδικότερα τα ψυχολογικά, ηθικά, κοινωνικά και πολιτικά.

Παρατηρήσεις

Λογική του συνέπεια ο επόμενος μύθος.

Μύθος 6

Μόνον οι ειδικοί είναι ενδεδειγμένοι να παίρνουν αποφάσεις, γιατί μόνον οι ειδικοί «ξέρουν».

Παρατηρήσεις

Στην σφαίρα των κοινωνικών και πολιτικών αποφάσεων, η πραγματικότητα είναι πολύ περίπλοκη, ώστε ένας μόνον ειδικός να είναι πραγματικά αρμόδιος. Αυτή η δυσκολία λύνεται πρακτικά με την εισαγωγή ενός άλλου είδους ειδικού: του «ειδικού επί των αποφάσεων», που μπορεί να είναι ένας υπάλληλος, ένας διευθυντής εταιρείας ή ένας ανώτερος στρατιωτικός. Ο ρόλος του είναι να ακούει πίσω από κλειστές πόρτες τις γνώμες των ειδικών των διάφορων τομέων που έχουν σχέση με τις αποφάσεις που πρόκειται να παρθούν, και να παίρνει τις αποφάσεις.

Ο επιστημονισμός, με διάφορες αμφιέσεις, έχει καθιερωθεί σαν κυρίαρχη ιδεολογία. Σαν τέτοια, εξορθολογίζει διάφορες όψεις και παρέχει την κύρια δικαιολογία στον ξέφρενο αγώνα δρόμου για τη λεγόμενη «πρόοδο», που με την σειρά της, είναι μια από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις για τη θρησκεία της παραγωγής για την παραγωγή, και της ανάπτυξης για την ανάπτυξη

Να πολεμήσουμε τον επιστημονισμό

Αυτοί οι βασικοί μύθοι του επιστημονισμού, ασκούν από μόνοι τους, σε καθαρά διανοητικό επίπεδο, μια δυνατή έλξη, πράγμα που εξηγεί ως ένα βαθμό την εξαιρετική τους επιτυχία. Απλοποιούν υπερβολικά την κυμαινόμενη περιπλοκότητα των φυσικών φαινομένων και της ανθρώπινης εμπειρίας. Και ποιος επιστήμονας, όταν στην παιδική του ηλικία έμαθε το νόμο του Νεύτωνα για την παγκόσμια έλξη, δεν ένιωσε την έντονη επιθυμία να κατασκευάσει με τη φαντασία του μια τελείως μηχανιστική περιγραφή του κόσμου, πραγματοποιώντας την τολμηρή διαίσθηση του Πυθαγόρα «Τα πάντα αριθμός»; Ας σημειώσουμε εδώ ότι ο ίδιος ο Νεύτων ήταν πολύ ευφυής για να πιστέψει την αλήθεια μιας τέτοιας περιγραφής.

Εξάλλου, οι μύθοι του επιστημονισμού, όπως όλοι οι μύθοι περιέχουν μερικά σταθερά στοιχεία αλήθειας: Το γεγονός ότι παρουσιάζονται θεμελιωμένοι πάνω στην ίδια τη Λογική, τους έδωσε μια παραπάνω δύναμη. Πράγματι, τους προηγούμενους αιώνες υπήρχε ακράδαντη πίστη στην υπεροχή της λογικής ή του νου, πάνω σε όλες τις άλλες μορφές της εμπειρίας και των ανθρώπινων δυνατοτήτων, περιλαμβάνοντας και τις αισθησιακές, συγκινησιακές και ηθικές μορφές. Κι ακόμα χειρότερα, ένα μόνο ιδιαίτερο εργαλείο του ανθρώπινου νου, δηλαδή η επιστημονική εμπειρική και απαγωγική μέθοδος που αναπτύχθηκε μόλις τα τελευταία χρόνια, ερεθισμένη από τις μεγάλες της επιτυχίες σε μερικούς περιορισμένους τομείς της ανθρώπινης επένδυσης και πραγματοποίησης, έφτασε να αναλάβει έναν επιταχυνόμενο ιμπεριαλιστικό ρόλο, και να ταυτιστεί τελικά με την ίδια τη Λογική, απορρίπτοντας οτιδήποτε δεν μπορούσε ν’ αναλάβει, σαν «ανορθολογιστικό», «συγκινησιακό», «ενστικτώδες», «μη-ανθρώπινο» κ.λπ.

Θεωρούμε εσφαλμένους όλους αυτούς τους βασικούς μύθους του επιστημονισμού. Οι μύθοι αυτοί, που ο ειδικός πιστεύει ότι του δίνουν ιδιαίτερα προνόμια, γιατί προορίζονται να σταθεροποιήσουν τη συλλογική του εξουσία, έχουν σαν αποτέλεσμα τον πνευματικό και διανοητικό του ακρωτηριασμό, και την προσάρτηση του απλώς σ’ έναν εγκεφαλικό, κυβερνητικοποιημένο, όλο και πιο ειδικευμένο, μηχανισμό. Έχουν πάνω στους ειδικούς, όπως και στους κοινούς θνητούς, μια παραλυτική επίδραση – παραλυτική σ’ ότι αφορά τη φυσική επιθυμία να μάθει κανείς περισσότερα για τη φύση, τη ζωή κι εμάς τους ίδιους, που ένα ειδικευμένο γλωσσικό ιδίωμα δεν μπορεί να εκφράσει. Και συνεπώς παραλυτική με την έννοια της ηθικής δέσμευσης και της προσωπικής ευθύνης, σ’ όλους τους τομείς όπου υπεισέρχεται η κοινωνία σαν σύνολο, γιατί συντελούν στο να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο το χάσμα ανάμεσα στους τρεις πόλους της ανθρώπινης εμπειρίας: Τη σκέψη, τη συγκίνηση και την πράξη. Με την κοινωνικο-πολιτική έννοια, ο επιστημονισμός δικαιολογεί την αυστηρή ιεράρχηση που υπάρχει στην κοινωνία, και τείνει να τη μεγαλώσει περισσότερο, σπρώχνοντας στην κορυφή μια αυστηρά ιεραρχημένη τεχνοκρατία που παίρνει τις αποφάσεις – εννοούμε και τις αποφάσεις που μπορούν σήμερα να κρίνουν με αποφασιστικό τρόπο την τύχη κάθε ζωής πάνω στην γη, για χιλιάδες χρόνια στο μέλλον.

Στις περισσότερες, αν όχι σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, ο επιστημονισμός, με διάφορες αμφιέσεις, έχει καθιερωθεί σαν κυρίαρχη ιδεολογία.

Σαν τέτοια, εξορθολογίζει διάφορες όψεις και παρέχει την κύρια δικαιολογία στον ξέφρενο αγώνα δρόμου για τη λεγόμενη «πρόοδο», που νοείται αποκλειστικά σαν επιστημονική και τεχνική πρόοδος (σύμφωνα με το δόγμα του επιστημονισμού). Η «πρόοδος» αυτή, με την σειρά της, είναι μια από τις βασικές κινητήριες δυνάμεις για τη θρησκεία της παραγωγής για την παραγωγή, και της ανάπτυξης για την ανάπτυξη. Αυτός ο αγώνας δρόμου και η ξέφρενη ανάπτυξη, μας οδήγησαν στη σημερινή οικολογική κρίση, που τα πρώτα μόλις στάδιά της παρακολουθούμε, και σε μια πολύ σημαντική κρίση του πολιτισμού μας. Ο επιστημονισμός, που υπήρξε μια αποφασιστική δύναμη στη δημιουργία αυτών των δυο κρίσεων, είναι τελείως ανίκανος να τις ξεπεράσει. Είναι ακόμα ανίκανος ν’ αναγνωρίσει την ύπαρξη μιας κρίσης του πολιτισμού, γιατί αυτό θα κατέληγε στην αμφισβήτηση της ίδιας της επιστημονικής ιδεολογίας.

Για όλους αυτούς τους λόγους, πιστεύουμε ότι η πιο επικίνδυνη κι η πιο ισχυρή σήμερα ιδεολογία, είναι ο επιστημονισμός, παρ’ όλο που δεν έχει αναγνωριστεί γενικά σα μια ισχυρή ιδεολογία. Μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα σταθερό πλαίσιο, κοινό στην καπιταλιστική και στην κομμουνιστική ιδεολογία, με τη μορφή που αυτή ισχύει στις περισσότερες απ’ τις λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες. Νομίζουμε ότι η κύρια γραμμή πολιτικού διαχωρισμού βρίσκεται λιγότερο στην παραδοσιακή διάκριση ανάμεσα στην «αριστερά» και τη «δεξιά», και περισσότερο στην αντίθεση ανάμεσα στους επιστημονιστές, που υποστηρίζουν την «πάση θυσία τεχνολογική πρόοδο», και τους αντιπάλους τους, δηλαδή χοντρικά: Εκείνους, για τους οποίους, αυτό που έχει απόλυτη προτεραιότητα, είναι το άνθισμα της Ζωής, σ’ όλον της τον πλούτο και την ποικιλία, και όχι η τεχνική πρόοδος.

Η εξουσία της επιστημονιστικής ιδεολογίας, που επιβάλλεται όλο και περισσότερο στο πνεύμα του πλατιού κοινού εδώ και πολλούς αιώνες, φαίνεται να ‘χει φτάσει στο απόγειό της εδώ και δυο χρόνια περίπου, με την πρώτη επανδρωμένη διαστημική πτήση των Αμερικάνων στη Σελήνη, όταν μεσουράνησε μέσα σε μια παγκόσμια ομαδική υστερία. Από τότε, βλέπουμε τα καθαρά σημάδια της «ανακοπής» που εκφράζει τη διάλυση των ψευδαισθήσεων, και τον αυξανόμενο σκεπτικισμό γύρω απ’ τα «θαύματα» της επιστήμης και της τεχνολογίας που ισχυρίζονται ότι κρατούν το κλειδί της ανθρώπινης ευτυχίας και μπορούν να λύσουν τα προβλήματα που αυτά τα ίδια δημιούργησαν. Αυτή η ανακοπή είχε σίγουρα προετοιμαστεί με την παγκόσμια άνοδο μιας περιθωριακής Αντικουλτούρας, που κι αυτή, σε μεγάλο της μέρος θα μπορούσε να ερμηνευτεί σαν αντίδραση στην επιστημονιστική ιδεολογία.

Αυτή η ανακοπή εκδηλώνεται επίσης στον φανερά πιο συγκρατημένο τρόπο με τον οποίο τα μέσα μαζικής πληροφόρησης αντιδρούν τώρα στα καινούργια επιστημονικά και τεχνολογικά κατορθώματα, φτάνοντας μερικές φορές μέχρι την ανοιχτή κριτική. Μια αντίθεση πιο σκληρή για την επιστήμη και τους σοφούς, συχνά καλυμμένη ακόμα κάτω από διαφορετικές μορφές, προέρχεται από ένα αυξανόμενο πλήθος ομάδων άμυνας του περιβάλλοντος, που ξεπηδούν απ’ όλες τις μεριές, και που γίνονται ριζοσπαστικότερες στο μέτρο που οι οπαδοί τους εξοικειώνονται με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, και χάρη στην αδράνεια, βλέπε συνενοχή της «επιστημονικής κοινότητας» με τις δυνάμεις που μας απειλούν. Όλ’ αυτά τα σημάδια, νομίζουμε ότι προμηνύουν την αρχή της παρακμής του επιστημονισμού.

Ωρίμασαν πια οι συνθήκες για να επισπεύσουμε αυτήν την παρακμή με μια ανοιχτή μάχη.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!