του Λαοκράτη Βάσση
α.
Καθώς έχουμε εισέλθει στο τελευταίο τρίμηνο της διακοσιοστής επετείου του ’21, είναι βέβαιον πως θα ενταθούν οι «ταριχευτικές επεμβάσεις» στο (πολύ ενοχλητικό!) ανεξαρτησιακό και αξιακό, γενικότερα, «γονιδίωμά» του.
Με προέχουσα, πάντοτε, την εθνική αποταυτοποίηση, στη συστημική τροχιά της νεο/ταξικής ευρω/προσαρμοστικότητας. Όπως αυτή επικαλύπτεται με περίσσειαν ιδεολογηματικής χρυσόσκονης από μετανεωτερικό συμφυρμό: «νεο/φιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού» και «μεταφυσικού διεθνισμού».
β.
Κι αυτό, γιατί το ’21, ως «πλάτανος με βαθύ ρίζωμα» (Σαράντος Καργάκος) στην ελληνική διαχρονία, ως «πύρωμα ψυχής» (Κωστής Παλαμάς) και ως «πύρινο άνθος και ακατάλυτος καημός της Ρωμιοσύνης» (Χρ. Μαλεβίτσης), είναι ο μέγας εθνο/αναγεννητικός σταθμός μας. Που δένει με αξιακούς αρμούς τον νεότερο με τον προαιώνιο Ελληνισμό.
Όχι εθνο/γενετικός σταθμός, όπως τον θέλει η επιστημονικοφανής «αλχημεία» του ιστορικού αναθεωρητισμού, αλλά εθνο/αναγεννητικός, με στέρεη τη θεμελίωσή του στην ελληνική αιωνιότητα. Όπως αυτή προκύπτει και ορίζεται απ’ την πολύ σύνθετη ιστορική συνέχεια του έθνους μας. Επιβεβαιούμενη και όχι αναιρούμενη ακόμη κι απ’ τη μείζονα «ασυνεχή συνέχεια» της δύσκολης μετάβασης απ’ την αρχαία ελληνική θρησκεία στον Χριστιανισμό. ΄Οπου, η Ορθοδοξία, με διασταλτική ερμηνεία, είναι η… ελληνοποιημένη του εκδοχή.
γ.
Με τη «συνέχεια» να υποτάσσει την «ασυνέχεια» στο ελληνικό αξιακό βίωμα ζωής . Όπως το βρίσκουμε στην πολιτιστική φιλοσοφία του λαού μας (παραδοσιακό πολιτιστικό πρότυπο και ελληνικός/ταυτοτικός τρόπος του υπάρχειν), με την εσώτερη βαθιά ενότητά της και την ανεκτίμητη αντοχή της στη μεγάλη χρονική διάρκεια.
Καθώς, η βαθιά ενότητα, συνυφαινόμενη με την ιστορικο/πολιτιστική σ υ ν έ χ ε ι α, είναι η αξιακή μήτρα της εθνο/ταυτοτικής μας υπόστασης. Στην οποία κυοφορήθηκε το ’21 με την καθοριστική για το μέλλον μας εθνο/αναγεννητική του δυναμική. Όπως, συνακολούθως, είναι και η βάση της ιδιοπρόσωπης αυτονομίας μας στην Ευρώπη και στον κόσμο. Της παρομοίως αρνούμενης και αντιμαχόμενης: τόσο τον ομφαλοσκοπικό απομονωτισμό όσο και την εθνο/μηδενιστική «ενσωμάτωσή» μας στην «Ευρώπη» (να γίνουμε… Ευρωπαίοι!).
Το ’21 είναι Επανάσταση έθνους, του αρχέγονου ελληνικού έθνους, που δημιουργεί κράτος, το Νέο ελληνικό Κράτος, με συλλογικό υποκείμενο όλον τον ελληνικό λαό κι όχι μια τάξη ή κοινωνικά του στρώματα. Προπαντός όχι, όπως θέλει το εθνο/γενετικό ιδεολόγημα, επανάσταση που δημιουργεί κράτος και… έθνος
δ.
Τούτων δοθέντων, θα αναδείξω ως επιμύθιο, κατ’ ανάγκην σηματοδοτικά, τις τρεις κύριες διαστάσεις του αληθινού χαρακτήρα του ’21. Αυτές που υποσκάπτει κατά σύστημα ο νεο/ιστορικός αναθεωρητισμός, επιχειρώντας να αναπροσδιορίσει το ταυτοτικό μας πολιτιστικό «κύτταρο».
• Με πρώτη διάσταση την εθνική, να σημαίνει πως:
Το ’21 είναι Επανάσταση έθνους, του αρχέγονου ελληνικού έθνους, που δημιουργεί κράτος, το Νέο ελληνικό Κράτος, με συλλογικό υποκείμενο όλον τον ελληνικό λαό κι όχι μια τάξη ή κοινωνικά του στρώματα. Προπαντός όχι, όπως θέλει το εθνο/γενετικό ιδεολόγημα, επανάσταση που δημιουργεί κράτος και… έθνος. Κατά αναμηρυκαστική μεταφορά στα καθ’ ημάς αγγλο-σαξονικής κοπής σχηματικών λογικών, που «αγνοούν»» την πραγματικότητα των ιστορικών λαών, σαν τον ελληνικό και όχι μόνο. Με τα υπαρκτά αστικά και κοινωνικά γνωρίσματα της Εθνικής μας Επανάστασης να μη δικαιολογούν, παρά με σκόπιμη υποκατάσταση του όλου απ’ το μέρος, οπότε και με παραϊστορική «ανάγνωση», τη μονοσήμαντη θεώρησή της ως καθαρά αστικής ή κοινωνικής επανάστασης. Με τη θέση επ’ αυτού του Σβορώνου, που βλέπει «όλο το έθνος στον κοινό αγώνα για την ανεξαρτησία» (Επιθεώρηση Τέχνης, τεύχος 23-24, 1956), να είναι επιστημονικά αλλά και ευρύτερα οδηγητική. Καθώς, όπως δείχνουν και νεότερες τοποθετήσεις , πέραν των παλαιότερων (Σκληρού, Κορδάτου, Ζεύγου), το ’21 εξακολουθεί, παραδόξως, να «ταλαιπωρείται» ακόμη, μαζί με τις νεο/ιστορικές, και από απλοϊκές «αριστερές… παραναγνώσεις».
• Με δεύτερη διάσταση την ενδογενή, να σημαίνει πως:
Οι βαθύτερες ρίζες του ’21 βρίσκονται στην «αξιακή ψυχή» του Ελληνισμού. Καθώς, όπως δείχνει και το δημώδες θρηνητικό άσμα: «Σώπασε , κυρά-Δέσποινα , και μη πολυδακρύζεις/ Πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θάναι», ο Ελληνισμός δεν αποδέχτηκε την ιστορική μοίρα της υποδούλωσής του. Με την αντίσταση να αρχίζει την επομένη της Αλώσεως και να επιβεβαιώνεται με πολυαίμακτα κινήματα, ως τη μεγάλη Εθνεγερσία του ’21. Που ακόμα κι όταν ήταν ξενοκίνητα, δεν έπαυαν να είναι Κινήματα βαθύτατου ελληνικού καημού. Οπότε και κρίκοι μιας ιερής αλυσίδας, που κράτησε το έθνος όρθιο, με μεγάλες θυσίες, στα τετρακόσια χρόνια της δουλείας του. Κι είναι προκλητικά ανίερη ιστορική λαθροχειρία η αποσύνδεση του ’21 απ’ τους ματωμένους αυτούς κρίκους των Προεπαναστατικών Κινημάτων. Όπως κι απ’ την επαναστατική ιδεολογική «ζύμη» των κλέφτικων τραγουδιών και την αξιακή βάση της πολιτιστικής παράδοσης του λαού μας. Που τόσο έξοχα αναλύει (και) σε μια απ΄τις τελευταίες μελέτες του ο Νεοελληνιστής καθηγητής Ερατοσθένης Καψωμένος (Τετράδια, τεύχος, 76-78, 2021). Αλλά, ο τονισμός της ενδογενούς διάστασης του ’21, με δεδομένο πως ο Ελληνισμός, ως μεγάλη πολιτιστική δύναμη, «διαλέγεται» αενάως με όλο τον κόσμο, ιδιαιτέρως μάλιστα με την Ευρώπη (Δύση), καθόλου δεν σημαίνει πως αγνοούνται οι υπαρκτές και σημαντικές εξωγενείς επιδράσεις στο επαναστατικό «γίγνεσθαι». Που, όμως, κι όταν είναι πρόδηλα έντονες, όπως απ’ τον Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση, δεν παύουν να είναι υποβοηθητικές και ωθητικές. Όχι, δηλαδή, «ιδρυτικές», όχι «γεννητορικές», όπως με επιστημονικοφανή παραναγνωστική σκοπιμότητα θέλουν οι κήρυκες του νεο/ιστορικού αναθεωρητισμού. Κι έχει δίκιο ο Σ. Καργάκος, όταν γράφει: «Οι ΄Ελληνες επαναστάτες του ’21 δεν ήσαν τέκνα του Μαρά, ούτε πρόδρομοι του Λένιν και του Τρότσκυ. Έκαναν τη δική τους επανάσταση». (Η Ελληνική Επανάσταση του 1821, εκδ. ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΩΝ και τώρα Gutenberg).
• Με τρίτη, τέλος, διάσταση τη διαρκή, να σημαίνει πως:
Η Επανάσταση του ‘’δεν χωράει στον «ιστορικό χρόνο» απ’ τον Μάρτιο του ’21 ως το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830). Καθώς δεν μπορούμε να την αποσυνδέσουμε: Αφενός απ’ τα μεγάλα της «Πριν», όπως τα συνθέτουν οι προαναφερθέντες κρίκοι της ιερής αλυσίδας των Προεπαναστατικών Κινημάτων, με ανυπότακτα κάστρα του Ελληνισμού τη Χιμάρα, το Σούλι, τη Μάνη και τα Σφακιά. Αφετέρου απ’ τα μεγάλα της «Μετά», με κορυφαία: το μεγαλειώδες ‘12-‘13 της εφικτής εθνικής μας ολοκλήρωσης στα σημερινά μας όρια και το διπλό Έπος του ’40 και της Εθνικής Αντίστασης. Με τον απόηχό της να φτάνει ακόμα και στον ηρωικό Αντιαποικιακό Αγώνα της Κύπρου (Πέτρος Παπαπολυβίου, Τετράδια, τ.76-78, 2021). Με την «ανολοκλήρωτη» έκβασή της (ιστορική, σε κάθε περίπτωση, εθνο/αναγεννητική αφετηρία, ακόμα και… έτσι!, όπως μάλιστα, την έχουν επιβαρύνει και κατοπινά μελανά εθνικά στίγματα, με τελευταίο την εκ της Χρεοκοπίας του ‘10 μετανεωτερική ευρω/δυτική Επικυριαρχία στον Τόπο μας), να αναδεικνύει σε διαρκές και μέγα το ανεξαρτησιακό αίτημα και χρέος. Οπότε και σε αμείλικτο κριτήριο του εθνικού μας ήθους και της εθνικής μας αξιοπρέπειας.
ε.
Κι είναι η συναρτημένη απ’ το διαρκές και μέγα ανεξαρτησιακό αίτημα και χρέος, το ανεξαρτησιακό και αξιακό γενικότερα «γονιδίωμά» του, όπως έχω προαναφέρει, ζώσα λειτουργία του ’21, την οποία και προσπαθούν να απονευρώσουν με επιστημονικοφανείς «αποδομήσεις» και αντίστοιχης λογικής «γκλαμουράτες» εκδηλώσεις, επίσημες και ημιεπίσημες. Έτσι που, αποπυροδοτώντας τα φλογερά του μηνύματα, να το κλείσουν, ουδετεροποιημένο και… ακίνδυνο, στα μουσεία της Ιστορίας.
Οπου , παρακάμπτοντας Παπαρρηγόπουλους , Βακαλόπουλους και Σβορώνους, όπως και τους «πνευματικούς νομοθέτες» του Νεότερου Ελληνισμού, απ’ τον Ρήγα, τον Σολωμό και τον Κάλβο ως τον Παλαμά, τον Σικελιανό, τον Καβάφη, τον Σεφέρη, τον Ελύτη και τον Ρίτσο, αλλά και εκμεταλλευόμενοι υπερβολές, απλοϊκότητες και αφέλειες… δοξαστικών ιστορήσεων της Εθνεγερσίας μας: Πρώτον, αντιπαραθέτουν στον νοσηρό ελληνοκεντρισμό, απ’ τον οποίο, πέραν της μεταφυσικής ελληνολατρίας, δεν λείπουν ο φαιός αντιπαραθετικός εθνο/κεντρισμός και ο τοξικός «εθνο/φυλετισμός», τον νοσηρό αντι/ελληνοκεντρισμό της νεο/ταξικής α-τοπίας. Με παν τι το ελληνικό και εθνικό να είναι ύποπτο εθνικίζουσας και εθνο/φυλετικής απόκλισης. Δεύτερον, διατεινόμενοι πως αποϊδεολογικοποιούν την Ιστορία, με πρόσχημα υπαρκτούς «εθνικούς ανορθολογισμούς», οδηγούνται στην πιο ακραία ιδεολογικοποίησή της, που είναι η νεο/ταξική.
Όπως αυτή παράγεται από υβριδικές προσμείξεις προϊόντων «αριστερής» και «δεξιάς» υποκουλτούρας, παραγόμενων στις πολύ σκοτεινές μετα/νεωτερικές μήτρες του ομιχλώδους κόσμου μας. Τρίτον, τέλος, με φανερή την… προτίμησή τους στους πρώτους διδάξαντες την «Ευρω/υποτέλεια» και με ακόμη πιο φανερή τη σκοπιμότητα τού να αναδειχτεί η κατ’ αυτούς δοτή Ανεξαρτησία μας: Αφενός, επιδίδονται σε συστηματική, επιστημονικοφανή και αληθοφανή, υπόσκαψη και απαξίωση της μνήμης μεγάλων μορφών της Εθνεγερσίας μας, όπως, μεταξύ άλλων, ο Καποδίστριας και ο Κολοκοτρώνης. Αφετέρου, βλέποντας μόνο τις «μαύρες τρύπες» του ’21, ‒τα «Μεσολόγγια» ήταν … φαντασιώσεις!‒, περίπου βλέπουν και το ίδιο σαν «μαύρη τρύπα». Απ’ την οποία μας… έβγαλαν οι «Προστάτιδες Δυνάμεις» και προπαντός η φιλεύσπλαχνη Αγγλία, «χαρίζοντάς» μας την Ανεξαρτησία μας! Ποια Προεπαναστατικά Κινήματα; Ποια Εθνεγερσία; Ποιος πολυαίμακτος Αγώνας; Ξενόφερτη (δανεική) η Επανάστασή μας – Ξενόφερτη (δοτή) η Ανεξαρτησία μας!
στ.
Οπότε, πώς να μη σκεφτείς, με αφόρητη μελαγχολία, το «μαύρο νήμα» που συνδέει την «Πράξη Υποταγής» του 1825 («Το ελληνικό έθνος , δυνάμει της παρούσης πράξεως, θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της εαυτού ελευθερίας, εθνικής ανεξαρτησίας και πολιτικής υπάρξεως υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρετανίας») και τη «Μνημονιακή Υποτέλεια» των καιρών μας; Αλλά και τους «εμπνευστές» της με τους σημερινούς τους επιγόνους; Αυτούς που έβαλαν, φαρδιά-πλατιά, τις υπογραφές τους στα «Τρία Μνημόνια», «δικής» μας, κατ’ απαίτηση των Επικυρίαρχων, ιδιοκτησίας! Όπως, επίσης, πώς μπορείς να μη σκεφτείς ότι η «ευρω/δυτική επικυριαρχία» στη χώρα μας, μετά τη Χρεοκοπία του ‘10, είναι παντελώς ασύμβατη, μαζί και όλες οι μορφές νεο/ραγιαδισμού, με το φλογερό ανεξαρτησιακό πνεύμα του ’21 και τη βαθιά εθνο/ταυτοτική αξιακή σηματοδότησή του; Που, πολύ δικαιολογημένα, είναι ο… βραχνάς τόσο των περισπούδαστων της ευρω/μεταπρατικής οργανικής μας διανόησης όσο και των εύκαμπτων διαχειριστών της ευρω/προσαρτηματικής «πολιτικής τάξης» μας.
Η Επανάσταση του ’21 δεν χωράει στον «ιστορικό χρόνο» απ’ τον Μάρτιο του ’21 ως το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830). Καθώς δεν μπορούμε να την αποσυνδέσουμε: Αφενός απ’ τα μεγάλα της «Πριν», όπως τα συνθέτουν οι προαναφερθέντες κρίκοι της ιερής αλυσίδας των Προεπαναστατικών Κινημάτων, με ανυπότακτα κάστρα του Ελληνισμού τη Χιμάρα, το Σούλι, τη Μάνη και τα Σφακιά
‒Κι αυτό, όχι μόνο γιατί το «πνεύμα» και η «σηματοδότηση» του ’21 τους «δικάζει» και τους εκθέτει στη συνείδηση του λαού μας, αλλά, κατά κύριο λόγο, γιατί, με τις βαθιές του ρίζες στη μεγάλη ακολουθία των αιώνων ιστορίας και πολιτισμού του Ελληνισμού, είναι η ψυχή του Τόπου μας, που δεν μπορούν, ό,τι κι αν κάνουν, να την …αλλάξουν!‒
Υ.Γ.: Όμως, ακόμα και σε τούτη την πολύ «άδεια εποχή», δεν λείπουν οι σοβαροί πνευματικοί άνθρωποι, οι σοβαροί δημιουργοί, που ακολουθούν τα «βήματα» των μεγάλων «πνευματικών νομοθετών» του Τόπου μας!
Αναφέρομαι σε αυτό υπό την επήρεια της επίσκεψής μου στην Έκθεση πορτρέτων Αγωνιστών του ’21, Μουσείο Μπενάκη, στην Πειραιώς, του ζωγράφου Γιάννη Ψυχοπαίδη. Ενός ξεχωριστού δημιουργού, που εναρμονίζει την καλλιτεχνική δωρεά με την ήρεμη στοχαστικότητα της πνευματικής του καλλιέργειας.
Όπως ανασαίνει κανείς το άρωμα της εναρμόνισης, αναδιδόμενο απ’ τη ζωγραφική και χαρακτική αισθητική μαγεία της καλλιτεχνικής του «γλώσσας»: Που είναι ένας μοναδικός ύμνος στην αγιοσύνη των ηρωϊκών μορφών του ’21 (ακόμα και… αφανών, όχι τυχαία, ανάμεσά τους!).
Με πολύ ιδιαίτερο χώρο στη θεσπέσια μορφή του λόρδου Βύρωνα, αλλά και με καίριο υπομνηματισμό με ιστορικές φράσεις των πρωταγωνιστών της Εθνεγερσίας μας.
‒Όπου, «μορφές» και «υπομνηματισμός», με την έντονη σηματοδότηση των μηνυμάτων του ’21, εμβαπτίζουν μυσταγωγικά τον επισκέπτη στα αξιακά άχραντά του!‒
Οι πίνακες των αγωνιστών του 1821 που δημοσιεύονται είναι του ζωγράφου Γιάννη Ψυχοπαίδη και αποτελούν μέρος της εικαστικής έκθεσής του «Μορφές του ‘21». Η έκθεση θα βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη μέχρι τις 31/10. Περισσότερες πληροφορίες: Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς 138 & Ανδρονίκου, 210 345 3111, www.benaki.org.