Η Τουρκία εκμεταλλεύεται την πολλαπλά μεταιχμιακή γεωπολιτικά περίοδο για να επεκτείνει τη συνεργασία της με την Ε.Ε., διεισδύοντας στην κοινή ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας και ασφάλειας. Τι κι αν η ίδια κατέχει παράνομα έδαφος κράτους-μέλους της Ε.Ε., τι κι αν έχει ενεργή την απειλή πολέμου για ακόμα ένα κράτος-μέλος, τι κι αν είναι μπλεγμένη σε όλα τα πολεμικά μέτωπα της περιοχής ως παράγοντας αστάθειας· για την ηγεσία της Ευρώπης η Άγκυρα φαντάζει ο ιδανικός εταίρος σε μια περίοδο πολεμικής προετοιμασίας.

Μετά από μια πενταετία παγώματος των εξαγωγών όπλων προς την Τουρκία, περνάμε σε μια νέα περίοδο όπου η τουρκική πλευρά επανέρχεται όχι μόνο ως αγοραστής, αλλά και ως ένας καλά εδραιωμένος παραγωγός οπλικών συστημάτων. Με τρεις εταιρείες (ASELSAN, Baykar και TUSAS) στη λίστα των 100 μεγαλύτερων αμυντικών βιομηχανιών παγκοσμίως, η Τουρκία έχει μετατρέψει την αλματώδη ανάπτυξη των πολεμικών παραγωγικών ικανοτήτων της σε διπλωματικό όπλο. Ήδη η τουρκική εταιρεία Baykar πουλάει τα δοκιμασμένα στο πεδίο (Ουκρανία, Αρμενία, Συρία) μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar TB2 στην Πολωνία ενώ βρίσκεται σε συζητήσεις και με την Κροατία. Ταυτόχρονα, η ίδια εταιρεία έχει εξαγοράσει (ήδη από τον Δεκέμβριο του 2024) την ιταλική εταιρεία αεροναυπηγικής Piaggio Aerospace παρά τις μεγαλοστομίες της κυβέρνησης Meloni για ανεξάρτητη πολιτική. Αν στα παραπάνω προσθέσουμε, την, εδώ και χρόνια, συνεργασία της Ιταλίας στην παραγωγή του πολεμικού ελικοπτέρου T129 ATAK και της Ισπανίας στην κατασκευή του πρώτου τουρκικού αεροπλανοφόρου TCG Anadolu, καταλαβαίνουμε ότι ο δρόμος για τις πρόσφατες ζυμώσεις (βλ. σχέδιο ReArm Europe, άτυπη σύνοδος στο Λονδίνο με συμμετοχή και της Τουρκίας) της ευρωτουρκικής αμυντικής σύγκλισης ήταν στρωμένος από καιρό.

Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχοντας δώσει συγχωροχάρτι στην Τουρκία με την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών, στο όνομα της πολιτικής των «ήρεμων νερών», συναινεί στην παραπάνω πορεία των πραγμάτων. Οι γνωστές διπλωματικά ψύχραιμες διαμαρτυρίες ή ενστάσεις των Ελλήνων αξιωματούχων φαντάζουν με «μικρογκρίνιες» όταν δεν συνοδεύονται από τα ανάλογα έργα.

Όρος βέβαια για τα «ήρεμα νερά», τον οποίο η τουρκική πλευρά επιβάλει με τη χρήση των κανονιοφόρων και η ελληνική πλευρά αποδέχεται δια της σιωπής της, είναι η Άγκυρα να έχει τον τελευταίο λόγο για κάθε κίνηση στο Αιγαίο καισ την Αν. Μεσόγειο ‒ κάθε τι άλλο καταγράφεται ως μονομερής ενέργεια και πρόκληση κατά το γράμμα της διακήρυξης. Κάπως έτσι, από το αποσιωπημένο πολεμικό επεισόδιο του καλοκαιριού ανοιχτά της Κάσου για να μπλοκαριστούν οι έρευνες του ιταλικού πλοίου Ievoli Relume για το megaproject του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου (και Ισραήλ) και την παρουσία τουρκικών πολεμικών πλοίων στα θαλάσσια ύδατα βόρεια της Κρήτης πριν λίγες εβδομάδες για τον ίδιο σκοπό, φτάνουμε τώρα στην αποχώρηση (προσωρινή σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις) τόσο των ιταλικών πλοίων όσο και της γαλλικής Nexans που έχει αναλάβει το έργο. Αφορμή η μη πληρωμή εκ μέρους του ΑΔΜΗΕ τρέχουσας δόσης ύψους 70 εκατ. Ευρώ που ενισχύει της ανησυχίες των Γάλλων για τη βιωσιμότητα του έργου. Πραγματική αιτία η αναμονή όλων των κρατών για τη στάση της νέας διοίκησης Τράμπ και των προτεραιοτήτων που αυτή θα έχει στην περιοχή, καθώς και οι δεύτερες σκέψεις των «φίλων» Γάλλων που φαίνεται να έχουν αυτό τον καιρό άλλες προτεραιότητες.

Αναζητείται επειγόντως μια άλλη εξωτερική πολιτική που θα ανακτήσει βαθμούς κυριαρχίας και ισχύος, επιμένοντας πως βασικό κριτήριο στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας θα είναι (όπως θα έπρεπε να είναι αυτονόητο) το εθνικό συμφέρον, και όχι οι επιταγές της (πρόσκαιρης όπως δείχνει η εμπειρία) «σωστής πλευράς της ιστορίας». Όσο επιμένουμε στην τρέχουσα πολιτική που θέλει την Ελλάδα δεδομένο σύμμαχο της Δύσης, υποχωρητική απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό, θα βαλτώνουμε και θα καλούμαστε να προσαρμοστούμε στα τετελεσμένα των ισχυρών.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!