Οι αραβικές εξεγέρσεις, η εισβολή διαδηλωτών στην πρεσβεία του στο Κάιρο, το ανέβασμα γενικά των αντι-ισραηλινών διαθέσεων από την Αραβική Άνοιξη, η διένεξη με την Τουρκία, το αίτημα στον ΟΗΕ για αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους,όλα αυτά επισημαίνουν στους σιωνιστές ιθύνοντες πως η επέκτασή τους, η «κλίμακα» στην οποία κινούνται, υπερβαίνει την πραγματική τους δυνατότητα. Το αν θα αντιδράσουν με αναδίπλωση, με περισσότερο τσαμπουκά και βία (όπως συνηθίζουν, άλλωστε) ή με κάποιο συνδυασμό τους, θα το δούμε. Σε κάθε περίπτωση, το διαφαινόμενο στρίμωγμα του Ισραήλ δεν μπορεί παρά να γεννά ευχάριστα συναισθήματα. Το μέχρι πού σκοπεύει να τραβήξει το σχοινί ο Ερντογάν είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Ωστόσο, ενώ η ρήξη με τις ΗΠΑ δεν ανήκει στις επιθυμίες του κυβερνητικού επιτελείου της Άγκυρας, ένα περιορισμένο θερμό επεισόδιο με το Ισραήλ δεν είναι έξω από τη λογική των πραγμάτων. Κι αν οι ΗΠΑ δείχνουν να μην ανησυχούν ιδιαίτερα για το άρπαγμα των δυο κομβικών συμμάχων τους, θα έπaρεπε να υπενθυμίσουμε πως και το 1974 δεν είχαν ανησυχήσει ιδιαίτερα για τις κυπριακές εξελίξεις που όμως οδήγησαν στην έξοδο της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ. Το βέβαιο είναι πως η Ελλάδα δεν έχει κανένα συμφέρον να εμπλέκεται, άμεσα ή έμμεσα, σε αυτή την όξυνση ανάμεσα σε δύο χωροφύλακες των ΗΠΑ. Με τη σημερινή τυχοδιωκτική πολιτική της, αν συμβεί κάποιο επεισόδιο θα βρεθεί σε τραγελαφική θέση. Από τη μία, θα βρεθεί στα πρόθυρα σύγκρουσης με την Τουρκία, λόγω της αποφασιστικότητας ενός τρίτου (Ισραήλ) για τα δικά του συμφέροντα, την ίδια στιγμή που στις διμερείς σχέσεις με την Τουρκία για τα «δικά μας» και πιο φλέγοντα ζητήματα (γκρίζες ζώνες κ.λπ.) επιδεικνύεται η μέγιστη υποχωρητικότητα και η αποφυγή έντασης.
Μονάχα μια τυχοδιωκτική ή μια ξενόδουλη κυβέρνηση μπορεί να επιτρέψει να οδηγηθούμε σε κάτι τέτοιο.
Από την άλλη, όντας νατοϊκοί σύμμαχοι με την Τουρκία θα έπρεπε, θεωρητικά, νασταθούμε στο πλευρό της γειτονικής μας χώρας στην περίπτωση που δεχτεί πλήγμα από το σιωνιστικό Ισραήλ, πράγμα εξίσου άτοπο. Σε κάθε περίπτωση, οποιοδήποτε πολεμικό επεισόδιο στην περιοχή εμπλέκει αντικειμενικά, έστω και έμμεσα, Ελλάδα και Κύπρο και επαυξάνει τον επιδιαιτητικό ρόλο των ΗΠΑ στην ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο, την επίλυση του Κυπριακού κ.λπ. Η άμεση απεμπλοκή της χώρας από τον άξονα Ισραήλ-Κύπρου όπως και η έξοδος από το ΝΑΤΟ, η επαναπροσέγγιση με τον αραβικό κόσμο, μια πολιτική ειρήνης και φιλίας καταρχήν με τους λαούς της περιοχής, η πορεία γενικότερα προς μια πιο πολυδιάστατη και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, είναι μονόδρομος αν δεν θέλουμε να συμβαδίσει η οικονομική καταστροφή με εθνικές περιπέτειες.
Η είδηση για τις τουρκικές προκλήσεις στο Καστελόριζο, ως απάντηση στην κινητικότητα Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας, τη στιγμή που γράφονται ετούτες οι γραμμές, σηματοδοτεί την πρώτη εμπλοκή της χώρας εξαιτίας των επιλογών της ξενόδουλης κυβέρνησης Παπανδρέου. Η αντίδραση του ΥΠΕΞ που έμμεσα αναγνωρίζει τις τουρκικές αξιώσεις, σημαίνει πως οι παραχωρήσεις έχουν προχωρήσει περισσότερο απ’ όσο αναγνωρίζεται επισήμως.
Πόρισμα το οποίο αποφάνθηκε πως ναι μεν το Ισραήλ έκανε «χρήση υπερβολικής βίας», κατά την περσινή επιδρομή στο Στόλο της Ελευθερίας, αλλά πως ο ναυτικός αποκλεισμός στη Λωρίδα της Γάζας είναι νόμιμος και ακόμη πως ο στολίσκος που πλησίασε, παραβίαζε το Διεθνές Δίκαιο (ενώ δεν εισήλθε καν στα χωρικά ύδατα της Γάζας ή του Ισραήλ!). Σε μια χωρίς προηγούμενο επίθεση σε επιτροπές του ΟΗΕ, οι εμπειρογνώμονες επισημαίνουν πως «η έκθεση Πάλμερ είχε στόχο την πολιτική συμφιλίωση μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας και είναι ατυχές στην έκθεση η πολιτική να υπερισχύει του νόμου»…
Διαβάστε ακόμα: Τουρκία vs Κύπρος: Απειλές με άρωμα πετρελαίου. Γράφει από τη Λευκωσία η Ανδρούλα Γεωργιάδου.