Η προεδρία Μπάιντεν, στους λίγους μήνες που έχει διανύσει, δίνει διαδοχικά δείγματα μιας ανανεωμένης ενεργητικότητας της αμερικανικής πολιτικής. Επιχειρεί να σύρει το χορό σε πολλαπλά επίπεδα. Στα οικονομικά και στην προώθηση μεγάλων αναδιαρθρώσεων, αλλά και στα γεωπολιτικά. Οι επίσημες διακηρύξεις παραπέμπουν σε μια προσπάθεια για συνολική αντιμετώπιση των πολλαπλών ενδορρήξεων εντός της Δύσης, σε μια «ολική επαναφορά» των ΗΠΑ ως το «μεγάλο αφεντικό» και σε μια «φυγή προς τα εμπρός» με μεγάλες αναδιαρθρώσεις στη λογική της «Μεγάλης Επανεκκίνησης».
Μια τεράστια ένεση 6 τρισ. δολαρίων. Επιχειρούνται μεγάλες αναδιαρθρώσεις
Ο προϋπολογισμός που εισηγείται για το 2022 η διοίκηση Μπάιντεν δείχνει πολλά. Τόσο ως προς τα μεγέθη όσο και ως προς τις προτεραιότητες. Το μέγεθος των δαπανών του, συγκρινόμενο με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά ποσά ορίζει κατ’ αρχήν κλίμακες. Το ποιός αποκτά το πάνω χέρι στην ευρωατλαντική σχέση. Δεν λέει τα πάντα βεβαίως. Γίνεται όλο και πιο φανερό ότι τα πράγματα δεν ορίζονται μόνο στο οικονομικό πεδίο αλλά και στις πολλαπλές τους αλληλοσυνδέσεις με την πολιτική και ιδιαίτερα με τους ανταγωνισμούς όπως αυτοί συγκροτούνται στη γεωπολιτική σφαίρα.
Ας δούμε τις προτεραιότητες (που ας σημειωθεί ότι έχουν αξιοπρόσεκτες ασάφειες), και σε τι επιχειρούν να αποκριθούν.
Κοινωνική συνοχή και ανισότητες
Η έμφαση που δίνει η παρούσα ηγεσία των ΗΠΑ στα ζητήματα αυτά (τα ονομάζει πρώτο πυλώνα της πολιτικής της), πρώτα απ’ όλα είναι δείκτης του προχωρημένου βαθμού αποδιάρθρωσης της κοινωνικής ζωής μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ και ιδιαίτερα του εκρηκτικού δυναμικού που σωρεύει η διόγκωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε κρίσιμες λειτουργίες: παιδεία, υγεία, αναπαραγωγή της οικογενειακής ζωής. Πολύ βάρος δίνεται επίσης στην επείγουσα ανάγκη ανασυγκρότησης των υποδομών και των δικτύων (οδικά δίκτυα, δίκτυα ύδρευσης, υποδομές του αστικού χώρου) και στην ενίσχυση της «ανθεκτικότητας» των κοινωνικών λειτουργιών μπροστά σε φυσικές καταστροφές. Είναι φανερό ότι η αποσύνθεση έχει προχωρήσει σωρευτικά στη διάρκεια δεκαετιών. Τουλάχιστον από την περίοδο Ρήγκαν και καθ’ όλη τη διάρκεια της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης.
Με εφαλτήριο την πανδημία, το πλαίσιο το έχουν ήδη θέσει οι πιο επιθετικοί κύκλοι των διεθνών ελίτ. Το μπλοκ της «Μεγάλης Επανεκκίνησης». Δεν παραλείπουν να εντοπίζουν τις διαρκώς αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες σαν παράγοντα που υπονομεύει πλέον άμεσα (και πολιτικά και οικονομικά) τον κύκλο συσσώρευσης του κεφαλαίου. Γενικότερα δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι όλο και περισσότερο η ρητορική τους κάνει λόγο για το «τέλος του νεοφιλελευθερισμού». Βεβαίως ακόμα και μια συνοπτική εξέταση του προωθούμενου «μετά», αποκαλύπτει ολοκληρωτικές διαθέσεις συνολικού ελέγχου και επιτήρησης της κοινωνικής ζωής, πολλαπλασιασμό των κοινωνικών αλλοτριώσεων και κοινωνικούς διαχωρισμούς και αποκλεισμούς παγκόσμιας κλίμακας. Το κρίσιμο ζήτημα αφορά τις δυνατότητες άρθρωσης κοινωνικών αντιδράσεων μπροστά σε αυτούς τους σχεδιασμούς ενός καθόλα δυστοπικού μέλλοντος.
Ενεργειακά και κλιματική αλλαγή
Το θέμα φέρνει μαζί του ένα πυκνό πλέγμα πολύπλοκων αντιθέσεων. Κάνει απόλυτα αναγκαία τη διάκριση ανάμεσα στην «πράσινη» ρητορική και στα όσα στην πραγματικότητα προωθούνται. Σε ένα πρώτο επίπεδο η κλιματική αλλαγή και οι ανθρωπογενείς της διαστάσεις διαταράσσει πλέον άμεσα το σύνολο των όρων της κοινωνικής αναπαραγωγής. Ταυτόχρονα γίνεται και πεδίο πολλαπλών ανταγωνισμών. Τόσο διακρατικών –γεωπολιτικών όσο και διακλαδικών– επιχειρησιακών. Ας δούμε ενδεικτικά μερικές μόνο κρίσιμες περιοχές: α) Ποιος παράγει και ποιος καίει και τι είδους καύσιμα, ποιος μπορεί να ελέγξει ενεργειακούς πόρους, (ορυκτά καύσιμα, ηλιακή, αιολική). β) Επιβολή ενεργειακών εξαρτήσεων-ενσωματώσεων-ολοκληρώσεων ανάλογα με το τι επιτρέπουν τα μεγέθη των παικτών κατά περίπτωση. Μεγάλες εντάσεις ως προς τις χωρικές κατανομές της παραγωγής, της μεταφοράς και της κατανάλωσης ενέργειας, ως προς την κατανομή κόστους, ρύπανσης και κερδών. γ) Λιώσιμο των πάγων, αλλαγές στους πλωτούς εμπορικούς δρόμους. δ) Τροποποίηση των όρων ζωής σε ολόκληρες ζώνες του πλανήτη. Υδάτινα αποθέματα, διατροφικοί πόροι και εξαρτήσεις αλλά και βιωσιμότητα τεράστιων παράλιων αστικών κέντρων.
Καθόλου τυχαία, οι διακηρύξεις προθέσεων της αμερικανικής πολιτικής παραπέμπουν στα παραπάνω παραμένοντας ιδιαίτερα ασαφείς. Γίνεται βέβαια λόγος για τεράστιες επενδύσεις (της κλίμακας των 2-3 τρισ. δολαρίων), αλλά είναι προφανές ότι ο προσανατολισμός τους σχετίζεται άμεσα με το πυκνό πλέγμα γεωπολιτικών και διακλαδικών οξύτατων ανταγωνισμών. Τα όρια δυνατοτήτων της βασικής επιλογής όξυνσης των ανταγωνισμών με Κίνα και Ρωσία θα καθορίσει πολλά.
Νέες τεχνολογίες
Αναδεικνύεται σε κρίσιμη προτεραιότητα. Η μια της διάσταση: το άγχος από την όλο και σαφέστερα διαπιστούμενη καθυστέρηση και απώλεια ανταγωνιστικής θέσης κυρίως απέναντι στην Κίνα. Η επιχειρούμενη ανάκτηση του μονοπωλιακού ελέγχου μέσω του επαναπατρισμού πόρων –κεφαλαίου και δραστηριοτήτων ιδιαίτερα στην έρευνα σε τομείς αιχμής– τροφοδοτεί μια άλλη εκδοχή του «πρώτα η Αμερική» (θέμα στο οποίο θα πρέπει να επανέλθουμε).
Η άλλη διάσταση: επιχειρούμενη «φυγή προς τα εμπρός», ξεπέρασμα της σοβούσας αλυσίδας κρίσεων της εποχής μας, με μεγάλες τεχνολογικές αναδιαρθρώσεις. Τεχνητή νοημοσύνη και μια ολόκληρη δέσμη τεχνολογιών.
Οι τηλεπικοινωνιακές υποδομές και τα δίκτυα απορροφούν τεράστιες επενδύσεις ως την αναγκαία βάση στήριξης της αναδιάρθρωσης όλου του κύκλου της κοινωνικής ζωής (εργασία/τηλεργασία και συνολική αναδιαμόρφωση των κοινωνικών χρόνων και του χώρου). Η «Μεγάλη Επανεκκίνηση» είναι και εδώ απολύτως παρούσα με όλες τις συνέπειες που πυροδοτεί μια τεράστιας κλίμακας εκτόπιση της ζωντανής εργασίας.
G7 και οι μετά πολλών εμποδίων κινήσεις για τη φορολόγηση των μεγάλων πολυεθνικών
Η πρόσφατη σύνοδος του G7 φαίνεται ότι κατέληξε κατ’ αρχήν σε μια συμφωνία που ανοίγει το δρόμο για μια συντονισμένη επιβολή φορολόγησης των μεγάλων πολυεθνικών στο επίπεδο του 15% επί των κερδών. Ο Μπάιντεν επιχειρεί να χρηματοδοτήσει μέρος των δαπανών του προϋπολογισμού (6 τρισ.) από την αρκετά μετριοπαθή αύξηση της φορολόγησης των μεγάλων πολυεθνικών – στο 28% (πολύ κάτω από το 35% που υπήρχε και σε σχετικά πρόσφατες περιόδους). Για να γίνει αυτό δυνατό, πρέπει να επιβληθεί ένα σε κάποιο βαθμό συντονισμένο διεθνές καθεστώς ικανό να εμποδίζει την μετακίνηση των εταιρειών σε περιοχές χαμηλής φορολόγησης ή ουσιαστικής φορολογικής ασυλίας (φορολογικοί παράδεισοι). Τα ζικ-ζακ, οι συμβιβασμοί (η Amazon και το Facebook ίσως είναι κάποιοι από τους παίκτες που θα διατηρήσουν την ασυλία τους), δείχνουν τους πολυεπίπεδους ανταγωνισμούς συμφερόντων –εταιρικών αλλά και κρατικών (για τον έλεγχο επί των χρυσών φορολογικών παραδείσων)– και αφήνουν να διαφαίνονται τελικά και τα όρια των δυνατοτήτων της αμερικανικής διοίκησης να ορίζει το παγκόσμιο παιχνίδι.
Δύο αλληλένδετες όψεις της κρίσης της εποχής μας
Κατ αρχήν κρίση του καπιταλισμού με τις διάφορες φάσεις της που σοβεί από την δεκαετία του ‘70. Απαραίτητη η εξέταση της διαδοχής των αποκρίσεων του συστήματος για το ξεπέρασμά της. Η σημερινή απόπειρα «Μεγάλης Επανεκκίνησης» έχει ολιστικό χαρακτήρα και με τον τρόπο της θέτει την απαίτηση μιας «νέας τάξης πραγμάτων». Αυτή η απαίτηση ολιστικής οπτικής αφορά καθοριστικά και τις ανάγκες στρατηγικής για τις υποτελείς τάξεις.
Κατά δεύτερο και σε σύνδεση με το προηγούμενο, κρίση ηγεμονίας των ΗΠΑ και του δυτικού συστήματος γύρω από αυτές. Η έκβαση σαφώς δεν εξαρτάται μόνο από οικονομικούς όρους. Ας σκεφτούμε μόνο την πολυπλοκότητα των γεωπολιτικών όρων που στηρίζουν τη δυνατότητα συνέχισης του δανεισμού των ΗΠΑ από όλο τον υπόλοιπο πλανήτη με ελεγχόμενο από τις ίδιες κόστος δανεισμού (δολάριο – παγκόσμιο μέσο πληρωμών και αποθεματικό νόμισμα). Η ίδια η οικονομική πολιτική που επιδιώκεται συνυφαίνεται με τις αντιφάσεις των απαντήσεων που θα δώσουν οι ΗΠΑ μπροστά σε μια πραγματικότητα που διαμορφώνει όρους αμφισβήτησης του μονοπωλίου της ισχύος τους. Για την ώρα δείχνουν να επιδιώκουν την ανάσχεση των φυγόκεντρων δυνάμεων και των ρωγμών μέσα στο Δυτικό στρατόπεδο, την τιθάσευση μιας σειράς περιφερειακών δυνάμεων (Ισραήλ και Τουρκία ανάμεσα σε αυτές), την σύσταση περιφερειακών αρχιτεκτονικών τέτοιων που να ενισχύουν τον έλεγχο και την επιβολή τους, και την συνολική στοίχιση «των συμμάχων» σε έναν μετωπικό ανταγωνισμό με την Κίνα και τη Ρωσία. Οι ίδιες οι εξελίξεις, ανάμεσά τους και η πρώτη περιοδεία του Μπάιντεν στην Ευρώπη αυτές τις μέρες, δείχνουν μεγάλες αβεβαιότητες και πολλά ανοικτά ενδεχόμενα.