Επιμέλεια: Γιάννης Σχίζας
Η ανθρωπότητα βρέθηκε ένα βήμα πριν από την εξαφάνιση περίπου πριν από 900.000 χρόνια, όταν ο πληθυσμός στον πλανήτη περιορίστηκε σε μόλις 1.280 άτομα με αναπαραγωγική δυνατότητα, σύμφωνα με μία νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό Science.
Η μελέτη, που βασίστηκε σε ένα νέο υπολογιστικό μοντέλο που αναπτύχθηκε από ομάδα επιστημόνων από την Κίνα, την Ιταλία και τις ΗΠΑ, έδειξε επιπλέον ότι ο πληθυσμός παρέμεινε σε τόσο οριακά επίπεδα για περίπου 117.000 χρόνια. Για να φθάσουν στο αποτέλεσμα αυτό οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν γενετικές πληροφορίες από 3.154 γονιδιώματα σύγχρονων ανθρώπων. Συγκεκριμένα η έρευνα έδειξε ότι περίπου το 98,7% των προγόνων μας χάθηκε εκείνη την περίοδο. Η πληθυσμιακή κατάρρευση συμπίπτει με ένα κενό στο αρχείο απολιθωμάτων, που πιθανώς οδηγεί στην εμφάνιση ενός νέου είδους ανθρώπου, που ήταν κοινός πρόγονος των σύγχρονων ανθρώπων ή του Homo sapiens και του Neanderthal.
«Τα νέα ευρήματα ανοίγουν ένα νέο πεδίο στην ανθρώπινη εξέλιξη διότι προκύπτουν πολλά ερωτήματα, όπως τα μέρη όπου έζησαν αυτά τα άτομα, πώς ξεπέρασαν τις καταστροφικές κλιματικές αλλαγές και αν η φυσική επιλογή κατά τη διάρκεια της δύσκολης αυτής περιόδου επιτάχυνε την εξέλιξη του ανθρώπινου εγκέφαλου», δήλωσε ο Γι Χσουάν Παν, συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής εξελικτικού γονιδιώματος στο πανεπιστήμιο Normall της ανατολικής Κίνας.
Η δραματική μείωση του πληθυσμού συνέπεσε με ραγδαίες αλλαγές στο κλίμα κατά τη μέση-Πλειστόκαινο μεταβατική περίοδο. Οι περίοδοι των παγετώνων έγιναν μεγαλύτερες σε διάρκεια και πιο έντονες, προκαλώντας μείωση της θερμοκρασίας και πολύ ξηρές κλιματικές συνθήκες. Ο έλεγχος της φωτιάς και η σταδιακή βελτίωση των κλιματικών συνθηκών μπορεί να συνέβαλαν αργότερα στη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού, περίπου πριν από 813.000 χρόνια. Η αρχαιότερη απόδειξη για τη χρήση φωτιάς για την παρασκευή φαγητού χρονολογείται πριν από 780.000 χρόνια στο σημερινό Ισραήλ.
Το υπολογιστικό μοντέλο στο οποίο βασίστηκε η μελέτη χρησιμοποιεί έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών από γονιδιώματα του σύγχρονου ανθρώπου για τη γενετική διαφοροποίηση στον χρόνο, για να εκτιμήσει το μέγεθος των πληθυσμών σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. Η ομάδα χρησιμοποίησε γενετικές αλληλουχίες από 10 αφρικανούς και 40 μη-αφρικανούς πληθυσμούς.
Σε σχόλιο για την ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο Science, ο Νικ Άστον, επιμελητής παλαιολιθικών συλλογών του Βρετανικού Μουσείου και ο Κρις Στρίνγκερ, ερευνητής για την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου, χαρακτήρισαν τη νέα μελέτη «προκλητική». Οι δύο ερευνητές, που δεν συμμετείχαν στην επιστημονική έρευνα, έγραψαν ότι με τη νέα μελέτη πέφτει φως στην «ευπάθεια των πρώιμων ανθρώπινων πληθυσμών».
H πιο καυτή χρονιά!
Τους τελευταίους τρεις μήνες καταγράφηκαν οι υψηλότερες μέσες θερμοκρασίες που έχουν ποτέ καταγραφεί, ανακοίνωσε το παρατηρητήριο Copernicus, που θεωρεί ότι το 2023 θα είναι πιθανότατα η θερμότερη χρονιά στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Κύματα καύσωνα, ξηρασίας, πλημμύρες και πυρκαγιές έπληξαν την Ασία, την Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική κατά την περίοδο αυτή σε δραματικές ή πρωτοφανείς διαστάσεις, με υψηλό τίμημα σε ζωές και ζημίες για τις οικονομίες και το περιβάλλον.
Στο νότιο ημισφαίριο καταρρίφθηκαν επίσης διαδοχικά ρεκόρ ζέστης εν μέσω χειμώνα.
«Η περίοδος Ιουνίου-Ιουλίου-Αυγούστου», που αντιστοιχεί στο θέρος στο βόρειο ημισφαίριο, όπου κατοικεί και το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού, «ήταν μακράν η θερμότερη που έχει ποτέ καταγραφεί στον κόσμο, με μέση παγκόσμια θερμοκρασία 16,77°C», ανακοίνωσε το Copernicus.
Αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 0,66°C σε σχέση με τις μέσες θερμοκρασίες της περιόδου 1991-2020, η οποία χαρακτηρίσθηκε από την άνοδο των μέσων θερμοκρασιών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής που προκαλείται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Οι θερμοκρασίες ήταν πολύ υψηλότερες ‒κατά δύο τρίτα‒ σε σχέση με το προηγούμενο ρεκόρ του 2019.
Ο Ιούλιος ήταν ο θερμότερος μήνας που έχει ποτέ καταγραφεί, ο Αύγουστος 2023 είναι ο δεύτερος θερμότερος, διευκρινίζει το παρατηρητήριο Copernicus.
Και στο επίπεδο των οκτώ πρώτων μηνών του έτους, η μέση θερμοκρασία του πλανήτη είναι μόνο κατά 0,01°C κάτω του 2016, της θερμότερης χρονιάς που έχει ποτέ καταγραφεί.
Αλλά το ρεκόρ αυτό δεν κρέμεται πια παρά από μία κλωστή, με δεδομένες τις προγνώσεις και τη δυναμική επιστροφή στον Ειρηνικό Ωκεανό του κλιματικού φαινομένου El Niño, που αποτελεί συνώνυμο της επιπλέον υπερθέρμανσης.
Και «με δεδομένη την υπερβολική άνοδο της θερμοκρασίας της επιφάνειας των ωκεανών, είναι πιθανόν ότι το 2023 θα γίνει η θερμότερη χρονιά που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα» δήλωσε η Σαμάνθα Μπέρτζες, η υποδιευθύντρια της υπηρεσίας για την κλιματική αλλαγή του Copernicus.
Η βάση δεδομένων του Copernicus ανατρέχει μέχρι το 1940, αλλά υπάρχει η δυνατότητα σύγκρισης με το κλίμα των περασμένων χιλιετιών στον πλανήτη, όπως έχει καταγραφεί με βάση την εποχιακή κυκλική ανάπτυξη του κορμού των δένδρων και τα δείγματα (καρότα) πάγου (ice core) που εξάγονται από τους παγετώνες για να αποτυπωθεί η κλιματική εξέλιξη πριν από την έναρξη των μετρήσεων. Αυτή η συνθετική εικόνα παρουσιάσθηκε στην τελευταία έκθεση των ειδικών του ΟΗΕ για το Κλίμα (Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή, IPCC, Giec).
Σε αυτήν τη βάση, οι τρεις τελευταίοι μήνες που ζήσαμε είναι οι θερμότεροι εδώ και 120.000 χρόνια, δηλαδή από τις απαρχές της ιστορίας της ανθρωπότητας», δηλώνει η Σαμάνθα Μπέρτζες.
Παρά τις τρεις διαδοχικές χρονιές του φαινομένου La Niña (του αντίστροφου του El Niño), που έκρυψε μερικώς την υπερθέρμανση του πλανήτη, οι χρονιές 2015-2022 ήταν ήδη οι θερμότερες που είχαν ποτέ καταγραφεί. Η υπερθέρμανση των θαλασσών του πλανήτη, που συνεχίζουν να απορροφούν το 90% της υπερβάλλουσας θερμότητας που προκαλεί η ανθρώπινη δραστηριότητα από την έναρξη της βιομηχανικής εποχής, παίζει σημαντικό ρόλο στο φαινόμενο.
«Από τις 31 Ιουλίου μέχρι τις 31 Αυγούστου», ξεπερνούσε κάθε μέρα το προηγούμενο ρεκόρ του Μαρτίου 2016», σημειώνει το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο, φθάνοντας το συμβολικό όριο των 21°C, σημαντικά υψηλότερο όλων των καταγραφών που έχουν γίνει ποτέ. «Η υπερθέρμανση των ωκεανών προκαλεί την υπερθέρμανση της ατμόσφαιρας και αύξηση της υγρασίας, πράγμα που προκαλεί εντονότερες βροχοπτώσεις και αύξηση της διαθέσιμης ενέργειας για τους τροπικούς κυκλώνες», επισημαίνει η Σαμάνθα Μπέρτζες.
Η υπερθέρμανση επηρεάζει επίσης τη βιοποικιλότητα: «μειώνει τις θρεπτικές ουσίες και το οξυγόνο στους ωκεανούς», πράγμα που απειλεί τη ζωή της πανίδας και της χλωρίδας, λέει η επιστήμονας του Copernicus.
Πηγή: ΑΠΕ
Ηλιακός άνεμος
Ο ηλιακός άνεμος, ένα συνεχές ρεύμα φορτισμένων σωματιδίων που πηγάζει από το μητρικό μας άστρο, εξαπλώνεται σφαιρικά σε όλο το Ηλιακό Σύστημα και τυλίγει τους πλανήτες. Στη Γη προκαλεί το βόρειο και το νότιο σέλας και ενίοτε πυροδοτεί γεωμαγνητικές καταιγίδες που απειλούν τους δορυφόρους.
Νέες παρατηρήσεις από το ευρωπαϊκό διαστημικό σκάφος Solar Orbiter προσφέρουν τώρα μια απάντηση για τον μηχανισμό που γεννά τον ηλιακό άνεμο, ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της αστροφυσικής. Ερευνητές που ανέλυσαν τα δεδομένα ανέφεραν στο περιοδικό Science ότι εντόπισαν μικρούς πίδακες που πηγάζουν από το στέμμα, την ατμόσφαιρα του Ήλιου, και εκτοξεύουν στο Διάστημα φορτισμένα σωματίδια σε υπερηχητικές ταχύτητες. Πρόκειται για βραχύβιες δομές με μήκος μερικών εκατοντάδων χιλιομέτρων, οι οποίες εξαφανίζονται μέσα σε 20 με 100 δευτερόλεπτα.
Οι πίδακες αυτοί βαφτίστηκαν από τους ερευνητές «πίδακες πικοεκλάμψεων» λόγω του μικρού μεγέθους τους («pico-» είναι το πρόθεμα υποδιαίρεσης που συμβολίζει το τρισεκατομμυριοστό της μονάδας).
Οι πικοεκλάμψεις εντοπίστηκαν μέσα σε «στεμματικές οπές», περιοχές της ηλιακής επιφάνειας που εμφανίζονται σκούρες λόγω της σχετικά χαμηλής θερμοκρασίας τους. Στις περιοχές αυτές, κενά στο μαγνητικό πεδίο του Ήλιου επιτρέπουν στα φορτισμένα σωματίδια να δραπετεύσουν πιο εύκολα. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι οι πίδακες είναι μια «σημαντική πηγή» του ηλιακού ανέμου, αν και δεν αποκλείεται να υπάρχουν και άλλοι μηχανισμοί. Περισσότερα δεδομένα θα μπορούσαν να προκύψουν από νέες παρατηρήσεις του Solar Orbiter και της αντίστοιχης αμερικανικής αποστολής Parker Solar Probe.