Το πρόβλμα των ναρκωτικών και οι πολιτικές-οικονομικές σκοπιμότητες. Της Βέρας Δαμόφλη.

– Όλος ο κόσμος είναι θύμα μου σαν έχω πρέζα και φουμάρω. /Σα μαστουρωθείς γίνεσαι ευθύς βασιλιάς δικτάτορας θεός και κοσμοκράτορας /πρέζα όταν πιείς βρε θα ευφρανθείς και όλα πια στον κόσμο ρόδινα θε να τα δεις.

Αλλά:
– Με βλέπουν και σιχαίνονται, / μα ‘γω διάρα δεν δίνω. / Την πρέζα μόνο να τραβώ, / κι ό,τι θέλει ας γίνω. […] Τα ρούχα μου ελειώσανε, / φάνηκε το κορμί μου. / Η πρέζα με φαρμάκωσε, / τέλειωσε η ζωή μου. /Χαρμάνης όταν κάθουμε, / πώς σκέφτομαι την πείνα. /Σαν μαστουρώσω βρε παιδιά, / δική μου είν’ η Αθήνα.

Παράδεισος, ευτυχία, ευδαιμονία, ηδονισμός, μακαριότητα, όλβος. Στιγμιαία, απατηλά, τι σημασία έχει αφού ο θάνατος είναι θριαμβευτής και η ζωή τσιγκούνα, ανάλγητη, άτεγκτη, δύσκολη. Ό,τι προλάβουμε να της αρπάξουμε λοιπόν. «Ζήσαμε, εννοούν γλεντήσαμε» λέει ο ποιητής. «Με πίκρες και με βάσανα με προίκισεν η φύση / κι όλα περνούν και χάνονται μόνο με το χασίσι» λέει ο ρεμπέτης. Ξέρουν καλύτερα όσοι αποφάσισαν να κάνουν χρήση ψυχοτρόπων ουσιών. Όσοι ειδικοί επιστήμονες ασχολούνται, ως επιστήμονες και μόνον, με το θέμα.
Να διαλέξουμε το θάνατό μας σκέφτονται ορισμένοι. Θα είναι μία κερδισμένη μάχη στο χαμένο πόλεμο. Διάλεξαν τον θάνατό τους οι της πρώτης γραμμής, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη. Στις επαναστάσεις. Στους αγώνες για ψωμί, παιδεία, ελευθερία, ανεξαρτησία, ισότητα, δικαιοσύνη. Στα ιατρικά εργαστήρια. Στην περίθαλψη χτυπημένων από την πανούκλα. Στη διάσωση μέσα στις φλόγες, μέσα σε ορμητικά νερά, σε αφρισμένα κύματα.
Δεν το έκαναν για να παίξουν με το θάνατο, με τον κίνδυνο, με τα όριά τους. Δεν κυνηγούσαν μεταμφιεσμένες τερατόμορφες χίμαιρες. Με ή χωρίς επιστημονική ιδεολογία, σχεδίαζαν μία διαφορετική, καλύτερη ζωή για όλους. Όπου, βεβαίως, θα χωρούσαν οι ανθρώπινες αδυναμίες, οι ανοησίες, οι αβάσταχτοι καημοί. Στις πραγματικές τους διαστάσεις, μέσα σε μία κοινωνία με αποκατεστημένο κοινωνικό ιστό.
«Ένα κακό δεν είναι ιδιωτική υπόθεση. Απλώνεται σε όλον τον κόσμο κι όλοι πληρώνουν» (Γιώργος Σεφέρης, 1963). Δεν είναι ατομική υπόθεση τα ναρκωτικά. Είναι ένα τεράστιο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό πρόβλημα. Χρυσοτόκος όρνιθα γι’ αυτούς που τα παράγουν, τα επεξεργάζονται, τα πουλούν. Αλλά και για τους χρήστες των χρηστών και για τους χρήστες του προβλήματος. Εκτός από τον απηνή διωγμό τους στη Λαϊκή Κίνα, την Κούβα, το Βιετνάμ φαντάζομαι, αλλά και στις άλλες χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», πουθενά αλλού δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά. Το πρόβλημα αυξάνεται και μειώνεται ανάλογα με τις πολιτικές και τις οικονομικές σκοπιμότητες. Μαύρη αλήθεια.
Όχι, δεν χρειάζονται μαλακές ή σκληρές δικτατορίες, έστω κι αν προέρχονται από επαναστάσεις που εξελίχθηκαν έτσι. Χρειάζεται, όμως, μία επαναστατική Αριστερά που να έχει θέσεις ξεκάθαρες και γι’ αυτό το ζήτημα, ανεξάρτητα από τη δυσκολία αντιμετώπισής του: Θέλει να ανατρέψει το καπιταλιστικό σύστημα; Ποια πολιτική θέση έχει γι’ αυτό που λέμε κατ’ οικονομία ναρκωτικά; Τι χώρο μπορεί να καταλαμβάνουν στην καινούργια κοινωνία που σχεδιάζει (ο άνθρωπος πάνω από τα κέρδη κ.λπ.); Γιατί δεν γίνονται, όπως για άλλα ζητήματα που πλήττουν τη νεολαία και τους εργαζόμενους, καταγγελίες, καμπάνιες, διαδηλώσεις; Γιατί αρθρώνονται απόψεις μόνον κατόπιν εορτής και στο ρυθμό που παίζει η εξουσία και τα οικονομικά συμφέροντα;
Ο ατομικισμός, καλλιεργημένος από το σύστημα προς όφελός του, φαντάζει η μόνη ρεαλιστική επιλογή και για την άνοδο και για την κάθοδο. Πεδίο ολισθηρό για τη λογική, για την ψυχραιμία, για την υπευθυνότητα και για την επιστήμη ακόμα. Μέσα στην πολιτική αναμπουμπούλα, τσουλήθρα στην παιδική χαρά των αδιεξόδων, της απρονοησίας, της βραχύβιας σκοπιμότητας. Να μετατοπίζεται το πρόβλημα, να γίνεται επίδειξη τάχα αυστηρότητας, τάχα ρεαλισμού, τάχα «προοδευτικότητας». Να επιβεβαιώνεται ξανά και ξανά η ημιμάθεια σε ζωτικά θέματα. Τα χατίρια. Η έλλειψη τόλμης. Η έλλειψη πολιτικής.  
Μέσα στην καθημερινή καπιταλιστική-μνημονιακή-πολιτική τρομοκρατία, με τη μεγάλη ανεργία, την εργασιακή ανασφάλεια, την εγκληματικότητα, τη διαφθορά κι όλα τα γνωστά και όχι γι’ αυτό λιγότερο σημαντικά, για την αντιμετώπιση των τοξικοεξαρτήσεων έρχονται οι εκπρόσωποι μιας υπόδουλης, αυταρχικής, ανάλγητης κι αποτυχημένης κυβέρνησης και λένε στα παιδιά του κόσμου: σας τα παίρνουμε όλα, δεν σας προσφέρουμε τίποτα, δεν σας προστατεύουμε από τίποτα, μπορούμε μόνο να σας ρίχνουμε χημικά, να σας αφήνουμε να παίρνεται νόμιμα, ημι-νόμιμα, παράνομα ναρκωτικά, και όσοι την πατήσετε πάρτε μεθαδόνη -τοξική επίσης- πέστε στα δίχτυα των χρηστών σας. Μπορεί κανείς να φανταστεί π.χ. τον Μάρκο Βαμβακάρη να ρωτάει: Ποιος πουλάει τη μεθαδόνη και πόσοι κονομάνε;
Να μη δίνεται σε κανέναν μεθαδόνη; Και ηρωίνη ενδεχομένως να χορηγείται λελογισμένα στους χρήστες κάποιας ηλικίας με μακρόχρονη χρήση, που δεν μπορούν να απεξαρτηθούν. Αλλά τους εφήβους και τους νέους, κι αυτούς που είναι λίγο διάστημα στην χρήση ποιος τους έχει για πέταμα;
Αποφασίζει κανείς για όλη του τη ζωή στα δεκαπέντε; Αρχίζει π.χ. στα δεκατέσσερα το χασίσι, στα δεκαπέντε τα χάπια, στα δεκάξι την ηρωίνη και στα δεκαεπτά η εξουσία και η κοινωνία του λένε αφού είσαι άρρωστος, αδύναμος, μαλάκας, θα πηγαίνεις στο νοσοκομείο της γειτονιάς σου να παίρνεις μεθαδόνη; Για πόσο καιρό; Για μια ζωή εκτός ζωής; Στο μεταξύ, όποιος θέλει, θα πουλάει ό,τι θέλει, όπου θέλει, σε όποιον θέλει. Ούτε οι έφηβοι δεν θα προστατεύονται από καμία τοξική ουσία. Επειδή είναι δυσεπίλυτο πρόβλημα, παγκόσμιο -πολλά τα λεφτά Άρη- τι να κάνουμε τουλάχιστον να μη πηγαίνουν τα παιδιά στη φυλακή. Λες και είπε κανείς ότι η φυλακή είναι λύση.
Ούτε οι πιο οπισθοδρομικοί δεν υποστηρίζουν ότι οι τοξικομανείς πρέπει να πηγαίνουν στην φυλακή. Και στις κουβέντες του καφενείου οι άνθρωποι λένε ότι στη φυλακή γίνονται χειρότεροι, ότι εξακολουθούν να κάνουν χρήση, ότι κάποιοι γίνονται σαΐνια. Τέτοια θα λέμε τώρα, επειδή δεν θέλουμε να πούμε άλλα; Π.χ. ότι αντιμετωπίζουμε συμπλεγματικά το θέμα ότι η Αστυνομία, αφού υπάρχει, πρέπει να κάνει τη δουλειά της. Τα σχολεία, τα φροντιστήρια, οι χώροι εργασίας, οι γειτονιές να προστατεύονται από κάθε εγκληματική δραστηριότητα. Να υπάρχει επιστημονική και ειλικρινής ενημέρωση για κάθε ζήτημα. Ότι δεν υπάρχουν μονόδρομοι. Οι χώρες που παράγουν και πουλούν σχεδόν ως μονοκαλλιέργεια τη μήκωνα την υπνοφόρο, την κόκα κλπ. μέσα σε ένα άλλο σύστημα θα μπορούν να παράγουν άλλα προϊόντα για να χορτάσουν οι λαοί τους ψωμί, παιδεία, ελευθερία. Όχι να στρατευόμαστε στην κακομοιριά του τι να κάνουμε, φτωχοί λαοί είναι. Είναι φτωχοί οι πολλοί και πάμπλουτοι οι λίγοι επειδή έτσι το θέλει το σύστημα, όχι επειδή έτσι είναι της μοίρας το γραμμένο.
«Το 1926 πρωτόρθε η πρέζα. Πουλιόταν ελεύθερα και πάμφθηνα. Θυμάμαι πίσω από το Ρολόι στον Πειραιά. Μέσα σε μπουκαλάκια, σαν αυτά αργότερα της πενικιλίνης, πέντε γραμμαρίων, που γράφαν απ’ έξω Made in Germany. Ο κόσμος έπεσε με τα μούτρα, ιδιαίτερα η νεολαία. Έβλεπες αγέλες εξαθλιωμένους, ξυπόλυτους, αξύριστους, με μακριά μαλλιά και νύχια, λιγδιασμένους κι αποβλακωμένους, έξω από τη Δημαρχεία, στο Γκαζοχώρι, να κάθονται και να ψειρίζονται».
(Από αφήγηση ποινικού κρατουμένου, καταγραμμένη το 1966 στο Νοσοκομείο Κρατουμένων «ο Άγιος Παύλος». Το δανειστήκαμε από το Ημερολόγιο 2006, Ο Πειραιάς και το ρεμπέτικο τραγούδι που κυκλοφόρησε «Το λιμάνι της Αγωνίας»)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!