Τα «κεντροαριστερά» μαγειρέματα και το συριζικό μενού
του Γιώργου Παπαϊωάννου
Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να κατέρρευσε παταγωδώς από το 44% του 2009 σε σταθερά χαμηλά μονοψήφια ποσοστά, αλλά ο όρος «ΠΑΣΟΚ» δεν εξαφανίστηκε από το παρακμάζον πολιτικό σκηνικό της χώρας. Ο κομματικός μηχανισμός που κράτησε τη σφραγίδα του επίσημου ΠΑΣΟΚ είναι φυσικά συρρικνωμένος, αν και διατηρεί κάποια αναντίστοιχα ερείσματα σε χώρους όπως η αυτοδιοίκηση και ό,τι έχει απομείνει από αυτό που ονομάζεται συνδικαλισμός. Το «φαινόμενο», έστω και πολλαπλά τραυματισμένο, δεν έχει εξαφανιστεί.
Αρκετοί έχουν επισημάνει ότι στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμα πολλά ΠΑΣΟΚ. Από χτες πάντως στο ΣΕΦ, κάποια από αυτά συναντιούνται σε ένα αμφιλεγόμενο ραντεβού. Γεννηματά, Παπανδρέου, Σημίτης, Βενιζέλος είναι εκεί, μαζί με κάποιες ακόμα κεντροαριστερές «σφραγίδες» και προσωπικότητες. Καθένας από τους παράγοντες της πάλαι ποτέ ισχυρής Χαριλάου Τρικούπη (και για λίγα χρόνια, της χλιδάτης «Ιπποκράτους») κράτησε αυτά τα χρόνια της πασοκικής «μεταδιάλυσης» τη δική του στάση. Ο Κ. Σημίτης σπάνια κάνει δημόσιες παρεμβάσεις, όλοι όμως ξέρουν ότι υπογείως υποδεικνύει τις δικές του κατευθύνσεις και η πρόσφατη απόσυρση της στήριξής του προς τον Αλ. Τσίπρα («Δεν υπάρχει άλλος» έλεγε λίγο πριν) τον φέρνει σε κόντρα με τον Συριζικό χώρο, ενώ μέχρι πριν λίγο ήταν στο απυρόβλητο. Ο ΓΑΠ αναγκάστηκε να φτιάξει το δικό του κόμμα με σκοπό να απαλλαγεί από πολιτικά και άλλα χρέη, για να προσχωρήσει σχετικά πρόσφατα με βαριά καρδιά στη Συμπαράταξη. Ο Ευ. Βενιζέλος, σε έντονη σύγκρουση κι αυτός κατά καιρούς με την Φ. Γεννηματά και φυσικά με τον Παπανδρέου, ο οποίος δεν ξεχνά την εν πτήσει εκπαραθύρωσή του το 2011, κάνει τους δικούς του σχεδιασμούς, προσανατολισμένος σε μια πιο συνεπή «αντισυριζική» στάση με έντονα ανοίγματα προς την «κεντροδεξιά». Σημίτης και Βενιζέλος πάντως συναντήθηκαν πολύ πρόσφατα, σε ανύποπτο σχεδόν χρόνο, διαπιστώνοντας σύγκλιση σε όλα τα θέματα που συζήτησαν.
Μιλώντας για πολλά «ΠΑΣΟΚ», δεν μπορούμε να αφήσουμε απ’ έξω το κυβερνών, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ. Όχι μόνο γιατί εκεί έχει μετακομίσει σημαντικό τμήμα στελεχών, πολιτευτών και άλλων ανθρώπων του πασοκικού μηχανισμού. Ούτε μόνο γιατί τελευταία εμφανίζεται σαν μέλος της ευρωπαϊκής σοσιαλιστικής οικογένειας (έστω και σώγαμπρος). Αλλά κυρίως, γιατί ο τρόπος που πολιτεύεται παραπέμπει ευθέως στις παραδόσεις του χώρου. Διαζύγιο με την αλήθεια και την πραγματικότητα, χαώδης απόσταση λόγων και έργων, αριστερές κορώνες και συνθήματα για εσωτερική κατανάλωση ενόσω ψηφίζονται νέα μνημόνια, κούφια από περιεχόμενο «αντιδεξιά» πόλωση προς άγραν ψηφοφόρων και άνευ όρων λατρεία για την «καρέκλα».
Αυτά έχει το μενού, με λίγα λόγια «ψέματα και ξεροκόμματα» και κυρίως ψέματα γιατί τα «ξεροκόμματα» σε διάφορες κοινωνικές κατηγορίες, με τα οποία πολιτεύτηκε παλιότερα το ορίτζιναλ ΠΑΣΟΚ, επιτρέπονται σήμερα μόνο σαν υποσχέσεις ή «αντίμετρα».
Ανοίγματα και αντιδράσεις
Το όνειρο της Κουμουνδούρου σε αυτές τις συνθήκες, είναι να μπορέσει να κυβερνήσει κάπως χωρίς μεγάλες φουρτούνες και φουσκοθαλασσιές. Όνειρο απατηλό βεβαίως, γιατί με το στάτους στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα, αυτό της μεταμοντέρνας αποικίας όπως έχει χαρακτηριστεί, ή της αποικίας χρέους, σύμφωνα με τον ορισμό του σημερινού υπουργού (της αποικίας) Κοτζιά, δεν προβλέπονται ήρεμες καταστάσεις.
Το μοναδικό αίτημα των κυβερνόντων, να τους δοθεί κάποιος πολιτικός χρόνος για να μπορέσουν κι αυτοί «να κυβερνήσουν λίγο», δεν μπορεί επί της ουσίας να γίνει δεκτό, άσχετα αν η κυβέρνηση υπολογίζει ότι πήρε μια ανάσα στα μέσα Ιουνίου. Είναι μια «ανάσα» σε περιβάλλον τοξικό, με παλιά και νέα μέτρα και δεκάδες προαπαιτούμενα προς εφαρμογή το επόμενο διάστημα, ενώ και η γραβάτα που είχε υποσχεθεί ότι θα φόραγε πριν λίγες βδομάδες ο Αλ. Τσίπρας, έμεινε τελικά στο ράφι.
Παρ’ όλα αυτά, το αφήγημα της εισόδου στη μεταμνημονιακή εποχή είναι απαραίτητο σε όσους κυβερνούν με μνημόνια, για να παραμένει μια αχτίδα φωτός και να συσπειρώνονται όσοι μπορούν ή έστω θέλουν να συσπειρωθούν. Σε αυτή τη «μεταμνημονιακή εποχή», ο νυν πρωθυπουργός δήλωσε την περασμένη Κυριακή ότι θέλει συνεργασία με τον χώρο του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΣΥ, πυροδοτώντας νέα δημοσιεύματα και αντιδράσεις.
Οι σκοποί περισσότεροι από έναν και προφανείς από τη μεριά του: Ο ΣΥΡΙΖΑ παραπατάει και κατρακυλά δημοσκοπικά. Οι ψηφοφόροι που είχαν εγκαταλείψει το ΠΑΣΟΚ, τώρα διαρρέουν και από τη νέα τους στέγη χωρίς βέβαια και να ξαναγυρίζουν εύκολα στην παλιά. Οι γέφυρες του Κ. Μητσοτάκη στον χώρο του όποιου «Κέντρου» πρέπει κάπως να περιοριστούν. Κι αν αυτές οι εκλογές βγάλουν ό,τι είναι να βγάλουν, μπορεί να υπάρξουν και επόμενες, αυτή τη φορά με τον ψηφισμένο πριν ένα χρόνο ακριβώς εκλογικό νόμο και μεγαλύτερα ανακατέματα της κουτάλας. Κι έπειτα, ο πιστός έως τώρα σύμμαχος (Π. Καμμένος) αντιμετωπίζει προβλήματα τελευταία, με την άμεση εμπλοκή του στον βρώμικο επιχειρηματικό πόλεμο, και ίσως σύντομα χρειαστούν άλλοι.
Η Φ. Γεννηματά, από τη μεριά της, είχε επίσης αρκετούς λόγους να απορρίψει την «επίθεση φιλίας», και μάλιστα μια βδομάδα πριν από ένα συνέδριο όπου κοιτάει να περιμαζέψει ό,τι μπορεί ώστε να εμφανιστεί στην ηγεσία ενός διακριτού πόλου και όχι να γίνει ουρά ενός από τους δύο θιασώτες του μικρού –όπως έχει χαρακτηριστεί- δικομματισμού. Αυτό βέβαια πολύ απέχει από το να σημαίνει ή να αποκλείει οτιδήποτε ως προς τις εξελίξεις και τις διεργασίες που θα υπάρξουν το επόμενο διάστημα, σε συνθήκες παράτασης των αδιεξόδων που δεν μπορούν να συγκαλυφθούν από τις νέες αφηγήσεις περί μεταμνημονιακής Ελλάδας και «εξόδου» στις αγορές. Στις αγορές που θα χόρευαν πεντοζάλη, αλλά σήμερα δέχονται παρακλήσεις να χτυπήσουν το νταούλι δίνοντας τον ρυθμό.