Με εξαίρεση την περίπτωση της Λιβύης, στις υπόλοιπες εξεγέρσεις, επειδή αυτές δεν ολοκλήρωσαν μια πρώτη φάση αποτίναξης των δυναστικών καθεστώτων, έχουμε μεν γεωπολιτικές συνέπειες καθώς και αναδιανομή ισχύος ανάμεσα στους δυτικές δυνάμεις στην περιοχή, αλλά μέχρι τώρα δεν καταγράφτηκαν μεγάλες ανατροπές στην εξωτερική πολιτική καμιάς χώρας. Η περίπτωση της Λιβύης πάλι, αν και επρόκειτο -όπως και η Συρία- για μια χώρα με σχετικά αυτόνομη εξωτερική πολιτική, οι συνέπειες του περάσματός της υπό άμεσα δυτικό έλεγχο δεν μπορούν να συγκριθούν με τις γεωπολιτικές συνέπειες της ανατροπής που δρομολογείται στη Συρία. Ο μέχρι χτες ρόλος της Δαμασκού στις ισορροπίες και συσχετισμούς στη Μέση Ανατολή και Ανατολική Μεσόγειο ήταν πολύ ισχυρότερος από αυτόν της Λιβύης στην ίδια περιοχή και την Αφρική. Οι σεισμικές δονήσεις που θα προκαλέσει η ανατροπή Άσαντ ίσως αποδειχτούν σημαντικότερες και από αυτές της εισβολής και κατοχής στο Ιράκ.
Μια ανατροπή με ευρύτερες συνέπειες
Εάν μεταγενέστεροι αγώνες του συριακού λαού δεν τροποποιήσουν τους συσχετισμούς που θα προκύψουν εσωτερικά από την πιθανή ανατροπή Άσαντ, οι συσχετισμοί αυτοί δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για ευσεβείς πόθους σε όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις από μακριά. Η Δαμασκός θα απωλέσει τη σχετικά αυτόνομη εξωτερική πολιτική που είχε μέχρι χθες, θα απομακρυνθεί από το Ιράν και τη Χεσμπολά στον Λίβανο, θα προσεγγίσει τη μέχρι χτες αντίπαλο Σαουδική Αραβία, αν δεν γίνει εξαρτώμενό της, αντίστοιχα θα βρεθεί πιο εκτεθειμένη απέναντι στη Τουρκία όπως και στο Ισραήλ, θα ενισχύσει μέχρι πρότινος αντι-συριακές αντιδραστικές δυνάμεις στο Λίβανο, και βέβαια θα «συνενοηθεί» πλέον με τη Δύση. Αυτά ανήκουν στο καλό σενάριο που η χώρα δεν θα ιρακινοποιηθεί, με το βάθεμα ενός μόνιμου εμφυλίου πολέμου, με έναν διαμελισμό κ.λπ. Η ενίσχυση ήδη με πακτωλό χρημάτων και σύγχρονο οπλισμό σουνιτικών στοιχείων στο βόρειο Λίβανο από το Κατάρ και τη Σ. Αραβία και η πρόκληση πρόσφατα σοβαρών ένοπλων συγκρούσεων στην Τρίπολη, δίνει μια γεύση του τι μπορεί να ακολουθήσει όχι μόνο στο Λίβανο ελλείψει Άσαντ στη Συρία αλλά και στην ίδια τη Συρία.
Μετά το Ιράκ, τη Λιβύη και τώρα ίσως τη Συρία, το Ιράν θα μείνει η μόνη χώρα της Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής που έχει τη δική της σχετικά αδέσμευτη πολιτική και προσανατολισμό (παρεμπιπτόντως την ερχόμενη εβδομάδα διοργανώνεται στην Τεχεράνη η Σύνοδος Κορυφής του Κινήματος των Αδεσμεύτων -υπό τις απειλές ΗΠΑ και Ισραήλ). Αυτό σημαίνει ότι αλλάζει και θα αλλάξει παραπέρα ο γεωπολιτικός χάρτης της ευρύτερης περιοχής ή, με άλλα λόγια, οι τεκτονικές αυτές μετατοπίσεις δεν θα σταματήσουν εδώ αλλά -πιο πιθανό- θα τροφοδοτήσουν παραπέρα ανατροπές στην περιοχή ενεργοποιώντας γειτονικά «ρήγματα» και ανισορροπίες.
Πολλά διαφορετικά σχέδια και συμφέροντα
Οι περισσότεροι Δυτικοί αναλυτές προεξοφλούν την πτώση Άσαντ περιορίζοντας τον προβληματισμό τους στο πόσο άμεσα ελεγχόμενη θα είναι η σουνιτική κυριαρχούσα κατάσταση που θα προκύψει από την πτώση, αν αυτή δεν πραγματοποιηθεί με εξωτερική άμεση επέμβαση και αφεθεί στα φονταμελιστικά στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση δεν συζητάμε για κάτι περισσότερο αντιδυτικό πολιτικά από όσο οι Αδερφοί Μουσουλμάνοι στην Αίγυπτο, και αυτό φαίνεται καθαρά από την ελεγχόμενη δυτική φιλοξενία της αντιπολίτευσης στη Τουρκία… Συγκλίνουν στην πτώση Άσαντ, ωστόσο, ΗΠΑ, Γαλλία και Βρετανία έχουν πολλούς λόγους να έχουν διαφορετικούς σχεδιασμούς για τη μετα-Άσαντ Συρία και Λίβανο. Ακόμη πιο διαφορετικό είναι το Βερολίνο που ενώ στρατιωτικά βοηθά τους ένοπλους, πολιτικά κρατά μια ενδιάμεση ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία στάση, σε μια επανάληψη της γερμανικής ιδιαιτερότητας στην περίπτωση της Λιβύης. Η Ρωσία θα πρέπει να βρει τρόπους αναπλήρωσης των γεωπολιτικών ωφελημάτων που απολάμβανε μέχρι τώρα από τη Δαμασκό και, χωρίς να είναι διατεθειμένη να θυσιάσει πολλά στον Άσαντ, δοκιμάζει ταυτόχρονα αυτό που απέφυγε να δοκιμάσει στην περίπτωση της Λιβύης, τη νέα ισχύ της εξασθενημένης υπερδύναμης.
Αν για το Ισραήλ δεν υφίσταται ζήτημα να βγει χαμένο από μια ανατροπή στη Συρία με βάση την υποστήριξη που απολαμβάνει από την Ουάσιγκτον, δεν ισχύει ακριβώς το ίδιο για την Τουρκία. Οι δύο αυτοί παίκτες της περιοχής, όπως και το γειτονικό Ιράκ και η Σαουδική Αραβία, χώρια τις πιο πάνω μεγάλες δυνάμεις, δεν έχουν κοινά συμφέροντα από την ιρακινοποίηση ή μη της Συρίας και με ποιο τρόπο, το διαμελισμό της, την αυτονόμηση των Κούρδων κ.λπ. Η σημαντική εντατικοποίηση της δράσης του ΡΚΚ στο εσωτερικό της Τουρκίας (με την προφανή ενίσχυση αυτής της κατεύθυνσης από τη Δαμασκό ως αντίμετρα), κάτι που είχε επαναληφθεί και κατά την πρώτη φάση της κατοχής του Ιράκ, δίνει μια πρόγευση πιθανών περιπλοκών στο όχι μακρινό μέλλον.
Η οικονομική καταστροφή θα έχει και γεωπολιτικές διαστάσεις;
Πώς θα επιδράσουν όλα αυτά πιο δυτικά και βόρεια προς το μαλακό υπογάστριο της ευρωζώνης (Ελλάδα) και της Ευρώπης (Βαλκάνια); Είναι δύσκολο να απαντηθεί το ερώτημα με σαφείς προσδιορισμούς. Μπορούμε όμως να σημειώσουμε ότι η κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα του Νότου μπορεί να αποκτήσει και γεωπολιτικές διαστάσεις, είτε με τη μετατόπιση της αντιπαράθεσης των ΗΠΑ και της γερμανικής Ε.Ε. σε αυτό το πεδίο (να θυμίσουμε ότι η βαλκανική κρίση της δεκαετίας του ’90 είχε έντονη και τη διάσταση του αμερικανο-γερμανικού ανταγωνισμού), είτε με την οικονομική κατάρρευση οντοτήτων, και αυτό να συναντηθεί με την όξυνση της Ανατολικής Μεσογείου. Σε ένα ευρύτερο πεδίο όπου η Τουρκία θα βρεθεί εξ αντικειμένου σε νέα κινητικότητα, κινδύνους και αναζητήσεις και θα μεγαλώσουν παρά θα διευθετηθούν οι αντιθέσεις ανάμεσα σε δυνάμεις της περιοχής και ανακατατάξεις, ο τρόπος επίδρασης πολύ δύσκολα θα είναι σε όφελος της ειρήνης και της σταθερότητας. Η αποσταθεροποίηση και η ανάφλεξη μοιάζει πολύ πιο πιθανή.
Κατά παράδοξο τρόπο πολλές από τις πολιτικές απόψεις που είτε επιδιώκουν την αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ είτε επιδιώκουν να αποφευχθεί η αποχώρηση από το ευρώ, συγκλίνουν στην υποτίμηση γεωπολιτικών ζητημάτων που, επίσης, απειλούν την οντότητα της χώρας και το λαό.
Πιθανές περιπλοκές για τη χώρα και τυχόν άμεση εμπλοκή της στην όξυνση των αντιθέσεων στην περιοχή είναι βέβαιο πως θα χρησιμοποιηθούν αμφίδρομα σε σχέση με την οικονομική κρίση. Δηλαδή, οι εθνικοί κίνδυνοι θα χρησιμοποιηθούν για την επιβολή της κοινωνικής ειρήνης εσωτερικά και η χρεοκοπία θα χρησιμοποιηθεί προς αποδοχή τετελεσμένων στο γεωπολιτικό περιβάλλον προς μια Ελλάδα περιορισμένης κυριαρχίας γενικά (είναι ήδη περιορισμένης οικονομικής κυριαρχίας).
Αυτό σημαίνει πως σε ό,τι αφορά την Αριστερά, η υποτίμηση στα γεωπολιτικά και στα ζητήματα εθνικής κυριαρχίας όπως και η σύμπλευση με την κυρίαρχη δυτικόδουλη εξωτερική πολιτική όχι μόνο δεν αναδεικνύει το κοινωνικό ζήτημα στην εποχή του Μνημονίου, αλλά μπορεί να λειτουργήσει καταστροφικά και για το κοινωνικό ζήτημα. Αντίθετα, η αποτροπή της οικονομικής καταστροφής για το λαό επιβάλλει ακόμη περισσότερο να δοθεί βάρος στη ανάγκη μιας άλλης ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας, να δοθεί τόσο βάρος, όσο περίπου και στα οικονομικά ζητήματα, στα οποία η αντίθεση με την κυρίαρχη πολιτική είναι πια απόλυτη. Μια τέτοια πολιτική έχουν ανάγκη οι λαοί όλης της περιοχής.