Η ευρωπαϊκή παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία επιχειρεί ακόμη να χωνέψει το χαστούκι των ευρωεκλογών, στις κάλπες των οποίων ταπεινώθηκαν (έως και εξαϋλώθηκαν) τα μεγαλύτερα και ιστορικά κόμματά της: από το γερμανικό SPD και το βρετανικό Εργατικό Κόμμα, που αμφότερα κατρακύλησαν σε ιστορικό χαμηλό, έως το κάποτε πανίσχυρο Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, που σχεδόν εξαφανίστηκε. Μαζί με αυτά, ξεθώριασε κι άλλο η προσδοκία των πάσης φύσεως κεντροαριστερών να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και στην προσπάθεια «αναγέννησης» μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης δίχως προσανατολισμό και βυθισμένης σε βαθιά δομική κρίση. Έτσι η Κεντροαριστερά αρπάζεται από τις λιγοστές εξαιρέσεις επιτυχιών των σοσιαλδημοκρατών στον σκανδιναβικό Βορρά και στον ιβηρικό Νότο, υπερπροβάλλοντάς τις για να δείξει ότι δεν βρίσκεται ακόμη εκτός παιχνιδιού.
Είναι χαρακτηριστικοί από αυτήν την άποψη οι «πανηγυρικοί» τίτλοι των εγχώριων φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ για το σχηματισμό σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης στη Δανία κατόπιν των επιτυχημένων διαπραγματεύσεων των σοσιαλδημοκρατών με μικρότερα κόμματα μετά τις πρόσφατες εκλογές εκεί: «Κυβέρνηση της αριστεράς στη Δανία» γράφει ενθουσιασμένο το Documento, «Δανία: Κεντροαριστερή κυβέρνηση» τιτλοφορεί το σχετικό άρθρο της η πιο συγκρατημένη Αυγή. Η ΕφΣυν από την άλλη τηρεί αιδήμονα σιωπή: την επαύριο των εκλογών είχε χαρακτηρίσει ξενοφοβικούς τους Σοσιαλδημοκράτες, και εξηγούσε την πρωτιά τους γράφοντας ότι «έκλεψαν την εκλογική δύναμη των ακροδεξιών».
Όλοι όμως αποσιωπούν την πραγματικότητα: η επιτυχία των Δανών Σοσιαλδημοκρατών έγκειται στο ότι κατάφεραν να… μην πέσουν πολύ, ενώ ενισχύθηκαν μικρότερα κόμματα που, τελικά, συμφώνησαν να τους στηρίξουν στη βουλή. Αντίθετα, η έως τώρα κυβερνώσα Κεντροδεξιά του απερχόμενου πρωθυπουργού Ράσμουσεν ανέβασε αισθητά τα ποσοστά της, αλλά θεωρείται ηττημένη λόγω της εκλογικής κατρακύλας των ακροδεξιών συμμάχων της. Είτε έτσι είτε αλλιώς, ο σχηματισμός κυβέρνησης από την 41χρονη σοσιαλδημοκράτισσα Μέτε Φρέντερικσεν αποτελεί εξαιρετικό γεγονός. Το κατά πόσο θα τιμήσει τη συμφωνία της με τα μικρότερα κόμματα, ανατρέποντας την ακραία νεοφιλελεύθερη και ξενοφοβική διακυβέρνηση του Ράσμουσεν, είναι άλλο θέμα.
Εμπόδια για τον Σάντσεθ
Στο άλλο άκρο της Ευρώπης όμως, δύο μήνες μετά τις ισπανικές εκλογές και τη σχετική επιτυχία των Σοσιαλιστών του Σάντσεθ (αυτή είναι η δεύτερη εξαίρεση), τα πράγματα παραμένουν ασαφή. Από πρώτη ματιά, η μοναδική ρεαλιστική δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης με κοινοβουλευτική πλειοψηφία απαιτεί συμφωνία μεταξύ των Σοσιαλιστών και των ακραίων νεοφιλελεύθερων Ciudadanos. Αυτό είναι όμως κάτι που δεν επιθυμούν ούτε οι μεν, ούτε οι δε, αφού και οι δύο θα πλήττονταν πολιτικά από μια τέτοια εύθραυστη και «ανίερη» συμμαχία. Έτσι αμφότεροι αντιστέκονται στις σχετικές πιέσεις που τους ασκούν το «βαθύ κράτος» και ο «επιχειρηματικός κόσμος», με προεξάρχουσες όλες τις μεγάλες τράπεζες.
Ποια είναι η εναλλακτική; Υποτίθεται ότι θα μπορούσε να είναι μια συνεργασία μεταξύ των Σοσιαλιστών και των (βαριά λαβωμένων στις κάλπες) Podemos. Υπάρχουν δύο μεγάλα εμπόδια, και έχει ενδιαφέρον ότι τα ευρωπαϊκά και εγχώρια ΜΜΕ αναφέρονται μονάχα στο ένα από τα δύο. Αυτό που συζητιέται ευρέως είναι η μέχρι στιγμής δυστοκία στις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις. Ο καβγάς δεν γίνεται για θέματα αρχής: αυτά αποτελούν «λεπτομέρειες» που έχουν ξεχαστεί προ πολλού από την ηγεσία των Podemos… Το πρόβλημα είναι ότι ο Σάντσεθ τους ζητά κοινοβουλευτική στήριξη χωρίς συμμετοχή στην κυβέρνηση, ενώ ο Ιγκλέσιας και οι στενοί συνεργάτες του «απαιτούν» (όσο τους επιτρέπει το ισχνό πλέον ποσοστό τους…) υπουργικές καρέκλες…
Όμως το δεύτερο εμπόδιο, που δεν συζητιέται πολύ, είναι μεγαλύτερο: ακόμη κι αν τα έβρισκαν Σοσιαλιστές και Podemos, το άθροισμα των εδρών τους δεν δίνει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και έτσι επιστρέφουμε στην πηγή της παρατεταμένης πολιτικής αστάθειας του ισπανικού κράτους: το γεγονός ότι οι Καταλανοί, Βάσκοι κ.ά. αυτονομιστές δεν επιτρέπουν σε κανένα από τα δύο μεγάλα ισπανικά μπλοκ να έχει πια κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αλλά υπάρχει μια χαραμάδα αισιοδοξίας για τους… κεντροαριστερούς: προχθές ο επικεφαλής του δεξιού Λαϊκού Κόμματος δήλωσε ότι δεν θα πλήξει την περίφημη κυβερνησιμότητα, σε μια έμμεση ένδειξη ότι (προκειμένου να επιτύχει τη συνέχιση της καταστολής των αυτονομιστών) η ισπανική Δεξιά μπορεί να γίνει κι αυτή ευέλικτη!