Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης
Δεν θυμάμαι ποτέ άλλοτε κατά το παρελθόν να βαδίζαμε τόσο άκεφοι στις κάλπες. Χωρίς ενθουσιασμό, χωρίς αγωνιστικότητα, χωρίς ελπίδα μήπως προκύψει κάτι καλύτερο. Σέρνουμε τα βήματά μας προς το εκλογικό κέντρο, όχι για να ψηφίσουμε, αλλά για να μαυρίσουμε. Κι απορρίπτουμε το σόφισμα «μεταξύ δύο κακών…» κ.λπ.
Μας έχουν πνίξει στα ψέματα αυτόν τον καιρό, άπαντες. Στον νου μου έρχεται ο στίχος του Μπρεχτ: «Στο παζάρι κατεβαίνω που αγοράζουν ψέματα, όλος ελπίδα. Τη θέση μου παίρνω ανάμεσα στους πουλητές…». Ελάχιστες τίμιες φωνές διάσπαρτες (όπως του κ. Δημ. Καζάκη) πνίγηκαν μέσα στον εκκωφαντικό θόρυβο των «μεγάλων» διεκδικητών της εξουσίας, που εξυπηρετούν το αμαρτωλό «σύστημα». Αυτή η Κυριακή, δεν μας θυμίζει εκλογές. Περισσότερο έχουμε την αίσθηση ότι πηγαίνουνε σε… μνημόσυνο της Αριστεράς, που χάθηκε τόσο άδοξα και πρόωρα. Οι «κακοί κληρονόμοι» ασέλγησαν πάνω στον τάφο της. Κι είμαστε «κοψοχέρηδες» που ξέρουμε τι δεν θέλουμε, αλλά δεν έχουμε το μεγάλο Αντιμνημονιακό Μέτωπο που θα θέλαμε να στηρίξουμε. Και την επομένη, δεν θα μιλιώμαστε. Το «Βατερλώ» του Τσίπρα επιδιώκουμε, αλλά τρομάζουμε για τον νικητή αφού κινείται στον ίδιο «αστερισμό» της ευρωκρατίας.
ΆΦΘΟΝΕΣ ΟΙ «ΠΑΡΟΧΕΣ» και οι μεγαλόστομες προεκλογικές υποσχέσεις. Μας θυμίζουν αυτά που έγραφε για τους εκμεταλλευτές ο Μαρξ σαν δημοσιογράφος, όταν βρέθηκε στο Λονδίνο στις εκλογές του 1857. Αναφερόταν ακριβώς στις «παροχές» και στα «μέτρα» των εκμεταλλευτών του κεφαλαίου, που ξαφνικά τους έπιασε ο πόνος για τους δυστυχισμένους εργάτες: «Οι επιθεωρητές των εργοστασίων, άρχισαν μεθοδεύσεις που μας βοηθούν να ερμηνεύσουμε την αντιδραστική στάση που κράτησαν οι κλωστοβιομήχανοι στις τωρινές εκλογές του Απριλίου 1857. Στη διάρκεια της συνόδου του 1856, πέρασε στα μουλωχτά από το κοινοβούλιο, ένας νόμος για τα εργοστάσια, με τον οποίο οι «ριζοσπάστες» κλωστοβιομήχανοι, πρώτα άλλαξαν τον νόμο για την περίφραξη των εγκαταστάσεων και των μηχανών. Και δεύτερον, εισήγαγαν την αρχή της διαιτησίας στις διαφορές μεταξύ αφεντικών και εργατών. Ο ένας νόμος υποτίθεται ότι μεριμνά για την καλύτερη προστασία της σωματικής ακεραιότητας και της ζωής των βιομηχανικών εργατών. Κι ο δεύτερος υποτίθεται ότι αναθέτει την προστασία σε ένα χαμηλόβαθμο διαιτητικό δικαστήριο. Στην πράξη, ο δεύτερος νόμος επεδίωκε να εξαπατήσει τον βιομηχανικό εργάτη, στερώντας του την προστασία του νόμου. Και ο πρώτος, να τον εξαπατήσει στερώντας του την σωματική του ακεραιότητα…».
Μας έχουν πνίξει στα ψέματα αυτόν τον καιρό, άπαντες. Στον νου μου έρχεται ο στίχος του Μπρεχτ: «Στο παζάρι κατεβαίνω που αγοράζουν ψέματα, όλος ελπίδα. Τη θέση μου παίρνω ανάμεσα στους πουλητές…»
Ανύπαρκτο τότε το εργατικό δίκαιο, ανύπαρκτο και σήμερα. Μετά από 162 χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση, μας εγύρισε στον εργασιακό Μεσαίωνα. Οι μεθοδεύσεις του καπιταλισμού, παραμένουν αναλλοίωτες μέσα στους αιώνες. Κι όμως, σε κανένα εκλογικό πρόγραμμα δεν θα δείτε ούτε μία λέξη κατά του Ιερατείου των Βρυξελλών, κι άπαντες υπόσχονται… «ανάπτυξη»! Για τον «αριστερό» Αλέξη, ο καπιταλισμός έπαθε συγκοπή, και δεν υπάρχει. Λιβανωτοί και ύμνοι από τον ανερμάτιστο ΣΥΡΙΖΑ, για την… «ευρωπαϊκή οικογένεια». Δουλικό προσκύνημα προς τους «θεσμούς», από τους οποίους όλοι ζητιανεύουν «εύνοια». Αλλά, έχουν νόημα οι εκλογές, όταν δεν υπάρχει κόμμα σοβαρό που να μπορεί να υπερασπίσει τους εργαζόμενους από τα παρανοϊκά φορολογικά και άλλα οικονομικά μέτρα που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση; Πονηρά οι εκφραστές ξένων συμφερόντων, φανατίζουν τους πολίτες «κομματικά», για να νομίζουν ότι το άλφα ή βήτα κόμμα θα τους απαλλάξει από τον ληστρικό οικονομικό βραχνά των Βρυξελλών. Λες και οι «δεξιοί» πολίτες υποφέρουν λιγότερο από τους «Αριστερούς» ή τους «Κεντρώους». Η Κλάρα Τσέτκιν, ηγετικό στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, το 1923 είχε κάνει μια καίρια επισήμανση: «Ο φασισμός δεν εξετάζει εάν ο εργοστασιακός εργάτης συμπαρατάσσεται με το γαλανόλευκο της Βαυαρίας, με το κόκκινο χρυσό της αστικής Δημοκρατίας, ή με την Κόκκινη σημαία με το σφυρί και το δρεπάνι. Για τον φασισμό, αρκεί να δει έναν ταξικά συνειδητό προλετάριο μπροστά του. Τότε τον χτυπάει, αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο. Οι εργάτες πρέπει λοιπόν να παλέψουν μαζί, χωρίς κομματικές ή άλλες συνδικαλιστικές διακρίσεις…».
Στον όρο «φασισμός» της Κλάρας Τσέτκιν, βάλτε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ίδιο είναι. Οι Βρυξέλλες δεν θέλουν μπροστά τους «συνειδητό προλεταριάτο», για να μπορούν να καταπιέζουν τους πολίτες με εξωνημένες κυβερνήσεις. Γι’ αυτό ο λαός ενωμένος έξω από τα υφιστάμενα ανίκανα κόμματα, πρέπει να εξεγερθεί. Διότι ο καπιταλισμός είναι δόλιος και πανίσχυρος, και δεν θα ανατραπεί από τη μία μέρα στην άλλη. Το είχε πει πολύ νωρίς, ο μεγάλος Ζωρές: «Η πλάνη μας αρχίζει από το σημείο που περιμένουμε στ’ αλήθεια την απότομη κατάρρευση του Καπιταλισμού και την απότομη άνοδο του προλεταριάτου, μετά από κάποια μεγάλη οικονομική θύελλα της αστικής κοινωνίας, ή από κάποια μεγάλη οικονομική θύελλα της αστικής παραγωγής…». Το κρίσιμο ερώτημα το οποίο δεν διατυπώνουν τα υφιστάμενα κόμματα, είναι η Ευρώπη, όπως διαμορφώθηκε με την κυριαρχία της Γερμανίας, εκφράζει αυτά που επίστευαν καλοπροαίρετα πολλοί τα παλιά χρόνια περί «ευρωπαϊκής ιδέας»;
ΔΙΟΤΙ ΟΛΟΣ Ο ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΣΗΜΕΡΑ, βρίσκεται στα χέρια των τραπεζιτών, της κεφαλαιοκρατίας και των γερμανικών συμφερόντων. Αυτές οι δυνάμεις ωθούν και στην Ελλάδα διάφορα άτομα προς την «πολιτική» ή εξαγοράζουν πολιτικούς διάφορων χρωμάτων, τους οποίους ενισχύουν οικονομικά. Κι εξαγοράζουν ακόμα διάφορα ΜΜΕ για να εξυπηρετούνται οι στόχοι της ξένης αποικιοκρατίας. Μιλάνε για επενδύσεις και για νέες θέσεις εργασίας! Αλλά, όλα αυτά ελέγχονται απ’ έξω. Με το χρήμα οι Βρυξέλλες, και διεθνείς απατεώνες, σαν τον Τζ. Σόρος, διαφθείρουν πολιτικούς και παράγοντες του δημοσίου βίου, ενώ καθίσταται εύκολη η εξαγορά ψήφων. Επομένως, ο τόσο-πονηρά επαναλαμβανόμενος όρος «κυρίαρχος λαός», γεννά ερωτηματικό: Πόσο «κυρίαρχος» είναι αλήθεια ο Λαός; Κανείς δεν τολμά να πει ευθαρσώς ότι κάτω από την απολυταρχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα (φυσικά και σ’ άλλες χώρες) η Δημοκρατία μπήκε στο τέλμα της «ακινησίας». Και ότι η ανυπαρξία σοβαρού αντιευρωπαϊκού φορέα, κλονίζει τους δημοκρατικούς θεσμούς. Εκλογές, λοιπόν, αυτήν την Κυριακή ή μνημόσυνο της Αριστεράς; Από το 1951 που ιδρύθηκε η ΕΔΑ –με πρωτοβουλία του Γιάννη Πασαλίδη και όχι του ΚΚΕ– η Αριστερά, όπως και άλλες δημοκρατικές-σοσιαλιστικές δυνάμεις βρίσκονταν στην πρωτοπορία των λαϊκών αγώνων. «Γκαουλάιτερ» τότε της πολιτικής ζωής, ήταν ο αλήστου μνήμης Αμερικανός πρεσβευτής Τζων Πιούριφοϊ (τον ρόλο του έχει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση). Μέσα σε εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες, οι Αριστερές δυνάμεις τότε αγωνίσθηκαν στο πλευρό των λαϊκών στρωμάτων. Υπήρξαν και διαστήματα όπως από τις εκλογές του 1952 μέχρι τις εκλογές του 1956, που οι τίμιες αυτές δυνάμεις βρέθηκαν –λόγω εκλογικού συστήματος– εκτός Βουλής. Δεν έχασαν όμως την αγωνιστικότητά τους, ούτε την επιρροή τους μέσα στις μάζες, διότι δεν συνθηκολόγησαν ούτε εξαγοράσθηκαν. Και η επιβράβευση της συνεπούς σταθερής πορείας των, συνέβη το 1958, με την εντυπωσιακή επιτυχία της ΕΔΑ (και των συνεργαζομένων) που αναδείχθηκε σε Αξιωματική Αντιπολίτευση, κάτι που τότε το θεωρούσαν απίστευτο. Γι’ αυτό φθάσαμε στη «βία και νοθεία» των εκλογών του 1961. Και στις εκλογές του 1963, ο Πασαλίδης ήταν που διετύπωσε το στρατηγικό σχέδιο περί πριμοδοτήσεως την Ενώσεως Κέντρου, σε περιοχές που αυτό ήταν δυνατό προκειμένου να φύγει η ΕΡΕ.
Αλλά, τότε η Αριστερά είχε κύρος. Και είχε κύρος διότι διέθετε ήθος. Ο νεαρός φιλόδοξος και αρχομανής Αλέξης Τσίπρας στις μέρες ενόμισε ότι το παν ήταν να ανέλθει στην εξουσία με οποιοδήποτε κόστος, προδίδοντας και ξεπουλώντας τα πάντα. Γι’ αυτόν, δεν έχουν αξία οι ιδέες, αλλά η σκοπιμότητα. Θυμάμαι τον Πασαλίδη που μας έλεγε: «Από τον λαό προήλθα, και ουδέποτε τον εγκατέλειψα…». Ο Αλέξης για να διατηρήσει με κόλπα και υποταγή στην ξενοκρατία την εξουσία «εγκατέλειψε τον λαό». Ξέχασε τι θα πει «πολιτικό ήθος», κατέστησε την «Αριστερά» ανυπόληπτη, και χωρίς δύναμη να αλλάξει το πολιτικό σκηνικό. Ένας διακεκριμένος νομικός, ο μακαρίτης Λέων Αυδής, άλλοτε αντιπρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, έλεγε επιγραμματικά: «Αριστερά χωρίς βούληση Ανατροπής, δεν νοείται…» Η κάλπικη «Αριστερά» των πλειστηριασμών σήμερα, δεν διαθέτει τέτοια βούληση. Όσο για μας, που γαλουχηθήκαμε σε άλλες εποχές, που έσβησαν, προτιμούμε να μένουμε στην Αριστερή μας μοναξιά…