του Θανάση Μουσόπουλου*

Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο που συνδέεται με τη Λογοτεχνία είναι η προσέγγισή της στις βαθμίδες εκπαίδευσης. Για την παρουσία της λεγόμενης Μεταπολεμικής Λογοτεχνίας (1945-1967) θα χρησιμοποιήσουμε το σχολικό βιβλίο για τις τρεις τάξεις του Γυμνασίου των Ευάγγελου Αθανασόπουλου, Ειρήνης Κανάκη και Πολυξένης Μπίστα «Ιστορία Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» (ΟΕΔΒ, Α΄ έκδοση 2006, 200 σελίδες).

Στη Μεταπολεμική Λογοτεχνία αφιερώνεται το όγδοο κεφάλαιο, σελ. 143-162. Θα παρουσιάσουμε το Εισαγωγικό Μέρος.

«Η λογοτεχνία συμπορεύεται με την Ιστορία. Η “σκληρή δεκαετία” (1940-1950) σημαδεύει την ποίηση και την πεζογραφία. Οι ποιητές ζουν στη σκιά των πολιτικών γεγονότων, διαβάζουν τους νεοτερικούς ποιητές του Μεσοπολέμου και δεν έχουν ψευδαισθήσεις και οράματα. Οι “κοινωνικοί” ποιητές αξιοποιούν τους μοντερνιστικούς πειραματισμούς. Σημαντικοί ποιητές της εποχής είναι ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Άρης Αλεξάνδρου κ.ά. Την περίοδο αυτή εξετάζουμε και την ξεχωριστή περίπτωση του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη.

Εισαγωγικά

Η αρχή της μεταπολεμικής πεζογραφίας τοποθετείται συνήθως στα 1945, χρονιά που τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος, ο οποίος όμως στην Ελλάδα συνεχίστηκε με διαλείμματα μέχρι το 1949 σε μια σκληρότερη μορφή: εκείνη του εμφύλιου πολέμου. Η δεκαετία 1940-1950, γνωστή ως “σκληρή δεκαετία”, σημαδεύτηκε από τον πόλεμο του ’40-’41, την Κατοχή, την Αντίσταση, γεγονότα που δημιούργησαν βαρύ πολιτικό κλίμα, το οποίο κορυφώθηκε με τον Εμφύλιο, την ήττα του αριστερού κινήματος το 1949 και τις συνέπειες που ακολούθησαν: ερείπια, φτώχεια, αστυφιλία, κοινωνικές αναστατώσεις.

Οι τραυματικές εμπειρίες και τα βιώματα της δεκαετίας αυτής επηρέασαν καθοριστικά τόσο τους ποιητές, που διακρίνονταν για τη μελαγχολία και την απαισιοδοξία τους, όσο και τους πεζογράφους, που επέλεγαν για τα έργα τους θέματα κυρίως κοινωνικά και εξέφραζαν την προσωπική τους αγωνία.

Για να μελετήσουν την περίοδο αυτή οι κριτικοί τη διαίρεσαν σε γενιές και μίλησαν για Πρώτη και Δεύτερη Μεταπολεμική γενιά, για γενιά του ’60, του ’70, του ’80 κ.λπ. Η διαίρεση αυτή εξυπηρετεί την κριτική για την ταξινόμηση των λογοτεχνών σε κάποιους που γεννήθηκαν και αντίστοιχα εμφανίστηκαν στα γράμματα στο διάστημα μιας ορισμένης χρονικής περιόδου και έχουν κοινές λογοτεχνικές επιδράσεις και κοινές εμπειρίες. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι η ομαδοποίηση στη λογοτεχνία (η διαίρεση σε γενιές και δεκαετίες) είναι σε μεγάλο βαθμό συμβατική και ότι μπορεί να υπάρχουν ομοιότητες, αναλογίες και αντιστοιχίες ανάμεσα στους λογοτέχνες, ο καθένας τους όμως έχει τη δική του ξεχωριστή προσωπικότητα που τον διαφοροποιεί από τους άλλους».

***

Στο αφιέρωμά μας για τον Μανόλη Αναγνωστάκη, αναφερόμενοι στην ποίηση της Πρώτης (ποιητές γεννημένοι μεταξύ 1918 και 1928) και της Δεύτερης Μεταπολεμικής Γενιάς (γεννημένοι συνήθως μεταξύ 1929 και 1940) σημειώσαμε ότι οι γραμματολόγοι διαιρούν τους εκπροσώπους σε τρεις μεγάλες ομάδες :

  1. Πολιτική ποίηση: Μιχάλης Κατσαρός, Τάσος Λειβαδίτης, Άρης Αλεξάνδρου, Μανόλης Αναγνωστάκης, Τίτος Πατρίκιος κ.ά.
  2. 2. Υπαρξιακή εμπειρία: Τάκης Σινόπουλος, Μίλτος Σαχτούρης, Νίκος Καρούζος, Ντίνος Χριστιανόπουλος, Κική Δημουλά κ.ά.
  3. Μετα – υπερρεαλιστική ποίηση: Μήτση Χατζηλαζάρου, Έκτωρ Κακναβάτος, Νάνος Βαλαωρίτης, Ε. Χ. Γονατάς κ.ά.

Στο σημερινό κείμενο θα περιοριστούμε στην ποίηση, παρουσιάζοντας ενδεικτικά ποιήματα των τριών ομάδων. Στο επόμενο κείμενο θα μιλήσουμε γενικά για την πεζογραφία, ενώ σε μεταγενέστερα κείμενα θα ασχοληθούμε ξεχωριστά με λογοτέχνες.

Μιχάλης Κατσαρός (1919-1998)

Ἀντισταθεῖτε, σ᾿ αὐτὸν ποὺ χτίζει ἕνα μικρὸ σπιτάκι
καὶ λέει καλὰ εἶμ᾿ ἐδῶ.
Ἀντισταθεῖτε, σ᾿ αὐτὸν ποὺ πάλι γύριζε στὸ σπίτι
καὶ λέει Δόξα σοι ὁ Θεός.
Στὸν περσικὸ τάπητα τῶν πολυκατοικιῶν
τὸν κοντὸ ἄνθρωπο τοῦ γραφείου
στὴν ἑταιρεία εἰσαγωγαὶ-ἐξαγωγαί
στὴν κρατικὴ ἐκπαίδευση καὶ τὸ φόρο
ἀντισταθεῖτε σὲ μένα ἀκόμα ποὺ ἱστορῶ

Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988)

Μᾶς φοβοῦνται καὶ μᾶς σκοτώνουν.
Φοβοῦνται τὸν οὐρανὸ ποὺ κοιτάζουμε
φοβοῦνται τὸ πεζούλι ποὺ ἀκουμπᾶμε
φοβοῦνται τὸ ἀδράχτι τῆς μητέρας μας καὶ τὸ ἀλφαβητάρι τοῦ παιδιοῦ μας
φοβοῦνται τὰ χέρια σου ποὺ ξέρουν νὰ ἀγγαλιάζουν τόσο τρυφερὰ
καὶ νὰ μοχτοῦν τόσο ἀντρίκια
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ λέμε οἱ δυό μας μὲ φωνὴ χαμηλωμένη
φοβοῦνται τὰ λόγια ποὺ θὰ λέμε αὔριο ὅλοι μαζὶ
μᾶς φοβοῦνται, ἀγάπη μου, καὶ ὅταν μᾶς σκοτώνουν
νεκροὺς μᾶς φοβοῦνται πιὸ πολύ.

Νίκος Καρούζος (1926-1990)

Στὴν ὕλη εἰσχώρησα οὐρλιάζοντας

Δυὸ θάλασσες μὲ κυνηγοῦν: ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος
δυὸ ρεύματα π᾿ ἀνάθεματα στὴν καρδιὰ μου…
Ψάχνω γιὰ νὰ βρῶ μέσ᾿ στὸ σκυλοπιωμένο κεφάλι μου
δεύτερη κτητικὰ ἀντωνυμία
δὲ βρίσκω – νοημοσύνη. Δὲ μαρμάρωσα τίποτα
Νὰ παίζουμε τοὺς ἀνέμους
νὰ παίζουμε γλυκὰ τοὺς κολασμένους
Τί βρέφος ἠδυνόμενο τὸ ποίημα
κι ὁ φουκαριάρης ὁ Ἰησοῦς
μ᾿ ἕνα πορτοκαλένιο σωβρακάκι
κρεμιέται κάθε χρόνο στὰ ἔαρα
Ἡ τέχνη μας ἡ φριχτότερη τοῦ ἐγὼ μεταμφίεση.

Κική Δημουλά (1931- 2020)

Η γλυκύτατη αβεβαιότης

Τρισάγια κάθε τόσο
γιὰ νὰ δοθεῖ ἡ ὑπηκοότητα νεκροῦ
στὸν κεκοιμημένον δοῦλόν σου.

Ὕψιστε, τί ἐννοεῖς
ἄλλο νεκρὸς καὶ ἄλλο δοῦλος.
Κι ἀπὸ πότε ἐπιτρέπεται
νὰ κοιμοῦνται ἔτσι βαθιὰ
ἀτιμώρητοι οἱ δοῦλοι.

Τὸν κεκοιμημένον δοῦλόν σου.
Θέ μου, ἂν ἀπελευθερώνει ὁ θάνατος
ὅπως μᾶς τὸ ὑπόσχεται παρήγορη
ἡ γλυκύτατη ἀβεβαιότης, ἐσὺ
γιατί τὸν θὲς ντὲ καὶ καλὰ δουλέμπορο;

[…] Κύριε, μήπως ὅταν ἐνέκρινες
αὐτοὺς τοὺς ἀνελέητους ἀνταγωνιστικοὺς ψαλμοὺς
ἤσουν ἀκόμη ἄνθρωπος;

Μήτση Χατζηλαζάρου (1914-1987)

Σκέπτουμαι μια ζωή που θα ‘τανε βαριά σα σήμερα,
μονάχα αν έλειπες ταξίδι. Το πρωί σκέπτουμαι
τα μέλη σου σφιχτοδεμένα – εκεί κάπως εντοπίζω
την αγκαλιά σου. Το βράδυ βλέπω τα χείλια σου σαν
το δαγκωμένο φρούτο.
[…] Κάθε στιγμή μπορούσα να σου την κάνω μουσική
πρωτόγονη, γούνα μαλακιά, ζεστή, ηλεκτρισμένη, που
βουλιάζει βαθιά μέσα. Χορός τέλεια ελεύθερος, αντί από
μέλη να ‘χεις φτερά, και πάλι φτερά ονείρου. Ή μυρουδιές
—μήπως θέλεις μυρουδιές; Τότε θα ‘ναι μυρουδιές δροσερές,
σαν μικροί καταρράκτες όλο πολυτρίχι – ή σαν γιαλός
το πρωινό όπου βγαίνει και λιάζεται το φύκι, ο σταυρός,
ο αχινός – και το κύμα στην αμμουδιά δεν είναι σοβαρό,
μα παίζει. Πέρα βέβαια η θάλασσα έχει μιαν απαλή τραγικότητα

Νάνος Βαλαωρίτης 1921 – 2019

Κατάσταση Πολιορκίας

Πολιορκούμεθα λοιπόν
Πολιορκούμεθα από ποιον
Από σένα κι από μένα απ’ τον τάδε και τον δείνα
Πολιορκούμεθα στενά
Από σύνορα, τελωνεία, ελέγχους διαβατηρίων, την Ιντερπόλ, τη στρατιωτική
Αστυνομία, τα τανκς, τη ρητορεία, τη βλακεία,
Απ’ τα παράσημα, τις στολές, τους εκφωνηθέντας λόγους
Τις υποσχέσεις, τις ψευτιές, την κουτοπονηριά
Τη δήθεν αγανάκτηση των ιθυνόντων, την υποκρισία
Την τηλεόραση, τη ραδιοφωνία, τα σαπούνια, τ’ απορρυπαντικά
Τις διαφημίσεις, τον τουρισμό, τα οργανωμένα ταξίδια, τις κρουαζιέρες
[…] Τις κριτικές, την εκκλησία, τα βασανιστήρια, τους καιροσκόπους,
Την υποψία, τους κατατρεγμούς, το φόβο, τη θρασύτητα, τους διαγωνισμούς
Καλλονής, την έλλειψη χρημάτων, την έλλειψη δικαιωμάτων,
πολιορκούμεθα από τους βάναυσους
Τους άναρθρους, από τις μαύρες σκέψεις μας. Από τον εαυτό μας
Κι απ’ ό,τι άλλο βάλει ο νους σας πολιορκούμεθα στενά. 

Στη συνέχεια θα μιλήσουμε για την πεζογραφία της μεταπολεμικής περιόδου.

* Ο Θανάσης Μουσόπουλος είναι φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!