Καλό σου ταξίδι, δάσκαλε, στις αιώνιες ακτές του Ομήρου…
Της Αθηνάς Παπανικολάου*
«Κρατήστε ξύπνιο το μυαλό σας στους σκοτεινούς καιρούς. Μ’ αυτό κυρίως θα πολεμήσετε τη βαναυσότητα της εξουσίας.
– Μην απομονωθείτε. Με το λόγο, τη σιωπή και την πράξη σας, σταθείτε πλάι σε κάποιον: στη μάνα σας, στον αδελφό σας ή στο φίλο σας και προπαντός στα νεότερα παιδιά, που περιμένουν από σας να δουν, αν θα τους φράξετε ή θα τους ανοίξετε το δρόμο της ελεύθερης αναπνοής… – Σηκώστε με σεμνότητα το χρέος που σας ανήκει. Φανείτε εις μικρόν γενναίοι».
Δημήτρης Μαρωνίτης: Γενάρης 1968, Αμφιθέατρο Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ…
Πόσων ανθρώπων ο θάνατος σκόρπισε το ίδιο δέος που προξενούσε στη ζωή η παρουσία και το έργο τους; Ελάχιστων, μετρημένων στα δάχτυλα του ενός χεριού, είναι η απάντηση.
Σ’ αυτήν την κατηγορία των ελαχίστων και συνάμα μεγίστων ανήκει και ο δάσκαλος μας στη Φιλοσοφική του Αριστοτελείου, Δημήτρης Μαρωνίτης. Η είδηση του θανάτου του απλώθηκε σαν βαριά σκιά το μεσημέρι της Τρίτης, 13 Ιουλίου, σαν να μη θέλαμε να πιστέψουμε πως η θνητότητα τον αφορούσε. Εμείς τον είχαμε τοποθετήσει, έτσι κι αλλιώς, στο πάνθεον των αθανάτων. Για τον δάσκαλο, τον επιστήμονα, τον διανοούμενο Μαρωνίτη θα γραφτούν πολλά αυτές τις ημέρες. Τα βιογραφικά του στοιχεία, η εργογραφία, τα σχόλια για το πρωτότυπο και μεταφραστικό του έργο, οι γνώμες των ομοτέχνων του θα κατακλύσουν τον τύπο κάθε μορφής. Εμείς, οι μαθητές και μαθήτριες του θα κρατάμε πάντα σαν φυλαχτό, σαν πολύτιμο αντίδωρο, τον λόγο του, όπως τον ακούσαμε για πρώτη φορά στα αμφιθέατρα της ενιαίας κάποτε Φιλοσοφικής σχολής του ΑΠΘ.
Ήταν η αρχή της δεκαετίας του ‘80, όταν πρωτοετείς στη Φιλοσοφική ακούσαμε από τους παλιότερους φοιτητές «ψαρωμένοι», ως είθισται, για τα «ιερά τέρατα», τους ζωντανούς μύθους που κυκλοφορούσαν στις αίθουσες, στα αναγνωστήρια, στα αμφιθέατρα και στους διαδρόμους της. Στην κορυφή όλων, ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Δύσκολος και απαιτητικός, μας έλεγαν, δίκαιος όμως, τέρας μορφώσεως και δεινός χρήστης του λόγου, ακούραστος ταξιδευτής από τον κόσμο της αρχαιότητας μέχρι το σήμερα, ο κορυφαίος ομηριστής στη χώρα μας, ο καλύτερος κλασικός φιλόλογος και ταυτόχρονα πρωτοπόρος νεοελληνιστής, αγωνιστής και κορυφαίος αντιστασιακός στη χούντα, που παύθηκε από τα διδακτικά του καθήκοντα, φυλακίσθηκε και βασανίστηκε στα κολαστήρια της ΕΑΤ-ΕΣΑ για το σθένος και την παρρησία του. Με αυτά και με άλλα περιμέναμε με απορία, φόβο και θαυμασμό να ακούσουμε τον δάσκαλο. Μια εκπαιδευτική του άδεια μας τον στέρησε για ένα χρόνο και έτσι το ραντεβού στο αμφιθέατρο αναβλήθηκε. Τον απολαύσαμε αργότερα να ξεδιπλώνει φανταστικές διδασκαλίες, να απαγγέλλει ποίηση, να μας ταξιδεύει στην ομηρική χώρα και στην ανθρωπογεωγραφία του Ηροδότου και από εκεί στους τραγικούς, από τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή, στον Ερωτόκριτο και στον Σεφέρη, από τον Ευριπίδη στους υπερρεαλιστές και στον Ελύτη, από τον Σολωμό στον Καβάφη, να μας συστήνει με αγάπη νέους λογοτέχνες, να σχολιάζει κινηματογραφικές δημιουργίες και έργα τέχνης, να παρουσιάζει νέες εκδόσεις και να ασκεί βιβλιοκριτική. Η ευρυμάθεια, η διεισδυτικότητα της σκέψης, η ποικιλία των πνευματικών ενδιαφερόντων, η τόλμη της γλώσσας (μοναδικός συνδυασμός καθαρεύουσας και δημοτικής) το χιούμορ και ο σαρκασμός συνέθεταν έναν πρωτόγνωρο δάσκαλο. Κοφτερή σκέψη, κοφτερός λόγος. Μοναδική περίπτωση κλασικού φιλολόγου που κινήθηκε με άνεση και πρωτοτυπία και στο χώρο των νεοελληνικών σπουδών. Με έκπληξη τον βλέπαμε να γίνεται ομοτράπεζος των φοιτητών του και να κουβεντιάζει μαζί τους στο «Άσυλο», τη λαϊκή ταβέρνα της Ευαγγελίστριας, δίπλα στο Πανεπιστήμιο. Ζωντανός θρύλος της φιλοσοφικής κι όμως καταδεχτικός στα μαθητούδια του. Πόσες ιστορίες και περιστατικά δεν έχει να καταθέσει ο καθένας που τον γνώρισε. Ποτέ δεν «εξαγόρασε» την αντιστασιακή του δράση, ποτέ δεν την επικαλέστηκε για να ισχυροποιήσει θέσεις. Αργότερα, δάσκαλοι και δασκάλες και μεις, διδάξαμε τη δική του μετάφραση στην Οδύσσεια και στις δικές του σημειώσεις και σχόλια ανατρέξαμε για να στηρίξουμε το πιο δύσκολο έργο της αρχαιογνωσίας, την ερμηνεία των κειμένων. Τελευταία φορά τον ακούσαμε στο Ι Συνέδριο για την διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας (Απρίλης του 2012), στην Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ και τρέξαμε να του σφίξουμε το χέρι. Συγκινημένος μας έλεγε πως δεν θα είχε άλλες ευκαιρίες για δημόσιες τοποθετήσεις. Γέννημα- θρέμμα της Θεσσαλονίκης, απόφοιτος του Πειραματικού Σχολείου του Πανεπιστημίου της, που το υπηρέτησε για πολλά χρόνια (1963-1996) με μία διακοπή που τον τίμησε, την παύση του από τη χούντα (1968-1974). Διευθυντής στη συνέχεια του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας (1994-2001) και συντονιστής του προγράμματος Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, με σπουδαίο εκδοτικό έργο υπό την επιμέλειά του, αρθρογράφος στο Βήμα μέχρι τον περασμένο Ιούνιο σε μια γλώσσα ρηξικέλευθη, τολμηρά ποιητική, ακούραστος εργάτης του λόγου. Δεν έχει σημασία αν στην πορεία διαφωνήσαμε με κάποιες από τις θέσεις του, οι ορίζοντες που μας άνοιξε ήταν το μεγάλο του δώρο. Η αγάπη του στην ουσία του ελληνικού πνεύματος που το έκανε οικουμενικό, η καλλιέργεια της γλώσσας, η κριτική στάση και το θάρρος της γνώμης, η αντίστασή του στη μετριότητα των χυδαίων και στη χυδαιότητα των μετρίων. Το ύφος του και το ήθος του, ανάχωμα σε μια κοινωνία που δόξαζε το «λάιφ στάιλ» της ημιμάθειας και της ασχετοσύνης. Είχαμε και μεις να επιδείξουμε έναν κορυφαίο φιλόλογο δίπλα στους μεγάλους ξένους. Ήταν γνήσιος διανοούμενος και -τι τύχη- δάσκαλος μας! Τέτοιους «δύσκολους δασκάλους» μακάρι να είχαμε κι άλλους, σήμερα μάλιστα που χορτάσαμε από «εύκολους». Δίδαξε το σπουδαιότερο μάθημα, να στέκεσαι όρθιος μες στο χαλασμό και να περιφρονείς τον τύραννο, «μη κινών από το χρέος». Με τον φιλόλογο Δημήτρη Μαρωνίτη νιώσαμε τη γλώσσα.
Καλό σου ταξίδι, δάσκαλε, στις αιώνιες ακτές του Ομήρου…
*Η Αθηνά Παπανικολάου είναι φιλόλογος στο 17ο ΓΕΛ Θεσσαλονίκης