Με αφορμή την έκθεση της κορυφαίας Ελληνίδας χαράκτριας, Βάσως Κατράκη. Του Σταμάτη Μαυροειδή.

Ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας… Επειδή, όμως, άλλο να το λες και άλλο να το αποδεικνύεις, ο πρωθυπουργός θεώρησε χρέος του να διαλαλήσει το μήνυμα στα πέρατα της Οικουμένης. Τα 2.500 χρόνια από τη μάχη του Μαραθώνα υπήρξαν η άριστη αφορμή. Την άδραξε για να προβάλλει την ανεξάντλητη δύναμη του παρόντος της χώρας, η οποία μπορεί να χειμάζεται προσωρινά από την οικονομική κρίση και τη μαζική κατάθλιψη, ωστόσο βαθιά στο παρελθόν κρύβει ένα ακαταμάχητο οπλοστάσιο. Φόρεσε, λοιπόν, την αυθεντική στολή του Μαραθωνοδρόμου, τουτέστιν μαύρο κολάν, γυαλιά πιλότου, χρονόμετρο ακριβείας, πορτοκαλί υποδήματα με ενισχυμένες αερόσολες και μπήκε στον αγώνα τον καλό, με σπόνσορα την Alpha bank. Από κοντά κι ο πρίγκιψ Παύλος Γερουλάνος να τερματίζει ευτυχής με την ιαχή «νενικήκαμεν», αντλώντας τη χαρά από την πληρότητα των ξενοδοχείων της Αθήνας και όχι με την αναβίωση των δήθεν ξεχασμένων-ισχυρών αξιών που επικαλείτο.
Το μήνυμα ήταν σαφές: Ο πολιτισμός των ξενοδόχων είναι η βαριά βιομηχανία της Ελλάδος. Αν θέλουμε ν’ ανασάνει αυτή η χώρα, η ελευθερία πρέπει να έχει οικονομική καταγωγή, η Δημοκρατία να αποτελεί άδειο τηλεοπτικό κέλυφος. Ένας πολιτισμός υλικός, που βασίζεται στη σχέση οφέλους – κέρδους, που συγχέει το βάθος των πραγμάτων με την επιφάνειά τους, και θεωρεί διαχρονική αξία όποια ενέργεια συσσωρεύει χρήμα. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της αντεστραμμένης πραγματικότητας, του «φαίνεσθαι» και όχι του «είναι» υπάρχει δυσκολία στο να αναφερθεί κανείς και προπαντός να πείσει ότι κάτι διαφορετικό υπήρξε και εξέφρασε ο Μαραθώνας και η μάχη του, κάτι που έχει σχέση και πρέπει να συνδεθεί με την ανάδειξη και την αντίσταση των πνευματικών δυνάμεων του τόπου κι όχι εκείνων του χυδαίου πλούτου.
Όλα αυτά με αφορμή μια έκθεση που εγκαινιάστηκε την Τετάρτη, 3 Νοεμβρίου, στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στο Κολωνάκι, εκεί όπου πίνουν το χυμό τους τα κολεγιόπαιδα της κυβέρνησης, χαράσσοντας το όραμα της νέας ισχυρής Ελλάδας. Μιλάμε για την έκθεση της Βάσως Κατράκη, της κορυφαίας Ελληνίδας χαράκτριας που έδωσε πνοή στην πέτρα – αυτός είναι κι ο τίτλος της έκθεσης. Της Βάσως Κατράκη που γαλουχήθηκε ανάμεσα στους απλούς ανθρώπους της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου, που παρακολούθησε το μόχθο του ψαρά, του εργάτη, του απλού ανθρώπου, που έζησε την τραγωδία της Κατοχής με τα σκελετωμένα από την πείνα παιδιά και τις παγωμένες από το φόβο ψυχές τους. Μαχόμενη στις πρώτες γραμμές της Αντίστασης, κατέγραψε με το καλέμιτα βάσανα της τριακονταετίας από τον εμφύλιο πόλεμο μέχρι το 1974 και τη χούντα, έζησε για να παραδώσει ένα έργο με ένταση, θρήνο και ελεγεία για όσους χάθηκαν άδικα. Οι εικόνες που μας άφησε ως παρακαταθήκη έμπνευσης και ανάτασης είναι χαραγμένες ανεξίτηλα στην καρδιά και τη μνήμη της. Αυτές τραγούδησε και αποτύπωσε στο υλικό της, μεταπλάθοντάς τες σε διαμαρτυρία, οργή και κραυγή, μα πάνω από όλα αγάπη, για το βασανισμένο άνθρωπο.
Η Βάσω Κατράκη-Λεονάρδου γεννήθηκε το 1914 στο Αιτωλικό, στο κρίσιμο ξέσπασμα του A’ Παγκοσμίου Πολέμου και την πρωτόγνωρη κοινωνική επανάσταση του Οκτώβρη του 1917 στην επαναστατημένη Ρωσία. «Εκείνος που θέλει να παρακολουθήσει την πορεία της τέχνης της, θα χρειαστεί να τη χωρίσει σε δύο κυρίως χρονικές περιόδους (γράφει ο Κώστας Σταυρόπουλος, ο κριτικός τέχνης, στον οποίο οφείλεται η δημιουργία του Μουσείου Β. Κατράκη στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου τη γενέτειρα της δημιουργού αλλά και η γενικότερη ανάδειξη του έργου της). Στην πρώτη δεκαπεντάχρονη καλλιτεχνική που δούλεψε τη χαρακτική στο παραδοσιακό ξύλο και στη δεύτερη τριανταπεντάχρονη περίοδο που αφοσιώθηκε στο σκληρό υλικό της πέτρας. Στο δεύτερο στάδιο της δουλειάς της κατάφερε να συνεργαστεί γονιμικά η μυθολογία με τη σύγχρονη κοινωνική δημιουργία, δυναμική έκφραση του επαναστατημένου ακραία 20ού αιώνα. Εκπλήσσουν τα εικαστικά είδωλά της με τους επιμήκεις λαιμούς τους, στηριγμένα στους κάθετους τραγικούς άξονες της φωνής τους, κατάβαθη μνήμη από τα κυκλαδικά ειδώλια.
Η Βάσω Κατράκη έκλεισε τον ταραχώδη καλλιτεχνικό και κοσμικό βίο της το 1988 με μια ατομική έκθεση στην γκαλερί «Αθήνα». Την ονόμασε « Ύστατο Χρέος» για ν’ αποχαιρετίσει με θρήνους κι ελεγεία τους ανώνυμους κι επώνυμους μαχόμενους ανθρώπους… Αυτούς που τότε και τώρα αντιλαμβάνονται την ιλουστρασιόν υποκρισία της πολιτικής ηγεσίας, που ξέρουν τι πρέπει να γίνει, μόνο που δεν έχουν πειστεί ακόμη για το «πώς». Η έκθεση της Βάσως Κατράκη θα διαρκέσει μέχρι το τέλος Ιανουαρίου.

Σ. Μαυροειδής

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!