Το editorial του Δρόμου που κυκλοφορεί τη Μεγάλη Παρασκευή
Ενώ η ελληνική αντιπροσωπεία, υπό τον πρωθυπουργό, επιστρέφει από τη Ρωσία, η ειδησεογραφία κινείται μεταξύ Μόσχας και Βρυξελλών, αφού προχθές ολοκληρώθηκε η συνεδρίαση του Euroworking Group με αντικείμενο το ελληνικό ζήτημα.
Οι παράγοντες της Δύσης σήκωσαν αρκετή σκόνη για το ταξίδι στη Ρωσία, απειλώντας την ελληνική κυβέρνηση να μην στρέψει την πυξίδα προς Aνατολάς. Τα ξόρκια για το ενδεχόμενο να λάβει η Ελλάδα κάποιου είδους οικονομική βοήθεια από τη Μόσχα, αντί να «βοηθηθεί» μόνο στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, αρκούν για να γίνει φανερό τι σημαίνει «βοήθεια» για τους εκπροσώπους «θεσμών» και αγορών.
Αλλά η φασαρία για τις ελληνορωσικές συνομιλίες δείχνει κάτι ακόμα. Ότι το ελληνικό ζήτημα όχι μόνο δεν εξαντλείται στη σφαίρα της οικονομίας, αλλά έχει να κάνει κυρίως με τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και τη θέση της χώρας σε αυτούς.
Ο πρόεδρος του Eυρωκοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, δύο μέρες αφού εξέπεμψε αυστηρό μήνυμα προειδοποίησης να μη βγει η Ελλάδα από το ευρωπαϊκό πλαίσιο, επανήλθε με ανακουφιστικές, αυτή τη φορά, δηλώσεις μετά την ολοκλήρωση των συνομιλιών στη Μόσχα, διαπιστώνοντας ότι «παρ’ όλη την εγκαρδιότητα μεταξύ του κ. Πούτιν και του κ. Τσίπρα, δεν εγκατέλειψε τη γραμμή, την οποία αναμέναμε από εκείνον».
Στο άλλο «μέτωπο», η αντιμετώπιση που επιφυλάχθηκε στο κείμενο προτάσεων της ελληνικής κυβέρνησης στο Euroworking Group ήταν για μια ακόμα φορά άκαμπτη με την εκπρόσωπο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών Φον Τισενχάουζεν να δηλώνει: «Εξακολουθούμε να περιμένουμε η Ελλάδα να εναρμονίσει τη λίστα μεταρρυθμίσεων με τους τρεις θεσμούς».
Ο εκβιασμός συνεχίζεται και η ελληνική αντιπροσωπεία φέρεται να προχώρησε στην παρουσίαση πρόσθετων μέτρων με την τελική απόφαση να δεσμεύει την κυβέρνηση στην κατάθεση φορολογικού νομοσχεδίου μέχρι τις 21 Απριλίου, περιμένοντας να τύχει τρεις μέρες μετά μιας ευνοϊκής απόφασης στο Eurogroup.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, στο εσωτερικό «μέτωπο», είναι σε εξέλιξη νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για τους απολυμένους από το Δημόσιο, την επανίδρυση της ΕΡΤ και αλλαγές στo σωφρονιστικό σύστημα. Πρωτοβουλίες θετικές που δεν μπορούν, όμως, να αναδειχτούν και να αξιολογηθούν –ακόμα και επικοινωνιακά- έξω από το κάδρο όσων συμβαίνουν στις σχέσεις της χώρας με τους «εταίρους».
Γιατί είναι φανερό ότι στο βαθμό που δεν υπάρξει απαλλαγή από τα δεσμά που επιβάλλονται, όσο συνεχίζεται η πορεία στο έδαφος των εκβιασμών και των τελεσιγράφων, όχι μόνο τα περιθώρια θα μειώνονται αλλά και θα επιβάλλονται πολιτικές που θα οδηγούν στην ακύρωση κάθε εναλλακτικής δυνατότητας για το μέλλον.
Έτσι, η συσσώρευση υποχωρήσεων οδηγεί σε οριστικό συμβιβασμό που θα αφορά και το πολιτικό επίπεδο. Αυτό το νόημα έχουν όσα διαρκώς αναφέρει ο διεθνής και εγχώριος Τύπος για την ανάγκη να αλλάξει η κυβερνητική σύνθεση και να επικρατήσουν οι «υπεύθυνες φωνές» σε ολόκληρο το κομματικό φάσμα.
Θα προχωρήσουν αυτοί οι σχεδιασμοί ή θα εκτροχιαστούν; Για να γίνει το δεύτερο, απαιτείται πολιτική συνολικής ανάταξης σε όλα τα μέτωπα, τέτοια που να απαντά στην ασφυξία που σήμερα επιβάλλεται.