Οι δημοσκοπήσεις, οι σχετικές με το αποτέλεσμα των εκλογών, έχουν καταντήσει αναξιόπιστες εδώ και πολλά χρόνια. Δημοσιεύθηκε ότι δημοσκόπος, γνωστός για το χιούμορ του, ρωτήθηκε παλαιότερα πώς βγάζει το αποτέλεσμα της έρευνας που κάνει και απάντησε αφοπλιστικά, γελώντας: «Το αποτέλεσμα; Ό,τι θέλει ο πελάτης…»
Το προσωπικό παράδειγμα που ακολουθεί υποδεικνύει ότι το αποτέλεσμα των εκλογών μπορεί (υπό προϋποθέσεις) να προβλεφθεί πολύ πριν από τη διεξαγωγή τους και ότι οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις έχουν σκοπό να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη.
Τον Δεκέμβριο του 2011 πληροφορήθηκα, λοιπόν, ότι αμερικανική δημοσκόπηση έδινε στον ΣΥΡΙΖΑ 16% στις εκλογές του Μαΐου του 2012, δηλαδή έξι μήνες μετά. Το είπα σε φίλο, σοβαρό και αξιόπιστο συνάδελφο της εφημερίδας Αυγή. Λίγο αργότερα, αρχές Γενάρη του 2012, το είπα προσωπικά στον Τσίπρα. Δεν με πίστεψε, με αντιμετώπισε με έκφραση ελαφρώς σκωπτική, αλλά δεν σχολίασε. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 16,2%.
Οι εγχώριες δημοσκοπήσεις από τον Γενάρη του 2012 ως τις παραμονές των εκλογών ήταν πέρα βρέχει, άσχετες. Ακόμα και την παραμονή, δεν πλησίασαν καν το ακριβές αποτέλεσμα, πλην μιας αν θυμάμαι καλά.
Μετά τις εκλογές, σε συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, συνάντησα γνωστό δημοσκόπο, καθηγητή, με σπουδές στο εξωτερικό. Τον ρώτησα πώς οι Αμερικανοί ήξεραν το αποτέλεσμα έξι μήνες πριν και οι Έλληνες όχι. Με διέψευσε, λέγοντας ότι αυτό είναι αδύνατον, αλλά όταν του είπα ότι είχα ενημερώσει τον Τσίπρα από τον Γενάρη έκανε τον χαζό.
Συμπέρασμα: Οι δημοσκοπήσεις μπορούν να προβλέπουν με ακρίβεια το αποτέλεσμα των εκλογών, υπό ορισμένες συνθήκες, αρκετό καιρό πριν να στηθούν οι κάλπες. Συνάγεται ότι οι δημοσκοπήσεις δεν είναι απλώς εργαλεία πρόβλεψης. Είναι κυρίως εργαλεία χάραξης πολιτικής και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης ακριβώς επειδή δεν αποτυπώνουν μόνο τη διάθεση των πολιτών σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι φωτογραφίες της στιγμής, πολαρόιντ αμφίβολης ποιότητας. Την άποψη της «δημοσκόπησης – στιγμιαίας φωτογραφίας» υποστηρίζουν οι δημοσκόποι, γιατί βολεύει τους πελάτες τους και τους ίδιους επειδή δικαιολογούν τα αποτελέσματα της επόμενης έρευνας. Οι δημοσκοπήσεις μπορούν να προβλέψουν, με απολύτως ικανοποιητική ακρίβεια, το τελικό αποτέλεσμα πολύ πριν να αποτυπωθεί στην κάλπη. Και κυρίως, μπορούν να διακρίνουν ευκρινώς τα μεγάλα ρεύματα της κοινής γνώμης και επομένως δίνουν στις κομματικές ηγεσίες τη δυνατότητα να παρέμβουν και να μεταστρέψουν το ποτάμι ή τουλάχιστον να το προσπαθήσουν.
Στη Δυτική Ευρώπη, οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις ήταν παγιωμένες, παλαιότερα, και το επίμαχο ήταν η συμπεριφορά ενός μικρού ποσοστού, ενός 3-5%, που ήταν υπό πιθανή μετακίνηση στις εκλογές. Στην Ελλάδα, η κοινωνική και πολιτική ρευστότητα είναι μεγαλύτερη αλλά και πάλι οι δημοσκοπικές (μαθηματικές) μέθοδοι και η γνώση κανόνων της κοινωνιολογίας και ψυχολογίας των μαζών επιτρέπουν ακριβή πρόβλεψη, όπως αποδεικνύει το προσωπικό παράδειγμα που ανέφερα. Απλώς μας το κρύβουν.
Όλα αυτά ισχύουν σε κανονικές συνθήκες. Έτσι, σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, από τον περασμένο Δεκέμβριο (2017), οι εκλογές επρόκειτο να γίνουν πριν από τον φετινό Σεπτέμβριο και θα τις κέρδιζε ο ΣΥΡΙΖΑ. Πλην, όμως, το Σκοπιανό και (κυρίως;) οι φωτιές στο Μάτι με την εκατόμβη των νεκρών έφεραν ανατροπή. Οι συνθήκες έπαψαν να είναι κανονικές. Ο κόσμος δεν μπορεί πια να χειραγωγηθεί, στον επιθυμητό βαθμό, παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες της κυβέρνησης.
Παρένθεση: Η αδυναμία χειραγώγησης του κόσμου είναι γενικευμένο φαινόμενο στη Δύση για ποικίλους λόγους που δεν είναι του παρόντος. Χαρακτηριστικό, πάντως, είναι ότι για να φέρουν βόλτα μια χούφτα ανθρώπους, τους Σκοπιανούς, έχουν πέσει επάνω τους όλοι οι αφέντες του Δυτικού Κόσμου.
Εδώ, οι προσπάθειες εξανδραποδισμού, εξάλειψης του πατριωτισμού, έχουν προϊστορία αρκετών δεκαετιών, από την εποχή Σημίτη (και Κύρκου, ειδικά για την Αριστερά), αλλά παρόλα αυτά το Σκοπιανό συσπειρώνει κόσμο ισχυρής αντίστασης. Η ψευδεπίγραφη, δήθεν Αριστερή, κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να εξαγοράσει ψήφους με υποσχέσεις περί μη περικοπής των συντάξεων.
Αυτή η επιχείρηση φαίνεται μάταιη. Οι προσπάθειες αποβλέπουν, πλέον, μόνο σε ένα αποτέλεσμα που θα επιτρέπει στον ΣΥΡΙΖΑ να επιβιώσει πολιτικά. Ο Τσίπρας, λένε, θεωρεί ότι θα σωθεί, αν ο ΣΥΡΙΖΑ πάρει πάνω από 17%. Δεν είναι, ίσως, τυχαίο, ότι όλες οι δημοσκοπήσεις τού δίνουν πάνω από αυτό το ποσοστό. Ούτε είναι τυχαίο ότι προεκλογικό αγώνα με εργαλείο τις δημοσκοπήσεις διεξάγουν ήδη τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, π.χ. Εφημερίδα των Συντακτών, Έθνος, Κόντρα, Ντοκουμέντο, κ.λπ.
Η αδυναμία χειραγώγησης του κόσμου οφείλεται κυρίως σε δυο λόγους: Ο ένας είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επί μακρόν είπε τόσα ψέματα, διέψευσε τόσες ελπίδες, ώστε να υπονομεύσει αθεράπευτα την εμπιστοσύνη του κόσμου. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι μια παγιωμένη εντύπωση μπορεί να ανατραπεί μόνο από ένα μεγάλο και εντυπωσιακό γεγονός π.χ. η σαφής ευρωπαϊκή, δηλαδή, γερμανική, αποδοχή ότι δεν θα κοπούν οι συντάξεις. Αλλά αυτό οι μεν Γερμανοί το απορρίπτουν, ως τώρα τουλάχιστον, ενώ οι ΗΠΑ δεν δείχνουν διατεθειμένες να παρέμβουν αποφασιστικά στο ΔΝΤ και στο υποχείριό τους, την Λαγκάρντ (είναι υπόδικος, ελεύθερη κατά βούληση του ελεγκτή της) ώστε να αλλάξει την αδιάλλακτη στάση του.
Τώρα, λένε, για εκλογές στις 19 Μαΐου του 2019. Δηλαδή αν γίνουν στις 19 του Δεκέμβρη, στις 3 του Φλεβάρη ή την 1η του Απρίλη θα αλλάξει κάτι;