Η προσφυγή στο λαό είναι μονόδρομος για όσους τον αντιλαμβάνονται ως πρωταγωνιστή των αλλαγών
Του Τάσου Βαρούνη
Ζήτημα πρώτο. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει το δημοψήφισμα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που διαχειρίζεται το σύνολο των ζητημάτων. Αποσπασματικά… Το ένα θέμα είναι οι διαφορετικές και αντικρουόμενες απόψεις των διαφόρων στελεχών, αφού όλες οι εκδοχές εναλλάσσονται καθημερινά (εκλογές, δημοψήφισμα, και τα δύο, τίποτα από τα δύο…). Το μεγάλο πρόβλημα, όμως, είναι ότι η επικοινωνιακή πολιτική έχει εμπεδωθεί για τα καλά. Ίσως, μάλιστα, να είναι και το μόνο εργαλείο όταν η κεντρική κατεύθυνση μετατρέπεται γρήγορα γρήγορα στο…«να κυβερνάμε». Έτσι, τα διάφορα πιθανά όπλα ανασύρονται μονάχα στη σφαίρα της «δημόσιας ατζέντας», χωρίς ουσιαστική διάθεση να αξιοποιηθούν στην πράξη. Κάθε τόσο κάτι ανακαλύπτεται με την ψευδαίσθησηότι έτσι κερδίζονται κάποιοι πόντοι στη «πολιτική εικόνα».
Γιατί, δυστυχώς, σε αυτό το πεδίο κατανοείται πια ο συσχετισμός δύναμης. Είτε θα πρόκειται για τη στήριξη του Ομπάμα ή της Ρωσίας, είτε για μια δήλωση κάποιου Eυρωπαίου αξιωματούχου, είτε για τις αντιθέσεις μεταξύ των δανειστών, είτε για την αναμονή των Podemos, είτε για το πώς παρουσιάζονται οι νίκες και οι επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ, τίποτα δεν φαίνεται να αντιμετωπίζεται ως όχημα για την πραγματική ενδυνάμωση της χώρας. Η ίδια υποτίμηση τόσο απέναντι στους αντιπάλους (θεσμούς) όσο και απέναντι στην κοινωνία: Θα σε παινέψω, θα σε γλυκάνω, θα σου κάνω νερά, θα στο παίξω σκληρός κ.o.κ. Μεγάλη η γκάμα του «χειρισμού» είναι η αλήθεια αλλάδεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για τέτοιους χειρισμούς σε αυτή την οριακή κατάσταση.
Ζήτημα δεύτερο. Θα είναι πραγματικά τραγικό αν το δημοψήφισμα καταλήξει, εξαιτίας των ποικίλων χειρισμών, σε λαϊκή έγκριση για την παραμονή της χώρας στη μνημονιακή πραγματικότητα. Δηλαδή να τεθεί για άλλη μια φορά το ερώτημα «μνημόνια ή χάος». Κι έτσι να επιδιωχθεί η επικύρωση μιας ειλημμένης απόφασης του κυβερνητικού επιτελείου για την πολιτική στροφή στο ρεαλισμό. Για την παραμονή, δηλαδή, της χώρας σε καθεστώς «αποικίας χρέους». Γιατί αν εδώ και καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ αρνείται να οικοδομήσει μια διαφορετική εναλλακτική, τότε το δίλημμα θα μοιάζει -ή και θα είναι- λογικό. Δυστυχώς, όμως, σε πλήρη κόντρα και αναντιστοιχία με τις υπαρκτές δυνατότητες που ωρίμασαν από τη διάθεση του κόσμου και το αντιμνημονιακό κίνημα των τελευταίων χρόνων.
Ποιον δρόμο λοιπόν θα προτείνει η -πρώτη φορά- Αριστερά στην ελληνική κοινωνία; Πώς θα τεθεί το ζήτημα στoπλαίσιo ενός πιθανού δημοψηφίσματος από τη σκοπιά του ΣΥΡΙΖΑ; «Είμαστε αναγκασμένοι να υπογράψουμε γιατί φρόντισαν (φροντίσαμε) να μας ξεζουμίσουν»; Η προσφυγή στο λαό είναι μονόδρομος για όσους τον αντιλαμβάνονται ως πρωταγωνιστή των αλλαγών. Για όσους θέτουν τον εαυτό τους στην υποκειμενική του συγκρότηση ως μια συλλογική και αγωνιστική διεργασία. Όταν εδώ και καιρό οι επιλογές της κυβέρνησης αδιαφορούν ή και διαλύουν αυτή τη διάσταση, τότε η «μπάλα στην εξέδρα» δεν είναι έντιμη επιλογή. Γιατί μπορεί η λαϊκή ετυμηγορία να είναι πάντα σεβαστή και το δημοψήφισμα σπουδαία δημοκρατική έκφραση, αλλά δεν είναι σεβαστή μια Aριστερά που το χρησιμοποιεί ως μέσο οπισθοχώρησης.
Εκτός αν το «σχέδιο» της κυβέρνησης άλλαζε: Όλη η αλήθεια στο λαό, τέλος στις υποχωρήσεις και τους μονομερείς συμβιβασμούς, εκστρατεία δημόσιας ενημέρωσης και συζήτησης, οργάνωση του κόσμου, δέσμευση ότι θα μπει μπροστά σε μια πολύ δύσκολη μάχη. Δηλαδή, τέλος στην κεντροαριστερή στροφή και τον κυβερνητισμό. Σενάριο με λίγες πιθανότητες.