Ο όρος «δημοκρατορία» είναι ένας νεολογισμός με οξύμωρο περιεχόμενο, που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια σχετικά σύγχρονη τάση των νέων μορφών καθεστώτων που προκύπτουν μέσα στην κρίση, μετά την πανδημία και προ ή κατά τη διάρκεια των πολέμων που εξαπολύονται και διεξάγονται. Είναι νεολογισμός που προκύπτει από τη σύνθεση των λέξεων «δημοκρατία» και «δικτατορία» και υπογραμμίζει μια τάση προς τον ακραίο αυταρχισμό στον οποίο οδηγούνται οι σύγχρονες (και μάλιστα δυτικές) κοινωνίες μπροστά σε μια χρόνια παρακμάζουσα και έντονα κρισιακή πορεία τους.
Μέχρι πρότινος το βαρύ ιδεολογικό πυροβολικό του δυτικού κόσμου ήταν η «φιλελεύθερη δημοκρατία», που μάλιστα αντιπαραβάλλονταν προς την αυταρχία (την ανεξέλεγκτη άσκηση εξουσίας και επιβολή δύναμης) άλλων χωρών, και συνοδευόταν από υπερπροβολή της ιδέας της «ελευθερίας» (πάντα σε ατομικό επίπεδο) και των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» (κι αυτών πάντα εξατομικευμένων). Όμως μετά το 2020, με ορόσημο την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία (2022), παρακολουθούμε μια ξέφρενη πορεία προς έναν αχαλίνωτο αυταρχισμό, σε ένα ουσιαστικό και βαθύ άδειασμα κάθε στοιχείου λαϊκής κυριαρχίας και δημοκρατίας ή δημοκρατικών δικαιωμάτων και συλλογικών κατακτήσεων. Βιώνουμε ένα γκρέμισμα του δημόσιου χώρου και της άσκησης πολιτικής, ένα γενικευμένο καθεστώς ανελευθερίας και καταπάτησης στοιχειωδών δικαιωμάτων. Στο έδαφος αυτό κτίζεται ένα νέο καθεστώς όπου εμφανίζεται –με παραλλαγές βεβαίως από χώρα σε χώρα– η δημοκρατορία.
Ο αυταρχισμός αυτός είναι μορφή διακυβέρνησης που χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά συγκεντρωμένη και ισχυρή κεντρική εξουσία, και περιορισμένες πολιτικές ελευθερίες. Διατηρείται μέσα από την πολιτική καταπίεση και τον αποκλεισμό των πιθανών αμφισβητιών με κάθε μέσον.
Ποιες οι βασικές τάσεις και ο ειδικός χρωματισμός της δυτικής δημοκρατορίας
Παρόλο που ορίσαμε σαν εστίες της στροφής, ή κομβικά σημεία επιτάχυνσης προς τη δημοκρατορία, την πανδημία και τον πόλεμο (μέσα σε ένα περιβάλλον πολυοργανικής κρίσης και ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων), ορισμένα χαρακτηριστικά είχαν διαφανεί και σε προηγούμενα χρόνια στη Δύση. Σε όλα τα βασικά κέντρα, μετά από δεκαετίες νεοφιλελεύθερης οικονομικής διαχείρισης, οι ελίτ διαμόρφωσαν υπερεθνικές και διακυβερνητικές δομές, θεσμούς και διαδικασίες, παρακάμπτοντας κάθε προηγούμενη λειτουργία εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης. Τα κοινοβούλια μετατράπηκαν σε πρωτοκολλητές αποφάσεων που παίρνονται αλλού, και τεχνοκράτες που μετέχουν σε εξωπολιτικά όργανα απέκτησαν μεγάλη εξουσία, ενώ δεν λογοδοτούν πουθενά και δεν εκλέγονται από κανένα εκλογικό σώμα.
Με τη σειρά τους οι κλασικοί πολιτικοί διαχειριστές προστατεύονται με το «ακαταδίωκτο» και ταμπουρώνονται πίσω από την εναρμόνιση-συγχρονισμό της νομοθεσίας με ό,τι παράγουν τα υπερεθνικά κονκλάβια, οι οίκοι αξιολόγησης, οι αγορές παντός είδους. Οι πολίτες κάθε χώρας δεν μπορούν να ελέγξουν τίποτα, και βρίσκονται ουσιαστικά (και τυπικά στις περισσότερες των περιπτώσεων) εκτός κάθε δυνατότητας παρέμβασης ή απόφασης για όλα τα καίρια ζητήματα που τους αφορούν. Εκτός κάθε πολιτικής διαδικασίας. Τυπικά μπορούν κάθε 4 χρόνια να ψηφίζουν και πιθανόν να μετέχουν σε ορισμένες δημοσκοπήσεις (όταν αυτές γίνονται με κάποιους κανόνες). Σε ένα τέτοιο περιβάλλον πολλές φορές έχει ακουστεί πως οι εκλογές μπορεί να φέρουν αποσταθεροποίηση, ή έχουν αγνοηθεί επιδεικτικά τα αποτελέσματα δημοψηφισμάτων. Στις δεκαετίες που πέρασαν όλα αυτά συμπληρώθηκαν σε ιδεολογικό επίπεδο με την περίφημη TINA (There is no alternative – Δεν υπάρχει εναλλακτική). Οι τάσεις λοιπόν έχουν μια ιστορία μερικών δεκαετιών, και είχε αρχίσει ήδη να γίνεται λόγος για «μεταδημοκρατία» που ακριβώς περιέγραφε αυτή τη συνεχιζόμενη διολίσθηση.
Μετά την κρίση του 2008-2010 πολλά αρχίζουν να αλλάζουν. Το τράνταγμα του δυτικού κόσμου είναι τεράστιο. Το κράτος επανενεργοποιείται για να σώσει τις τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, και ενεργοποιούνται εργαλεία διαχείρισης της πολυοργανικής πλέον κρίσης. Σε λίγο ο πειρασμός της «μεγάλης επανεκκίνησης» στο Φόρουμ του Νταβός δίνει ένα ιδιαίτερο χρώμα στον τεχνολογικό-ψηφιακό ντετερμινισμό, και εμφανίζεται ως προπομπός μια παγκόσμιας τεχνοδεσποτείας της δυτικής παγκοσμιοποίησης. Όμως η πραγματικότητα προχώρησε λίγο διαφορετικά. Ενώ όμως αχνοφαίνονταν και προχωρούσε η αρχιτεκτονική αμφισβήτησης της δυτικής (παρακμάζουσας) επικυριαρχίας, ήρθε στο προσκήνιο η πανδημία του Covid-19.
Η αντίδραση των μεγάλων κέντρων της εποχής (Δύση – Κίνα – Ρωσία) είχε κοινά χαρακτηριστικά: καραντίνες, λοκντάουν, αποστασιοποίηση, καθολικούς υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, κυριαρχία των ειδικών, κατάργηση του δημόσιου χώρου, γενίκευση της τηλεργασίας, της τηλεκπαίδευσης και του βιοπολιτικού ελέγχου μέσω της ψηφιοποίησης. Παρ’ όλα αυτά, κι ενώ διεξάγεται ένα περίπου παγκόσμιο πραξικόπημα κατάργησης της λαϊκής κυριαρχίας και ασκήσεων στο πεδίο της κατάστασης «έκτακτης ανάγκης» (η οποία ενισχύει πολλούς πειρασμούς για προχώρημα και εμβάθυνση της δημοκρατορίας), έχουμε, παράλληλα με την διακοπή των εμπορικών και εφοδιαστικών αλυσίδων, έντονες τάσεις κρατικού παρεμβατισμού και προστατευτισμού κάθε περιοχής (κάθε ζωτικού χώρου θα λέγαμε). Η τάση προς έναν πολυπολικό κόσμο ενισχύεται τόσο από την κρίση της Δύσης όσο και από την ανάδυση, μέσα στην κρίση, μεγάλων κρατικοκαπιταλιστικών δυνάμεων της Ευρασίας.
Με δυο λόγια, το περιβάλλον είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Τόσο ανάμεσα στη «συλλογική Δύση» και τις αναδυόμενες δυνάμεις του πολυπολικού κόσμου, όσο και στο ίδιο το εσωτερικό της Δύσης. Οι διαδικασίες ενδόρρηξης, δηλαδή κρίσης μέσα στο βαθύ κράτος κάθε μεγάλης δύναμης (βλέπε ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία κ.λπ.), δείχνουν μια μεγάλη διαπάλη και μια κρίση στρατηγικής απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις. Ο Τραμπισμός δεν είναι μια μικρή παρέκκλιση, και η διαπάλη για την επικράτηση στο σύστημα εξουσίας είναι τεραστίων διαστάσεων. Όμως όλες αυτές οι εξελίξεις, χωρίς εξαίρεση, οδηγούν ταχύτατα στην ένταση του ακραίου αυταρχισμού και της δημοκρατορίας.
Οι διαδικασίες ενδόρρηξης, δηλαδή κρίσης μέσα στο βαθύ κράτος κάθε μεγάλης δύναμης (ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία κ.λπ.), δείχνουν μια μεγάλη διαπάλη και μια κρίση στρατηγικής απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις. Όλες αυτές οι εξελίξεις, χωρίς εξαίρεση, οδηγούν ταχύτατα στην ένταση του ακραίου αυταρχισμού και της δημοκρατορίας
Νέα διαπολικότητα, νέοι πειρασμοί
Πρόσφατα, με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία το 2022 (την επίσημη έναρξη τέλος πάντων), ήρθε στην επιφάνεια μια νέα διαπολικότητα: Η «σωστή πλευρά της Ιστορίας» που μάχεται για την ελευθερία απέναντι στην αυταρχία των δεσποτικών ευρασιατικών δυνάμεων. Ο αντιρωσισμός και η συσπείρωση της Δύσης σε ένα πρόγραμμα πολέμου εντός της Ευρώπης, η υποδούλωση της πολιτικής Ευρώπης στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, η διάρρηξη των βασικών οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία, η καλλιέργεια ρωσοφοβίας, οδηγούν σε μια καθεστωτική αλλαγή και σε έκτακτες νομοθεσίες και απαγορεύσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Το να είσαι «φιλοπουτινικός», το να αμφισβητείς τα δόγματα της Δύσης, σε καθιστά εχθρό που πρέπει να κυνηγηθεί με έκτακτους τρόπους.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Το Ισραήλ είναι μέρος αναπόσπαστο της Δύσης, έχει «δικαίωμα αυτοάμυνας», και μαζί με τα πιο αντιδραστικά τμήματα της Δύσης απεργάζεται σχέδια για την κλιμάκωση του πολέμου και την αλλαγή του χάρτη στην ευρύτερη περιοχή. Ήδη η Συρία δεν υπάρχει όπως πρώτα, η Γάζα εξαφανίζεται δια γενοκτονίας και ισοπέδωσης, έγιναν (και προετοιμάζονται νέες) επιθέσεις ενάντια στο Ιράν. Δεν τηρούνται καν τα προσχήματα. Δεν υπάρχει κανένα διεθνές δίκαιο. Οι επιδρομείς μπορούν να κτυπούν όποτε θέλουν και όπως θέλουν. Οι μόνοι κανόνες είναι οι κανόνες της ισχύος, τίποτα άλλο. Εσωτερικά, σε όλες τις χώρες της Δύσης διογκώνεται ένα πογκρόμ ενάντια σε όσους εκφράζουν την αλληλεγγύη τους στον Παλαιστινιακό λαό: κατηγορούνται για «αντισημιτισμό» ή και διώκονται ως τρομοκράτες (π.χ. Βρετανία). Ο Μακρόν κυβερνά με διαρκή πραξικοπήματα και διορισμούς πρωθυπουργών αδιαφορώντας για τα αποτελέσματα των εκλογών και αρνούμενος να παραιτηθεί. Στις ΗΠΑ, μέσα στη δίνη της αντιπαράθεσης των δύο μπλοκ, η συνισταμένη που εφαρμόζεται είναι η επιβολή –μέσω πολιτοφυλακής και στρατού– της ειδικής νομοθεσίας για τα ΜΜΕ, η περιστολή πολλών δικαιωμάτων, οι δολοφονίες. Όπως γράφει πολύ παραστατικά ο Στάθης (Σταυρόπουλος), έχουμε «τον θανάσιμο αγώνα επικράτησης στην κορυφή και το βάθος του κράτους, εν προκειμένω των ΗΠΑ, που, και βαθύ παλαιόθεν παρακράτος διαθέτουν, και πολύ κοντά στο υπερκράτος της παγκόσμιας διακυβέρνησης βρίσκονται».
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αρκετοί στην Δύση παρατηρούν ότι τα κρατικοκαπιταλιστικά καθεστώτα Κίνας και Ρωσίας π.χ. έχουν ένα «πλεονέκτημα», απαλλαγμένα από τις περιπέτειες της εσωτερικής πολιτικής διαδικασίας. Είτε το κόμμα-κράτος στην Κίνα κυβερνά χωρίς αντιπολίτευση (φανερή), είτε στη Ρωσία η αντιπολίτευση και η πολιτική διαδικασία είναι σε πολύ ασθενικό επίπεδο για διάφορους λόγους. Ο πειρασμός είναι μεγάλος: πώς θα απαλλαγούν οι δυτικές δημοκρατορίες από τον βραχνά της πολιτικής διαδικασίας; Άλλοι προχωρούν πιο πέρα: Δεν χρειαζόμαστε την πολιτική διαδικασία τώρα που έχουμε την τεχνητή νοημοσύνη. Αυτή μπορεί να «κυβερνήσει» δίνοντας σωστές οδηγίες για το τι πρέπει να κάνει μια κυβέρνηση ή εξουσία, ή μπορεί να μας απαλλάξει από τις εκλογές αφού μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια το αποτέλεσμα. Το έχει ισχυριστεί ο Σβαμπ της «μεγάλης επανεκκίνησης». Γιατί να κάνουμε εκλογές; Η ΤΝ μπορεί να προβλέψει το αποτέλεσμα. Γιατί να τρέχει ο κόσμος στις κάλπες και να ψηφίζει; Στην πράξη εφαρμόζεται όλο και πιο διευρυμένα η ηλεκτρονική ψηφοφορία (σε γενικές εκλογές, σε εκλογές οργάνων και σωματείων κ.λπ.). Δεν πολυχρειάζεται η άμεση συμμετοχή… Είναι βάρος και ταλαιπωρία για όλους…
Πώς εκφράζονται όλα αυτά στην Ελλάδα;
Μέχρι τώρα αναφερθήκαμε σε γενικές τάσεις και ειδικά χαρακτηριστικά της «δημοκρατορίας» στον Δυτικό κόσμο. Στις διάφορες χώρες αυτή παίρνει και ειδικά χαρακτηριστικά, χωρίς να ακυρώνεται η γενική τάση και πορεία που δίνεται από τις επιλογές των ισχυρών κέντρων εξουσίας. Δηλαδή μια χώρα μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ δεν μπορεί να αποκλίνει από την κεντρική πορεία, ιδιαίτερα όταν είναι χώρα εξαρτημένη, εθελόδουλα «δεδομένη σύμμαχος» όπως με καμάρι διακηρύσσει. Η ειδική θέση της Τουρκίας (δεν είναι μέλος της Ε.Ε., είναι όμως μέλος του ΝΑΤΟ) και το μέγεθός της (όχι απλά το γεωγραφικό, αλλά το στρατηγικό και γεωπολιτικό) την καθιστά ικανή να τραμπαλίζει, να διαπραγματεύεται, να έχει ειδική σχέση με ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ε.Ε. κ.λπ. Να ρωτήσουμε: τι καθεστώς έχει; Στην φυλακή με γελοίες κατηγορίες οι πιο επιφανείς αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί, για να μην μιλήσουμε για τους πολιτικούς κρατούμενους, αριστερούς ή Κούρδους. Ο όρος «δημοκρατορία» θα έδινε και ορισμένα δημοκρατικά χαρακτηριστικά που η Τουρκία δεν έχει…
Στην περίπτωση της Ελλάδας, μετά από μια «αριστερή παρένθεση» 2015-2019 (όπου πέρασε το χειρότερο μνημόνιο, υποθηκεύτηκε όλη η περιουσία της χώρας στους Δανειστές, γέμισε αμερικάνικες βάσεις η Ελλάδα και με εντολή ΗΠΑ-Γερμανίας υπογράφτηκε η συμφωνία των Πρεσπών), άνοιξε ο δρόμος σε μια διπλή διαδικασία: να αποκτήσει αυτοδυναμία η Ν.Δ. υπό τον Μητσοτάκη και να ανοίξει ένας κύκλος βαθύτατης κρίσης της κεντροαριστεράς. Αυτό το διπλό γεγονός έδωσε την ευκαιρία στον Μητσοτάκη (κυρίως με τον νόμο για το επιτελικό κράτος) να οικοδομήσει ένα ειδικό καθεστώς «δημοκρατορίας», καταρχήν συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες στο Μαξίμου και ένα στενό κύκλο γύρω του. Στη συνέχεια έλεγξε όλα τα ΜΜΕ μέσω της χρηματοδότησης, άλωσε το δικαστικό σώμα και ιδίως τις κορυφές του, μοίρασε τα ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στους κολλητούς του, ενσωμάτωσε ακροδεξιά στοιχεία αλλά ταυτόχρονα απορρόφησε μεγάλο μέρος του σημιτικού ΠΑΣΟΚ. Με λίγα λόγια κυριάρχησε, χωρίς να υπάρχει αντιπολίτευση, και φυσικά εκμεταλλεύτηκε την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία για να ενισχύσει κι άλλο τη θέση του.
Δυσμενής θέση; Περισσότερη δημοκρατορία!
Στην πορεία όμως άρχισε να μην μπορεί να ελέγξει όλες τις εξελίξεις. Οι παρακολουθήσεις, τα σκάνδαλα, η διαχείριση των «φυσικών καταστροφών» (πλημμύρες, κάψιμο δασών κ.λπ.) με μόνο γνώμονα τις αρπαχτές και την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών κύκλων, το έγκλημα των Τεμπών με μπάζωμα και συγκάλυψη, η ανοικτή υποστήριξή προς τον Μπάιντεν στις πρόσφατες αμερικάνικες εκλογές, το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και όσα ακολουθούν, τον έφεραν σε πολύ δυσμενή θέση. Προσφεύγει όμως σε μια συστηματική φυγή προς τη «δημοκρατορία», καταρχήν για να καλύψει τα νώτα του και να μην κυνηγηθεί δικαστικά αργότερα (ακαταδίωκτο παντού, παραγραφή, ασυλία, προανακριτικές, εξεταστικές, έλεγχος της Δικαιοσύνης, ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις για τις δίκες που έρχονται κ.λπ.). Παράλληλα λειτουργώντας ως χούντα –όπως έκανε και στην περίπτωση του εγκλήματος των Τεμπών– νομοθετεί διατάξεις για διαγραφές από τα Πανεπιστήμια, για ειδικά Πειθαρχικά για τους δημοσίους υπαλλήλους, για εξοντωτικά 13ωρα για τους εργαζόμενους. Σε λίγο θα αρχίσει να κυνηγά και τους «αντισημίτες» εχθρούς του Ισραήλ. Και φυσικά αποκρύβει συστηματικά την πραγματική κατάσταση της οικονομίας και τις δεσμεύσεις που έχει για κλείσιμο συμφωνιών με παραχώρηση μεγάλου τμήματος της εθνικής κυριαρχίας (κυρίως προς την Τουρκία, αλλά όχι μόνο).
Ακόμα περισσότερο: κοροϊδεύει ολόκληρο τον ελληνικό λαό μπροστά στα μούτρα του. Εμφανίζεται ως ελαφρυντής της φορολογίας ενώ η φορολεηλασία καλπάζει με τους φόρους στα καύσιμα, τον ΦΠΑ, τον ΕΝΦΙΑ και την άμεση φορολογία. Φέρεται επιθετικά και αλαζονικά ενάντια στη «συμμαχία του τολουολίου» και απέναντι σε όλα τα αιτήματα-καταγγελίες των γονέων θυμάτων στα Τέμπη. Τους κατηγορεί ότι κατασκεύασαν ένα τεράστιο ψέμα για δήθεν παράνομο φορτίο και διαψεύδει ότι υπήρχε παράνομο φορτίο στο τρένο. Ο δε ανεκδιήγητος κ. Φλωρίδης (πρώην ΠΑΣΟΚ, τώρα περίπου χούντα εξευγενισμένη) φέρνει διάταξη που απαγορεύει πρόσβαση των δικηγόρων και των κατηγορούμενων στη δικογραφία. Κάτι έχει στο μυαλό του… Η επιθετικότητα της κλίκας που κυβερνά είναι ένα σημάδι από τη μια αδυναμίας, αλλά και από την άλλη εκτίμησης πως μόνο με αυτόν τον τρόπο θα τη βγάλει. Ναι, αλλά συσσωρεύεται οργή, μεγάλη οργή, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα εκφραστεί.
Σύνοψη
Η κυρίαρχη τάση είναι προς ένα καθεστώς «δημοκρατορίας». Αυτό θα πάρει ειδικά χαρακτηριστικά από τον πόλεμο της Δύσης ενάντια στην Ευρασία γενικώς. Στη χώρα μας προς το παρόν παίρνει μια μορφή ειδικού μητσοτακικού συγκεντρωτικού καθεστώτος, που εκμεταλλεύεται την απουσία αντιπολίτευσης σε πολιτικό επίπεδο και ελπίζει ότι –με την άγρια καταστολή και τον έλεγχο της δοτής Δικαιοσύνης– θα τα βγάλει πέρα χωρίς μεγάλες λαβωματιές. Είναι ένα κυνικό και επιθετικό καθεστώς, ανοικτός υποστηρικτής και ντελάλης της πλουτοκρατίας, η οποία εμφανίζεται πλέον με περηφάνια στο προσκήνιο («είμαστε οι πλούσιοι και φαινόμαστε και σας έχουμε όλους χεσμένους»)…
Η πτώση αυτού του καθεστώτος είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα, επειδή οδηγεί σε μεγάλη εθνική και πολιτικοκοινωνική κρίση. Πρέπει να γίνει όμως με όρους τέτοιους ώστε να επιβληθεί ένας μεγάλος και βαθύς εκδημοκρατισμός σε όλους τους τομείς (εργασία, δικαιοσύνη, δημόσια διοίκηση, εκπαίδευση, πολιτισμός κ.λπ.), με προάσπιση της συνοχής της κοινωνίας από την εγχώρια επιθετική, παρασιτική-μεταπρατική ολιγαρχία (που είναι πρόθυμη για όλα τα ξεπουλήματα, φτάνει να πλουτίζει). Είναι επιτακτική ανάγκη η συσπείρωση δυνάμεων σε μια βάση τέτοια που να εκφραστεί ο λαϊκός ριζοσπαστισμός, που θα απαντήσει στο Υπαρξιακό Πρόβλημα της Ελλάδας και θα ανοίξει τον δρόμο μιας πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής με σχέδιο εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.