Ο ΣΥΡΙΖΑ αδίστακτα έκαψε το χαρτί της κοινωνικής και εθνικής ενότητας το καλοκαίρι του 2015. Της ενότητας που όμοιά της δεν είχε υπάρξει από τον καιρό του ΕΑΜ. Ενότητας που επιτεύχθηκε μέσα από πολύπλοκες και συχνά αντιφατικές διεργασίες, και εκδηλώθηκε πανηγυρικά ξεκινώντας από τις μεγάλες διαδηλώσεις και το συναπάντημα στο Σύνταγμα με κορύφωση την πρωτοφανή σύγκλιση του ελληνικού λαού που ψήφισε ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Αν σκεφτεί κανείς ότι το Brexit πρόκυψε από το οριακό 51,9% των Βρετανών (Ιούνιος 2016), αντιλαμβάνεται ότι το 61,3%, αποτελεί, με βάση τα διεθνή δεδομένα, ένα πολύ ξεχωριστό στην ιστορία της ευρωπαϊκής δημοκρατίας πολιτικό γεγονός. Και πέρα απ’ αυτό, η μοναδικότητα του έγκειται στο ότι η συσπείρωση αυτή πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά με βάση την πλατφόρμα της Αριστεράς, πράγμα που θορύβησε όλο το δυτικό κατεστημένο. Αυτή η ενότητα είχε χαρακτηριστικά ταξικά και εθνικά με εντυπωσιακή σαφήνεια καθορισμένα. Δεν επρόκειτο περί παρεξήγησης. Ήταν αποτέλεσμα πολύχρονης ζύμωσης και ταχείας ωρίμασης. Στο αποκορύφωμα της, δεν υπήρχε αμφιβολία ούτε περί του περιεχομένου του δημοψηφίσματος, ούτε άγνοια περί των πιθανών αρνητικών συνεπειών του (οι αντίπαλοι του ΟΧΙ έκλεισαν τις τράπεζες και ελέγχοντας τα ΜΜΕ έδωσαν τα ρέστα τους για να επηρεάσουν τους ψηφοφόρους κατατρομοκρατώντας τους) ούτε για το ποιος ήταν ο μοναδικός φορέας που προκήρυξε το δημοψήφισμα και ποιος θα επωφελείτο πολιτικά από την έκβασή του, δηλαδή η Αριστερά!
Ο ΣΥΡΙΖΑ πετύχαινε αυτό που καμία Αριστερά δεν είχε ποτέ καταφέρει με αστικοδημοκρατικές διαδικασίες. Να ενώσει την κοινωνία και να γίνει αποδεκτή η Αριστερά ως επικεφαλής αυτής της ενότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ του 3%, προσήλκυσε πολίτες από όλο το πολιτικό φάσμα, από το Κέντρο, τη Δεξιά, ακόμα και από τον αντιεξουσιαστικό χώρο και το ΚΚΕ, ενάντια στη λιτότητα, τη λεηλασία και την υποτέλεια. Αυτό ήταν ένα θαύμα. Έκανε την Αριστερά ηγεμονική δύναμη με τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού μαζί της. Με πάθος, ελπίδα, αγωνιστικότητα. Έμοιαζε με επιστημονική φαντασία. Η κοινωνία ενωνόταν παραμερίζοντας τα απαξιωμένα κόμματα και ορθωνόταν για να φράξει το δρόμο στους επιδρομείς. Για να υπερασπιστεί όχι μόνο τα δικαιώματα, τους θεσμούς και την περιουσία της, αλλά και την πατρίδα στην ολότητά της. Αυτός ήταν ο δρόμος που κάθε αριστερός, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, ανέκαθεν ονειρεύεται και αγωνίζεται να ανοίξει και να διαβεί.
Όμως, ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, δια μιας, μπάζωσε αυτό το δρόμο, έβγαλε τις μάσκες, έσβησε το όνειρο και διέλυσε την εκπληκτική συσπείρωση, καίγοντας και την Αριστερά. Επιλέγοντας αυτή την χωρίς πάτο συνθηκολόγηση. Έχοντας ανενδοίαστα πετάξει το ΟΧΙ στα σκουπίδια, τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει τον κοινωνικό διαμελισμό, εντείνοντας την απογοήτευση και την ηθική καταρράκωση, σπρώχνοντας την κοινωνία σε ένα πολιτικό βάλτο και προσφέροντάς την βορά στα ρετάλια του Κέντρου και της Δεξιάς και στους πατριδοκάπηλους της Άκρας Δεξιάς.
Διχαστική συμφωνία
Όπως τα οικονομικά μέτρα και το καθολικό ξεπούλημα είναι από το σχεδιασμό τους αντιλαϊκά και ανθελληνικά, έτσι και η «συμφωνία» για το «μακεδονικό» είναι καταδικασμένη να παράγει προβλήματα. Γιατί είναι εξαναγκαστική. Έχει κατασκευαστεί για να εξυπηρετήσει άλλους σκοπούς. Δεν κατασκευάστηκε με γνώμονα τα συμφέροντα των Ελλήνων, των Σλαβομακεδόνων και των άλλων βαλκανικών λαών. Κατασκευάστηκε από κέντρα που χρησιμοποιούν την Ελλάδα και είναι αντίθετα στη δημοκρατία και την ανεξαρτησία. Η «συμφωνία» σέρνεται σε σαθρό και γλιστερό έδαφος. Είναι στρεβλή και ανιστόρητη. Κόντρα στο λαϊκό αίσθημα και βαθιά διχαστική. Υπονομευτική των περιφερειακών σχέσεων και εχθρική προς τρίτες χώρες.
Με ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας, άλλη μια εστία διχασμού και εχθρότητας διογκώθηκε. Το βασικό επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ότι η «συμφωνία για το όνομα» επιλύει ένα πρόβλημα και φέρνει τους λαούς πιο κοντά, μόνο από πολιτικά αφελείς και εθνικά εθελοτυφλούντες μπορεί να υποστηριχτεί. Κι αυτός ο διχασμός είναι προέκταση της διάλυσης της κοινωνικής ενότητας του 2015. Όταν η κυβερνητική ομάδα αποφάσισε να καταστρέψει ό,τι καλύτερο είχε επιτευχθεί σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο στην Ελλάδα.
Όποιος φαντάζεται ότι μια τέτοια «συμφωνία» φέρνει τους λαούς εγγύτερα είναι εκτός πραγματικότητας. Το αντίθετο έχει ήδη δρομολογηθεί, οι σχέσεις έχουν κιόλας επιδεινωθεί. Οι λαοί δεν ταυτίζονται με τους υπουργούς που υπογράφουν καθ’ υπόδειξιν. Η «συμφωνία» ίσως να ωφελήσει μερικούς «επενδυτές», αν και αυτό φαίνεται χλωμό. Με τέτοιου είδους επενδύσεις με κανένα λαό των Βαλκανίων δεν βελτιώθηκαν οι σχέσεις μας. Στην καλύτερη περίπτωση έμειναν στάσιμες. Κι όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται ερήμην των λαών ή εκβιαστικά, τα αποτελέσματα είναι ακόμα πιο άκαρπα. Οι φιλίες δεν χτίζονται με πλαστά χαρτιά.
Φιλία και φύκια
Οι Σλαβομακεδόνες είναι διχασμένοι ως προς το περιεχόμενο της «συμφωνίας». Όπως και οι Έλληνες. Μετά την υπογραφή της, αμφότεροι οι λαοί αισθάνονται ένταση των διαφορών μεταξύ τους και όχι άμβλυνσή τους. Νιώθουν πόσο ετοιμόρροπες είναι οι καθ’ υπαγόρευσιν συμφωνίες που στηρίζονται σε ισχνή κοινωνική βάση.
Ακόμα κι αν οι πρωθυπουργοί επιτύχουν με διάφορες αλχημείες την «κύρωση» της «συμφωνίας», πιστεύει κανείς ότι επιλύνονται οι αντιθέσεις και «ενισχύεται η φιλία»; Ότι, ξεκινώντας από το πιο απλό, οι Έλληνες εφεξής θα προσφωνούν τους γείτονες Μακεδόνες ή έστω Βορειομακεδόνες; Και θα τους καλούν στις πολιτιστικές εκδηλώσεις των δήμων και στα φεστιβάλ ως Μακεδόνες;
Τα «περί φιλίας των λαών» είναι προσχηματικά. Η μόνη πραγματική επιδίωξη είναι να γίνει «νόμιμα» και με επίσημη αναγνώριση από την Ελλάδα η ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ. Όλα τα άλλα είναι χάντρες για ιθαγενείς. Κι όταν, μάλιστα, λέγονται από πολιτικούς που ποτέ δεν επιδίωξαν με οποιονδήποτε τρόπο την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών. Η «συμφωνία» είναι τραβεστί και βρωμάει αμερικανίλα!
Για τους Έλληνες το ζήτημα είναι πρωτίστως ιστορικό, πολιτισμικό, ταυτοτικό. Θεμελιώνεται πάνω στην ιδέα που στηρίχθηκε η ελληνική επανάσταση, αλλά και η αντίσταση στη φασιστική λαίλαπα. Ενσωματώνει αλήθειες και μύθους, ιδανικά και θυσίες. Είναι ιδρυτικό στοιχείο της συλλογικής μας ύπαρξης. Είναι το ιδεατό χωρίς το οποίο ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα παραπάνω από σκέτη ύλη. Είναι ουσία της άυλης ψυχής, που δεν προσδιορίζεται επακριβώς, αλλά αποτελεί κινητήρια δύναμη που δίνει νόημα, τροφοδοτεί και κινεί τον ανθρώπινο πολιτισμό. Αν το χάσει κανείς αυτό, θα βρεθεί μέσα σε ένα χυλό.
Μα οι Ευρωπαίοι την αποκαλούν Μακεδονία, τι να κάνουμε εμείς; Οι λαοί επιμένουν στα δίκια τους. Οι αποικιοκράτες για να στεριώνουν την κυριαρχία τους αλλάζουν σύνορα και ονομασίες. Έτσι βάφτισαν τη Ζιμπάμπουε Ροδεσία, τη Σρι Λάνκα Κεϋλάνη, τη Μιανμάρ Βιρμανία, την Παλαιστίνη Ισραήλ κ.λπ. Οι ονομασίες δεν είναι ασήμαντες, ούτε στον πολιτισμό ούτε στην πολιτική.
Ψηφιδωτά
Ο Οδυσσέας κι ο Αχιλλέας, ο Άδης και η Περσεφόνη, ο Ηρακλής και η Αντιγόνη, ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας, ο Περικλής κι ο Μέγας Αλέξανδρος, είναι ψηφίδες της ψυχοσύνθεσής μου. Μαζί με αμέτρητους άλλους, τον Ρήγα Φεραίο και τον Άρη Βελουχιώτη, την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και τον Βασίλη Τσιτσάνη, συνθέτουν όλοι μαζί το ψηφιδωτό μου. Είμαι απ’ αυτούς. Και δίπλα τους, είναι κι άλλοι, από τον Σπάρτακο μέχρι τον Μαρξ, τον Μπομπ Ντίλαν και την Αρουντάτι Ρόι. Αλλά οι οι πρόγονοί μου, οι συμπατριώτες μου, Αθηναίοι, Λακεδαιμόνιοι, Κρήτες, Μακεδόνες, Ηπειρώτες, Μικρασιάτες, Μαυροθαλασσίτες κ.λπ., καθορίζουν με την αυξημένη ποιοτικά και ποσοτικά παρουσία τους το ύφος, το χρώμα και το άρωμα της ταυτότητάς μου. Με τις ιδιαιτερότητές μου. Η κοσμογονία του Ησίοδου, οι ταξιδιωτικές αφηγήσεις του Ηρόδοτου και οι μύθοι του Αισώπου είναι μαζί με την Αθηναίων Πολιτεία, την Απολογία του Σωκράτη και την Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, συναρθρωμένα και αδιαχώριστα, μέσα μου. Όπως είναι και τα δημοτικά τραγούδια των ανωνύμων με τα ρεμπέτικα του Βαμβακάρη.
Από τον πιο μορφωμένο ως τον πιο αμόρφωτο, σε άπειρες διαβαθμίσεις και παραλλαγές, με μεγαλύτερη ή μικρότερη πυκνότητα και ένταση, υπάρχει αυτό το ψηφιδωτό που ορίζει την ταυτότητά μας και δίνει το ξεχωριστό νόημα στη ζωή μας. Αυτό το ψηφιδωτό που αδιάκοπα εμπλουτίζεται, επηρεάζεται, τροποποιείται και αναδιαμορφώνεται, αποτελεί το σημείο εκκίνησης και το υπόβαθρό μας, σε ένα συνεχή διάλογο, με τριβές, αντιπαραθέσεις, προσεγγίσεις και ανταλλαγές, με τα ψηφιδωτά των άλλων. Είναι ο πολιτισμός τον οποίο καλλιεργούμε. Έτσι υπάρχουμε σαν κοινωνικά όντα και στηρίζουμε την ομάδα από την οποία προερχόμαστε, και έτσι συνεισφέρουμε στην ευζωία της ανθρωπότητας.
Γι’ αυτό κάθε κακοποίηση των ψηφίδων και κάθε βίαιη αφαίρεση τους, ενεργοποιεί τις άμυνες μας. Κι αυτή η άμυνα είναι ζωτική. Σύμφυτη με την έννοια του πολίτη.
Στην πράξη, συχνά, η άμυνα είναι σπασμωδική, αποσπασματική, ατελής και ατελέσφορη. Κι αυτό συμβαίνει γιατί ζούμε σε κοινωνίες που κυριαρχεί η βία και η ανισότητα, στα δικαιώματα, στη μόρφωση, στον πλούτο. Γιατί δεν υπάρχει αληθινή δημοκρατία. Κι όταν η κοινωνία είναι ακέφαλη, όταν οι διανοούμενοι λουφάζουν και οι γραφειοκράτες κυριαρχούν, οι εθνικιστές που διαπνέονται από μίσος για τους άλλους βρίσκουν την ευκαιρία να εκτροχιάσουν και να εκμεταλλευτούν την αντίδραση της κοινωνίας. Αλλά γι’ αυτό δεν φταίνε οι πολίτες που υφίστανται τη βία της εξουσίας, με τη μορφή της εκμετάλλευσης, της περιφρόνησης, της εξαπάτησης, της καταστολής ή της εγκατάλειψης.
Από το 2015, η κυβερνητική «Αριστερά» προχωράει χωρίς φρένα προς το χάος. Αποκομμένη από την κοινωνία, δεν την αγγίζουν αυτά, ούτε την συγκινούν ούτε την διεγείρουν. Είναι άχρωμη, είναι άψυχη.
Στέλιος Ελληνιάδης