Της Γιάννας Γιαννουλοπούλου*

 

Την προηγούμενη Τρίτη 12 Ιουλίου 2016 έφυγε από τη ζωή ο Δημήτρης Μαρωνίτης, φιλόλογος που ξέφυγε από το σχήμα κλασικός ή νεοελληνιστής, ένας φιλόλογος της ελληνικής λογοτεχνίας. Φιλόλογος, ο οποίος σε αντίθεση με την πλειονότητα των συναδέλφων του ήταν δημόσιο πρόσωπο. Διανοούμενος, που δεν θα τον χαρακτήριζε κανείς εύκολα «αντισυστημικό» – αρθρογραφούσε άλλωστε επί 45 χρόνια στο Βήμα του ΔΟΛ, ενώ ο θάνατός του προκάλεσε εκδηλώσεις συγκίνησης, σεβασμού και αποδοχής από όλο τον επίσημο πολιτικό κόσμο. Ταυτόχρονα, όμως, -κι αυτό απαιτεί ερμηνεία- ο Μαρωνίτης κέρδισε τον σεβασμό πολύ περισσότερων ανθρώπων, νέων και μεγαλύτερων, ο θάνατός του συγκίνησε πολλούς. Γιατί συνέβη αυτό;

Γιατί υπήρξε ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος που δεν δίστασε να εκτεθεί σε άλλα πεδία. Είναι γνωστή η εμπλοκή του στα θεατρικά πράγματα.

Γιατί υπήρξε από τους ελάχιστους πανεπιστημιακούς που αντιστάθηκαν στη χούντα. Απολύθηκε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο τελευταίο του μάθημα άφηνε παρακαταθήκη στους φοιτητές: «Κρατήστε ξύπνιο το μυαλό σας στους χαλεπούς καιρούς, μ’ αυτό κυρίως θα πολεμήσετε τη βαναυσότητα της εξουσίας». Γιατί υπήρξε παθιασμένος δάσκαλος, αντισυμβατικός κοσμήτορας. Γιατί το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, στα χρόνια που ο Μαρωνίτης διετέλεσε πρόεδρός του (1994 – 2001), και σε συνεργασία με τον Τάσο Χριστίδη παρήγαγε σημαντικότατο έργο για την ελληνική γλώσσα.

Όμως όλα τα παραπάνω δεν θα αρκούσαν, αν ο Μαρωνίτης δεν είχε καθιερωθεί στην νεοελληνική συνείδηση μέσα από το έργο του. Από τη μετάφραση του Ηρόδοτου, από τις εργασίες του για τη νεοελληνική λογοτεχνία έως το κορυφαίο έργο της ζωής του, τη μετάφραση της Οδύσσειας και της Ιλιάδας. Ο Μαρωνίτης υποστήριξε με πάθος την άποψη ότι «η νεοελληνική γλώσσα συναρτάται αλλά δεν εξαρτάται από την αρχαία ελληνική γλώσσα και τις ενδιάμεσες λόγιες παραλλαγές της». Και ακριβώς επειδή στηρίχτηκε σε αυτήν τη στέρεη επιστημονική αλήθεια, μας κληροδότησε την ολοκληρωμένη απόδοση στη νέα ελληνική των ομηρικών επών. Η βαθιά του γνώση για το θέμα τον οδήγησε να γράφει τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του, όταν μια νέα γκροτέσκα διαμάχη ξεκίνησε για τα αρχαία ελληνικά: «Θα επιμείνω στην προδικτατορική μεταρρύθμιση του 1964 που (σκοπίμως;) στις μέρες μας αγνοείται… Κατάργηση οικονομικών επιβαρύνσεων και στις τρεις βαθμίδες της Μέσης Εκπαίδευσης. Καθιέρωση της Δημοτικής ως αποκλειστικής γλώσσας στο Γυμνάσιο, παρά την ισχύουσα συνταγματική δέσμευση. Ίδρυση Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ως οργάνου για την υλοποίηση νέας εκπαιδευτικής πολιτικής και επιμόρφωσης. Επιλεκτική διδασκαλία αρχαίων κειμένων σε μετάφραση στη δόκιμη δημοτική. Σημαντική αύξηση δαπανών για την εκπαίδευση, βελτίωση της οικονομικής θέσης των εκπαιδευτικών» (Το Βήμα της Κυριακής, 12/6/2016).

Αυτά τότε. Είναι δυνατόν να μην συμπεράνει ο αναγνώστης ότι η σύγχρονη συζήτηση για την μία λιγότερη ώρα των αρχαίων διεξάγεται σε εντελώς άλλο πλαίσιο ή μάλλον αφορμάται από την ανάγκη περιορισμού των προσλήψεων εκπαιδευτικών;

Η βαθιά αγάπη για την ελληνική είναι αυτή που τον οδηγεί σε μια επίσης πρόσφατη συνέντευξή του (στον Χρήστο Αγγελάκο, Lifo, Απρίλιος 2016) να διαπιστώνει ως προς το τριαδικό σχήμα ταυτότητα/αυτότητα/φιλότητα: «η φιλότητα είναι η λέξη που ανακάλυψα τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια. Όταν, δε, διεπίστωσα ότι η λέξη είναι και ομηρική, τρελάθηκα. Υπάρχει και στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια. Νομίζω ότι ωραιότερη λέξη στα ελληνικά, ίσως και στις άλλες γλώσσες, δεν θα βρεις».

Το έργο του, επομένως, είναι αυτό που έκανε τον Μαρωνίτη, όπως ξέφυγε από το δίπολο κλασικός φιλόλογος / νεοελληνιστής, να ξεφύγει και από το δίπολο συστημικός / αντισυστημικός διανοούμενος.

 

* Η Γιάννα Γιαννουλοπούλου είναι Μέλος ΔΕΠ Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!